Δευτέρα 31 Μαρτίου 2008

ΠΑΡΑΠΛΕΥΡΕΣ ΑΠΩΛΕΙΕΣ (2)


Το ποιοτικό άλμα του ΚΚΕ


Όμως η πλέον ενδιαφέρουσα δήλωση μας προέκυψε από την πλευρά του ΚΚΕ.
Κατά την συζήτηση της προτάσεως δυσπιστίας η κ. Παπαρήγα καταφέρθηκε κατά της ΓΣΕΕ για την υπογραφή της νέας ΣΣΕ.
Σημειωτέον ότι αυτή η συλλογική σύμβαση, συγκριτικά με παλαιότερες, είναι από τις καλύτερες, που έχει υπογράψει ποτέ η Συνομοσπονδία.
Ωστόσο η απορριπτική στάση της κ. Παπαρήγα δεν αποτελεί πρωτοτυπία.
Ιστορική αξία έχει η αιτιολογία της απορριπτικής κρίσης.
Αν η κ. Παπαρήγα μεμφόταν την ΓΣΕΕ για το ύψος των αυξήσεων, την χρονική διάρκεια της ρύθμισης, την έλλειψη διαπραγματευτικής επάρκειας, θα είχαμε απλώς μια συνήθη παράθεση κλασικών καταγγελιών, που με την μονότονη κατ’ έτος επανάληψή τους προκαλούν απέραντη πλήξη.
΄Όμως η κ. Παπαρήγα αιτιολόγησε τη θέση της με το επιχείρημα, ότι η ΓΣΕΕ θα έπρεπε να παρατείνει τις διαπραγματεύσεις με τους εργοδότες και να προκαλέσει κινητοποιήσεις για αυτό το θέμα.
Με άλλα λόγια σε μια συγκυρία όπου και ο πλέον αφελής πολίτης έχει αντιληφθεί ότι ο αγώνας των συνδικάτων στρέφεται ευθέως εναντίον της Κυβερνητικής πολιτικής.
Όταν όλες οι κινητοποιήσεις και της ΓΣΣΕ και της ΑΔΕΔΥ, αλλά και των άλλων δευτεροβαθμίων και πρωτοβαθμίων οργανώσεων δεν έβαλαν φέτος οικονομικά ζητήματα, αλλά μόνο πολιτικά, όπως η απόσυρση του ασφαλιστικού νομοσχεδίου.
(Περίτρανη απόδειξη η στάση των εργαζομένων στην καθαριότητα, που αρνήθηκαν να διακόψουν την απεργία τους όταν η κυβέρνηση προσέφερε τη ρύθμιση των βαρέων και ανθυγιεινών, διότι, όπως οι ίδιοι εξήγησαν η κινητοποίηση τους είχε σαν βάση το πολιτικό αίτημα της απόσυρσης του ασφαλιστικού νομοσχεδίου και όχι οποιοδήποτε οικονομικό αίτημα).
Όταν ο δίμηνος αυτός αγώνας των εργαζομένων εκτός Βουλής, έχει προσλάβει διαστάσεις πολιτικής χιονοστιβάδας, που εξωθεί το ΣΥΡΙΖΑ να ζητήσει δημοψήφισμα και το ΠΑΣΟΚ, κλιμακώνοντας τον εντός Βουλής αγώνα, να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας προς την Κυβέρνηση.
Η εμφάνιση της κ. Παπαρήγα, την ώρα ακριβώς, που συζητείται αυτή η πρόταση δυσπιστίας, να επιπλήττει τα συνδικάτα για την στάση τους και να τα προτρέπει να υποβαθμίσουν τον αγώνα τους μετατρέποντάς τον από πολιτικό σε οικονομικά διεκδικητικό, αποτελεί αναντίρρητα ιστορικό γεγονός πρώτου μεγέθους.
Δεν ανήκουμε ούτε στους ρομαντικούς πολίτες, ούτε στους ψευταράκους πολιτικάντηδες, που υποστηρίζουν ότι τα κόμματα πρέπει να παραμένουν μακριά από το συνδικαλισμό. Αντίθετα θεωρούμε ότι τα κόμματα δικαιούνται να έχουν και άποψη και ρόλο στις συνδικαλιστικές Ενώσεις. Και εξ άλλου ανεξάρτητα από τη δική μας άποψη αυτό αποτελεί απόλυτη παγκόσμια πρακτική χωρίς καμιά ιστορική ή γεωγραφική εξαίρεση.
Ιστορικά όμως η ανάμειξη των κομμουνιστικών κομμάτων στο συνδικαλισμό είχε σα μόνιμο στόχο την αναβάθμιση των οικονομικών αιτημάτων σε πολιτικά. Την μετεξέλιξη των διεκδικητικών αγώνων σε κοινωνικούς αγώνες πολιτικής αμφισβήτησης και ανατροπής. Αυτό δεν ήταν τόσο εύκολη δουλειά. Συνήθως χρειάζεται ευνοϊκές συγκυρίες και μεγάλες προσπάθειες από την πλευρά των κομμουνιστικών κομμάτων, ώστε με τη συσσώρευση μικρών ποσοτικών αλλαγών στα μεγέθη των κινητοποιήσεων και στο είδος των διεκδικήσεων να επιτευχθεί, ως ποιοτικό άλμα, η επιδιωκόμενη μετάλλαξή τους σε πολιτικές.
Αυτά αναφέρονται σε όλα τα στοιχειώδη εγχειρίδια εκμάθησης διαλεκτικής άνευ διδασκάλου. ( Όπως π.χ «Οι βάσεις του Μαρξισμού-Λενινισμού» της Ακαδημίας επιστημών της πρώην ΕΣΣΔ, κάποιο αντίτυπο των οποίων θα πρέπει να έχει ξεμείνει στην αποθήκη της «Σύγχρονης Εποχής»).
Όπως επίσης στα ίδια εγχειρίδια αναφέρεται ότι ο ιστορικός ρόλος των κομμουνιστικών κομμάτων είναι να οδηγήσουν στην κοινωνική τους δικαίωση «τους ταπεινούς της γης, που ζούσανε στην καταφρόνια».
Όταν όμως τα συνδικάτα αναπτύσσουν κοινωνικούς αγώνες με αμιγώς πολιτικό περιεχόμενο, τι ακριβώς ζητάει η κ. Παπαρήγα, επιπλήττοντας τη ΓΣΕΕ, ότι δεν μεταπηδάει σε οικονομικές διεκδικήσεις?
Ακριβώς ζητάει από τα συνδικάτα να κάνουν ένα ποιοτικό άλμα. Αλλά ένα ποιοτικό άλμα προς τα κάτω, υποβαθμίζοντας τον αγώνα τους από πολιτικό σε διεκδικητικό.
Και πως αλήθεια εννοεί τον ιστορικό ρόλο του κόμματός της η κ. Παπαρήγα?
Οι εργοδότες, φοβούμενοι προφανώς ότι οι αντικυβερνητικές πρωτοφανείς κινητοποιήσεις υπάρχει κίνδυνος να πυροδοτήσουν διεκδικητικές απεργίες, προβαίνουν σε τακτική υποχώρηση και εκδηλώνουν διάθεση για ευνοϊκές παραχωρήσεις. Ορθώς πράττουν διότι γι αυτούς η σωτηρία της παραγωγής είναι ο υπέρτατος νόμος.
Η ΓΣΕΕ εκμεταλλεύεται την περίπτωση και πάνω στην αναμπουμπούλα φροντίζει να πάρει ότι περισσότερο μπορεί. Ορθά πράττει γιατί για εκείνη υπέρτατος νόμος είναι το συμφέρον των εργαζομένων.
Η κ. Παπαρήγα τι ακριβώς ζητάει? Να απορρίψει την προσφορά η ΓΣΕΕ και να αρχίσει παράφωνες προσχηματικές απεργίες εγκαταλείποντας το πανσωματειακό πολιτικό αγωνιστικό πλαίσιο την ώρα, που στηριζόμενη σ’ αυτούς τους αγώνες η αντιπολίτευση στη Βουλή, έστω και συμβολικά, επιχειρεί την ανατροπή της κυβέρνησης?
Δηλαδή ο υπέρτατος νόμος για το ΚΚΕ είναι η υποβάθμιση των εργατικών αγώνων και η συντήρηση της εξαθλίωσης της εργατικής τάξης?
Αν ναι, τότε βρισκόμαστε μπροστά σε ένα κόμμα sui generis, ποιοτικά απολύτως διαφορετικό από τα κομμουνιστικά κόμματα, όπως τα ξέραμε μέχρι σήμερα.
Μήπως η πολυετής πρακτική των ανομολόγητων συνεργασιών στην τοπική αυτοδιοίκηση, στον αγροτικό τομέα, στους χώρους δουλειάς. Οι μονίμως διασπαστικές κινητοποιήσεις του ΠΑΜΕ. Ο προσχηματικός απόλυτος αποκλεισμός της συνεργασίας με τα άλλα προοδευτικά κόμματα. Η αχαλίνωτη καταγγελία του δικομματισμού την ώρα, που συχνά πυκνά εντός Bουλής στηρίζονται βολικές για την κυβερνώσα παράταξη μεθοδεύσεις.
Μήπως όλα αυτά αποτελούν μικρές ποσοτικές αλλαγές, που κατέληξαν σε ποιοτική μετάλλαξη του συμπαθούς αυτού κόμματος?
Αν ναι, τότε πράγματι η δήλωση της κ. Παπαρήγα στη Βουλή είναι αναμφίβολα ιστορική γιατί αποτελεί πανηγυρική επιβεβαίωση του ποιοτικού άλματος του ΚΚΕ. Ανεξάρτητα αν αποτελεί απλή οδυνηρή επιβεβαίωση των εγχειριδίων εκμάθησης της διαλεκτικής άνευ διδασκάλου, δεν παύει να παρουσιάζει εξαιρετικό επιστημονικό ενδιαφέρον από άποψη εφηρμοσμένης πολιτικής.

Υ.Γ (1) Για του λόγου το αληθές ότι η φετινή ΣΣΕ δεν είναι τόσο κακή παραθέτουμε το δελτίο τύπου από την ιστοσελίδα της ΓΣΣΕ.

Υ.Γ (2) Για τα αξιοθαύμαστα του κ. Αλαβάνου στη βουλή θα ασχοληθούμε αύριο εκτός ειδησεογραφικού απροόπτου.

ΠΑΡΑΠΛΕΥΡΕΣ ΑΠΩΛΕΙΕΣ

Όπως πολύ σωστά επισημάνθηκε από την πρώτη στιγμή, κατά την τριήμερη διαδικασία της Βουλής, ιδιαίτερη σημασία δεν παρουσίαζε αυτή καθεαυτή η πρόταση δυσπιστίας, της οποίας η τελική τύχη ήταν ούτως ή άλλως προδιαγεγραμμένη. Αντίθετα εξαιρετικό ενδιαφέρον είχαν η στάσεις και οι θέσεις των κομμάτων και ιδιαίτερα των μικρών, γιατί βεβαίως η στάση της εγκαλούμενης κυβέρνησης και οι χειρισμοί της έχουσας την πρωτοβουλία αξιωματικής αντιπολίτευσης ήσαν εξ ίσου προβλέψιμα θέματα και εν πολλοίς δεν παρουσίασαν εκπλήξεις.


Η αντιφατική στάση του ΛΑΟΣ

Ενδιαφέρουσα για παράδειγμα είναι η στάση του ΛΑΟΣ. Αναλώθηκε επί μέρες να καταγγέλλει με όλα τα μέσα και σε όλα τα μήκη κύματος το ΠΑΣΟΚ για συμπαιγνία με την κυβέρνηση. Το βασικό επιχείρημα ότι ανάλωσε το υπέρτατο όπλο της αντιπολίτευσης, την πρόταση μομφής, σε ένα έλασσον θέμα, όπως το ασφαλιστικό, όπου μάλιστα η Κυβέρνηση δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα πειθαρχίας των βουλευτών της.
Έτσι κατά την επιχειρηματολογία του ΛΑΟΣ, ο κ. Παπανδρέου προσέφερε καλές υπηρεσίες στον κ. Καραμανλή, γιατί στερώντας τον εαυτό του από τη δυνατότητα να υποβάλει νέα μομφή στους επόμενους έξι μήνες, απήλλαξε τον Πρωθυπουργό από το άγχος να αντιμετωπίσει μια ψηφοφορία για ψήφο εμπιστοσύνης σε ένα μείζον εθνικό ζήτημα, όπως το Σκοπιανό, όπου η πειθαρχία των βουλευτών του μοιάζει να μη είναι δεδομένη.
Η επιχειρηματολογία αυτή του κ. Καρατζαφέρη θα μπορούσε να ήταν πειστική, αν και η τελική του στάση στη Βουλή ήταν συνεπής προς αυτή.
Όμως κατά την τελική ψηφοφορία το ΛΑΟΣ, επέλεξε να δηλώσει παρών.
Όλοι γνωρίζουν ότι η δήλωση «παρών» σε μια τέτοια ψηφοφορία είναι στην ουσία ταυτόσημη της δήλωσης οιονεί «απών». Είναι σαν να δηλώνεις ότι εγώ κανονικά θα έπρεπε να βγω έξω από την αίθουσα, αλλά προτίμησα να μείνω μέσα γιατί έξω βρέχει και ρίχνει καλαπόδια.
Όταν όμως καταγγέλλεις μέσα και έξω από τη Βουλή επί μήνες μια κυβέρνηση, ότι βλάπτει τα μείζονα εθνικά συμφέροντα και τη στιγμή, που σου δίνεται η ευκαιρία να την καταψηφίσεις, έστω για άλλο δευτερεύον θέμα, εσύ αρνείσαι να την εκμεταλλευτείς και με τη στάση σου διευκολύνεις την «κατακριτέα» κυβέρνηση να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, για να συνεχίσει το εθνικά «καταστροφικό» της έργο, τότε πως μπορείς να είσαι αξιόπιστος?
Δικαιολογίες του τύπου ότι η κυβέρνηση δεν θα έπεφτε, ακόμη και αν την ψήφιζε ο κ. Καρατζαφέρης δεν είναι επαρκώς πειστικές και οπωσδήποτε είναι πολιτικά απρόσφορες.
Στην πολιτική κάθε πράξη ανεξάρτητα από το άμεσο αποτέλεσμά της έχει την σημειολογία της.
Και το μήνυμα που εκπέμπεται από μια πρόδηλη διάσταση λόγων και έργων αφήνει ιδιαίτερα ισχυρό εντύπωμα στη συνείδηση των απλών ψηφοφόρων.

Σάββατο 29 Μαρτίου 2008

Οι Σούπερμαν και τα δελτία των οκτώ


Παλαιότερα οι πολιτικοί συνήθιζαν να διαβάζουν πολύ, να γράφουν αρκετά και να μιλούν με περίσκεψη.
Ιδιαίτερα οι προερχόμενοι από την αριστερά, που παραδοσιακά θεωρείται χώρος διανοουμένων.
Παλαιότερα συνήθως ένας αναγνωρισμένος πολιτικός βρισκόταν σε μια ώριμη ηλικία.. Είχε δηλαδή τον απαραίτητο χρόνο για να μελετήσει, να γράψει και να διαλογιστεί.
Σήμερα τα πράγματα έχουν απλοποιηθεί.
Η αναγνώριση δεν εξαρτάται από την πνευματική αξία του πολιτικού, αλλά από την τηλεοπτική εμπορευσιμότητα της εικόνας του.
Και η εικόνα αυτή συχνά κατασκευάζεται όχι στα μέτρα της πολιτικής αλλά στα μέτρα της show business.
Ο τύπος του ώριμου πολιτικού, που έχει αναλώσει τουλάχιστον τα δύο τρίτα της ζωής του ανάμεσα σε βιβλιοθήκες και λαϊκούς αγώνες, δεν έχει πλέον καμία τύχη.
Αξία έχει μόνο η τηλεοπτική persona, που την φουσκώνουν τα media στο πλαίσιο του επιχειρηματικού τους σχεδιασμού. Ως δικό τους δημιούργημα μπορούν να την κατευθύνουν και βέβαια να την ξεφουσκώνουν, όταν η επόμενη αρχίσει να τους αποφέρει μεγαλύτερη τηλεθέαση.
Η τηλεοπτική περσόνα δεν χρειάζεται να έχει μυαλό ή εμπειρίες. Χρειάζεται απλώς να είναι νέα, ωραία, ενδεχομένως να έχει γυμνασμένους κοιλιακούς και να απαγγέλλει με μπρίο τις ατάκες, που της δίνουν συνήθως άλλοι. Αλλά και οι άλλοι δεν είναι συνήθως πολιτικοί διανοητές. Είναι επαγγελματίες ατακογράφοι για εφήμερη πολιτική κατανάλωση.
Το αποτέλεσμα είναι χαριτωμένες παρουσίες περίτεχνα σκηνοθετημένες να απαγγέλλουν εξυπνάδες για τα δελτία των οκτώ. Οι εξυπνάδες όμως αυτές τις περισσότερες φορές είναι από κενές πολιτικού περιεχομένου έως αντίθετης πολιτικής κατεύθυνσης από αυτή, που υποτίθεται ότι εξυπηρετεί ο σούπερ-πολιτικός, που τις απαγγέλλει με πολύ στόμφο, αλλά ενίοτε χωρίς ακριβή συναίσθηση της έννοιάς τους.
Για την κατανόηση της σοβαρότητας του προβλήματος μπορούμε να εξετάσουμε δύο χαρακτηριστικά στιγμιότυπα, που προσέφερε σε μικρό χρονικό διάστημα ο Πρόεδρος του Συνασπισμού κ. Α.Τσίπρας, που αξιοποιήθηκαν δεόντως από τα δελτία ειδήσεων των οκτώ.
Το πρώτο από δημόσια εμφάνισή του εν μέσω απεργών της ΔΕΗ, όπου με ποιητικό οίστρο εδήλωσε ότι «αυτή η κυβέρνηση δεν καταλαβαίνει-δεν ξέρει, που πατά και πού πηγαίνει».
Ως τηλεοπτική εικόνα η σφριγηλή μορφή του νεαρού αρχηγού, που απάγγελλε στίχους περιστοιχιζόμενος από αγωνιζόμενους απεργούς, ήταν περίτεχνη. Είχε κάτι από τη γοητεία μιας γκραβούρας με λόρδο Μπάϋρον, να εμψυχώνει με απαγγελία ποιημάτων μπαρουτοκαπνισμένους Σουλιώτες.
Ως νόημα όμως, φοβάμαι ότι θα έκανε τους βετεράνους του κόμματός του, αλλά και κάθε σκεπτόμενο αριστερό, να ανατριχιάσουν.
Όταν ως κόμμα κατηγορείς την κυβέρνηση ότι καθημερινά εγκληματεί σε όλους τους τομείς εις βάρος όλων των κοινωνικών στρωμάτων, δεν μπορείς ως αρχηγός να της δίνεις συγχωροχάρτι. Διότι τι άλλο από συγχωροχάρτι είναι για ένα υποτιθέμενο «εγκληματία» η εκτίμηση ότι είναι μειωμένης αντιλήψεως(«δεν καταλαβαίνει»), ότι οι ενέργειές του γίνονται από άγνοια και όχι κακή πρόθεση(«δεν ξέρει που πατεί») και τέλος πάντων δεν βαδίζει με προμελετημένο σχέδιο («δεν ξέρει πού πηγαίνει»).
Ας δούμε λίγο την πρόσφατη περίπτωση της ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ.
Στο διάστημα των τελευταίων ετών η κυβέρνηση ξεκίνησε με την διαδικασία μείωσης του προσωπικού του, φροντίζοντας να απαλλάξει το μελλοντικό ιδιώτη αγοραστή από το κόστος του όλου εγχειρήματος. Στη συνέχεια φόρτωσε την ΓΕΡΜΑΝΟΣ στην COSMOTE. ΄Έπειτα ενσωμάτωσε την COSMOTE στον ΟΤΕ ώστε να μεγαλώσει την αξία του και να τον καταστήσει περισσότερο κερδοφόρο. Εμπόδισε την MIG να αποκτήσει πλειοψηφικό πακέτο και πρόσφατα υποστήριξε δραστήρια την αγορά του πακέτου της MIG από την Ντόϋτσε Τέλεκομ. Όλη αυτή η εξέλιξη δείχνει κυβέρνηση, που «δεν ξέρει πού πατεί και πού πηγαίνει»? Φαίνεται αυτή η κυβέρνηση να μη βαδίζει βάσει οργανωμένου σχεδίου?
Ο μόνος που μπορεί να πιστεύει κάτι τέτοιο είναι ο νεαρός Πρόεδρος του Συνασπισμού.
Δεύτερο παράδειγμα. Πρόσφατη ατάκα του κ. Τσίπρα πάλι εν μέσω διαδηλωτών. Αναφερόμενος στην πώληση από τη MIG των μετοχών του OTE στην τιμή των 26 Ευρώ αντί των 19, που διετίθεντο στο χρηματιστήριο, δήλωσε ότι «πουλούν και αγοράζουν αέρα στο χρηματιστήριο».
Ο κάθε νεοφώτιστος αριστερός, που σέβεται τον εαυτό του, έχοντας διαβάσει όχι όλο, αλλά λίγες πρώτες σελίδες από το «Κεφάλαιο», γνωρίζει καλά ότι η διαφορά τιμής ανάμεσα στα επί μέρους υλικά για ένα ζευγάρι παπούτσια και στην τιμή του τελικού ζευγαριού εμπορεύματος δεν είναι αέρας αλλά «υπεραξία».
Εξ άλλου ο κάθε πρωτάρης χρηματιστής γνωρίζει ότι η υπερτίμηση των μετοχών δεν είναι ούτε μαΐστρος ούτε γαρμπής. Είναι πολύ συγκεκριμένες προσδοκίες για πολύ συγκεκριμένες επιχειρηματικές εξελίξεις από την ευόδωση των οποίων μετά βεβαιότητος θα προκύψει πολύ συγκεκριμένο όφελος. Όσο πιο βέβαιη είναι η υλοποίηση της προσδοκίας, τόσο πιο πρόθυμος γίνεται ο υποψήφιος αγοραστής, να προκαταβάλει ενσωματομένο στο τίμημα της μετοχής, ένα λογικό ποσοστό του προσδοκώμενου κέρδους. Τα παπαγαλάκια, που γνωρίζουν πληροφορίες σχετικές με την εξέλιξη της επιχείρησης, μπορούν να αποκομίσουν σημαντικά κέρδη πουλώντας της σε κάθε ενδιαφερόμενο. Στελέχη από την αποφασιστική αρμοδιότητα των οποίων εξαρτάται η διενέργεια των προσδοκώμενων επιχειρηματικών κινήσεων, μπορούν επίσης να επωφεληθούν. Αν τα στελέχη αυτά γίνουν συγχρόνως και παπαγαλάκια, τότε έχουμε τον τέλειο χρυσοφόρο συνδυασμό.
Όλα αυτά εκτός από τους χρηματιστές τα γνωρίζουν πλέον πολύ καλά και αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες χαροκαμένοι από το χρηματιστήριο μικροεπενδυτές.
Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο όλοι οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί από την κ. Παπαρήγα ως τον κ. Καρατζαφέρη, μηδέ του κ. Αλαβάνου εξαιρουμένου, έσπευσαν χωρίς δισταγμό να καταλογίσουν βαρύτατες ευθύνες στην κυβέρνηση και στους χειρισμούς των αρμοδίων στελεχών της.
Μοναδική παραφωνία ο κ. Τσίπρας, πού με τις «αερολογίες» του πρόσφερε πάλι συγχωροχάρτι στην κυβέρνηση.
Ο συνασπισμός είναι ένας πολιτικός χώρος, που ιστορικά έχει αναδείξει εξαιρετικούς ρήτορες. Διακεκριμένος ο Λεωνίδας Κύρκος με λόγο εξόχως ποιητικό. Ο Μανώλης Γλέζος με λόγο απλό και αγωνιστικό. Ο Κωνσταντόπουλος και ο Κουβέλης με λόγο εξαιρετικής επιστημονικής καλλιέπειας. Ο Παπαγιαννάκης με λόγο πραγματικό ορυχείο ευφυολογημάτων. Ο Αλαβάνος με λόγο ρωμαλέο και συγχρόνως συναισθηματικό.
Μπορείς να συμφωνήσεις ή να διαφωνήσεις με το λόγο τους. Δεν θα μπορούσες όμως να υποστηρίξεις ότι ο λόγος τους δεν έχει φιλοσοφική συγκρότηση, ιδεολογική συνέπεια και πολιτική στόχευση.
Ίσως ο Συνασπισμός με όλους αυτούς δεν ευτύχισε να έχει μεγάλα εκλογικά ποσοστά.
Δεν κινδύνευσε όμως ποτέ να χάσει την σοβαρότητά του.
Τα ποσοστά έρχονται και παρέρχονται. Η πολιτική σοβαρότητα είναι διαχρονική αξία, που αν απολεσθεί δύσκολα ανακτάται.
Τα ηγετικά πολιτικά στελέχη, αλλά και οι αρχηγοί των κομμάτων, που παρασύρονται από της σειρήνες του διακαναλικού κατεστημένου και επιδιώκοντας άκοπα δημοσκοπικά αποτελέσματα, προωθούν νεότατα στελέχη σε ηγετικές θέσεις, δεν φαίνεται να προσφέρουν καλές υπηρεσίες ούτε στα ίδια τα νέα παιδιά, ούτε στο κόμμα τους, ούτε στην πολιτεία.
Ας έχουν κατά νου ότι η νεότητα δεν αποτελεί τεκμήριο ευφυΐας ενώ η προχωρημένη ηλικία αποτελεί σίγουρα τεκμήριο πολιτικής ωριμότητας.
Όσο για τον κατά τα άλλα συμπαθέστατο κ. Τσίπρα το μόνο, που έχουμε ετούτη τη στιγμή να επισημάνουμε είναι ότι «νέοις κρείττων το σιγάν του λαλείν», όπως θα του έλεγαν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι αν…δεν είχαν πεθάνει όλοι.
Με άλλα λόγια είναι προς το συμφέρον του προς το παρόν να μελετάει όσο μπορεί περισσότερο και να μιλάει όσο το δυνατόν λιγότερο.
Σε διαφορετική περίπτωση ίσως να μη αργήσει η ημέρα, που κάποιο παιδί θα φωνάξει ότι «το πριγκηπόπουλο είναι γυμνό».
Και τότε για τα δελτία των οκτώ δεν ανησυχώ. Θα έχουν ήδη ετοιμάσει τον επόμενο.
Εκείνος όμως…?

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2008

Ο Χόντζας και το Σκοπιανό


Δεν γνωρίζω αν ο Χόντζας είναι υπαρκτό πρόσωπο. Είναι όμως πασίγνωστο ότι ο άνθρωπος διέθετε μυθικές ικανότητες στην επίλυση κοινωνικών διαφορών.
Αυτό, πού δεν είναι ίσως επαρκώς γνωστό είναι πως οι σύγχρονοι πολιτικοί είναι φανατικοί οπαδοί του και συνήθως κακόγουστοι αντιγραφείς των πρακτικών, των οποίων εκείνος υπήρξε ο πρώτος διδάξας.
Είναι γνωστό το περιστατικό, όπου ο Χόντζας, όταν του παραπονέθηκε ο δούλος του ότι είναι μικρή η καλύβα του, του τη γέμισε με ένα σωρό κατοικίδια ζώα. Στη συνέχεια όταν του τα έβγαλε ο φουκαράς ο δούλος τον ευγνωμονούσε γιατί πλέον η πρώην στενάχωρη καλύβα του φαινότανε παλάτι.
Κάτι ανάλογο φαίνεται ότι προσπαθούν να εφαρμόσουν και στη διαδικασία επίλυσης του Σκοπιανού.
Το πρόβλημα είναι ουσιαστικά η ονομασία. Η γενική απαίτηση του μέσου έλληνα είναι να μη παραχωρηθεί το ιστορικό όνομα της Μακεδονίας στους σφετεριστές με τις επεκτατικές σκοπιμότητες.
Για να πετύχουν οι διαπραγματευόμενοι τη λύση, που επιδιώκουν, την απλή αυτή υπόθεση, την κάνουν όσο πιο σύνθετη μπορούν.
Χώνουν διάφορα ζητήματα. Διπλές ονομασίες, ουσιαστικά, επίθετα, γεωγραφικοί, πολιτειακοί προσδιορισμοί. Ονομασίες για διεθνή χρήση, για διμερή χρήση, για εσωτερική ή εμπορική κατανάλωση κ.λ.π. Διαρρέουν κάθε μέρα όλο και χειρότερες ονομασίες, που να τις ακούει ο φουκαράς ο Έλληνας και να τον πιάνει σύγκρυο.
Με αυτό το κόλπο το Νέα Μακεδονία, που στο ξεκίνημα φαινόταν απαράδεκτο, τώρα φαίνεται καλούτσικο και στο τέλος θα φαντάζει σαν τεράστια διπλωματική επιτυχία.
Δεν ξέρω ποιος απ’ όλους είναι το πονηρό Χοτζόπουλο.
Οι Αμερικανοί, οι Σκοπιανοί, ο ειδικός διαπραγματευτής, ή η κυβέρνησή μας ?
Ξέρω όμως ότι το συστηματάκι, αν πετύχει, μια χαρά τους βολεύει όλους.
Και λέω αν πετύχει, γιατί όλοι αυτοί δεν έχουν τη μυθική ευστροφία του Χότζα και ελπίζω ο Ελληνικός λαός να μη έχει τη μειωμένη αντίληψη του δούλου του.

Πέμπτη 27 Μαρτίου 2008

Η πρόταση δυσπιστίας (3)

Ο λαός μιας χώρας, στη βουλή της οποίας ένας Υπουργός εμφανίζεται ανίκανος να διακρίνει την ειδοποιό διαφορά, από εθνικής απόψεως, μεταξύ της Land Rover και του εθνικού οργανισμού τηλεπικοινωνιών, δεν δικαιούται να αισθάνεται ασφαλής για το μέλλον του.

Η πρόταση δυσπιστίας (2)

Το ότι η κυβέρνηση βρίσκεται υπό κατηγορία εξ αιτίας της πρότασης δυσπιστίας, δεν σημαίνει κατ' ανάγκη ότι θα καταδικασθεί στη συνείδηση του λαού.
Αν τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης συνεχίσουν τις φιλότιμες προσπάθειές τους, μπορεί απλά η τελική αίσθηση του μέσου πολίτη να είναι ότι:
πιθανόν επιζήμια μεν η δεξιά αλλά φαιδρότερη η αριστερά.

Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΔΥΣΠΙΣΤΙΑΣ

Ο αρχικός μας σχεδιασμός προέβλεπε να μιλήσουμε σήμερα για τον ΟΤΕ και για το σύμφωνο συμβίωσης.
Όμως η πρόταση δυσπιστίας, που κατέθεσε αιφνιδιαστικά το ΠΑΣΟΚ, ανέτρεψε όλα τα σχέδια.
Η ενέργεια αυτή, αποτελεί κορυφαία κοινοβουλευτική αντιπολιτευτική επιθετική κίνηση, καθ’ όσον στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής δραστηριότητας η αντιπολίτευση αμφισβητεί ευθέως το κορυφαίο δημοκρατικό έρεισμα της κυβέρνησης, που είναι η εμπιστοσύνη της Βουλής.
Είναι προφανές ότι το θεματικό περιεχόμενο της πρότασης δυσπιστίας υπερβαίνει το ασφαλιστικό νομοσχέδιο, αφού δύναται να επεκταθεί σε εφ’ όλης της ύλης έλεγχο των πεπραγμένων της κυβέρνησης.
Ήδη από την αιτιολογία της πρότασης, που ανέπτυξε κατά την κατάθεσή της ο Πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και από τις πρώτες τοποθετήσεις των βουλευτών του κόμματός του, καθίσταται σαφές ότι προς αυτή την κατεύθυνση θα κινηθεί το ΠΑΣΟΚ. Θα αναπτύξει ευρύτατο κοινοβουλευτικό έλεγχο σε όλους τους τομείς της κυβερνητικής δραστηριότητας με στόχο να αναδείξει όλες τις πτυχές της αντιλαϊκής της πολιτικής, να καταδείξει την αναντιστοιχία των κυβερνητικών επιλογών και δράσεων προς τη λαϊκή βούληση και επομένως την απώλεια της δεδηλωμένης, με τις πρόσφατες εκλογές, κυβερνητικής εξουσιοδότησης.
Οι πρόσφατες πανεργατικές κινητοποιήσεις, οι απεργίες που έχουν επεκταθεί σε όλους τους επαγγελματικούς κλάδους και η έντονη λαϊκή δυσαρέσκεια, που αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις, αποτελούν οιονεί λαϊκό κέλευσμα προς την αξιωματική αντιπολίτευση να προβεί στην κίνησή της και σαφώς της εξασφαλίζουν ευνοϊκό κλίμα και εξαιρετική συγκυρία για την επίτευξη του στόχου της.
Τα μέχρι στιγμής αντεπιχειρήματα του κυβερνώντος κόμματος περιορίζονται στα ευρήματα των δημοσκοπήσεων περί της λαϊκής δυσαρέσκειας για τον τρόπο, που πολιτεύεται το ΠΑΣΟΚ, δυσαρέσκεια, που κατά την άποψη της κυβέρνησης ερμηνεύεται ως λαϊκή δυσπιστία προς την αντιπολίτευση.
Το επιχείρημα αυτό είναι άστοχο για δύο λόγους:
Πρώτον διότι σε μια πρόταση μομφής η κυβέρνηση εκ των πραγμάτων διατελεί υπό πολιτική κατηγορία. Το πολιτικό κατηγορητήριο συνίσταται στο ότι με τις πράξεις και τις παραλήψεις της βλάπτει τον λαό και τον τόπο και ο λαός έχει αποσύρει την εμπιστοσύνη του. Αμυνόμενη λοιπόν η κυβέρνηση οφείλει να αποδείξει ότι έχει εκτελέσει εποικοδομητικό έργο ή τουλάχιστον ότι συνεχίζει να χαίρει της λαϊκής εμπιστοσύνης ή έστω της λαϊκής ανοχής. Είναι προφανές ότι τα επιχειρήματα περί της δημοτικότητας της αντιπολίτευσης προδίδουν αμηχανία και πάντως ουδόλως απαντούν στο κατηγορητήριο.
Εξ άλλου όταν η κυβέρνηση κατηγορείται ότι είναι επιζήμια για τον τόπο και απαντά ότι και η αντιπολίτευση δεν κάνει καλά τη δουλεία της, στην ουσία αποδέχεται τη βάση του κατηγορητηρίου σε ότι την αφορά. Μοιάζει με την περίπτωση του ταμία, που προσπαθεί να δικαιολογήσει το υπαρκτό έλλειμμα του ταμείου του με το επιχείρημα ότι ο ελεγκτής δεν έκανε αριστοτεχνικό έλεγχο.
Οφείλει να κατανοήσει η κυβέρνηση ότι το κρίσιμο ζήτημα είναι η αίσθηση, που θα αποκομίσει ο υπέρτατος κριτής, ο οποίος βεβαίως δεν είναι οι κυβερνητικοί βουλευτές αλλά ο λαός. Και αυτός κατά την παρούσα διαδικασία ενδιαφέρεται ασφαλέστατα για την επάρκεια ή την επικινδυνότητα της κατά το σύνταγμα ελεγχόμενης κυβέρνησης και όχι για τα εσωκομματικά προβλήματα της ελέγχουσας αντιπολίτευσης.
Ένα άλλο τυπικής φύσεως κυβερνητικό επιχείρημα είναι ότι δεν δικαιολογείται η πρόταση μομφής σε μια κυβέρνηση μόλις έξι μηνών.
Πράγματι δεν αποτελεί συνήθη πρακτική σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα μετά από εκλογές.
Όμως και αυτό το επιχείρημα δεν απαντά επί της ουσίας. Και είναι εξαιρετικά αδύναμο αφού πρόκειται για μια κυβέρνηση, που διαδέχθηκε τον εαυτό της και η αντιπολίτευση προφανώς δεν θα περιορισθεί στο πρόσφατο εξάμηνο αλλά θα επεκτείνει τον έλεγχο και επί της πενταετούς κυβερνητικής θητείας. Εξ άλλου εύκολα μπορεί να παρατηρήσει κανείς, ότι είναι εξ ίσου ασύνηθες για μια κυβέρνηση, σε διάστημα τόσο μικρό από την εκλογή της, να έχει χάσει περίπου 15 μονάδες και να έχει ξεσηκώσει εναντίον της περίπου όλες τις κοινωνικές ομάδες.

Στην εξελισσόμενη όμως αυτή διαδικασία δεν θα κριθεί μόνο το έργο της κυβέρνησης.
Θα εκτιμηθούν επίσης οι προθέσεις και θα αξιολογηθούν οι πρακτικές της ελάσσονος αντιπολίτευσης, ιδιαίτερα των κομμάτων της πέραν του ΠΑΣΟΚ αριστεράς.
Την προηγούμενη εβδομάδα η άμεση υιοθέτηση από το ΠΑΣΟΚ της πρωτοβουλίας του ΣΥΡΙΖΑ για δημοψήφισμα, κατέδειξε ότι η αξιωματική αντιπολίτευση, σε ζητήματα μείζονος σημασίας για τον τόπο, προτάσσει τα λαϊκά συμφέροντα των δικών της μικροκομματικών συμφερόντων.
Τώρα είναι η σειρά των κομμάτων αυτών να αποδείξουν την πολιτική ωριμότητά τους.
Στο προηγούμενο διάστημα επιδόθηκαν σε καθημερινή λεκτική και ακτιβιστική πολεμική εναντίον της κυβέρνησης, πολεμική ενίοτε δεινότερη αυτής του ΠΑΣΟΚ.
Οι επίμονες καταγγελίες τους για αντιλαϊκή πολιτική, για αδιαφάνεια, αυταρχισμό, κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος, ξεπούλημα των δημοσίων επιχειρήσεων, υποβάθμιση της δημόσιας υγείας, κατάργηση της δημόσιας παιδείας, αναξιοκρατίας και διαφθοράς στη δημόσια διοίκηση κ.λ.π αποτελούν εν πολλοίς την αιτιολογική βάση της συζητουμένης πρότασης μομφής.
Άρα επί της ουσίας δεν τους παρέχεται πεδίο διαφωνίας.
Για το κομμουνιστικό κόμμα αποτελεί συνήθη πρακτική να αρνείται παγίως την συνεργασία και να βάλλει συστηματικά αδιακρίτως κατά του ΠΑΣΟΚ, αδιαφορώντας αν καθίσταται με την μικροκομματική πρακτική του συνοδοιπόρος της κυβέρνησης.
Το ενδιαφέρον μοιραία επικεντρώνεται στο ΣΥΡΙΖΑ.
Θα αφουγκρασθεί τα μηνύματα και τις ανάγκες των καιρών και θα συναθροίσει καλόπιστα τις δυνάμεις του? Η θα υποκύψει σε ψηφοθηρικές λογικές και με διάφορες τυπικές προφάσεις θα ακολουθήσει την στείρα τακτική του ΚΚΕ, προσφέροντας ουσιαστικά χείρα βοηθείας στην κυβέρνηση?
Αν ο ισχυρισμός περί εγκληματικής πολιτικής της κυβέρνησης σε όλους τους τομείς, τον οποίο καθ’υπερβολή υποστηρίζουν τα δύο αυτά κόμματα, αποτελεί πραγματική τους πεποίθηση και όχι λόγια απλά για πολιτική κατανάλωση, τότε δεν πρέπει να τους διαφεύγει ένα πράγμα.
Τα «εγκλήματα» στην πολιτική, όπως και στο κοινό ποινικό δίκαιο, δεν αποτελούν συνήθως ατομική υπόθεση.
Καταγγέλλοντας την κυβέρνηση, αλλά αρνούμενα σε κάθε ευκαιρία την συνεργασία με την αντιπολίτευση κινδυνεύουν να καταγραφούν στη λαϊκή συνείδηση ως αναγκαίοι συνεργοί του «εγκλήματος», το οποίο καταγγέλλουν.

Τρίτη 25 Μαρτίου 2008

UFO ή UWI, μικρή η διαφορά

Τα πρωτοκλασάτα στελέχη της δημοσιογραφίας και της πολιτικής αποφεύγουν επιμελώς να κάνουν προβλέψεις για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων στο Σκοπιανό. Οι μεν πρώτοι επενδύοντας στην εμπορικότητα του τηλεοπτικού σασπένς, οι δε δεύτεροι στοχεύοντας στα επικοινωνιακά πλεονεκτήματα του πολιτικού αιφνιδιασμού.
Ως εκ τούτου εμείς οι απλοί χορικοί, που έχουμε κάθε λόγο να φοβόμαστε τα χειρότερα και να διεκδικούμε τα άριστα, είμαστε ελεύθεροι να διακινδυνεύσουμε την πρόβλεψη.
Στην καλύτερη περίπτωση η ονομασία, που θα συμφωνηθεί θα είναι κάτι ανάμεσα στο Νέα δημοκρατία της Μακεδονίας και Δημοκρατία της νέας Μακεδονίας.
Το όνομα, που και ο τελευταίος των Ελλήνων θα το εισπράξει από εθνική απώλεια έως εθνική τραγωδία, οι πρωτοκλασάτοι θα το προβάλλουν επικοινωνιακά σαν απόλυτη επικράτηση των ελληνικών θέσεων και σαν ανεπανάληπτη επιτυχία της ελληνικής διπλωματίας.
Στο επόμενο διάστημα (όπως και σήμερα άλλωστε) οι Σκοπιανοί θα αποκαλούνται διεθνώς σκέτοι Μακεδόνες ή στη χειρότερη γι’ αυτούς περίπτωση Νεομακεδόνες, με την έννοια του σύγχρονου, του νέου, του ωραίου και του τρέντυ.
Σε αντιδιαστολή οι Έλληνες κάτοικοι της Μακεδονίας θα αποκαλούνται Παλιομακεδόνες, με την έννοια του παλιομοδίτικου, του άσχημου, του παλιόγερου.
Για ορισμένους βέβαια από αυτούς η διαφορά θα είναι μικρή.
Από ούφο, των οποίων μαρτυρούνται θεάσεις στο καζίνο του Γευγελή και στους επιχειρηματικούς κύκλους του γειτονικού κράτους, θα μετονομαστούν σε ούβι.
Δηλαδή από UFO-Unidentified Flying Object (αγνώστου ταυτότητας ιπτάμενα αντικείμενα) σε UWI- Unidentified Walking Individual (αγνώστου ταυτότητας πεζοπόρα υποκείμενα).

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2008

ΕΝΑ ΒΟΤΣΑΛΟ ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ

Το αίτημα διενέργειας δημοψηφίσματος για το ασφαλιστικό, που διετύπωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, υπήρξε ομολογουμένως μια ενδιαφέρουσα πολιτική πρωτοβουλία.
Όχι τόσο για τα άμεσα αποτελέσματά της στη διαδικασία ψήφισης του σχετικού νομοσχεδίου, όσο για τις έμμεσες αλυσιδωτές επιπλοκές και αντιδράσεις, που προκάλεσε ή θα προκαλέσει τις επόμενες ημέρες σε ολόκληρο το πολιτικό σκηνικό.
Εν πρώτοις σε πολιτειακό επίπεδο. Είναι προφανές ότι με το ισχύον συνταγματικό πλαίσιο και κυρίως με βάση την μέχρι σήμερα διαμορφωθείσα εθιμική προεδρική πρακτική, ελάχιστα ως ανύπαρκτα είναι τα περιθώρια του κ. Παπούλια να αναπέμψει το νομοσχέδιο. Πολλώ μάλλον, που μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να πυροδοτήσει διαδικασίες κυβερνητικής αστάθειας σε μια χρονική συγκυρία, όπου η κυβέρνηση φαίνεται ήδη σε κοινωνικό επίπεδο να έχει χάσει την δεδηλωμένη (επιδοκιμασία ή ανοχή), ή δε χώρα να βρίσκεται σε πρωτοφανή απομόνωση την ώρα, που καταιγίδα γεωπολιτικών εξελίξεων πλήττει ανηλεώς τα Βαλκάνια.
Αν όμως για τον Πρόεδρο, ως ανώτατο πολιτειακό παράγοντα ή ακολουθητέα επιλογή είναι μονόδρομος, τα πράγματα δεν είναι το ίδιο απλά για τον Πρόεδρο ως άνθρωπο και ως πολιτικό. Ως πολιτικός προερχόμενος από τον προοδευτικό χώρο ο κ. Παπούλιας, με κορυφαία προσωπική συμμετοχή σε κοινωνικούς αγώνες και με την έντονη κοινωνική ευαισθησία που τον διακρίνει, δύσκολα θα μπορέσει να διαχειρισθεί συναισθηματικά αυτή την επιλογή σε προσωπικό επίπεδο. Εξ’ άλλου δεν αποκλείεται αυτή η υπόθεση να τραυματίσει τελικά και την δημόσια εικόνα του Προέδρου, αν ο λαός, αυτή τη στιγμή μαχόμενος κατά της εκτελεστικής εξουσίας, απογοητευμένος από την κατάσταση των δύο άλλων εξουσιών, επενδύσει υπερβολικές προσδοκίες στο ρυθμιστή του πολιτεύματος. Έστω και αν τα χέρια του είναι κυριολεκτικά δεμένα, η διάψευση αυτών των προσδοκιών σε ένα λαό, που αισθάνεται βαλλόμενος πανταχόθεν και που ανυπεράσπιστος αναζητάει απεγνωσμένα «ένα κλαρί», εύκολα μπορεί να δημιουργήσει την άδικη εικόνα ότι τελικά όλοι οι πρόεδροι ίδιοι είναι.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν όμως οι αντιδράσεις των υπολοίπων κομμάτων.
Το κομμουνιστικό κόμμα σύρθηκε απρόθυμα στην υποστήριξη της πρότασης ψελλίζοντας μικρόψυχες επιφυλάξεις περί της νομικής αποτελεσματικότητας του εγχειρήματος. Επιχειρήματα, που δεν είναι καθόλου πειστικά για τον μέσο ψηφοφόρο, που έχει συνηθίσει να βλέπει το κουμμουνιστικό κόμμα να δίνει μάχες και να επιλέγει τακτικές, που στηρίζονται συνήθως στο συμβολισμό τους και όχι στις όποιες νομικές ή ουσιαστικές τους συνέπειες.
Το ΛΑΟΣ ακολούθησε γκρινιάζοντας γιατί η δική του πρόταση για δημοψήφισμα σε άλλα θέματα δεν υποστηρίχθηκε στο παρελθόν. Κάτι σαν «η μικρή Ελένη κάθεται και κλαίει γιατί δεν την παίζανε οι φιλενάδες τίς…χθες». Έτσι φαίνεται να μη κατανοεί ότι μια πρωτοβουλία για να υιοθετηθεί από το σύνολο των πολιτικών κομμάτων, θα πρέπει πρώτα να έχει θετική ανταπόκριση στο σύνολο των ψηφοφόρων.
Η επίσημη ηγεσία του ΠΑΣΟΚ επέδειξε υγιή αντανακλαστικά, υιοθετώντας αμέσως χωρίς υποσημειώσεις και αστερίσκους την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ.
Θλιβερή παραφωνία όμως υπήρξε η συντηρητική πτέρυγα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία έσπευσε να διαφοροποιηθεί μεμφόμενη το ΣΥΡΙΖΑ για αιφνιδιασμό των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Η αντίδραση αυτή υποδηλώνει δύο πράγματα. Πρώτον την απέχθεια αυτής της ομάδας για οποιουδήποτε τύπου συνεργασία με το ΣΥΡΙΖΑ.
Δεύτερο την αμηχανία των πρωτοκλασάτων στελεχών του ρεύματος, που τυχαίνει να προβάλλονται ως επιφανείς συνταγματολόγοι.
Είναι πολύ φυσικό ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ να μη τρελαίνεται από τη χαρά του, που η πρωτοβουλία δεν προήλθε από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η πρωτοβουλία όμως αυτή έχει κατ’ εξοχήν συνταγματικά χαρακτηριστικά. Επομένως το όποιο πολιτικό κόστος από την έλλειψη πρωτοβουλίας κινήσεων του ΠΑΣΟΚ είναι εύλογο να το φορτωθούν οι χαρισματικοί συνταγματολόγοι, γιατί αντί να φροντίσουν, ιδίως σε ζητήματα του επιστημονικού τους πεδίου, να επεξεργασθούν προτάσεις για επιτυχή άσκηση αντιπολιτευτικής πολιτικής, αυτοί αναλώνονταν σε λιστολογίες.
Όπως δική τους κατά κύριο λόγο ήταν η ευθύνη για το φιάσκο της υποψηφιότητας της κ.Γεννηματά στο ψηφοδέλτιο επικρατείας προεκλογικά.
Όπως δική τους αποκλειστικά ήταν η επικοινωνιακή ήττα του ΠΑΣΟΚ στην περίπτωση του περίφημου άρθρου 16, όπου δεν στήριξαν, όπως όφειλαν σαν πανεπιστημιακοί, τις θέσεις του κόμματός τους, με αποτέλεσμα να βγει περίπου αλώβητη η κυβέρνηση και να προσφερθεί ένα εύκολο επιχείρημα στο ΣΥΡΙΖΑ περί αντιπολιτευτικής ηγεμονίας.

Ηθικό δίδαγμα.
Η γοητεία στην πολιτική δε βρίσκεται πάντα σ’ αυτές καθ’ εαυτές τις πολιτικές ενέργειες.
Πολύ γοητευτικότερες μπορεί να είναι οι παρενέργειες, που προκαλούνται.
Έτσι όπως συνήθως δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον η πέτρα, αλλά περισσότερο γοητευτικοί είναι οι κύκλοι, που διαγράφονται στην επιφάνεια των νερών, που λιμνάζουν.

Κυριακή 23 Μαρτίου 2008

ΛΥΚΟΣ ΣΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ


Μια φορά και ένα καιρό, ήταν ένα τσελιγγόπουλο, καλό παιδί και άξιο παλικάρι. Έβοσκε τα πρόβατά του στη ραχούλα και έκανε σχέδια πώς να μεγαλώσει το κοπάδι του.
Το τσελιγγόπουλο, που όλοι το αγαπούσαν στο χωριό γιατί ήτανε αγνό παιδί, εργατικό και καλόγνωμο, είχε όμως ένα πρόβλημα. Κάθε τόσο το έπιανε ένα αίσθημα ανασφάλειας, κάτι σαν έλλειψη αυτοπεποίθησης ένα πράγμα. Και κάθε τόσο, για να σιγουρευτεί ότι οι χωριανοί τον αγαπούσαν και ήταν έτοιμοι να του συμπαρασταθούν στις δυσκολίες και στους κινδύνους του επαγγέλματος, έβγαινε στο ξάγναντο του χωριού και έσκουζε:
«Ε! Χωριανοί! Τρεχάτε, τρεχάτε. Λύκος στα πρόβατα…»
Οι χωριανοί παρατάγανε, οι έρμοι τις δουλειές τους και τρέχανε να στηρίξουνε το τσελιγγόπουλο στη μάχη του με τους λύκους. Αλλά όταν φτάνανε στο βοσκοτόπι βρίσκανε το τσελιγγόπουλο, μέσα στην καλή χαρά, να τους ευχαριστεί για τη συμμετοχή τους και για την εμπιστοσύνη τους στο πρόσωπό του, αλλά προς το παρόν δεν ζύγωσαν οι λύκοι στο κοπάδι και όλο το σκηνικό ήτανε κάτι σαν τεστ ετοιμότητας. Τους υποσχόταν όμως ότι με την ψυχική δύναμη, που του έδωσε η μαζική τους παρουσία, τώρα είναι ικανός να ξετρυπώσει όλους τους κακούς λύκους και να τους κατατροπώσει.
Την πρώτη φορά οι χωριανοί το είδανε το πράμα αισιόδοξα. Νέο είναι το παιδί. Θα ωριμάσει. Δεν πειράζει αξίζει τον κόπο να το στηρίξουμε ψυχολογικά, γιατί είναι αγνό και έχει ωραίους στόχους και για τη στάνη του και για το καλό του χωριού.(Οι λύκοι βλέπετε, όταν καταλάβουν και κατασπαράξουν τη στάνη, δεν αργούνε να χιμήξουν και στο χωριό).
Στη συνέχεια όμως το κακό παράγινε. Το τσελιγγόπουλο τους φώναξε και τους ξαναφώναξε κάμποσες φορές χωρίς να υπάρχει πραγματική μάχη με τους λύκους. Κι οι χωριανοί άρχισαν να κουράζονται ψυχολογικά. Άρχισαν να αμφιβάλλουν αν το τσελιγγόπουλο μπορεί να διακρίνει πραγματικά τους λύκους. Και σε κάθε κάλεσμα προσέτρεχαν πια όλο και λιγότεροι. Και τελικά, όταν οι λύκοι έκαναν γιούρια από παντού στη στάνη, οι χωριανοί δεν πίστεψαν στις απεγνωσμένες φωνές του τσελιγγόπουλου. Με τούτα και με κείνα το αποτέλεσμα ήταν να μείνει χωρίς κοπάδι, γιατί άλλα γιδοπρόβατα τα φάγανε οι λύκοι και άλλα τρέξανε για να σωθούνε και τρυπώσανε σε γειτονικά μαντριά.
Το αποκλειστικό ρεπορτάζ αυτής της κωμικοτραγικής ιστορίας μας το εξασφάλισε ένας διάσημος οικολόγος ρεπόρτερ της εποχής εκείνης, ονόματι Αίσωπος, ο οποίος έτυχε να κάνει διακοπές εκείνο το καλοκαίρι σε εκείνο το χωριό.
Μιαν άλλη φορά, σε κάτι άλλους καιρούς πιο κοντινούς, ένα αρχηγόπουλο, λεβέντης και καλό παλικάρι, ονειρεύτηκε να διορθώσει τα κακώς κείμενα στο τόπο του.
Είχε όλα τα προτερήματα του κόσμου, αλλά είχε ένα προβληματάκι. Κάτι σαν ανασφάλεια, κάτι σαν έλλειψη αυτοπεποίθησης…
Την πρώτη λοιπόν φορά κάλεσε τον κόσμο να επιβεβαιώσει την εμπιστοσύνη του στο πρόσωπο του. Παρότι κανείς δεν τον αμφισβητούσε, ο λαός συνέρευσε από παντού, διψασμένος για αλλαγή και ενθουσιασμένος, που βρέθηκε τελικά ένας άνθρωπος να πάει τον τόπο μπροστά.
Ο αρχηγός τους ευχαρίστησε για τη συμμετοχή τους και την αμέριστη στήριξη τους στο πρόσωπό του και τους υποσχέθηκε ότι θα τα αλλάξει όλα στο κόμμα και πάνω από όλα θα ανατρέψει την μίζερη καθημερινότητά τους.
Όμως μετά από λίγο καιρό τον αρχηγό τον ξαναπιάσανε οι αμφιβολίες και οι ανασφάλειές του και ξαναφώναξε το λαό, να τον ξαναστηρίξει. Αυτή τη φορά, για να σιγουρευτεί πάλι, ότι τον εμπιστεύονταν να ηγηθεί στον αγώνα ενάντια στα οργανωμένα συμφέροντα, που υπονόμευαν το κόμμα, το παρόν και το μέλλον του τόπου. Παρότι οι προσδοκίες του πρώτου παλλαϊκού τρεχαλητού δεν δικαιώθηκαν, ο λαός δεν δίστασε να ξανασυντρέξει.
Ο αρχηγός μέσα στην καλή χαρά τους ξαναευχαρίστησε και τους γέμισε μια απέραντη αισιοδοξία, ότι από την επόμενη μέρα θα πήγαινε πλέον κάθε κατεργάρης στον πάγκο του. Ιδιαίτερα τα οργανωμένα συμφέροντα κατατρόμαξαν με αυτή την κοσμοσυρροή και τις απειλητικές δηλώσεις του αρχηγού.
Όμως μετά από μικρό διάστημα, τι είχες Γιάννη? Τι είχα πάντα.
Ο αρχηγός ξαναδίστασε. Άντε τρεχάτε φτού κι απ’ την αρχή να κάνουμε ένα συνέδριο να επανιδρύσουμε το κόμμα, να επαναπροσδιορίσουμε το ιδεολογικό μας πλαίσιο, να κάνουμε το πολλοστό ξεκίνημα για την ανόρθωση του τόπου.
Παρά την κόπωση, παρά την αμφιβολία, ο κόσμος ξανανταποκρίθηκε και σε αυτό το κάλεσμα του αρχηγού.
Για άλλη μια φορά όμως φάνηκε ότι «ώδινεν όρος και έτεκεν μυν». Ούτε ιδεολογικό πλαίσιο, ούτε οργανωτικές αρχές προέκυψαν από τη συνεδριακή πανήγυρη.
Οποιαδήποτε ομοιότητα με το μύθο του Αισώπου ή με σύγχρονους βοσκούς και στάνες είναι βεβαίως συμπτωματική.
Όμως δεν είναι ευνόητο ότι κάποια «πρόβατα» απογοητευμένα αναζητούν ήδη στέγη στη διπλανή «στάνη»? Και θα είναι μυστήριο αν όσα πρόβατα απομείνουν, κάποια στιγμή θα τα φάνε οι «λύκοι»(οι εντός και οι εκτός «στάνης»)?
Άσχετα όμως με όλα αυτά έχω μια απορία.
Αρχηγέ αφού με αυτή τη κατεύθυνση από ότι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις τρακάρεις από τοίχο σε τοίχο, γιατί διστάζεις να το πάρεις επί τέλους ανάποδα?
Αφού και η κουτσή Μαρία πλέον βλέπει ότι μη αλλάζοντας τρόπο οδήγησης με μαθηματική ακρίβεια θα ξανατρακάρεις.

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2008

ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΤΥΦΛΟΣΟΥΡΤΗΣ

Πλησιάζει η ώρα για την εκλογή του πολιτικού συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ. Και είναι βέβαιο ότι πυρετωδώς αναζητείται ό σωστός τρόπος για την επιλογή των κατάλληλων προσώπων.
Το εγχείρημα είναι ιδιαίτερα δύσκολο, γιατί τα περιθώρια για λάθη έχουν ασφυκτικά στενέψει.
Προηγήθηκε και ένα συνέδριο, από το οποίο η κοινωνία περίμενε να προσδιορίσει το ιδεολογικό στίγμα του Κινήματος και αυτό, παρά τις προσυνεδριακές τυμπανοκρουσίες και τις μεγάλες προσδοκίες, δυστυχώς δεν προέκυψε. Ίσως κάτι να στράβωσε στο τέλος με τα κριτήρια , που επικράτησαν κατά την εκλογή των συνέδρων…Ποιος ξέρει…
Πάντως τώρα όλοι στη σύνθεση του νέου οργάνου θα αναζητήσουν τη σημειολογία του ιδεολογικού στίγματος του ΠΑΣΟΚ.
Διάφοροι τυφλοσούρτες, που εφαρμόστηκαν στο παρελθόν σε ανάλογες περιπτώσεις είχαν φτωχά αποτελέσματα. Κριτήρια ηλικίας, φύλου, αναγνωσιμότητας, κυβερνητικής θητείας και τα τοιαύτα αποδείχθηκαν ατελέσφορα.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει εκείνο το ανεκδιήγητο «ανώτατο καθοδηγητικό όργανο», που ένα συννεφιασμένο φθινοπωρινό δειλινό αυτοακυρώθηκε (=αυτοεξευτελίσθηκε), κηρύσσοντας εαυτό αναρμόδιο να αποφασίσει για τα αποτελέσματα της ήττας στις βουλευτικές εκλογές?
Μετά μια τέτοια λοιπόν αλγεινή προϊστορία ας μου επιτραπεί το θράσος να προτείνω και εγώ ένα τυφλοσούρτη.
Ως γνωστόν τυφλοσούρτης εστί ένα πονηρό εργαλειάκι, που επιτρέπει στον χρήστη του να επιτύχει με ασφάλεια το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, χαλαρά και χωρίς μεγάλη κατανάλωση φαιάς ουσίας. Π.χ Θέλεις να βρεις αν το άτομο ασθενεί ? ξηγήσου του ένα θερμόμετρο.
Στην περίπτωσή μας λοιπόν εννοώ το σοσιαλόμετρο.
Τουτέστιν. Να καλέσει ο Πρόεδρος ένα ένα στο γραφείο του τους πρωτοκλασάτους ( και όχι μόνο) και να τους φωνάξει δυνατά τη λέξη ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ. Αν στο άκουσμα της μαγικής λέξης το άτομο βγάλει 333 σπυριά, αυτομάτως θα πρέπει να απορρίπτεται για υποψήφιος στο Πολιτικό συμβούλιο.
Τώρα θα μου πείτε γιατί 333? Γιατί ως τριπλή διάταξη του 3 έχει μια εξαιρετική αλχημική δύναμη στην εσωτερική συμπαντική αρμονία των αριθμών, όπως μπορεί να σας το βεβαιώσει κάθε έγκριτος υποψιασμένος τηλεβιβλιοπώλης.
Και πως αυτό συναρτάται με το θέμα μας? Απλούστατο.
Ο αριθμός 3 παραπέμπει σημειολογικά (και με το συμπάθιο) σ΄αυτό , που λέμε «από τα τρία το μακρύτερο». Αλλά το μακρύτερο από τα τρία μαθηματικώς συμβολίζεται με τον αριθμό 1(την μονάδα). Αλλά η μονάδα ως γνωστό αποτελεί τον ελάχιστο κοινό διαιρέτη για όλους τους πραγματικούς αριθμούς. (Όπου στην αριθμητική μιλάμε για αριθμούς στην πολιτική εννοούμε νούμερα.)
Το μακρύτερο λοιπόν από τα τρία είναι το ελάχιστο κοινό φιλοδώρημα, που πρέπει να κάνει ό Πρόεδρος σε όσα πραγματικά νούμερα, πρωτοκλασάτα ή μη, θέλουν να μπουν στο πολιτικό συμβούλιο και βγάζουν σπυριά στο άκουσμα της λέξης σοσιαλισμός. Αυτό είναι το εσωτερικό νόημα του τυφλοσούρτη μας, που πιστεύουμε ότι θα δικαιώσει τις απαιτήσεις των καιρών.
Και όπως κάθε τυφλοσούρτης, που σέβεται τον εαυτό του έτσι και ο δικός μας διαθέτει και κόλπο επαλήθευσης του αποτελέσματός του.
Αν ο υποψήφιος πετάξει σπυριά με τη λέξη σοσιαλισμός, τότε ο Πρόεδρος καπάκι του πετάει την φράση: «κυβέρνηση συνεργασίας με την Νέα Δημοκρατία».
Αν τα σπυριά εξαφανισθούν ως διά μαγείας, τότε κ. Πρόεδρε δε χρειάζεται πια δεύτερη σκέψη.
Νομίζω?

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2008

ΑΙΔΩΣ ΑΡΓΕΙΟΙ

Ποιος δεν κατανοεί την πίκρα του μικροεπαγγελματία όταν παθαίνει ζημιές από τις διακοπές ηλεκτρικού ρεύματος,
Ποιος δεν συμπονάει τους ασθενείς συνανθρώπους, που η ζωή τους εξαρτάται από το αναπνευστικό μηχάνημα και ζουν με την αγωνία αν θα κοπεί το ρεύμα.
Ποιος χαίρεται να ζει μέσα σε ένα απέραντο σκουπιδότοπο?
Όλα τούτα όμως δεν θα με κάνουν να καταπιώ αμάσητα τα παραμύθια των πρωινών, δήθεν ενημερωτικών εκπομπών και των δελτίων ειδήσεων (επί το ορθότερο συντονισμένης προπαγάνδας) των 8μμ.
Μια ολόκληρη κοινωνία ανάστατη και μια θλιβερή κουστωδία από Λουδοβίκους και Αντουανέτες να παραδίδουν μαθήματα κοινωνικού savoir vivre:
«Αχ κύριε έγκριτε πολυεκατομμυριούχε δημοσιογράφε μου, αυτοί οι απαίδευτοι απεργοί είναι πολλοί εκνευριστικοί, γιατί δεν κατανοούν πόσο τυχεροί είναι, που έχουν μια κυβέρνηση, που επιτίθεται ανηλεώς στα ασφαλιστικά τους δικαιώματα χωρίς να υπολογίζει το πολιτικό κόστος, εφ’ όσον πρόκειται για το καλό του τόπου…»
«Αυτό είναι αλήθεια κ. πρωτοκλασάτε πολιτικάντη μου…»
«Και αυτά τα σκουπίδια. Τι μπανάλ τρόπος απεργίας θεέ μου. Καταλαβαίνετε την απογοήτευσή μου κ. Φερέφωνέ μου όταν ως Υπουργός υγείας κατήργησα τα ράντζα και τις κατσαρίδες από τα νοσοκομεία και τώρα ως δήμαρχος δεν μπορώ να προστατέψω την δημόσια Υγεία»
«Ω! ναι ειλικρινή και υπερκομματικέ μου Δήμαρχε, κατανοώ απόλυτα το δράμα σας…»
«Αντιλαμβάνεσθε τη δίκαια αγανάκτηση των μελών του συνδέσμου, που εκπροσωπώ κ.Μποτοξίδου, όταν τα κέρδη της πτωχής πλην τιμίας βιομηχανιούλας τους απειλούνται από τα ρετιρέ του ασφαλιστικού συστήματος?»
«Έχετε δίκιο αξιοσέβαστοι συνομιλητές μου, που η παρουσία σας τιμά το δελτίο μου.
Το δικαίωμα της απεργίας είναι σεβαστό, αλλά οι απεργοί οφείλουν να απεργούν χωρίς να διακόπτουν την εργασία τους…Είναι δημοκρατικό δικαίωμα τους να διαμαρτύρονται αλλά οφείλουν να βρίσκουν άλλους τρόπους για να προβάλλουν τι διεκδικήσεις τους. Για παράδειγμα τις ημέρες απεργίας να δουλεύουν υπερωριακά άνευ αποδοχών πέντε ώρες παραπάνω. Αυτός είναι πιο σικ τρόπος και πιο φιλικός στο περιβάλλον…»
Αιδώς Αργείοι!!!
Προσσεληνωθείτε γιατί θα ακριβύνουν τα οπωροκηπευτικά, τα αυγά και τα γιαούρτια και θα ξεφύγει πάλι ο έλεγχος του τιμαρίθμου από τη φουκαριάρα την κυβέρνηση,που έκανε το μοιραίο λάθος να ζητήσει τη βοήθειά σας.
Καταλαβαίνουμε την πίκρα σας να αντιδρούν οι ξυπόλυτοι υπήκοοί σας την ώρα, που εσείς φροντίζετε για το καλό τους.
Καταλαβαίνουμε την ταλαιπωρία σας να εγκαταλείπετε τα κλάμπ των βορείων προαστίων και τα μπιστρό του Κολωνακίου, και να συστρατεύεσθε στον αγώνα τον καλό των καναλιών.
Όμως καλοί μου άρχοντες, ψυχραιμία.
Δεν καταλάβατε ότι στην αρχή το συστηματάκι του μουλωχτού περάσματος του νομοσχεδίου διατηρούσε ένα ελεγχόμενο κοινωνικό κλίμα? Δεν πήρατε χαμπάρι ότι η αποσιώπηση του περιεχομένου των ασφαλιστικών ρυθμίσεων και ο αποπροσανατολισμός των τηλεθεατών με την διαμάχη ομοφυλοφίλων και εκκλησίας περί του συμφώνου συμβιώσεως ήταν εξαιρετική επινόηση? Δεν σας έφθανε, που με τις διακοπές ρεύματος και τα σκουπίδια, ο κόσμος κάπου είχε αρχίσει να ψιλοστενοχωριέται?
Τι το θέλατε και ξεθαρρέψατε και βρήκατε στα κανάλια? Τι γύρευε η αλεπού στο παζάρι?
Τελικά για πόσο ηλίθιο τον περνάτε ετούτο τον κακότυχο λαό?
Να τώρα τα αποτελέσματα από την αποκοτιά σας.
Με τη φασαρία, που ξεσηκώσατε στα κανάλια, ότι απειλείται το πενιχρό μεροκάματο των μεγαλοβιομηχάνων από τα ρετιρέ των λιγνιτωρυχείων της ΔΕΗ και των εργατών αποκομιδής των σκουπιδιών είδατε τι καταφέρατε?
Ξυπνήσατε τον τηλεοπτικά υπνωτισμένο πολίτη κι άρχισε να σκαλίζει τις διατάξεις του ασφαλιστικού. Και σκαλίζοντας άρχισαν να του μπαίνουν ψήλοι στ’ αυτιά:
Μήπως κάποιοι δεν τήρησαν τα «δεν»?. Μήπως κάποιοι βάζουνε πάλι χέρι στα ταμεία του? Μήπως πάνε να του περικόψουν τη σύνταξή του? Μήπως κάποιοι τον βάζουν να πληρώσει παραπάνω γιατί θέλουν να μην πληρώνουν οι χορηγοί τους το μερίδιο, που τους αναλογεί? Μήπως οι απεργοί της ΔΕΗ δεν είναι εχθροί του κοινωνικού συνόλου, αλλά με την αντίδρασή τους προσπαθούν να σώσουν μια παρτίδα, που αφορά όλους τους εργαζόμενους?
Και ιδού τώρα το αποτέλεσμα: Από κει που είχαμε να κάνουμε με κάνα δύο επαγγελματικές ενώσεις και φαινότανε πως το κοντρολάραμε το θέμα με την καραμέλα της «προνομιούχας συντεχνίας», μας βγάλατε στο κλαρί όλο τον κόσμο.
Και το χειρότερο απ’ όλα μας ξεσκεπάσατε τους συνεργαζόμενους εργατοπατέρες. Διότι καλά την είχαμε στήσει τη δουλειά. Καλά τους είχαμε βάλει από την αρχή μπροστάρηδες στην απεργία και στην κατάλληλη στιγμή θα δίναμε λίγα βαρέα, θα κάναμε λίγο διάλογο, θα ομολογούσανε, ως συνετοί και ακομμάτιστοι και όχι ακραίοι και κομματικοί συνδικαλιστές, ότι βρήκαν κατανόηση στο υπουργείο και θα εκτονωνότανε το πράμα. Ξέρετε το έργο ξαναπαίχτηκε πέρυσι και με τους αγρότες.
Τώρα όμως ο κόσμος έγινε καχύποπτος.
Και σου λέει τώρα ο κάθε Μήτσος: Άμα ο άλλος θέλει να το βουλιάξει το καράβι τι κάνει? Στέκεται στην προκυμαία και του κουνάει το μαντήλι? Όχι βέβαια. Πιο αποτελεσματικό δεν είναι να μπαρκάρει? Να βγάλει και εισιτήριο πρώτη θέση για να είναι υπέρ άνω κάθε υποψίας. Να γυρνάει γύρω γύρω και να διατυμπανίζει πόσο του αρέσει η ζωή στο βαπόρι και πόσο αγαπάει τους συνταξιδιώτες, και πόσο θέλει να βοηθήσει να φτάσουνε γρήγορα στον προορισμό. Και στην κατάλληλη στιγμή να του ανοίξει μια ωραία τρύπα στα ύφαλα.
Κάτι τέτοια κάθεται και σκέφτεται τώρα ο κάθε υποψιασμένος Μήτσος.
Και ξέρετε, την απεργία πολλοί αγάπησαν, τον απεργοσπάστη ουδείς.(Όπως θα έλεγαν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, αν δεν είχαν πεθάνει όλοι...)
Και τώρα που το μυαλό του Μήτσου πήρε την κατηφόρα, άντε να βρεις τρόπο να το φρενάρεις ακόμα και μετά την ψήφιση του ρημαδονομοσχεδίου.
Είδατε τι πετύχατε με τον υπερβάλλοντα ζήλο σας, να βοηθήσετε το κοινωνικό έργο της καλής μας κυβέρνησης?
Τι να σας πω?
Συλλυπητήρια και άλλη φορά να προσέχετε περισσότερο αρχοντόπουλά μου.

Τρίτη 18 Μαρτίου 2008

Δίλημμα ετυμολογικό και ψυχοφθόρο.

Το τελευταίο διάστημα κάθε φορά που σκέφτομαι την λέξη «πρωτοκλασάτος» η σκέψη μου τείνει να διολισθήσει σε ετυμολογικά ανορθόδοξες προσεγγίσεις.
Ως γνωστόν η λέξη είναι σύνθετη: από το «πρώτος» και το «κλασάτος».
Με το πρώτο συνθετικό δεν αντιμετωπίζω πρόβλημα. Πρόκειται για το γνωστό αριθμητικό επίθετο, που εν προκειμένω υποδηλώνει τον πρώτο κατά σειρά ή αυτόν στον οποίο ανήκουν ή πρέπει να αποδίδονται τα πρωτεία.
Το πρόβλημα αρχίζει με το δεύτερο συνθετικό. Με το «κλασάτος».
Λογικά πρέπει να έχει τη ρίζα της λέξης «κλάση» με την έννοια της τάξεως/κατατάξεως σε ένα αξιολογικό επίπεδο.
Σε αυτή την περίπτωση πρωτοκλασάτος σημαίνει προφανώς «ο πρώτος τη τάξει».
Δεν ξέρω όμως γιατί συχνότατα το μυαλό μου διολισθαίνει στην κατεύθυνση της συνήθως εύηχης αλλά δύσοσμης φυσιολογικής εκκένωσης του γαστρεντερικού συστήματος από αέριες μάζες, που ενίοτε το ταλαιπωρούν. Εάν ισχύει αυτή η ετυμολογική άποψη, τότε πραγματικά η παραδοσιακή ερμηνεία της λέξης ανατρέπεται άρδην. Τότε θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η λέξη «πρωτοκλασάτος» προσδιορίζει το άτομο, το οποίο ο πολίτης οφείλει ενδεχομένως να καταστήσει πρώτο στόχο της φυσιολογικής λειτουργίας, που περιγράψαμε παραπάνω.
Ειλικρινά η αμφιταλάντευσή μου ανάμεσα στις δύο αυτές εκδοχές με ανησυχεί έντονα, διότι υποψιάζομαι ότι αυτή η δεύτερη αυθόρμητη εναλλακτική ερμηνεία προέρχεται μάλλον από το θυμικό μου και ελάχιστα εδράζεται σε επιστημονική βάση.
Καταλαβαίνω ότι αν είμαι ο μόνος, που βρίσκει αυτή την ερμηνεία ελκυστική τότε ίσως αυτό να αποτελεί σύμπτωμα κάποιας ιδιότυπης ψυχοπνευματικής παθογένειάς μου. Πράγμα πολύ ανησυχητικό για μένα.
Αν όμως υπάρχουν και άλλοι πολλοί, που τείνουν να ασπασθούν αυτή την αιρετική ετυμολογική προσέγγιση, τότε το πρόβλημα δεν είναι δικό μου.
Θα είναι μάλλον των "πρωτοκλασάτων".

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2008

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η αξιοκρατία είναι έννοια σύμφυτη με την έννοια μιας δημοκρατικής κοινωνίας.
Πολύ περισσότερο με την έννοια ενός σύγχρονου δημοκρατικού κόμματος.
Την άποψη αυτή, στα λόγια τουλάχιστον, φαίνονται να την υιοθετούν τα κόμματα όλου του πολιτικού φάσματος, από την άκρα δεξιά έως την άκρα αριστερά.
Στην πράξη βέβαια το ζήτημα είναι περισσότερο περίπλοκο.
Δυστυχώς το γενικώς ποθούμενο παραμένει αγαθό εν ανεπαρκεία.
Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια ακόμη και πρόσωπα ή πολιτικοί φορείς, των οποίων δεν μπορεί να αμφισβητηθούν οι καλές προθέσεις, υποστηρίζουν, υιοθετούν ή εφαρμόζουν απόψεις και πρακτικές, που στην πραγματικότητα καταλήγουν σε μάλλον αντίθετο αποτέλεσμα.
Το πράγμα γίνεται ιδιαίτερα ανησυχητικό όταν η θεμελιώδης αυτή δημοκρατική αρχή, παραγκωνίζεται με στόχο την εξυπηρέτηση δευτερευουσών πολιτικών σκοπιμοτήτων ή επικοινωνιακά δημοφιλών επιδιώξεων.
Τα παραδείγματα είναι αρκετά.
Χάριν της ανανέωσης της πολιτικής ζωής του τόπου επινοήθηκε η βαρύγδουπη θεωρία των σαραντάρηδων, που εξελίχθηκε σε ένα κωμικοτραγικό πογκρόμ αξιόμαχων στελεχών με μοναδικό κριτήριο αξιολόγησης την ηλικία τους. Το αποτέλεσμα ήταν να αποστρατευθούν μαζικά έμπειρα και αξιόμαχα στελέχη και να προωθηθούν νεώτεροι αλλά άπειροι και αδαείς σε όλες τις βαθμίδες με αποκαρδιωτικά αποτελέσματα για τα κόμματα και τη χώρα.
Στην ίδια κατεύθυνση χάριν της ενθάρρυνσης της συμμετοχής των νέων και των γυναικών στους κομματικούς σχηματισμούς ή την τοπική αυτοδιοίκηση, επινοήθηκαν και εφαρμόσθηκαν ποσοστώσεις 30 ή 40%, που φαλκιδεύουν την βούληση των ψηφοφόρων, οι οποίοι άλλους ψηφίζουν και άλλους τελικά «τρώνε στη μάπα».
Είναι προφανές ότι τα κριτήρια αυτά είναι αντίθετα με την έννοια της αξιοκρατίας και αποπνέουν ένα ιδιότυπο ρατσισμό, αφού οδηγούν σε αποκλεισμούς όχι με βάση ειδικές αξιολογικές εκτιμήσεις αλλά με βάση αυθαίρετες γενικεύσεις, όπως είναι το φύλο και η ηλικία. Το χειρότερο δε είναι ότι στην πράξη ελάχιστα δικαίωσαν τους υποστηρικτές τους αφού συνήθως οδηγούν σε υποβάθμιση των ρόλων και των θεσμών.
Φοβούμαι πολύ ότι παρόμοια χαρακτηριστικά παρουσιάζει και η πρόσφατη πρόταση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ κ. Γ.Παπανδρέου για αποκλεισμό από το Πολιτικό Συμβούλιο του κόμματος όλων ανεξαιρέτως όσων διετέλεσαν υπουργοί.
Η ιδιότητα του υπουργού αυτή καθ’ εαυτή προφανώς δεν αποτελεί αντικοινωνική δραστηριότητα, η οποία θα πρέπει να εγγράφεται στο οιονεί ποινικό πολιτικό του μητρώο και να οδηγεί στην οιονεί στέρηση ενός πολιτικού του δικαιώματος, όπως αυτό της υποψηφιότητάς του στα καθοδηγητικά όργανα του κόμματός του.
Ασφαλώς κάποιοι διέπραξαν σφάλματα κατά την εκτέλεση των υπουργικών τους καθηκόντων. Κάποιοι δεν δικαίωσαν τις προσδοκίες των ψηφοφόρων. Κάποιοι απογοήτευσαν με τις πράξεις και τις παραλήψεις τους τον Ελληνικό λαό.
Αυτό όμως δεν νομιμοποιεί τον γενικευμένο αποκλεισμό.
Αν πέρα από αμέλειες και ανεπάρκειες υπάρχουν συγκεκριμένες σκόπιμες δραστηριότητες, επιζήμιες για τη χώρα και βλαπτικές για τη φυσιογνωμία του κόμματος, αυτές θα πρέπει να γνωστοποιηθούν και οι εντεύθεν ευθύνες και συνέπειες να εξατομικευθούν.
Στις υγιείς δημοκρατίες οι πολιτικοί οφείλουν και δικαιούνται να αποδίδονται με διαυγή τρόπο στην ελεύθερη κρίση επαρκώς ενημερωμένων πολιτών και να αξιολογούνται από ανοικτές ψηφοφορίες, απαλλαγμένες από οποιουδήποτε τύπου περιορισμούς.
Πολύ περισσότερο η αξιοκρατία, διαρκές ζητούμενο για την ελληνική κοινωνία, στα πολιτικά κόμματα τουλάχιστον θα πρέπει να προβάλλεται ως κατοχυρωμένο αγαθό.
Στην κατεύθυνση αυτή η προχωρημένη ηλικία ή η υπουργική θητεία θα πρέπει λογικά να αποτελούν τεκμήριο ωριμότητας, εμπειρίας, πολυετούς κοινωνικής προσφοράς.
Τεκμήριο βεβαιότατα μαχητό. Αλλά τεκμήριο, που αναμφισβήτητα μεταθέτει το βάρος της αποδείξεως στον ισχυριζόμενο τα αντίθετα.

Κυριακή 16 Μαρτίου 2008

ΤΡΙΑ ΦΑΟΥΛ ΣΕ ΕΝΑ ΠΕΝΑΛΤΥ

Γ.Στην ανεπιφύλακτη πρόταση για ολόπλευρη συνεργασία του προέδρου του ΠΑΣΟΚ κ. Παπανδρέου, ο συμπαθέστατος πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ κ. Α.Αλαβάνος απάντησε ρητά και κατηγορηματικά ότι η συνεργασία αποκλείεται και ότι ο στόχος του κόμματος του παραμένει η μείωση των δυνάμεων του δικομματισμού.
Η απάντηση αυτή, εκτιμούμενη με πολιτικούς όρους και με εργαλείο την κοινή λογική, περιέχει τρία στοιχεία: ένα μύθο, μια ουτοπία και μια συντηρητική εμμονή.

Ο ΜΥΘΟΣ
Μύθος είναι το επικοινωνιακό σόφισμα περί δικομματισμού, που μονότονα αναμασούν τα τρία κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης.
Οι συνήθεις εκδοχές αυτού του ψηφοθηρικού σλόγκαν είναι δύο.
Σύμφωνα με την πρώτη το σύστημα στην Ελλάδα είναι δήθεν δικομματικό. Με αυτή ή παρόμοιες διατυπώσεις, η εκδοχή αυτή έχει περίπου πολιτειακό περιεχόμενο.
Είναι όμως απολύτως γνωστό τοις πάσι ότι το πολίτευμα της χώρας είναι πολυκομματικό. Ουδείς εμποδίζεται να δημιουργήσει κόμμα και ήδη πέντε κόμματα μοιράζονται δημοκρατικά την άσκηση της κοινοβουλευτικής εξουσίας.
Σύμφωνα με την δεύτερη εκδοχή το μεν πολίτευμα επιτρέπει την ελεύθερη συμμετοχή των κομμάτων στην εκλογική διαδικασία, πλην όμως την εξουσία ασκεί μόνο ο δικομματισμός ήτοι το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ.
Στη βάση της αυτή η διατύπωση περιέχει ένα αληθινό γεγονός. Πράγματι τα τελευταία τριάντα χρόνια τα δύο αυτά κόμματα κυβερνούν την χώρα.
Όμως κάθε μύθος, που σέβεται τον εαυτό του εμπεριέχει μια αλήθεια στον πυρήνα του. Ας πούμε όπως κάθε φάκα έχει στο βάθος της λίγο τυράκι.
Το πρώτο ψέμα είναι ότι τα δύο κόμματα δήθεν κυβερνούν την χώρα. Η αλήθεια είναι ότι τα δύο κόμματα εναλλάσσονται στην κυβέρνηση. Σε κάθε κυβερνητική περίοδο δεν κυβερνάει ο δικομματισμός, αλλά ένα συγκεκριμένο κόμμα κάθε φορά βρίσκεται στην εξουσία.
Το δεύτερο ψέμα είναι ο σαφής υπαινιγμός ότι τα δύο κόμματα είναι ίδια. Μετά τον Ηράκλειτο, δηλαδή πάνω από 2.500 χρόνια κάθε συζήτηση περί ταύτισης δύο διαφορετικών οντοτήτων στερείται επιστημονικής σοβαρότητας. Για την ακρίβεια η θέση του αρχαίου φιλοσόφου ήταν ότι ανά πάσα στιγμή όλα αλλάζουν και ποτέ τίποτε δεν είναι ίδιο, ούτε με τον εαυτό του. Την θεωρία αυτή, που μαθηματικά εκφράζεται από την παράσταση α διάφορο του α, κανείς σοβαρός επιστήμονας δεν τόλμησε να αμφισβητήσει ανά τους αιώνες και πάντως την υιοθέτησαν ανεπιφύλακτα όλοι ανεξαίρετα οι ανήκοντες στο διαλεκτικό φιλοσοφικό χώρο.
Πέρα όμως από την επιστημονική της σαθρότητα η δήλωση αδυναμίας διάκρισης των διαφορών ανάμεσα στις εφαρμοσμένες πολιτικές δύο διαφορετικών κομμάτων, αν δεν υποκρύπτει υποκρισία αποτελεί ασύγγνωστη πολιτική ανεπάρκεια. Και τέτοιου μεγέθους βέβαια πολιτική ανεπάρκεια κανένα πολιτικό από τα κοινοβουλευτικά τουλάχιστον κόμματα δεν χαρακτηρίζει.
Το τρίτο και μεγαλύτερο ψέμα είναι ότι δήθεν τα κόμματα της πέραν του ΠΑΣΟΚ αριστεράς απορρίπτουν τη συνεργασία γιατί δήθεν τριάντα χρόνια τώρα ο δικομματισμός είναι κακό και εξορκιστέο πράγμα. Η αλήθεια είναι ότι και παλαιότερα, που δεν υπήρχε δικομματισμός και την κυβέρνηση μονοπωλούσε ένα μονάχα κόμμα πάλι οι ηγεσίες των κομμάτων αυτών δεν κατάφερναν να διακρίνουν διαφορές και δεν έστεργαν σε συνεργασία με κανένα κόμμα, ούτε καν μεταξύ τους.
Είναι λοιπόν προφανές ότι ο δικομματισμός και τα τοιαύτα αποτελεί ένα επικοινωνιακό κατασκεύασμα, που καλύπτει διαχρονικά στην καλλίτερη περίπτωση ιδεολογικές και προγραμματικές ανεπάρκειες και στην χειρότερη ύποπτες πολιτικές σκοπιμότητες ή ανομολόγητες προσωπικές ιδιοτέλειες.

Η ΟΥΤΟΠΙΑ
Η σύγχρονη πολιτική όχι μόνο σαν εφηρμοσμένη διακυβέρνηση, αλλά και ως σοβαρή και ελπιδοφόρα αντιπολίτευση οφείλει να διακρίνεται από ρεαλισμό.
Ρεαλισμός στην πολιτική σημαίνει χάραξη στρατηγικής και τακτικής, που εδράζεται στην επιστημονική ανάλυση των αντικειμενικών και υποκειμενικών συνθηκών, που διαμορφώνονται και εξελίσσονται σε μια συγκεκριμένη χώρα, σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες και τις τάσεις, που επικρατούν παγκοσμίως.
Ουτοπία στην πολιτική είναι να κινείσαι ως πολιτικός εκτός τόπου και χρόνου χαράζοντας στόχους και επιλέγοντας δράσεις, που δεν λαμβάνουν υπόψη τους τα παραπάνω στοιχεία.
Οι αντικειμενικές συνθήκες που διαμορφώνονται σήμερα στο πολιτικό τοπίο αναμφίβολα δεν ευνοούν την επίτευξη μονοκομματικών κυβερνήσεων. Στις δημοσκοπήσεις αποτυπώνεται έντονα η θετική στάση των πολιτών απέναντι στην ιδέα των κυβερνήσεων συνεργασίας (=ώριμες υποκειμενικές συνθήκες). Το σχετικό εγχείρημα έχει ήδη εφαρμοσθεί με εν πολλοίς θετικά αποτελέσματα διεθνώς.
Όταν λοιπόν ως πολιτικός αποκλείεις a priori την συνεργασία με άλλες πολιτικές δυνάμεις εύλογα δίνεις την αίσθηση ότι βρίσκεσαι εκτός τόπου και χρόνου.
Από την άλλη μεριά αδιαμφισβήτητο αίτημα-στόχος της Ελληνικής κοινωνίας είναι η βελτίωση του βιοτικού της επιπέδου. Στόχος, που υπό προϋποθέσεις μπορεί να εξυπηρετηθεί από συνεργασίες.
Όταν εσύ σαν πολιτικός δεν το αφουγκράζεσαι, φαίνεσαι «να μη καταλαβαίνεις, να μη ξέρεις πού πατάς και πού πηγαίνεις», κατά την ποιητικά φτωχή, αλλά επικοινωνιακά προσφυή διατύπωση του άλλου συμπαθέστατου Προέδρου του Συνασπισμού, του κ. Α.Τσίπρα. Φαίνεσαι να μην έχεις επαφή με τον τόπο τούτο. Και αυτό τι άλλο είναι αν όχι ο ορισμός της ουτοπίας?

Η ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΉ ΕΜΜΟΝΗ
Η πολιτικοί γίνονται συμπαθείς από τις θεωρητικές αγαθές τους προθέσεις αλλά αξιολογούνται και κρίνονται από τις πρακτικές τους επιλογές και τα αποτελέσματά τους.
Όταν λες ότι αγωνίζεσαι ενάντια σε μια αντιλαϊκή πολιτική γιατί θέλεις να βελτιώσεις την καθημερινότητα του πολίτη θεωρητικά κινείσαι σε «προοδευτική» κατεύθυνση.
Όταν όμως δηλώνεις ότι αποκλείεις το ενδεχόμενο μιας συνεργασίας, που θα μπορούσε να προσφέρει μια προοδευτική εναλλακτική κυβερνητική λύση, τότε στην πράξη αγωνίζεσαι για την συντήρηση του υπάρχοντος συστήματος.
Όταν μάλιστα δηλώνεις ότι για σένα η συρρίκνωση του δικομματισμού αποτελεί αυτοσκοπό, τότε εμμέσως πλην σαφώς αποκαλύπτεις ότι το πραγματικό σου ενδιαφέρον είναι, να συντηρήσεις με νύχια και με δόντια το κατεστημένο πολιτικό «χρηματιστήριο αξιών», με μοναδικό μέλημα την αύξηση της χρηματιστηριακής αξίας της «επιχείρησής» σου.
Και αυτή είναι μια βαθειά συντηρητική πρακτική, πού όταν ασκείται επίμονα επί δεκαετίες αποκτά τα χαρακτηριστικά της εμμονής με την ιατρική έννοια του όρου.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Όταν ο κ. Παπανδρέου κάλεσε τον κ. Α.Τσίπρα να μιλήσει στο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, φάνηκε, με ποδοσφαιρικές αναλογίες, σαν να του στήνει την μπάλα σε θέση πέναλτι. Μάλιστα πολλοί ήταν εκείνοι, πού έσπευσαν με τις κάμερες για να αποθανατίσουν την φάση του γκολ.
Όμως ο κ. Παπανδρέου έκανε ένα τρυκ. Απομάκρυνε κάθε τερματοφύλακα αλλά έστησε στη θέση του μια πινακίδα, που έγραφε με κεφαλαία γράμματα τη λέξη ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ.
Το αποτέλεσμα ήταν καταλυτικό. Τα συντηρητικά αντανακλαστικά του επιφανούς «μπαλαδόρου» λειτούργησαν αυτόματα και πέταξε αμήχανα την μπάλα στην εξέδρα, ψελλίζοντας προσχηματικές δικαιολογίες για λογικές αντιφάσεις και άλλα τοιαύτα.
Η μεγάλη ποδοσφαιρική έκπληξη προέκυψε από τον Πρόεδρο κ. Αλαβάνο, όταν στην προσπάθειά του να καλύψει το άστοχο «σουτ» του Προέδρου κ. Τσίπρα, διέπραξε τα τρία «φάουλ» που «σφυρίξαμε» παραπάνω.
Αν δεν μιλούσαμε για πολιτική, αλλά επρόκειτο πραγματικά για ποδόσφαιρο, τότε η φάση όπου ο αρχηγός της ομάδας αποτυγχάνει κατά την εκτέλεση πέναλτι και την ίδια στιγμή ο προπονητής εισβάλει στον αγωνιστικό χώρο και διαπράττει τριπλό φάουλ με μια κίνηση, θα αποτελούσε παγκόσμια πρωτοτυπία, άξια να καταχωρηθεί στο βιβλίο Γκίνες.

ΕΠΙΜΥΘΙΟ
Τα «πρωτοκλασάτα» στελέχη του ΠΑΣΟΚ, που αντιμετωπίζουν την πολιτεία του ΣΥΡΙΖΑ με κομπλεξικό τρόπο (όρα δηλώσεις περί Σούπερ Μάρκετ) ή με φοβικό σύνδρομο (όρα ατάκες περί δωρεάς οργάνων), θα πράξουν σοφότερα αν ακολουθήσουν το παράδειγμα του Προέδρου τους, που απευθύνεται σε μια εν δυνάμει συνοδοιπόρο πολιτική δύναμη με απλότητα, καλοπιστία, ανοικτό μυαλό και καθαρές προτάσεις.
Δεν ξέρω βέβαια πόσο εύκολο είναι αυτό για τα «πρωτοκλασάτα» στελέχη. Σίγουρα όμως θα είναι απείρως πιο αποτελεσματικό και τουλάχιστον επωφελές για τον τόπο.

Σάββατο 15 Μαρτίου 2008

ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΧΟΡΙΚΟΙ

Ήμαστε καθημερινοί άνθρωποι.
Βιοπαλαιστές της διπλανής πόρτας.
Άγνωστοι στο ανώνυμο πλήθος.
Ενίοτε απομονωμένοι αλλά ποτέ μονόχνοτοι.
Χαμηλών τόνων.
Χωρίς αόρατες διασυνδέσεις. Χωρίς ορατές προοπτικές. Χωρίς μεγάλες απαιτήσεις.
Πράοι με τους συνανθρώπους μας. Σκληροί με τον εαυτό μας.
Ατελείς αλλά όχι ευτελείς.
Συχνά ατυχείς αλλά ποτέ κακομοίρηδες.
Συχνά προδομένοι, αλλά ποτέ προδότες.
Συχνά υποχωρητικοί, αλλά ποτέ δειλοί.
Συμβιβαστικοί αλλά όχι συμβιβασμένοι.
Ονειρευτήκαμε να πρωταγωνιστήσουμε σ’ ένα όμορφο κόσμο.
Και βρεθήκαμε κομπάρσοι σ’ ένα αβάσταχτο εφιάλτη.

Και τότε μας έπνιξε η οργή.

Εξοργισθήκαμε με τους πολιτικάντηδες, που συνταγματικά διά βίου άεργοι εδήλωσαν πανέτοιμοι να εργασθούν για το καλό του τόπου.
Και τώρα αυτοεξευτελιζόμενοι εξαντλούνται σε επικοινωνιακή διαχείριση της σκανδαλώδους μετριότητάς τους.
Εξοργισθήκαμε με τους άνομους νομομαθείς.
Τους ανίερους ιεράρχες.
Τους απαίδευτους εκπαιδευτικούς.
Τους άτεχνους καλλιτέχνες.
Τους εξωνυμένους κοντυλοφόρους.
Τους ανήθικους ηθικολόγους.
Τους μηδίσαντες διπλωμάτες.
Τους εμπορογιατρούς.
Τους δούρειους οικολόγους.
Τους δοκησίσοφους γυρολόγους των καναλιών.
Με όλους αυτούς τους λίγους και εκλεκτούς, που αλλήλων τα αδικήματα καλύπτοντες, διασυνδέονται, διαπλέκονται διαγκωνίζονται σε δεξιώσεις και πολυτελή σαλόνια.
Αναίσχυντα προσποιούμενοι τους αυτόκλητους προστάτες του χειμαζόμενου λαού και τους επίδοξους σωτήρες της καθημαγμένης πατρίδας.

Μα πιο πολύ με τους εντός των τειχών εξοργισθήκαμε.
Αυτούς που όσο κτίζαμε το πλοίο απείχαν.
Κι όταν το βάλαμε σε ρότα, εκ του ασφαλούς ναυτολογήθηκαν.
Δήθεν καθηγητές της ναυτοσύνης.
Σιγά σιγά το ξεστρατίσαν και το προσάραξαν στα αβαθή.
Τότε το σκάσανε σαν κλέφτες απ’ το πιλοτήριο.
Και έκτοτε μνησίκακα, υστερόβουλα, μικρόψυχα τις εργασίες ανέλκυσης παρεμποδίζουν.

Και είπαμε φτάνει πια.

Είναι η ώρα των απλών ανθρώπων.

Εχουμε χρέος να εισακουσθεί η φωνή μας.