Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2008

Το στοίχημα του Πατριάρχη

Τους τελευταίους μήνες η χώρα συνταράσσεται συθέμελα από ένα πολύκροτο σκάνδαλο τεραστίων διαστάσεων.
Κυρίαρχες μορφές οι τραγικές φιγούρες αδίστακτων ρασοφόρων, που διεπλάκησαν ασύστολα με πολιτικούς και διοικητικούς παράγοντες και επιδόθηκαν σε ένα απίθανο φαγοπότι σε βάρος της δημόσιας περιουσίας.
Σε ένα όργιο βουλιμικής φιλαργυρίας, που όμοιό του δεν έχει ξαναγίνει ή τουλάχιστον δεν έχει ξαναδεί το φως της δημοσιότητας.
Τους τελευταίους μήνες οι καθημερινές ραγδαίες αποκαλύψεις μαστιγώνουν αλύπητα τον ψυχισμό του μέσου χριστιανού και όχι μόνο.
Μοιάζει σαν να περίσσεψε το κακό και ένας πλέον βουερός και αδυσώπητος βόρβορος τίναξε τα καπάκια των υπονόμων και ξεπήδησαν μέσα από τα έγκατα της γης οι δύσμορφοι δαίμονες, οι καλικάτζαροι και τα τελώνια της κολάσεως με μια αφόρητη βρωμιά και δυσοσμία, που απειλεί να πνίξει την πατρίδα.
Τους τελευταίους μήνες δεν υπάρχει άνθρωπος σ’ αυτό τον βασανισμένο τόπο, που να μην αντιλαμβάνεται ότι κάποιοι ανεκδιήγητοι «καλόγηροι» έχουν παραβιάσει κάθε έννοια εκκλησιαστικής ηθικής. Έχουν παραβεί το σύνολο των κανόνων του μοναχισμού. Έχουν αγνοήσει επιδεικτικά κάθε εντολή και κάθε διδαχή του Ιδρυτή και των μεταγενέστερων διδασκάλων της χριστιανοσύνης.
Τους τελευταίους μήνες δεν χρειάζεται να είσαι καθηγητής της θεολογίας, δεν χρειάζεται να είσαι θρησκόληπτος, δεν χρειάζεσαι να είσαι τέρας ηθικής για να αισθανθείς απέραντη θλίψη με όσα αποκαλύπτονται για το Άγιο Όρος, την διαχρονική κιβωτό των όσιων και ιερών της οικουμενικής ορθοδοξίας.
Πάνδημη και παλλαϊκή τους τελευταίους μήνες η αγανάκτηση των απλών ανθρώπων, που στους παρόντες δίσεκτους καιρούς αγωνιούν όλη τη μέρα να εξοικονομήσουν τον άρτο τον επιούσιο. Και από την άλλοι θεομπαίχτες ρασοφόροι, που ζουν με αυτοκρατορική χλιδή και θησαυρίζουν αγαθά επί της γης μετερχόμενοι κάθε είδους χρηματοπιστωτική και εμπορική δραστηριότητα.
Πάνδημος και παλλαϊκός ο σκανδαλισμός;
Όχι ακριβώς… Παράδοξη εξαίρεση η ηγετική κοινότητα του αγίου Όρους και η ηγεσία της εκκλησίας.
Μάταια όλο αυτό το διάστημα το χριστεπώνυμο πλήρωμα προσδοκούσε με αγωνία την αντίδραση των υγιών δυνάμεων της εκκλησίας και κυρίως την καθαρτήρια παρέμβαση των ποιμένων.
Οι «λύχνοι» έμοιαζαν ανεξήγητα να θέτουν εαυτούς «υπό τον μόδιον».
Μόνοι οι ηγέτες τις ορθόδοξης εκκλησίας, μερικοί των οποίων μάλιστα λαλίστατοι και έχοντες ισχυρές απόψεις επί παντός επιστητού σε άλλους καιρούς, έμοιαζαν να έχουν χάσει τη φωνή τους το τελευταίο διάστημα.
Μόνοι αυτοί και κάποιοι μικροσυμφεροντολόγοι πολιτικάντηδες δεν κατάφερναν να αντιληφθούν τα γεγονότα, είχαν ανάγκη της δικαστικής ετυμηγορίας ή αδυνατούσαν να τοποθετηθούν λόγω τυπικής αναρμοδιότητας.
Αίολες προφάσεις, και απερίσκεπτες πρακτικές, που επιφέρουν τεράστιο πλήγμα στην εκκλησία και υπονομεύουν ανεπανόρθωτα το κύρος των θεσμικών της οργάνων.
Για τον άδολο πολίτη ακόμη και το κοινότυπο επιχείρημα ότι δήθεν κάθε «κήπος» έχει και τα «αγκάθια» του δεν γίνεται αποδεκτό. Ο λόγος απλός. Ο «κήπος της Παναγιάς» δεν είναι σαν τον κάθε κήπο και συνεπώς εκεί ακαθαρσίες δεν μπορεί να γίνονται ανεκτές. ( Εάν το άλας μωρανθεί εν τίνι αλισθήσεται;)
Ακόμα και το επιχείρημα ότι η κοινότητα του αγίου όρους αποτελείται από αγίους ανθρώπους, οι οποίοι δεν είναι εύκολο να αντιταχθούν στους παραστρατημένους δεν πείθει ούτε και την πιο αναλφάβητη γιαγιά στην τελευταία εσχατιά της ελληνικής υπαίθρου.
Διότι ποιος αλήθεια μπορεί να ισχυρισθεί ότι είναι περισσότερο άγιος από τον ίδιο τον Ιδρυτή της εκκλησίας;
Αυτός ο Άγιος των αγίων, ο Ποιμένας των ποιμένων προστάτεψε τους ταπεινούς, τους αδύναμους και καταφρονεμένους με την αυτοθυσία του, έδειξε κατανόηση στην πόρνη, δέχθηκε την παράκληση του εκατόνταρχου συγχωρώντας την όποια στρατιωτική-εγκληματική του δράση.
Τους μόνους που δεν συγχώρησε, αλλά αντίθετα εξεμάνη εναντίον τους και τους κυνήγησε με το φραγκέλιο ήταν αυτούς που μετέτρεψαν τον οίκο του Θεού σε οίκο εμπορίου.
Κατά συνέπεια η ολιγωρία της κοινότητας του Αγίου όρους είναι ασύμβατη με τη διδασκαλία Εκείνου και η ανορθόδοξη αυτή ανοχή δεν θα αργήσει να σημάνει συνενοχή.
Όσο για τον Πατριάρχη έστω και αργά με την τελευταία κίνησή του αναζωπύρωσε τις ελπίδες και τις προσδοκίες των πιστών.
Και είναι μια μοναδική ευκαιρία για να σώσει τα προσχήματα και διασώσει την εικόνα του αρχιερατικού θεσμού.
Το αν θα καταξιώσει τον ιστορικό του ρόλο είναι ένα στοίχημα υψηλής σπουδαιότητας.
Θα αποδείξει ότι είναι ο Οικουμενικός Ποιμένας, που μεριμνά για τα καλά και συμφέροντα της χριστιανοσύνης ή θα επιδείξει ανώφελη υποχωρητικότητα σαν αυτή, που εμφάνισε η εξεταστική επιτροπή;
Το στοίχημα δεν είναι προφανώς προσωπικό του και φαντάζομαι ότι σύσσωμος ο άδολος κλήρος και ο λαός του εύχεται να το κερδίσει.

Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2008

Ο κ. Μεϊμαράκης, ο Γάλλος αυλικός και οι εύλογες απορίες μας

Το πρωί ο κ. Μειμαράκης αναφερόμενος στο σκάνδαλο του Βατοπεδίου αναγνώρισε ότι υπάρχουν πολιτικές ευθύνες, που καταλογίζονται στις δημοσκοπήσεις από τους πολίτες.
Το απόγευμα με νέα αγχωμένη δήλωσή του διευκρίνισε ότι ουδέποτε αναφέρθηκε σε πολιτικές ευθύνες υπουργών.
Με βάση την κοινή λογική πολιτικές ευθύνες στην υπόθεση αυτή μπορούν να έχουν μόνο οι καθ’ ύλην αρμόδιοι υπουργοί και ο Πρωθυπουργός, που τους διορίζει και τους συντονίζει.
Εξαιρώντας λοιπόν τους υπουργούς μοιραία παραπεμπόμαστε στον κ. Πρωθυπουργό…
Μήπως επομένως η διευκρινιστική δήλωση είναι χειρότερη από την αρχική για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και περισσότερο ανησυχητική για τους ψηφοφόρους;

Την εποχή του Λουδοβίκου 13ου μαζί με τη βασιλική οικογένεια κατοικούσαν στις Βερσαλίες και κάπου 2.000 χαραμοφάηδες ευγενείς.
Κάποια μέρα ένας από αυτούς που έχαιραν του ιδιαίτερου προνομίου να εισχωρούν στα ενδότερα των βασιλικών δωματίων, μπήκε αθόρυβα στην κάμαρα της βασίλισσας και βλέποντας κάποιον σκυμμένο στο παράθυρο πλησίασε και του έπιασε «ευγενικά» τα οπίσθια. Ο σκυμμένος άνθρωπος, που κοίταζε αμέριμνος στους κήπους τρόμαξε και γύρισε απότομα προς το εσωτερικό του δωματίου.
Και τότε μεγαλύτερη ήταν η τρομάρα του δύστυχου ευγενή, ο οποίος αναγνώρισε τον βασιλιά στο πρόσωπο του ανθρώπου, στον οποίο προ ολίγου είχε φερθεί με τόσο υπερβολική οικειότητα.
Και τότε ο ταλαίπωρος μέσα στη σαστιμάρα του προσπάθησε να δικαιολογηθεί ψελλίζοντας:
«Ω!!! Συγγνώμη Μεγαλειότατε, νόμιζα πως ήταν η Μεγαλειοτάτη….»
Έκτοτε οι Γάλλοι τουλάχιστον γνωρίζουν ότι όταν προσπαθείς να διορθώσεις μια κουτουράδα διακινδυνεύεις να πεις μια χειρότερη.

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2008

ΘΕΟΜΠΑΙΚΤΕΣ ΚΑΙ ΟΣΦΥΟΚΑΜΠΤΕΣ.

Σύμφωνα με την λαϊκή θυμοσοφία ελάχιστες είναι οι ευκαιρίες στη ζωή του ανθρώπου και χρειάζεται θάρρος και εξυπνάδα για να τις αρπάξει, δεδομένου ότι περνούν με ταχύτητα από μπροστά του και διαθέτουν μαλλιά από μπροστά ενώ από πίσω είναι φαλακρές.
Καθ’ όσον αφορά ιδιαίτερα στους πολιτικούς συνήθως λίγοι από αυτούς και σπάνια στην καριέρα τους έχουν την ευκαιρία να «γράψουν ιστορία».

Στην περίπτωση της Εξεταστικής Επιτροπής τα μέλη της και κυρίως ο Πρόεδρός της πρέπει να θεωρούνται ιδιαίτερα ευνοημένα από τη θεά τύχη.
Γιατί η ευκαιρία τους να μείνουν στην ιστορία και μεγάλη και σχετικά εύκολη υπήρξε. Εύκολη διότι δεν τους προσπερνάει βιαστικά, αλλά διαρκεί επί αρκετό χρόνο, όσο χρόνο προβλέπεται για τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής και διότι όποιος τυχόν από τους πολιτικούς είχε το σθένος να αρθεί στο ύψος των ιστορικών απαιτήσεων, θα τύχαινε μετά βεβαιότητας της απόλυτης ηθικής στήριξης όλων των πολιτών ανεξαρτήτως κομματικών προτιμήσεων.

Η εικόνα της χθεσινής ημέρας με τους «θεομπαίκτες» «καλόγηρους», να προσέρχονται πολυτελώς εποχούμενοι και παντοιοτρόπως ασχημονούντες έθλιψε βαθύτατα το πανελλήνιο.
Όμως το κοινοβούλιο προφανώς δεν προσεβλήθη από τα καμώματα των αναξίως και ασχήμως το ιερατικό σχήμα φερόντων.
Πλήττεται πρωτίστως και κυρίως από τη στάση των κομμάτων και από τις συμπεριφορές των βουλευτών-μελών της Εξεταστικής επιτροπής.
Διότι αυτοί έχουν ορισθεί να φυλάττουν τις «Θερμοπύλες» του πολιτεύματος.
Ουδείς ανέμενε από αυτούς που δεν σεβάσθηκαν τον Θεό να σεβασθούν την πολιτεία.
Όλοι όμως έχουν την απαίτηση από τους ταγούς της νομοθετικής εξουσίας να σεβασθούν και να εφαρμόσουν τον νόμο προς κάθε κατεύθυνση.

Ο ποινικός κώδικας στο άρθρο 225.2 ορίζει ποινή φυλάκισης μέχρι ενός έτους για όποιον «εμφανίζεται ως μάρτυρας ενώπιον κάποιας αρχής και αρνείται επίμονα να δώσει τη μαρτυρία του».
Περαιτέρω το άρθρο 37 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας επιβάλει την υποχρέωση ανακοινώσεως χωρίς χρονοτριβή στον αρμόδιο εισαγγελέα αξιοποίνων πράξεων, που πληροφορήθηκαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους όσοι εκτελούν προσωρινά δημόσια υπηρεσία.
Αποτελεί επομένως αφόρητο πλήγμα κατά της συντεταγμένης πολιτείας να εμφανίζονται βουλευτές, πολλοί από τους οποίους ικανότατοι νομικοί, να παραλείπουν να εκτελέσουν τα νόμιμα καθήκοντά τους.
Και προφανώς αποτελεί πολιτική αβελτηρία πρώτου μεγέθους για τα κόμματά τους, αλλά και για ένα έκαστο εξ αυτών ατομικά να επιδεικνύουν τέτοια έλλειψη πολιτικού αισθητηρίου και στοιχειώδους πολιτικού θάρρους ώστε να αδυνατούν να εφαρμόσουν τους νόμους.
Ώστε να μην αξιοποιούν μια εξαιρετική ευκαιρία για να διδάξουν ήθος και να εγγράψουν το όνομά τους με θετικό σχολιασμό στην πολιτική ιστορία του τόπου.

Παρόμοια ο θεσμός της εκκλησίας δεν μπορεί να αμαυρωθεί από κάποιους ανάξιους σαλτιμπάγκους.
Όμως βεβαιότατα πλήττεται από την «αιδήμονα σιωπή» του Πατριάρχη, του Αρχιεπισκόπου, των αρχιερέων, της κοινότητας του Αγίου Όρους, των απανταχού μοναχών και κληρικών.
Διότι με τη στάση τους επιδεικνύουν απέραντη αδυναμία επιβολής των ιερών κανόνων και παραβάτες οι ίδιοι της εντολής του Ιδρυτού της εκκλησίας:
«Μη δότε τα άγια τοις κυσί».
Αντίθετα φαίνονται ότι η μόνη εντολή Του που τηρούν ευλαβώς είναι η γνωστή:
« Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω»
Και δεν χρειάζονται προφητικές ικανότητες για να αντιληφθεί κανείς ότι αυτή η στάση τους μπορεί να αποδειχθεί αυτοκαταστροφική.

Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2008

ΒΑΤΟΠΕΔΙΟ-ΑΙΓΑΙΟ-ΣΚΟΠΙΑΝΟ. (Μέσα πάμε χάλια, έξω πάμε χειρότερα)

Εμβρόντητη τα τελευταία εικοσιτετράωρα η κοινή γνώμη υποχρεώνεται να παρακολουθεί τα κατορθώματα μελών και οπαδών του κυβερνώντος κόμματος, οι οποίοι διαπλεκόμενοι με την Βατοπεδινή «αδελφότητα», την επιχειρηματική «αφρόκρεμα» και την «πεφωτισμένη» διοίκηση της συμπρωτεύουσας, απειλουμένη και απειλούσα, εκβιαζόμενη και εκβιάζουσα, βιντεοσκοπουμένη και βιντεοσκοπούσα, προσπαθούσαν να επωφεληθούν από «το μεγάλο φαγοπότι», που κάποιοι μεγαλόσχημοι της κεντρικής εξουσίας είχαν στήσει με στόχο την διασπάθιση της δημόσιας περιουσίας.
Η κρατούσα δημοσιογραφία ως είναι φυσικό κάνει ότι μπορεί για να στηρίξη την αγωνιώδη επικοινωνιακή προσπάθεια της κυβέρνησης να απαξιώσει την διαδικασία της εξεταστικής επιτροπής, στρέφοντας τα φώτα της δημοσιότητας σε ανούσια δευτερεύοντα ζητήματα, που κινούνται στο χώρο του επαγγελματικού τυχοδιωκτισμού, του πολιτικού «κατινισμού» και της «καλογερικής» αθλιότητας.
Είχαμε σε ανύποπτο χρόνο με επαρκή πολιτική διορατικότητα (είδος υπό εξαφάνιση σε αρκετούς πολιτικούς χώρους) επισημάνει ότι η όλη διαδικασία θα έπρεπε να διεξαχθεί με πλήρη δημοσιότητα διότι μόνον η κοινή γνώμη θα μπορούσε να εγγυηθεί την διαλεύκανση της υπόθεσης.
Παρότι η δημοσιότητα θεσπίζεται από τον κανονισμό της Βουλής, ο οποίος μόνο κατ’ εξαίρεση επιτρέπει την μυστικότητα της διαδικασίας η Κυβέρνηση εφρόντισε για ευνόητους λόγους να επιβάλλει την απουσία δημοσιογράφων από την αίθουσα.
Όπου παρεμποδίζεται η αυθεντική πληροφόρηση εκεί ανθεί η παραπληροφόρηση.
Όπου κατεβαίνουν οι κουρτίνες, εκεί επικρατεί η συσκότιση.
Όπου η ενημέρωση στηρίζεται στα non papers, εκεί κάνει θαύματα η προπαγάνδα

Την ώρα όμως που ο πλανήτης αγωνιά για την εξέλιξη της οικονομικής κρίσης και η Ελλάδα ασχολείται με την «αγία οικογένεια» της νύμφης του Θερμαϊκού, οι ένθεν κακείθεν αξιολάτρευτοι γείτονές μας επιδίδονται στις παραδοσιακές μεθοδεύσεις τους.
Οι μεν Σκοπιανοί μας εγκαλούν στο Διεθνές δικαστήριο της Χάγης, οι δε Τούρκοι εξερευνούν την υφαλοκρηπίδα μας στο Αιγαίο σαν καλοί νοικοκυραίοι.
Και τα δύο θέματα είναι ηλίου φαεινότερο ότι έχουν εξαιρετική σπουδαιότητα για τα ζωτικά διαχρονικά συμφέροντα της χώρας μας. Όμως κατά την συνήθη πρακτική των τελευταίων χρόνων υποβαθμίζονται απαράδεκτα από την ελληνική διπλωματία στο πλαίσιο μιας ενδοτικής πολιτικής, που παραμένει άγνωστο αν οφείλεται σε συγκροτημένη επιλογή ή σε επαγγελματική ανεπάρκεια.
Το πιο ανησυχητικό είναι ότι πολύ υψηλού επιπέδου παράγοντες επιχειρούν συνήθως πολύ ρηχές αναλύσεις για τα αίτια των συγκεκριμένων επεισοδίων.
Λόγου χάριν μια μοντέρνα θεωρία, που άρχισε να αναπτύσσεται για τα περί ου ο λόγος περιστατικά είναι η θεωρία της οικονομικής κρίσης σε συνδυασμό με την εκλογή Ομπάμα.
Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία η οικονομική κρίση δημιουργεί αστάθεια στο διεθνές status και τα διάφορα κράτη σπεύδουν να κάνουν κινήσεις τοποθέτησης στα υπό σύσταση νέα γεωστρατηγικά δεδομένα, που προβλέπονται να εξελιχθούν ταχύτερα εξ αιτίας και της αλλαγής προέδρου στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ως γενική θεωρητική εκτίμηση η σκέψη αυτή δεν είναι κακή, αλλά ως προσπάθεια αντίληψης της κατ’ ιδίαν συμπεριφοράς των γειτόνων μας κινδυνεύει να αποδειχθεί εξαιρετικά επιπόλαια.
Για την κατανόηση των τακτικών κινήσεων ενός Κράτους, όπως η Τουρκία, στην προώθηση ενός στρατηγικού στόχου, όπως η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου στο Αιγαίο, δεν βοηθούν ρηχές αναλύσεις των επιφανειακών φαινομένων της απολύτως πρόσφατης επικαιρότητας.
Χρειάζεται να ληφθεί υπ’ όψιν η ειδικότερη τακτική, που χρησιμοποιεί όπως αυτή προκύπτει μέσα και από μια ιστορική επαναληπτικότητα.

Ας ανατρέξουμε στην πολύ πρόσφατη ιστορία των τελευταίων σαράντα χρόνων και ας θυμηθούμε τις εξάρσεις της Τουρκικής επιθετικότητας.
Η επίθεση στην Κύπρο με τα τραγικά αποτελέσματα επί δικτατορίας.
Η έξοδος του ωκεανογραφικού Σεισμίκ (άλλως Χόρα) επί κυβερνήσεως Καραμανλή στις αρχές της μεταπολίτευσης.
Η εμπλοκή των Ιμίων επί κυβερνήσεως Σημίτη.
Όλες αυτές ήταν κινήσεις με χαρακτηριστική χρονική συγκυρία και με ένα πολύ ευδιάκριτο κοινό παρανομαστή.
Επιχειρήθηκαν σε χρονική στιγμή όπου οι Ελληνικές κυβερνήσεις ήσαν πραγματικά ή τουλάχιστον έμοιαζαν εξαιρετικά αδύναμες.
Η χούντα του Ιωαννίδη ήταν ένα ετοιμόρροπο, σαθρό καθεστώς.
Η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή ήταν στα πρώτα της βήματα όταν οι Τούρκοι έβγαλαν το Χόρα στο Αιγαίο και προφανώς θεωρούσαν ότι ήταν κατάλληλη ευκαιρία, προτού ισχυροποιηθεί η νεοσύστατη Ελληνική Δημοκρατία.
Ανάλογο υπήρξε το σκεπτικό τους προτού σχεδόν ορκισθεί η πρώτη κυβέρνηση Σημίτη.

Είναι λοιπόν προφανές ότι και σήμερα τόσο οι εξ Ανατολών γείτονες μας όσο και οι αχαρακτήριστοι Σκοπιανοί, οι οποίοι αντιγράφουν κατά γράμμα τις συνταγές της Τουρκικής διπλωματίας , εκτιμούν ότι στην Ελλάδα υπάρχει μια εξαιρετικά αδύναμη κυβέρνηση.
Η εικόνα μιας κυβέρνησης με οριακή πλειοψηφία, που βυθίζεται καθημερινά σε ένα απίστευτο τέλμα σκανδάλων. Η κακή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας με τους ξένους να προσπαθούν να ξεφορτωθούν όπως-όπως τα ελληνικά κρατικά ομόλογα. Ακόμη και η πρόσφατη πρωθυπουργική δήλωση στη βουλή ότι προτίθεται να μειώσει κατά 15% τις αμυντικές δαπάνες.
Όλα αυτά και όχι μόνον αυτά είναι επαρκείς λόγοι για να δημιουργήσουν στους αενάως καραδοκούντες γείτονες την εικόνα μιας αδύναμης και ασταθούς κυβέρνησης.
Αυτός είναι κατά τη γνώμη μας ο λόγος, που θεώρησαν κατάλληλη την παρούσα συγκυρία για να κάνουν αυτά τα επιθετικά τακτικά βήματα.
Και βεβαίως είμαστε οι τελευταίοι που θα διαφωνούσαν στη μείωση των στρατιωτικών δαπανών, ιδιαίτερα με τον τρόπο που συνηθίζουν να γίνονται.
Όμως νομίζουμε ότι τη μείωση των αμυντικών δαπανών ή την προωθείς διαπραγματευόμενος ένα πλαίσιο αμοιβαίων κινήσεων με τους γείτονές σου ή αν έχεις ανάγκη να την κάνεις μονομερώς δεν την προαναγγέλλεις πανηγυρικά στη Βουλή και μάλιστα με μοναδική αιτιολογία την οικονομική σου δυσπραγία.
Όταν έχεις κακοπροαίρετους γείτονες είναι προτιμότερο να προβάλλεσαι ως δήθεν ευερέθιστος παρά ως δήθεν ψύχραιμος.
Ας θυμηθούμε το παράδειγμα της σθεναρής στάσης του αείμνηστου Ανδρέα Παπανδρέου με το άμεσο σύνθημα «Βυθίστε το Χόρα» που δεν προσέφερε μόνο ένα αποτελεσματικό στήριγμα των ελληνικών εθνικών συμφερόντων στη νεοσύστατη τότε κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά πρέπει να υπήρξε και ο κύριος λόγος, που ο οι Τούρκοι στρατηγοί απέφυγαν επιμελώς κάθε είδους πρόκληση καθ’ όλο το διάστημα της δικής του πρωθυπουργίας.
Αντίθετα η τακτική της «ψυχραιμίας» της «νηφαλιότητας» και της «κουμπαριάς» αποδεδειγμένα τους αποθρασύνει μέχρι σημείου να μας δουλεύουν ακόμη και οι Νορβηγοί, που προφασίσθηκαν βλάβη για να παραμείνουν παραβιάζοντας τα ελληνικά χωρικά ύδατα ακόμη και μετά την εντολή απομάκρυνσης, που πιθανόν έλαβαν από την κυβέρνησή τους.

Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2008

ΠΑΡΑΚΑΜΨΤΕ ΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ

Παρακολουθώ με προσοχή τις τελευταίες ημέρες τις θέσεις των κομμάτων και τις τοποθετήσεις των πάσης φύσεως και αποχρώσεως «παραθυριστών» επάνω στο θέμα της οικονομικής κρίσης και αισθάνομαι απέραντη πλήξη.
Είναι εκπληκτικό πως άνθρωποι που υποτίθεται ότι εκκινούν από διαφορετική ιδεολογική αφετηρία καταφέρνουν να ερίζουν αχαλίνωτα, προτείνοντας κατ’ ουσίαν παρεμφερή ημίμετρα, που απέχουν παρασάγγας από την φύση του πράγματος.

΄Εβλεπα για παράδειγμα προ ημερών την μια γνωστή για την μαχητικότητά της εκπρόσωπο αριστερού κόμματος, η οποία αφού έβγαλε τις παραδοσιακές ιαχές κατά του eυρώ, της ευρωπαϊκής ένωσης κ.λ.π και αφού μας πληροφόρησε ότι το κόμμα της έγινε πλέον κόμμα των μικρομεσαίων, αναφέρθηκε στα μέτρα «περαίωσης» και επέκρινε τον κ. Αλογοσκούφη προτείνοντας με ύφος σαράντα καρδιναλίων ότι το ποσό για κάθε παρελθούσα χρήση θα έπρεπε να είναι στο ήμισυ του ορισθέντος και η καταβολή του να επιτρέπεται με δόσεις.
Δηλαδή οι διαφορές μεταξύ ενός φιλελεύθερου κόμματος, που κυβερνά και ενός «κομμουνιστικού» κόμματος, που επαγγέλλεται να «συντρίψει» τον καπιταλισμό είναι απολύτως ποσοτικές.
Καμιά ουσιαστική ποιοτική διαφορά. Η διχογνωμία περιορίζεται όχι στο αν πρέπει να επιβληθεί το «χαράτσι», αλλά πόσο μεγάλο θα είναι και ποιες διευκολύνσεις χρειάζονται στον τρόπο της πληρωμής.

Παρομοίως οι συζητήσεις, που γίνονται σε σχέση με τα 28 δις περιστρέφονται γύρω από δευτερεύοντα διαδικαστικά ζητήματα για τους όρους και τις εξασφαλίσεις του δημοσίου έναντι των τραπεζών και ουδείς αρθρώνει σοβαρή ένσταση για την ταμπακέρα.
Για το αν δηλαδή θα πρέπει αυτά τα χρήματα να διοχετευθούν στην αγορά μέσω του «οχήματος» των τραπεζών, όπως ευγενικά ανέφερε ο κ. πρωθυπουργός κατά την τελευταία συνέντευξή του στις Βρυξέλλες, επιδιώκοντας να αποφύγει την μπανάλ αλλά εννοιολογικά προσφορότερη λέξη «μεσάζοντας».

Όταν το κεφαλαιουχικό (καπιταλιστικό) καθεστώς διαδέχθηκε την φεουδαρχία οι τράπεζες και τα χρηματιστήρια απετέλεσαν ένα σοβαρό μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας.
Δομήθηκαν και λειτούργησαν σαν εργαλεία ρύθμισης της διακίνησης του χρήματος και των τιμών των εμπορευμάτων. Σαν παράγοντας εξασφάλισης των συναλλακτικών κανόνων σε διεθνές επίπεδο. Σαν εγγυητές της ασφάλειας των συναλλαγών και των αξιών σε παγκόσμια κλίμακα.
Η τότε επαναστατική αλλαγή-απελευθέρωση των παραγωγικών σχέσεων είχε ανάγκη από την τότε ριζοσπαστική αντικατάσταση των παραδοσιακών τοκογλύφων από σύγχρονες κεφαλαιουχικές επιχειρήσεις, που θα εξασφάλιζαν την ρευστότητα επί τη βάσει σταθερών κανόνων και αναπτυξιακών κριτηρίων.
Το εμπόριο είχε ανάγκη επίσης, από χρηματιστήρια, που θα προσδιόριζαν αντικειμενικά τις εμπορευματικές αξίες των προϊόντων και τις αγοραίες αξίες των επιχειρήσεων και θα διευκόλυναν την σύναψη συμβάσεων αγοραπωλησίας των.
Στην αρχή λοιπόν οι τράπεζες και τα χρηματιστήρια λειτούργησαν εποικοδομητικά στην απελευθέρωση των παραγωγικών δυνάμεων, ως δορυφόροι υποστήριξης της πρωτογενούς παραγωγικής οικονομίας.
Στη συνέχεια οι δορυφόροι αυτονομήθηκαν.
Η υποστηρικτική λειτουργία μεταλλάχθηκε σε κερδοσκοπικό αυτοσκοπό.
Το διαθέσιμο πραγματικό προϊόν έπαψε να έχει σημασία.
Τα χρηματιστήρια πλέον έφθασαν να διαπραγματεύονται ποσότητες, υπερπολλαπλάσιες της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής (οι γνωστές ως φούσκες). Παράλληλα οι τράπεζες μετεξελίχθηκαν από αρωγούς των επιχειρήσεων στην παραγωγή πλούτου σε ανήμερα θηρία συγκέντρωσης του πλούτου, στραγγαλίζοντας έτσι αντί να ζωογονούν την παραγωγή.
Αυτή η στρεβλή εξέλιξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος, που ξέφυγε από τον αρχικό του προορισμό κατέστησε αρχικά τις τράπεζες τροχοπέδη της παραγωγής και της περαιτέρω οικονομικής ανάπτυξης και στη συνέχεια φορείς δηλητηριασμού της παγκόσμιας οικονομίας.

Σήμερα όλοι αποδέχονται ότι από τις τράπεζες ξεκίνησε το ντόμινο της κρίσης, όπως και όλοι συμφωνούν ότι για την καταπολέμηση της ύφεσης απαιτείται η στήριξη της πραγματικής οικονομίας.
Όπως όμως ήτανε δύσκολο στους φεουδάρχες να φαντασθούν ένα οικονομικό σύστημα χωρίς τσιφλίκια, έτσι μοιάζει να είναι δύσκολο στους σύγχρονους οικονομολόγους και πολιτικούς να φαντασθούν μια διακίνηση κεφαλαίων χωρίς τράπεζες.
Όλοι συμφωνούν ότι ο στόχος είναι να διοχετευθούν κρατικά χρήματα στον αγροτικό και βιομηχανικό τομέα, στον μικρομεσαίο επαγγελματία, στον μικρομεσαίο καταναλωτή.Όλοι διαισθάνονται ότι ο δημιουργός του προβλήματος, οι τράπεζες, δεν είναι ο καταλληλότερος φορέας για τη λύση του.Όλοι δυσπιστούν για την ικανότητα των τραπεζικών στελεχών να συστρατευθούν στη διαχείριση μιας κρίσης με λογική δημοσίου συμφέροντος και όχι βουλιμικής τοκογλυφίας.
Παρόλα αυτά οι συζητήσεις και αντιδικίες εξαντλούνται σε δευτερεύοντα ζητήματα αν και πόσες τράπεζες θα συμμετάσχουν στη διακίνηση του δημόσιου πακτωλού χρημάτων, πώς θα διασφαλισθεί η διαφάνεια της διαδικασίας ή πώς θα λειτουργήσει αξιόπιστα ο κρατικός έλεγχος.
Έτσι αντί να γίνουν γρήγορες κινήσεις, που να στοχεύουν άμεσα στην καρδιά του προβλήματος, ο τόπος πελαγοδρομεί σε άγονες συσκέψεις και ανούσιες διαπραγματεύσεις με τους τραπεζίτες, η αγορά πνέει τα λοίσθια και οι πολίτες ανεξαρτήτως εισοδηματικής κλίμακας ή επαγγελματικού κλάδου οδηγούνται σε απόγνωση.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι ευνόητο ότι μπορεί η δημοκρατία να μην έχει ποτέ αδιέξοδα, αλλά πάντα υπάρχουν αδιέξοδες πολιτικές.
Και οι αδιέξοδες πολιτικές αργά η γρήγορα βάζουν στο περιθώριο κόμματα και πολιτικούς που τις υποστηρίζουν.
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του φετινού εορτασμού της επετείου της 28ης Οκτωβρίου. Για πρώτη φορά αντί στρατιωτικών και μαθητικών σχηματισμών παρήλασαν από άκρου σ’ άκρο της χώρας άνεργοι και φτωχοί εργαζόμενοι.
Μπορεί να έφεραν μαύρες σημαίες, αλλά αυτή τη φορά δεν ήταν αναρχικοί ή ποδοσφαιρόφιλοι ταραξίες. Ήσαν απλοί απεγνωσμένοι πολίτες, που ένοιωσαν πρώτοι στο πετσί τους τα δόντια του θηρίου της «ελεύθερης αγοράς».
Μέχρι τώρα είχαμε συνηθίσει σε οργανωμένες διαδηλώσεις, συντονιζόμενες από πολιτικά κόμματα ή έστω συνδικαλιστικούς φορείς με συγκεκριμένη εκάστοτε κομματική ταυτότητα.Αυτή τη φορά οι πολίτες κινήθηκαν αυθόρμητα και φάνηκε ότι παρέκαμψαν το σύνολο των κομματικών σχηματισμών, αιφνιδιάζοντας τα πολιτικά στελέχη, που βρέθηκαν σε προφανή αμηχανία.
Στοιχειώδες λοιπόν πολιτικό αισθητήριο υπαγορεύει την αποκρυπτογράφηση του μηνύματος αυτού του πρωτοφανούς γεγονότος.

Οι πολίτες απαιτούν από τους πολιτικούς να ανατρέψουν τις κατεστημένες λογικές, να υπερβούν τις παραδοσιακές νοοτροπίες, να επιδείξουν σύνεση, φαντασία και τόλμη.
Να πείσουν για τις καλές τους προθέσεις, αλλά κυρίως να προβάλλουν συγκροτημένο σχέδιο εξόδου από την κρίση με ρεαλιστική μεθοδικότητα δράσης.
Όποιος πολιτικός ή κόμμα μπορέσει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων θα καταφέρει να κερδίσει ηγετικό ρόλο.
Πρόκειται για μια πρωτοφανή οικονομική κρίση.
Χρειάζονται επομένως πρωτότυπες ριζοσπαστικές κινήσεις.
Σε ότι αφορά την αναθέρμανση της πραγματικής οικονομίας, απαιτείται η άμεση ταχεία διοχέτευση χρήματος στην αγορά.
Οι τράπεζες με την σημερινή τους δομή, οργάνωση και φιλοσοφία δεν αποτελούν αξιόπιστο εργαλείο.
Αν είναι έτσι η επιλογή είναι μονόδρομος για τους πολιτικούς:

Παρακάμψτε τις τράπεζες.

Το δημοκρατικό κράτος δεν έχει αδιέξοδα.
Διαθέτει δίκτυα, στελεχιακό δυναμικό και ανάλογους μηχανισμούς.
Ας αξιοποιήσει τις ΔΟΥ, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, την Αγροτική Τράπεζα, το ταμιευτήριο, τα ΕΛΤΑ,τα ταμεία των νομαρχιών και των δήμων.
Ας εξαγοράσει τράπεζες, αλλά γιατί όχι ας επιτάξει καταστήματα και ας επιστρατεύσει υπαλληλικό προσωπικό τραπεζών.

Αν οι πολιτικοί δεν καταφέρουν να κάνουν την αναγκαία υπέρβαση εντός των ορίων του συστήματος παρακάμπτοντας τις τράπεζες, που όπως προεκτέθηκε έχουν ξεφύγει από τον αρχικό τους προορισμό, τότε κινδυνεύουν να παρακαμφθούν οι ίδιοι μαζί με το σύστημα από τους πολίτες.
Και τότε αντί να σφραγίσουν με την παρουσία τους την ιστορική εξέλιξη, όπως ενδεχομένως ονειρεύονται, θα απομείνουν να παρακολουθούν αμήχανοι την ιστορία, που θα τους προσπεράσει αδιάφορη.
Στην καλύτερη περίπτωση σαν ανεμοστρόβιλος και στην χειρότερη περίπτωση σαν οδοστρωτήρας.

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2008

Η Νέα Δημοκρατία διαγράφηκε από τον κ. Τατούλη

Σε αντίθεση με την κρατούσα δημοσιογραφική άποψη, όσο περισσότερο παρακολουθώ την υπόθεση αυτή, τόσο περισσότερο καταλήγω στο συμπέρασμα ότι δεν είναι η Νέα Δημοκρατία, που διέγραψε τον κ. Τατούλη, αλλά μάλλον ο συμπαθής βουλευτής διέγραψε το πρώην κόμμα του.
Οι λόγος είναι πολύ απλός.
Για να τον απλοποιήσουμε ακόμη περισσότερο ας ξεκινήσουμε με το ορισμό της διαγραφής.
Τί εστί πολιτική διαγραφή;
Κατά την ταπεινή μας γνώμη διαγραφή εστί ενέργεια τιμωρητικού χαρακτήρα, που συνίσταται στην αποπομπή πολιτικού προσώπου με στόχο την πολιτική απαξίωσή του.
Συνήθεις συνέπειες της αποπομπής είναι η θλίψη του διαγραφομένου, η μεταμέλεια του, η ικεσίες του για επάνοδο και η δυνατότητα του διαγράφοντος να επιδείξει μεγαλοψυχία διά της παροχής συγγνώμης. (π.χ οι προηγούμενες διαγραφές του κ. Δαϊλάκη κ.λ.π)


Σύμφωνα με αυτόν τον αυτοσχέδιο ορισμό η διαγραφή είναι ενέργεια και σαν τέτοια νοείται ως εκούσια ανάληψη πρωτοβουλίας από τον διαγράφοντα, όχι σαν ακούσια παθητική αντανάκλαση που προκλήθηκε από τις ενέργειες του διαγραφέντος.
Στην περίπτωσή μας όμως αυτός, που έδειξε πραγματικά σοβαρή ενεργητικότητα με πληθώρα πολιτικών ενεργειών δεν είναι ο κ. Πρωθυπουργός αλλά ο κ. Τατούλης. Αυτός επί σειρά μηνών προέβη σε διάφορες πρωτοβουλίες πολιτικής σημασίας, ενώ αντίθετα η Νέα Δημοκρατία τηρούσε παθητική στάση και παρακολουθούσε με αμηχανία τις σχεδόν καθημερινές επικριτικές επιθέσεις του. Και όπως προκύπτει και από τις δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου, αλλά και από τα επιχειρήματα όλων των υπολοίπων κομματικών παραγόντων, για τον Πρωθυπουργό η διαγραφή ήταν μονόδρομος και υπαγορεύθηκε από το εις βάρος του κατηγορητήριο, που εκτόξευσε ο κ. Τατούλης.
Άρα δεν ενήργησε με δική του πρωτοβουλία, αλλά απλά σύρθηκε ακουσίως σε μια ανακλαστική κίνηση.
Ο κ. Τατούλης λοιπόν ενήργησε ενώ ο κ. Καραμανλής απλώς αντέδρασε φυσιολογικά.
Για παράδειγμα όταν ζεστάνουμε μια κατσαρόλα σούπα επί ένα χρονικό διάστημα, κάποια στιγμή η σούπα θα αρχίσει να βράζει και να κάνει μπουρμπουλίθρες.
Όλοι θα συμφωνήσουν ότι ο βρασμός δημιουργήθηκε από την πηγή θερμότητας και όχι από τις μπουρμπουλήθρες


Ας πάμε όμως παρακάτω.
Είχε άραγε χαρακτήρα τιμωρίας η «διαγραφή» για τον κ. Τατούλη;
Προφανώς όχι, αφού όλοι αντιλαμβάνονται ότι ο άνθρωπος δεν προκάλεσε απλώς αλλά στην κυριολεξία επεδίωξε την διαγραφή του. Δεν χρειάζεται να είσαι βαρύγδουπος πολιτικός αναλυτής για να διακρίνεις ότι το όλο σκηνικό στήθηκε από τον φερόμενο ως διαγραφέντα, σε χρόνο που αυτός αποκλειστικά επέλεξε και προφανώς αποτελεί ένα επεισόδιο που εξυπηρετεί ένα ευρύτερο προσωπικό του σχεδιασμό.
Αν επομένως κάποιος τιμωρείται (ή στην καλύτερη περίπτωση αυτοτιμωρείται) αυτός είναι μάλλον ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, που εγκλωβίζεται στην ισορροπία τρόμου των 151 βουλευτών. Τι μεγαλύτερη τιμωρία για ένα Πρωθυπουργό που στερείται πλέον κάθε δυνατότητας επιβολής των προσωπικών του επιθυμιών και αποφάσεων, αφού του λοιπού θα χρειάζεται την καλή θέληση ενός εκάστου των μελών της κοινοβουλευτικής του ομάδος;
Εξ άλλου αφού ο κ. Τατούλης ήταν αυτός, που κατ’ ουσίαν αποφάσισε την διάρρηξη των σχέσεών του με την Νέα Δημοκρατία προς χάριν δικών του πολιτικών σχεδιασμών και την σκηνοθέτησε με ιδιαίτερη πανηγυρικότητα συνεπικουρούντων των ΜΜΕ, προφανώς δεν πρόκειται για αποπομπή αλλά μάλλον για ηρωική έξοδο.
Μάλλον με βάση και τα λεγόμενά του αυτός απέπεμψε μετά βδελυγμίας το κόμμα και ιδίως τον αρχηγό του.

Όσο δε για το τελευταίο στοιχείο την πολιτική απαξίωση;
Ποιος μπορεί να υποστηρίξει με σοβαρότητα ότι το πολιτικό ειδικό βάρος του κ. Τατούλη θα επηρεασθεί έστω και κατ’ ελάχιστον επειδή δήθεν διεγράφη από την Νέα Δημοκρατία;
Αντίθετα η Νέα Δημοκρατία και ο αρχηγός της απαξιώνονται από τον φιλιππικό που εξαπέλυσε ο κ. Τατούλης, από την αποδυνάμωση της κοινοβουλευτικής ομάδας, από τις φυγόκεντρες δυνάμεις που ενθαρρύνονται.

Και αναφορικά με τις συνήθεις συνέπειες των διαγραφών; Πλήρης αναστροφή.
Ούτε θλιμένος φάνηκε ο κ. Τατούλης, ούτε μετανοημένος.
Και προφανώς δεν προτίθεται να παρακαλέσει να τον συγχωρήσουν, ώστε να δώσει την ευκαιρία της επίδειξης μεγαλοψυχίας στον αρχηγό.
Αντίθετα αυτοί, που φαίνονται να θλίβονται βαθύτατα και πιθανότατα μετανοούν μετά από ωριμότερη σκέψη είναι μάλλον ο κ. Καραμανλής και ο κ. Ζαγορίτης.
Ας μη μας διαφεύγει ότι ο δεύτερος μεγάλος χαμένος από αυτή την υπόθεση μετά τον Πρωθυπουργό είναι ο κ. Ζαγορίτης, ο οποίος είναι πλέον γραμματέας ενός ουσιαστικά αποστεωμένου κόμματος, αφού όλη η δύναμη εξουσίας έχει πλέον μεταφερθεί στην κοινοβουλευτική ομάδα και μάλιστα σε ένα έκαστο των βουλευτών. Είναι απόλυτα βέβαιο ότι η πολιτική ισχύς κάθε κόμματος και συνακόλουθα του γραμματέα του εξελίσσεται αντιστρόφως ανάλογα από την ισχύ της αντίστοιχης κοινοβουλευτικής ομάδας και των βουλευτών της. (Τουλάχιστον καθ' όσον αφορά τις εσωκομματικές ισοροπίες).


Έτσι εξηγείται γιατί αυτοί κατόπιν εορτής εκλιπαρούν τον κ. Τατούλη να παραιτηθεί από το βουλευτικό του αξίωμα και να επιδείξει την μεγαλοψυχία να τους προσφέρει την βουλευτική του έδρα.
Φρούδες ελπίδες και όνειρα φθινοπωρινής νυκτός.
Διότι ο κ. Τατούλης δεν θα αποποιηθεί ποτέ μιας ιδιότητας, που προσδίδει στις κατά τα άλλα ρηχές πολιτικές δραστηριότητές του μεγαλύτερη επικοινωνιακή αξία, άρα η διατήρησή της διευκολύνει τους πολιτικούς του σχεδιασμούς.



Με αυτή την ευκαιρία ας επιχειρήσουμε μια γενικότερη και κατά το μάλλον ή ήττον σοβαρότερη προσέγγιση.

Η Νέα Δημοκρατία έχει εισέλθει εδώ και αρκετό καιρό σε κρίση ηγεσίας.
Είναι εμφανές ότι όλοι πλέον ενδιαφέρονται για την μετακαραμανλική εποχή και έχουν αποδυθεί σε ένα ξέφρενο αγώνα μεταξύ τους. Είναι χαρακτηριστικές οι επιθέσεις των εκπροσώπων της λαϊκής δεξιάς εναντίον των φιλελευθέρων ή των «μεσαιοδεξιών» και τούμπαλιν.
Η οικονομική κρίση θα προσθέσει στην κρίση ηγεσίας και κρίση ταυτότητας.
Η κρίση ταυτότητας πιθανότατα δεν θα περιορισθεί μόνο στην κυβερνώσα παράταξη…
Η περίπτωση Τατούλη αποτελεί σύμπτωμα αυτής της ταραγμένης συγκυρίας.
Ο κ. Τατούλης ορθώς διαισθάνθηκε ότι η Νέα Δημοκρατία οδηγείται σε αδιέξοδο, αλλά δυστυχώς γι αυτόν ματαιοπονεί ονειρευόμενος διέξοδο στο «μεσαίο χώρο» μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ.
Η προϊούσα οικονομική εξαθλίωση των πολιτών θα επιφέρει έντονη ριζοσπαστικοποίησή τους, που θα τους στρέψει αναπότρεπτα σε όλο και αριστερότερες αναζητήσεις.

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2008

Ο Ομπάμα και ο ρόλος της προσωπικότητας στην ιστορική εξέλιξη.

Πριν από ένα χρόνο λίγοι ήταν αυτοί, που επέτρεπαν στον εαυτό τους να ελπίζει ότι ο σχεδόν άγνωστος μαύρος γερουσιαστής θα μπορούσε να υπερνικήσει τις κατεστημένες δομές και νοοτροπίες μιας βαθιά συντηρητικής πολιτικο-οικονομικής οκταετίας.
Ακόμα λιγότεροι ήταν αυτοί, που πίστευαν ότι αυτός ο πολιτικός-Δαυΐδ με την σφεντόνα του συνθήματος για «αλλαγή» θα κατάφερνε να καταβάλλει τους πολιτικούς-Γολιάθ εντός και εκτός του κόμματός του.


Μπορεί στατιστικά στην ιστορία των ΗΠΑ οι Δημοκρατικοί πρόεδροι να διαδέχονται τους Ρεπουμπλικανούς και αντιστρόφως, όμως η οικογένεια Κλίντον φαινόταν αρχικά η καταλληλότερη για να αναλάβει την σκυτάλη από την οικογένεια Μπους.
Αυτό που δεν είχαν εγκαίρως αντιληφθεί οι περισσότεροι από τους πολιτικούς αναλυτές, ακόμη και οι περισσότεροι από τους ανά τον κόσμο συναδέλφους του ήταν ότι οι αντικειμενικές και υποκειμενικές συνθήκες, που διαμορφώνονταν σταδιακά τα τελευταία χρόνια, δεν θα επέτρεπαν μια σκυταλοδρομία για αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο.
Θα επέβαλλαν ένα άλμα επί κοντώ.


Το πρώτο θύμα της αδυναμίας να αφουγκρασθεί τα μηνύματα των καιρών και να ενσαρκώσει τα θελήματα της Αμερικανικής κοινωνίας ήταν η Χίλαρυ, που ξεκίνησε ως φαβορί και δεν κατάφερε να τερματίσει σε μια κούρσα, που άρχισε ως σύντομος περίπατος και κατέληξε ως ταινία θρίλερ μεγάλου μήκους.


Τραγική φιγούρα όμως αναδείχθηκε ο Ρεπουμπλικανός αντίπαλος κ. Μακέυν, που σύρθηκε σε μια ήττα ιστορικών διαστάσεων.
Η περίπτωσή του προσφέρεται για ακαδημαϊκή χρήση ως παράδειγμα του πώς οι ιστορικές συνθήκες μπορούν να συντρίψουν ανελέητα μια πολιτική προσωπικότητα, που δεν καταφέρνει να τις αντιληφθεί και να τις εκφράσει σε μια δεδομένη χρονική στιγμή.


Από την άλλη ο Μπάρακ Ομπάμα είναι ακριβώς κλασικό παράδειγμα μιας προσωπικότητας, που ενσαρκώνει τις αντικειμενικές και υποκειμενικές συνθήκες της συγκεκριμένης χρονικής συγκυρίας, καταφέρνει να τις εκφράσει, ανατροφοδοτείται από αυτές και αποκτά τελικά την δυνατότητα να παρέμβει στις κυρίαρχες αντιθέσεις και σε αυτή τη φάση να δώσει τουλάχιστον την γενική εντύπωση, ότι μπορεί να εφαρμόσει πολιτικές προοδευτικής επίλυσής τους.
Αυτή ακριβώς η λειτουργική παρέμβαση του Ομπάμα με τους λόγους και τις προτάσεις του σε μια σειρά από κύριες και δευτερεύουσες αντιθέσεις της Αμερικανικής κοινωνίας είναι αυτό που απλοϊκά διάφοροι δημοσιογράφοι και αναλυτές περιγράφουν ως γέφυρες του Ομπάμα στα χάσματα μεταξύ μαύρων και λευκών, πλούσιων και φτωχών κ.λ.π.


Εξ αιτίας της παγκοσμιότητας των οικονομικοπολιτικών αλληλεπιδράσεων οι αναχρονιστικές πολιτικές του απερχόμενου Προέδρου είχαν γεμίσει με αδιέξοδα τον πλανήτη βυθίζοντάς τον στην καλπάζουσα πλέον οικονομική ύφεση.
Για το λόγο αυτό η εκλογή του Ομπάμα απέκτησε αυτό το παγκόσμιο ενδιαφέρον και δημιούργησε τεράστιες προσδοκίες όχι μονάχα στις ΗΠΑ, αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ανάλογα των προσδοκιών λοιπόν είναι τα ερωτηματικά, που τίθενται σχετικά με τις πραγματικές δυνατότητες του Ομπάμα να ανατρέψει την ζοφερή πραγματικότητα, που παραλαμβάνει στο διεθνές στερέωμα.


Για να απαντήσουμε στα επί μέρους ζητήματα σκόπιμο είναι να προσδιορίσουμε, πιο ακριβώς είναι το χάρισμα αυτού του πανθομολογούμενου χαρισματικού ηγέτη.
Το πραγματικό του χάρισμα κατά την άποψή μας είναι αυτό, που λίγο πολύ περιγράψαμε παραπάνω. Η ικανότητά του να αντιλαμβάνεται τις δυνάμεις και τις δυνατότητες των ιστορικών συνθηκών, τις τάσεις και τις ροπές των οικονομικών και κοινωνικών αντιθέσεων και να προγραμματίζει ανάλογα τη δράση του επιχειρώντας να βοηθήσει στην προοδευτική τους εξέλιξη προς όφελος της χώρας του και της πλειοψηφίας των συμπολιτών του.


Δεν είναι θαυματοποιός αλλά είναι σίγουρα ένας ευφυής συνομιλητής με την ιστορία.


Αυτή και μόνη η εκλογή του με τις ελπίδες και τις προσδοκίες που αναπτερώνει, αποτελεί μια πρώτη αναγκαία εκτόνωση των εκρηκτικών κοινωνικών αντιθέσεων, που συσσωρεύτηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Η εκτόνωση όμως έχει πρόσκαιρα αποτελέσματα και δεν προσφέρει επαρκή λύση.
Αποτελεί ιστορική αναγκαιότητα για τον νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ να επιλύσει τα αδήριτα πολύπλευρα προβλήματα της αμερικανικής οικονομίας, που καθιστούν ούτως ή άλλως αδύνατη την διατήρηση του αμερικανικού imperium.


Θα πρέπει επομένως να θεωρείται βέβαιο ότι θα φροντίσει να περιορίσει τις στρατιωτικές δραστηριότητες των ΗΠΑ ανά τον πλανήτη. Όχι αναγκαστικά λόγω ιδεολογίας, αλλά διότι απλούστατα η οικονομική κατάσταση της Αμερικής το επιβάλλει.
Για τον ίδιο λόγο θα πρέπει να θεωρούνται απίθανες νέες στρατιωτικές επεμβάσεις μεγάλης κλίμακας στο Ιράν, τη Συρία ή όπου αλλού.
Αντίθετα η συντήρηση ενός στοιχειώδους ηγετικού ρόλου της κατ’ όνομα μόνον υπερδύναμης το πιθανότερο είναι να επιδιωχθεί μέσω της ήπιας διπλωματίας και των πρωτοβουλιών διαλόγου και καλής θελήσεως.

Παρόμοια η λογική της πράσινης ανάπτυξης και της περιβαλλοντικής προστασίας θα αντικαταστήσει την απερχόμενη πετρελαϊκή μονομανία.
Και τούτο διότι τεράστια οικονομικά συμφέροντα και αντίστοιχα λόμπυ, καταπιεσμένα τα προηγούμενα χρόνια, πιέζουν προς αυτήν την κατεύθυνση και προσφέρουν δυνατότητα ανάπτυξης πολυποίκιλων οικονομικών δραστηριοτήτων με διάχυση του παραχθησόμενου πλούτου σε ευρύτερα παραγωγικά στρώματα.
Αυτού του τύπου οι πολιτικές επιλογές του Ομπάμα εξηγούν τα μεγάλα ποσοστά, που απέσπασε όχι μόνο από τα χαμηλότερα στρώματα, αλλά και από τις πολύ υψηλές εισοδηματικά επαγγελματικές ομάδες.
Δόμηση κτιρίων στην κατεύθυνση εξοικονόμησης ενέργειας με παραγωγή και χρήση ανάλογων οικοδομικών υλικών , τεχνολογία και υλικά ανάπτυξης εναλλακτικών μορφών ενέργειας, χημική και λοιπή βιομηχανία υλικών ανακυκλώσιμων ή εύκολα διασπώμενων, αντίστοιχη πανεπιστημιακή έρευνα και υπηρεσίες προώθησης της οικολογικής φιλοσοφίας και διαπαιδαγώγησης των μαζών στην κατεύθυνση ανάπτυξης οικολογικής συνείδησης είναι τομείς, που θα έχουν την τιμητική τους.
Τομείς στους οποίους οι δημοκρατικοί έχουν ήδη προετοιμάσει σημαντική υποδομή μέσω της παγκόσμιας δράσης του πρώην υποψηφίου κ. Κέρυ και σίγουρα θα αποτελέσουν σημείο επικοινωνίας του νέου Προέδρου με τις προοδευτικές δυνάμεις και προσωπικότητες του πλανήτη.
Εν πάση περιπτώσει ο νέος Πρόεδρος θα πρέπει να δράσει άμεσα σε ότι αφορά κυρίως την οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας του διότι η τραγικότητα της κατάστασης δεν αφήνει περιθώρια για ολιγωρία.
Όσο εξ άλλου μεγαλύτερες είναι οι προσδοκίες, που έχει δημιουργήσει τόσο μικρότερη θα είναι η περίοδος χάριτος, που θα του προσφερθεί.

Ανεξάρτητα πάντως από το πόσο καθένας πιστεύει στη δυνατότητα του Ομπάμα να υλοποιήσει τις υποσχέσεις του, ένα είναι βέβαιο.
Κάποιοι πανηγύρισαν ξέφρενα. Κάποιοι, εξέφρασαν συγκρατημένη αισιοδοξία. Κάποιοι διετύπωσαν επιφυλάξεις.
Όλοι όμως οι ανεξαιρέτως οι απλοί πολίτες σ’ ολόκληρο τον κόσμο τουλάχιστον αναστέναξαν με ανακούφιση στο άκουσμα της εκλογής του γιατί κανείς δεν μπορούσε να αντέξει την ιδέα μιας ακόμη ρεπουμπικανικής τετραετίας.

Τώρα όσο για τους πρωτοκλασάτους απανταχού της οικουμένης, προφανώς κάποιοι χάρηκαν, κάποιοι πικράθηκαν.
Άπαντες πάντως, στο αμέσως επόμενο διάστημα θα εκλιπαρούν για μια ακρόαση και οι τυχερότεροι θα συνωθούνται στον προθάλαμο του γραφείου του.

Ευφυέστεροι θα αποδειχθούν όσοι ανεξαρτήτως συναισθημάτων καταφέρουν να αφομοιώσουν το μάθημα και ακολουθήσουν το παράδειγμά του στην διαχείριση των κατά τόπους συνθηκών.
Διότι ανάλογες ιστορικές συνθήκες επικρατούν παντού και κάθε επίδοξος ηγέτης έχει την ευκαιρία να αναδειχθεί σε Μακέυν ή Ομπάμα.
Ο νοών νοείτω διότι οι καιροί ου μενετοί…



Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008

Οικονομική κρίση αλα Ελληνικά...

Ερώτηση:
Πόσο στενόμυαλος πρέπει να είναι κανείς ως οικονομολόγος για να πιστεύει ότι μπορεί να αντιμετωπίσει την παρούσα κρίση με αυξομειώσεις επιτοκίων;
Απάντηση:
Ακριβώς όσο κοντόφθαλμος πρέπει να είναι κανείς ως πολιτικός για να πιστεύει ότι μπορεί να αντιμετωπίσει την επερχόμενη ύφεση με γενναία ενίσχυση της κερδοφορίας των τραπεζών.


Δεν έχει περάσει καλά-καλά ένας μήνας, που γνωστοί και μη εξαιρετέοι πολιτικοί διαβεβαίωναν τον Ελληνικό λαό ότι η χώρα διαθέτει θωρακισμένη οικονομία και οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν κανένα πρόβλημα.
Σήμερα αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι δηλώνουν ότι η χώρα απειλείται σοβαρά από μια οικονομική κρίση μεγάλης εντάσεως και μακράς διάρκειας και χρειάζεται να θυσιάσουν 28 δις ευρώ για να σώσουν όλες ανεξαιρέτως τις τράπεζες.
Χωρίς να υποτιμούμε το προσωπικό δράμα αυτών των ανθρώπων, που αναγκάζονται σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα να διαψεύδουν δημοσίως εαυτούς και αλλήλους με τόσο άκομψο τρόπο, δεν μπορούμε να μην αναρωτηθούμε: Ποια είναι πράγματι η αλήθεια; Ποια είναι η μπλόφα; Πότε εν πάση περιπτώσει αυτοί οι δυστυχείς άνθρωποι ήξεραν τι ακριβώς έλεγαν; Τότε ή τώρα;
Τα ερωτήματα είναι μεν ρητορικά, έχουν όμως και μεγάλη πρακτική βαρύτητα.
Διότι όλοι γνωρίζουν ότι στην οικονομία πέραν των πραγματικών μεγεθών μεγάλη σημασία στην διαμόρφωση των τάσεων και των εξελίξεων διαδραματίζει η ψυχολογία της αγοράς.
Και προφανώς οι παλινωδίες και οι αυτοδιαψεύσεις κάνουν ζημιά, όπως και το να υποστηρίζεις στα λόγια ότι οι τράπεζες δεν έχουν πρόβλημα, αλλά στην πράξη να φτιάχνεις ένα πρόγραμμα σωτηρίας μαμούθ για τράπεζες με ειδικές ανάγκες.
Ισχυρή είναι μια οικονομία όταν έχει χαμηλό δημόσιο έλλειμμα, γεμάτα δημόσια ταμεία, υψηλά ημερομίσθια, χαμηλό τιμάριθμο. Μια χώρα με δημόσιο χρέος στο όριο της πιστωτικής αναξιοπιστίας, άδεια ταμεία και ξεπουλημένα τα περιουσιακά της στοιχεία από τον ΟΤΕ μέχρι τα ολυμπιακά ακίνητα, με ημερομίσθια χαμηλότερα και τιμές καταναλωτή υψηλότερες από το μέσο ευρωπαϊκό όρο, είναι οικονομικά παντελώς ανοχύρωτη.
Ουδείς λοιπόν αμφιβάλλει ότι τα περί θωρακισμένης οικονομίας ήταν ένα κρύο ανέκδοτο. Γι αυτό που ενδεχομένως μπορεί να υπάρξουν επιφυλάξεις είναι αν ο Πρωθυπουργός τα έλεγε επειδή τα πίστευε ή επειδή κάποιοι επικοινωνιολόγοι του τα είχαν υπαγορεύσει.

Όσο για τις τράπεζες είναι επίσης προφανές ότι η γενική θεωρία του περασμένου μήνα ότι δεν είχαν πρόβλημα ήταν ανακριβής, όπως αναληθής είναι και η γενίκευση ότι όλες ανεξαιρέτως έχουν ανάγκη κρατικής υποστήριξης.
Κατ’ αρχήν όλες ανεξαιρέτως οι τράπεζες στα προηγούμενα χρόνια και πολλές από αυτές και πρόσφατα ανακοίνωσαν τεράστια κέρδη. Κατά συνέπεια οφείλουν λογικά να έχουν αποθησαυρίσει σημαντικό πλούτο, ικανό για να αυτοχρηματοδοτήσουν τις ανάγκες τους για αρκετό επόμενο χρονικό διάστημα. Αν δεν το έχουν πράξει αυτό σημαίνει ότι κάποιοι καρπώθηκαν αυτά τα χρήματα.
Επειδή οι τράπεζες είναι ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι ιδιώτες ιδιοκτήτες τους ας φροντίσουν να βρούν τι έγιναν τα λεφτά και να δώσουν και την ενδεδειγμένη λύση.
Αν δεν μπορούν να το κάνουν τότε και αυτοί και οι διοικήσεις αυτών των τραπεζών θα πρέπει να υποστούν της συνέπειες της εμπορικής, αστικής και ποινικής νομοθεσίας.

Στη συνέχεια αν πρέπει το κράτος να διασώσει κάποιες από αυτές, τότε ο φορολογούμενος πολίτης ως νέος ιδιοκτήτης θα πρέπει να ενημερωθεί πλήρως για την πραγματική οικονομική τους θέση και βεβαίως η διοίκηση αυτών των συγκεκριμένων τραπεζών θα πρέπει να περιέλθει στο δημόσιο.
Αυτά υπαγορεύονται από την απλή λογική αλλά και από τους κανόνες της σύγχρονης αστικής δημοκρατίας σε όλο το εύρος των οικονομικό-πολιτικών συστημάτων από τον άκρατο φιλελευθερισμό ως την πλέον κοινωνιστική σοσιαλδημοκρατία.
Οποιοδήποτε άλλο μοντέλο σαν αυτό που προτείνει η κυβέρνηση ξεφεύγει από την έννοια της στήριξης του χρηματοπιστωτικού συστήματος και διολισθαίνει σε σενάριο διασπάθισης δημόσιου πλούτου προς οικονομική εξυπηρέτηση ολίγων ημετέρων χρυσοκάνθαρων.

Όσο για την δήθεν άρνηση ορισμένων τραπεζών να ενταχθούν στο «πρόγραμμα», εντάσσεται και αυτή στην επικοινωνιακή σαχλαμαρόσουπα, που επιμένουν να μας ταΐζουν.
Ο στόχος είναι προφανής.
Η κυβέρνηση θα υποστηρίξει ότι η αντίδραση των τραπεζών αποδεικνύει ότι πρόκειται για ένα αυστηρό πρόγραμμα, που έχει σχεδιασθεί με γνώμονα το συμφέρον των μικρών δανειοληπτών και όχι των τραπεζών.
Η τράπεζες από την πλευρά τους ασκούν πιέσεις ώστε και οι ελάχιστες δικλείδες ασφάλειας που προτείνονται να απαλειφθούν ώστε να επιδοθούν τελικά σε ένα ασύδοτο φαγοπότι.
Στο τέλος Κυβέρνηση και Τραπεζίτες θα βρούν μια «συμβιβαστική λύση», ώστε οι τράπεζες να μας «κάνουν τη χάρη» και να ενταχθούν στο πρόγραμμα για να «σωθούν οι μικρομεσαίοι δανειολήπτες».
Αιδώς Αργείοι…
Ήδη τα εξωνημένα δημοσιογραφικά παπαγαλάκια προσπαθούν να μεταθέσουν το θέμα από την αντιλαϊκή ουσία του εγχειρήματος στην δήθεν αναγκαιότητα συμμετοχής των τραπεζών προς δήθεν διάσωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Ο σοσιαλίζων φιλελεύθερος κ. Σαρκοζί και ο φιλελευθερίζων σοσιαλδημοκράτης κ. Μπράουν συμφώνησαν «χέρι-χέρι» να λάβουν μέτρα, που να καλύπτουν όλους τους παράγοντες της οικονομίας.
Έτσι όπως είδαμε το γαλλικό πακέτο στήριξης προέβλεψε την «μερίδα του λέοντος» για τις τράπεζες (40 δις ευρώ), την «μερίδα της αλεπούς» για τις επιχειρήσεις (22 δις ευρώ) και την «μερίδα του σπουργιτιού» για τους εργαζόμενους (προς το παρόν μόλις 250 εκ. ευρώ).
Αν αναλογισθούμε την αναλογία μεγεθών μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδος τότε θα αντιληφθούμε ότι το ποσό των 28 δις δεν είναι απλά η μερίδα του λέοντος.
Είναι ολόκληρη η κατσαρόλα.
Και επομένως είναι φυσιολογικό, που η κυβέρνηση δεν διαθέτει ούτε ένα ξεροκόμματο για τον αγροτικό, τον βιομηχανικό, τον επιχειρηματικό τομέα. Ούτε ένα ψίχουλο για τους εργαζόμενους, τους ανέργους, τους συνταξιούχους.

Και ας σταματήσει επιτέλους η καραμέλα ότι "τα 28 δις δεν είναι χρήματα, είναι ομόλογα".
Είναι αξιόγραφα, που οι τράπεζες θα εξαργυρώσουν παίρνοντας δάνεια ζεστού-καυτού χρήματος. Δάνεια, που αργά ή γρήγορα το Ελληνικό δημόσιο πιθανότατα να κληθεί να αποπληρώσει.
Εν πάση δε περιπτώσει τα ομόλογα αυτά θα μπορούσαν μια χαρά να χρησιμοποιηθούν από το ίδιο το κράτος για να εξεύρει χρήματα, που να χρησιμοποιηθούν για δημόσιες επενδύσεις, για δημιουργία θέσεων εργασίας, για μείωση των έμμεσων φόρων, για ενίσχυση των μικρομεσαίων εισοδημάτων.
Γιατί όχι και για άμεση δανειοδότηση του αγροτικού τομέα, του βιομηχανικού τομέα, των πάσης φύσεως μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Το κράτος διαθέτει το κατάλληλο δίκτυο και τους κατάλληλους μηχανισμούς.
Για ποιο λόγο θα πρέπει να διοχετευθούν τα χρήματα μέσω ενός αποτυχημένου μεσάζοντα, όπως οι τράπεζες, που στο πρόσφατο παρελθόν αποδείχθηκαν και ληστρικές και ανίκανες;
Και εν πάση περιπτώσει αν σώνει και καλά το σύστημα χρειάζεται κάποιες τράπεζες ως μεσάζοντες μεταξύ κράτους και πολιτών για την διοχέτευση του δημόσιου χρήματος, όπως προσπαθούν να μας πείσουν, πάλι δεν υπάρχει πρόβλημα.
Ας αφήσει η κυβέρνηση επιτέλους κάποιες τράπεζες να απαξιωθούν και ας τις αγοράσει για ένα κομμάτι ψωμί.
Όπως ακριβώς ταιριάζει στο σύστημα της ελεύθερης αγοράς.
Όπως ακριβώς έγινε με τον ΟΤΕ. Όπως ακριβώς γίνεται με την Ολυμπιακή…
Νομίζω;…