Παρασκευή 27 Ιουνίου 2008

ΠΑΣΟΚ: Η κενότητα της ενότητας και η διάσταση της διάσπασης.

Η εξέλιξη της ηλεκτρονικής αποτελεί αναμφίβολα ένα τεράστιο μοχλό ανάπτυξης για την ανθρωπότητα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν προέκυψαν σοβαρές παρενέργειες για το ανθρώπινο είδος.
Επί παραδείγματι μέχρι την εφεύρεση των ηλεκτρονικών αριθμομηχανών (κομπιουτεράκι) ο άνθρωπος είχε τη δυνατότητα να κάνει με το μυαλό του πολλούς και κατά περίπτωση πολύπλοκους μαθηματικούς υπολογισμούς.
Η σημερινή γενιά δυσκολεύεται να εκτελέσει ακόμη και προσθέσεις με μονοψήφιους αριθμούς χωρίς να χρησιμοποιήσει κομπιούτερ.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τους πολιτικούς.
Οι παλαιοί πολιτικοί για να διακριθούν όφειλαν να έχουν ανεπτυγμένη πολιτική διαίσθηση. Να διαθέτουν το λεγόμενο πολιτικό αισθητήριο.
Η ευρεία ανάπτυξη των δημοσκοπήσεων έχει αποστερήσει τους νεώτερους από αυτό το ταλέντο.
Το αποτέλεσμα είναι ότι βρίσκονται πολύ συχνά σε απόλυτη διάσταση με τη λαϊκή βούληση.
Ας δούμε για παράδειγμα τι συμβαίνει με το Σκοπιανό. Το 80% των Ελλήνων δεν θέλει όνομα, που να περιέχει τη λέξη Μακεδονία ή παράγωγά του. Στην πλειοψηφία τους όμως οι πολιτικοί έχουν ήδη αποδεχθεί το Μακεδονία και συζητάνε περί του γεωγραφικού ή του χρονικού επιθετικού προσδιορισμού.
Παρομοίως στο θέμα της Τουρκίας.
Περίπου ουδείς Έλληνας επιθυμεί την είσοδο της Τουρκίας στην ΕΕ.
Αντιθέτως η πλειοψηφία των πολιτικών δηλώνουν ένθερμοι υποστηρικτές της ένταξης.
Η ίδια περίπου εικόνα με την Συνθήκη της Λισσαβόνας και πάει λέγοντας.
Κάτι ανάλογο φαίνεται πως συμβαίνει με τα «πρωτοκλασάτα» στελέχη του ΠΑΣΟΚ.
Για παράδειγμα η αποστασιοποίηση του κ. Σημίτη κατέληξε να προσλάβει τα χαρακτηριστικά ενός απόλυτου πολιτικού φιάσκου.
Ο Ελληνικός λαός εδώ και χρόνια επιθυμεί να διαπιστώσει την ουσιαστική διαφοροποίηση του ΠΑΣΟΚ από συγκεκριμένες αντιλήψεις και πρακτικές.
Η ιδεολογική ή πολιτική αντιπαράθεση θα ήταν επομένως κατανοητή και ευπρόσδεκτη από τους πολίτες.
Σαν τέτοια θα μπορούσαν να αντιληφθούν προφανώς μια διαμάχη για το αν πρέπει ή όχι το ΠΑΣΟΚ να συναινέσει στην κύρωση της συνθήκης. Μια τέτοια αντίθεση θα ήταν ευνόητη για όλους και ευπρόσδεκτη για πολλούς.
Αντ’ αυτού ζήσαμε μια ανούσια ανταλλαγή αντεγκλήσεων του στυλ «εγώ και ο μπαμπάς σου» ο ένας και «για πρόσεξε σε ποιόν μιλάς» ο άλλος.
Προφανώς και οι δύο πολιτικοί άνδρες κάτι προσπάθησαν να σηματοδοτήσουν. Το μόνο πού πέτυχαν ήταν να κάνουν μια τρύπα στο νερό, δίνοντας την εντύπωση ότι δεν κατάφεραν να βγούν έξω από τον προσωπικό τους μικρόκοσμο.
Εξ’ ίσου αποκομμένοι από το λαϊκό ένστικτο βρίσκονται εδώ και πολύ καιρό όσοι επιμένουν να διακηρύττουν το μεγαλείο της ενότητας του ΠΑΣΟΚ υποτιμώντας την νοημοσύνη εαυτών και αλλήλων.
Διότι ο μέσος ψηφοφόρος διαισθάνεται ότι η ενότητα ούτε υπαρκτή, ούτε επιτεύξιμη είναι.
Ο μέσης αντίληψης πολιτικός οφείλει να καταλαβαίνει ότι η ενότητα προϋποθέτει κοινή ιδεολογική πλατφόρμα, κοινά συμφέροντα και κοινούς στόχους.
Ο κόσμος λοιπόν τόχει τούμπανο και εμείς κρυφό καμάρι.
Κι ο τελευταίος κάτοικος αυτής της χώρας έχει αντιληφθεί ότι στο ΠΑΣΟΚ υπάρχει αγεφύρωτο ιδεολογικό χάσμα. Ότι υπάρχουν σκληρά αντικρουόμενα προσωπικά συμφέροντα. Ότι πολλών οι ατομικοί στόχοι δεν συμβαδίζουν με τον κεντρικό στόχο του κόμματος.
Ενώ λοιπόν ο λαός διαισθάνεται ξεκάθαρα ότι η ενότητα αποτελεί λέξη κενή περιεχομένου και αναμένει κινήσεις, που να σηματοδοτούν την ιδεολογική καθαρότητα , την αταλάντευτη πολιτική στόχευση και τη συλλογικότητα, ο συνήθης πρωτοκλασσάτος περιορίζεται σε κούφιους βερμπαλισμούς.
Την ίδια στιγμή λειτουργεί φραξιονιστικά, υπονομευτικά, ατομιστικά.
Στερείται δηλαδή του στοιχειώδους πολιτικού αισθητηρίου για να κατανοήσει ότι ο σημερινός ψηφοφόρος αηδιάζει από την υποκρισία. Απαιτεί τουλάχιστον αυθεντικότητα και ειλικρίνεια.
Πόση ειλικρίνεια όμως υπάρχει όταν χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για την ενότητα και την ίδια στιγμή :
Ο ένας λέει με αθώο ύφος ότι κανείς δεν αμφισβητεί τον Πρόεδρο αλλά αν μετά από έξι μήνες δεν έχουν αλλάξει τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων θα υπάρχει πρόβλημα.
Ο άλλος δήθεν αδιάφορα επισημαίνει ότι ο πήχης για το ΠΑΣΟΚ στις επερχόμενες ευρωεκλογές είναι το εκλογικό ποσοστό των προηγούμενων.
Ο τρίτος ενώ το κόμμα του βρίσκεται στη δύνη ενός πολυεθνικού οικονομικού σκανδάλου, αισθάνεται την ανάγκη να δώσει συνέντευξη μια μέρα πριν από την προγραμματισμένη συνέντευξη τύπου του Προέδρου, ο οποίος συμπτωματικά έχει προαναγγείλει ότι θα αναπτύξει την επίσημη θέση και τις συγκροτημένες προτάσεις του κόμματος για αυτό το θέμα.
Προφανώς κανένας δεν ενδιαφέρεται για την ενότητα και απλώς όλοι την υμνολογούν για το θεαθήναι.
Επειδή στερούμενοι πολιτικού αισθητηρίου πιστεύουν εσφαλμένα ότι η ενότητα αποτελεί επιθυμία της λαϊκής βάσης. Πλανώνται όμως πλάνη οικτρά.
Διότι στην πραγματικότητα ο λαός δεν θέλει την ενότητα για την ενότητα. Τους καρπούς της ενότητας λαχταράει:
Την καθαρή ιδεολογική ταυτότητα. Την αταλάντευτη πολιτική στόχευση. Τον ενιαίο πολιτικό λόγο. Τη συλλογικότητα στις αποφάσεις και στις δράσεις.
Αντ’ αυτού παρακολουθεί διάφορους πικραμένους καρεκλοθύρες να επιδίδονται σε λαϊκίστικη «ενοτητολαγνεία», ενώ στην πράξη συναγωνίζονται σε υπονομευτικές και διασπαστικές ανδραγαθίες.
Το ίδιο περίπου ισχύει και με τα περί διάσπασης ξόρκια.
Διότι όταν σε ένα κόμμα από την μια υπάρχει ο αρχηγός και από την άλλη οι καπεταναίοι.
Όταν ο αρχηγός έχει την επιτελική ομάδα του πρωϊνού καφέ και οι καπεταναίοι την επιτελική ομάδα της βραδινής ταβέρνας.
Όταν ο αρχηγός κάνει πανηγυρικές αποπομπές και οι καπεταναίοι «διαρρέουν μέσω κύκλων τους», ότι διαφωνούν.
Όταν ο επίσημος εκπρόσωπος του κόμματος κάνει δηλώσεις στη Χαριλάου Τρικούπη και οι καπεταναίοι ή οι οιονεί εκπρόσωποί τους διαφοροποιούνται ευσχήμως μεν αλλά πάντως αισθητά από την κεντρική άποψη κάνοντας κόντρα δηλώσεις στα κανάλια και στα κυριακάτικα φύλα.
Όταν συμβαίνουν αυτά τα ευτράπελα σε καθημερινή βάση κάθε κοινός νούς αντιλαμβάνεται ότι η διάσπαση δεν αποτελεί επαπειλούμενο κίνδυνο.
Η διάσπαση αποτελεί υπαρκτό πραγματικό γεγονός.
Η διάσπαση όσο και αν λαϊκίστικα την εξορκίζουν οι αξιολύπητοι ψευτοεξορκιστές είναι ήδη παρούσα και εμφανέστατη στον αντικειμενικό παρατηρητή.
Το πότε θα δημοσιοποιηθεί πανηγυρικά είναι απλώς θέμα χρόνου και συγκυριών δευτερεύουσας σημασίας
.
Ο λαός γνωρίζει ότι οι αντίθετες γνώμες και οι πολιτικές αντιπαραθέσεις αποτελούν το οξυγόνο της σύνθεσης και της ενότητας. Γνωρίζει όμως εξ ίσου καλά ότι οι φράξιες αποτελούν βαρύτατη ασθένεια για οποιοδήποτε κόμμα. Ασθένεια, που εμφανίζεται ακριβώς με τα συμπτώματα, που περιγράψαμε παραπάνω.
Όταν οι φράξιες εκτός από αυτοτελή οργανωτική δομή και ειδικούς στόχους έχουν και σαφώς διάφορη ιδεολογικοπολιτική πλατφόρμα, τότε η ασθένεια είναι μη αναστρέψιμη.
Ο διχασμός είναι νομοτελειακός και το μέγεθος των διαστάσεων της διάσπασης είναι μαθηματικώς ευθέως ανάλογο με το χρόνο παραμονής και λειτουργίας της φράξιας μέσα στο άρρωστο κόμμα.
Το αστείο στην όλη υπόθεση είναι ότι οι φραξιονιστές δεν είναι κάποια συνηθισμένη αριστερίστικη σέχτα, που βαρέθηκε την μοναξιά και την υγρασία της γιάφκας και έβαλε πλώρη να αποκτήσει ευήλια πολυτελή γραφεία και τη σφραγίδα ενός μαζικότερου κόμματος.
Εδώ αυτό που διακαώς θέλουν οι φραξιονιζόμενοι είναι η κατάκτηση της εξουσίας. Και επειδή ακριβώς τους λείπει το πολιτικό αισθητήριο αδυνατούν να αντιληφθούν ότι με την πρακτική τους απομακρύνουν σταθερά τον εαυτό τους ακριβώς από αυτό τον τελικό τους στόχο.
Πρόκειται επομένως για μνημειώδη πολιτική αβελτηρία.
Και δεν αντιλαμβάνονται οι άφρονες ότι ο λαός συμπεριφέρεται σαν τον Κλέαρχο.
Όπως διασώζει ο Θουκυδίδης «όστις τω Κλεάρχω εδόκει βλακεύειν έπαισεν αν».
Με απλά λόγια ο Κλέαρχος συνήθιζε να δίνει σφαλιάρες σ’ όποιον έκρινε ότι κάνει βλακείες.
Και ως γνωστό ο σύγχρονος ψηφοφόρος σφαλιαρίζει με τη μέθοδο της εκλογικής απαξίωσης.

Παρασκευή 20 Ιουνίου 2008

ΙΡΛΑΝΔΙΑ: Κούκος Ανοίξεως προαγγελτικός

Πίσω έχει η Ιρλανδία …την ουρά είχαμε γράψει στο υστερόγραφο προηγούμενης ανάρτησής μας, υπονοώντας το Ιρλανδικό δημοψήφισμα και μετά από 24 ώρες η πραγματικότητα επιβεβαίωσε την «δυσοίωνη» πρόβλεψή μας.
Πρόβλεψη η οποία οπωσδήποτε δεν ήταν μόνο δική μας.
Τουλάχιστον άλλοι τρείς Ευρωπαίοι «οραματιστές» οι κκ Μπαρόζο, Σαρκοζί και Μέρκελ πρέπει να είχαν δει το προηγούμενο βράδυ το ίδιο εφιαλτικό όνειρο, αφού σαν έτοιμοι από καιρό έσπευσαν αμέσως μετά την ανακοίνωση των «θλιβερών» αποτελεσμάτων να κάνουν διαγγέλματα παρηγοριάς.
«Η διαδικασία ψήφισης της Συνθήκης της Λισσαβόνας θα πρέπει να συνεχισθεί. Ήδη 18 χώρες έχουν κυρώσει (κοινοβουλευτικά) την συνθήκη…».
«Παρηγοριά στον άρρωστο μέχρι να βγει η ψυχή του…».
Πράγματι και οι υπόλοιπες χώρες αναμένεται να την επικυρώσουν κοινοβουλευτικά χωρίς άλλα απρόοπτα και θα καταλήξουμε αισίως σε ένα συγκεντρωτικό αποτέλεσμα 25 προς 1.
Αυτό υπαινίσσονται οι τρείς Ευρωπαίοι πρωτομάστορες προσπαθώντας μάταια να παρηγορήσουν εαυτούς και αλλήλους.
Δεν παύει όμως η Ιρλανδία να έχει κόψει ανεπανόρθωτα την Ευρωπαϊκή μαγιονέζα.
Διότι όλοι καλώς γνωρίζουν ότι το θέμα δεν είναι αριθμητικό, είναι πολιτικό.
Δεν είναι ποσοτικό είναι ποιοτικό.
Με βάση την αριθμητική προσέγγιση του κ. Μπαρόζο η συντριπτική πλειοψηφία των Ευρωπαϊκών κρατών επικύρωσε την συνθήκη.
Με βάση όμως την ρεαλιστική πολιτική αξιολόγηση του προχθεσινού αποτελέσματος της Ιρλανδίας τρεις στους τρεις λαούς της Ευρώπης, που τους δόθηκε η δυνατότητα να αποφασίσουν μέσω δημοψηφισμάτων καταδίκασαν την πολιτική, που ακολουθούν οι Ευρωπαίοι ηγέτες.
Το σχέδιο μετά την εμπειρία της Γαλλίας και της Ολλανδίας ήταν εξαιρετικά απλό.
Κάποιοι ακριβοπληρωμένοι τεχνοκράτες κατασκευάζουν ένα εξαιρετικά στρυφνό κείμενο συνθήκης, δομημένο με τρόπο, που ελάχιστοι να βρούν το κουράγιο να το διαβάσουν κι απ’ αυτούς ακόμα πιο λίγοι να μπορούν να το καταλάβουν.
Κατόπιν αναλαμβάνουν οι κυβερνήσεις των κρατών μελών να το επικυρώσουν με συνοπτικές κοινοβουλευτικές διαδικασίες και «ούτε γάτα ούτε ζημιά».
Τόσο απλό.
Τόσο απλά σχέδια όμως δεν μπορούν πάντα να λύσουν τόσο περίπλοκα προβλήματα.
Διότι το πρόβλημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ότι εδώ και πολλά χρόνια παρουσιάζει σοβαρή υπαρξιακή παθογένεια.
Δεν κατάφερε ποτέ να συντονίσει κοινές Ευρωπαϊκές δράσεις σε κοινά Ευρωπαϊκά οράματα. Αντίθετα παρέμεινε αυστηρά παζάρι συμψηφισμού σκληρά αντιμαχόμενων συμφερόντων.
Η ηγετική διοικητική της νομενκλατούρα είναι κατ’ ουσίαν διορισμένοι τεχνοκράτες.
Δείχνουν να ενδιαφέρονται πρωτίστως για την διατήρηση των μηχανισμών, που τους συντηρούν στις καρέκλες τους.
Φαίνονται να έχουν μοναδικό μέλημα τη «βελτίωση» ψυχρών οικονομικών δεικτών.
Όχι τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ευρωπαίων πολιτών.
Έτσι ο Ευρωπαίος πολίτης δεν είναι απλά απογοητευμένος από τα αρνητικά γι αυτόν αποτελέσματα της μέχρι σήμερα Ευρωπαϊκής πορείας.
Είναι πλέον εξαιρετικά καχύποπτος για τις συνέπειες της λεγόμενης «Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
Η οικονομική κρίση ήταν φυσικό να επιδεινώσει την κατάσταση.
Οι Ιρλανδοί είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν την δυσαρέσκεια και την δυσπιστία τους μέσω του δημοψηφίσματος.
Οι φορτηγατζήδες, οι αλιείς, οι αγρότες, που διαδήλωσαν στις Βρυξέλλες, έδωσαν μια πρόγευση στους Ευρωπαίους ηγέτες για το τι είναι διατεθειμένοι να κάνουν οι υπόλοιποι λαοί, που δεν είχαν την ευκαιρία να εκφρασθούν μέσω δημοψηφισμάτων περί της συνθήκης της Λισσαβόνας.
Γι αυτό η άποψη να συνεχισθεί η διαδικασία επικύρωσης σαν να μη συμβαίνει τίποτα είναι μη ρεαλιστική.
Πολλώ μάλλον η άποψη να τιμωρηθεί η Ιρλανδία ή να προχωρήσουμε σε Ευρώπη «δύο ταχυτήτων είναι επικίνδυνα αφελής.
Όσοι γραφειοκράτες την υποστηρίζουν δεν έχουν καταλάβει ή αρνούνται πεισματικά να παραδεχθούν ότι η Ευρώπη ανέκαθεν οικονομικά υπήρξε όχι μόνο δύο αλλά πολλών ταχυτήτων.
Πολιτικά δε εδώ και κάμποσα χρόνια έχει γίνει η Ευρώπη των δύο διαφορετικών κόσμων για να μη πούμε των δύο διαφορετικών πλανητών.
Διότι είναι αβίαστα προφανές ότι σε άλλο κόσμο ζουν οι λαοί και σε άλλο κόσμο οι κυβερνητικές αλλά και οι περισσότερες κομματικές ηγεσίες.
Όσο για την γραφειοκρατική διοικητική νομενκλατούρα των Βρυξελλών; Αυτή πια φαίνεται από άλλο πλανήτη.
Η Ευρωπαϊκή ένωση έχει εισέλθει στην εποχή των ισχνών αγελάδων.
Σε τέτοιου είδους εποχές οι λαοί γίνονται περισσότερο «ανήσυχοι» και «γκρινιάρηδες».
Είναι επομένως περισσότερο ρεαλιστικό και απείρως χρησιμότερο για την συντήρηση της Ευρωπαϊκής συνοχής η περίπτωση της Ιρλανδίας να μη θεωρηθεί ως ένα μεμονωμένο περιστασιακό γεγονός.
Είναι ένας κρίκος στην αλυσίδα των δημοψηφισμάτων της Γαλλίας και της Ολλανδίας, των εξεγέρσεων των «προαστίων», των τρακτέρ και των φορτηγών των Βρυξελλών.
Είναι ένα ακόμη σύμπτωμα μιας χρόνιας και εκτεταμένης οικονομικής, πολιτικής και θεσμικής κρίσης.
Σηματοδοτεί γλαφυρά το τέλος μιας εποχής, όπου οι λαοί της Ευρώπης αρνούνται πλέον κατηγορηματικά να προσφέρουν άλλες λευκές επιταγές στη διοικούσα Ευρωπαϊκή ελίτ.
Όσο γρηγορότερα το αντιληφθούν αυτό οι Ευρωπαίοι πολιτικοί τόσο το καλύτερο για όλους.
Είναι προς το συμφέρον όλων ανεξαρτήτως πολιτικής αποχρώσεως να κινηθούν στην κατεύθυνση της πλατιάς ενημέρωσης και της διευκόλυνσης συμμετοχής των Ευρωπαίων πολιτών στις αποφάσεις, που τους αφορούν.
Αυτό είναι το ξεκάθαρο μήνυμα του Ιρλανδικού δημοψηφίσματος.
Μπορεί ο κ. Μπαρόζο να πιστεύει ότι «ένας κούκος δεν μπορεί να φέρει την άνοιξη».
Συνήθως όμως καλώς ή κακώς ένας κούκος μπορεί μια χαρά να την προαναγγείλει…
Ούτως ή άλλως η επέλευση της ανοίξεως είναι αναπόφευκτη φυσική συνέπεια ουδόλως εξαρτώμενη από το τραγούδι του κούκου.
Οι φρόνιμοι όμως των γεωργών συνηθίζουν να αφουγκράζονται το κελάηδημά του...
Ομοίως και η νέα εποχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ιστορική νομοτέλεια ουδόλως εξαρτώμενη από το Ιρλανδικό δημοψήφισμα.
Οι οξυδερκείς όμως πολιτικοί οφείλουν να συλλάβουν το μήνυμα του...

Ο νοών νοείτω και ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω...

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2008

Ο Βοσκός και οι Λύκοι

Υπάρχει μια λαϊκή παροιμία, που λέει ότι "ο Λύκος έχει τον σβέρκο του χοντρό γιατί κάνει τη δουλειά του μόνος του».
Δεν ξέρω τι ακριβώς είχε στο μυαλό του όταν διατύπωνε αυτή την ρήτρα ο λαϊκός θυμόσοφος, όμως είναι βέβαιο ότι ο λύκος δεν είναι τόσο μοναχικό ζώο.
Αντίθετα είναι ζώο, που συνηθίζει να ζει σε αγέλες.
Και όχι μόνο να ζεί αλλά και να επιδίδεται σε ομαδικό κυνήγι.
Επειδή δε είναι από τα ευφυέστερα ζώα που κυκλοφορούν (τουλάχιστον στην Ελλάδα) δεν κυνηγάει ποτέ στην τύχη, αλλά πάντα μελετημένα με συγκεκριμένη στόχευση και σχέδιο δράσης.
Πριν από κάμποσο καιρό (σε μια δεδομένη συγκυρία) είχαμε διηγηθεί σε διασκευή το γνωστό μύθο του Αισώπου για το βοσκό, που συνήθιζε να φωνάζει στα ψέματα «Λύκος στα πρόβατα» με αποτέλεσμα όταν πραγματικά φάνηκαν οι λύκοι να μη προστρέξει κανένας χωριανός σε βοήθειά του.
Σήμερα θα διηγηθούμε ένα άλλο μύθο με βοσκούς και λύκους, αλλά αυτή τη φορά δικής μας επινόησης.
«Μια φορά και ένα καιρό ήταν ένας βοσκός, που είχε ένα μεγάλο κοπάδι με γίδια και με πρόβατα, κριάρια και τραγιά.
Ήτανε καλόβουλος άνθρωπος. Φρόντιζε όσο μπορούσε το κοπάδι.
Προσπαθούσε να εφαρμόσει μοντέρνες συνταγές κτηνοτροφίας:
Μεγάλη ελευθερία στα γιδοπρόβατα, χαλαρή συμπεριφορά στα κοπρόσκυλα του, κατάργηση του φράκτη στο μαντρί και άλλα τοιαύτα.
Με τους άλλους τσοπαναραίους ήταν ιδιαίτερα ευγενικός. Για μερικούς μάλιστα έτρεφε ελπίδες στενότερης συνεργασίας, γιατί είχε στόχο να γίνει κάποτε ο αρχιτσέλιγγας της περιοχής, ώστε να κάνει πράξη τα όραμά του να βγάλει εκείνο το τόπο από τη μιζέρια, όπου τον είχε οδηγήσει ο εν ενεργεία τσέλιγγας.
Προϋπόθεση βέβαια ήταν να μεγαλώσει το κοπάδι του και να το κάνει πρότυπο σ’ εκείνα τα μέρη, γιατί ως γνωστό τσέλιγγας με αποδεκατισμένο κοπάδι δε γίνεται.
Πάλευε λοιπόν ο φουκαράς νύχτα μέρα. Έλιωνε με τις ντουζίνες τα γουρνοτσάρουχα οργώνοντας τα βουνά και τα λαγκάδια, αλλά προκοπή δε γινότανε.
Τα τραγιά και τα κριάρια κουντράγανε όλη μέρα μεταξύ τους και πρόγκαγαν τα γιδοπρόβατα, που δεν ήξεραν κατά πού να φύγουνε για να βρουν την ησυχία τους.
Συχνά απελπισμένα έριχναν μαύρη πέτρα πίσω τους και αναζητούσαν στέγη σε ξένο μαντρί.
Γίδια της προσκολήσεως από άλλα κοπάδια κουβαλούσαν διάφορες ασθένειες.
Τα μαντρόσκυλα χαλαρά, άπειρα, ανεκπαίδευτα και ράθυμα δεν μπορούσαν να οργανώσουν το κοπάδι.
Και το χειρότερο έτσι ανοργάνωτο και ξέφραγο, που ήταν το μαντρί κινδύνευε ανά πάσα στιγμή να δεχθεί επίθεση από τους λύκους, μερικοί από τους οποίους μάλιστα είχανε φορέσει προβιές και γιδοτόμαρα και μπαινόβγαιναν ανενόχλητοι.
Ο βοσκός μας βέβαια ήτανε καλόβολος άνθρωπος, αλλά κουτός δεν ήτανε.
Κάτι είχε μυριστεί, αλλά δεν ήθελε να ξεσηκώσει και τον κόσμο στο πόδι γιατί φοβότανε μήπως αυτό προγκίξει περισσότερο τα πρόβατα.
Σκεφτότανε λοιπόν να στήσει καρτέρι, να καταφέρει να ξεμοναχιάσει κάποια στιγμή ένα λύκο και να τον τιμωρήσει παραδειγματικά. Έτσι σκεφτότανε θα έδειχνε σ’ όλους πόσο επιδέξιος και αποφασιστικός τσοπάνος ήτανε και παράλληλα θα τρόμαζε τους υπόλοιπους λύκους και θα τους έκανε να απογοητευθούν ή να απομακρυνθούν οριστικά από το κοπάδι του. Και τότε το μαντρί του θα γινότανε πόλος έλξης για τα γιδοπρόβατα της περιοχής και οι άλλοι τσοπαναραίοι θα αναγκάζονταν να παραδεκτούν αργά ή γρήγορα την πρωτοκαθεδρία του.
Το σχέδιο καλό.
Έλα όμως , που οι λύκοι, πανέξυπνα αγρίμια, την ψυλλιάστηκαν τη δουλειά.
Διαλέξανε λοιπόν μεταξύ τους ένα γερόλυκο, που έτσι κι αλλιώς τούχανε πέσει τα δόντια και τον στείλανε ίσια καταπάνω στο τσοπάνο από τη δεξιά πλευρά του κοπαδιού. Ο τσοπάνος που θεώρησε την επίθεση καλή ευκαιρία να δείξει τη δύναμή του απέναντι σ’ ένα μοναχικό ξεδοντιασμένο λύκο, μάζεψε τα σκυλιά και τουφεκώντας κι αλαλάζοντας πήρε το λύκο στο κατόπι.
Κάποτε μετά από κάμποση καταδίωξη κατάφερε να ζυγώσει το λύκο. Καλόψυχος όμως όπως ήταν αρκέστηκε μόνο να του κόψει ένα αυτί για ενθύμιο.
Όσο όμως ο βοσκός μας κυνηγούσε τον άχρηστο λύκο, οι υπόλοιποι λύκοι έκαναν πάρτι στο μαντρί και όταν γύρισε ο τσοπάνος είχανε ξαναβάλει τις προβιές και λούφαξαν για να περιμένουν την κατάλληλη ευκαιρία, που θα κατασπάραζαν πλέον το ίδιο το τσοπάνο μαζί με τα άχρηστα τσοπανόσκυλά του.
Το αποτέλεσμα ήτανε ότι κάποια στιγμή οι πονηροί λύκοι αφού αποδεκάτισαν σιγά σιγά από τα μέσα το κοπάδι έγιναν απόλυτοι άρχοντες σ΄έκεινα τα βουνά.
Ακόμα και ο γερόλυκος κρατάει μέχρι σήμερα την κοιλιά του από τα γέλια γιατί ως γνωστό ούτε η γίδα αλλά πολλώ μάλλον ούτε ο λύκος κουτσαίνουνε από το αυτί.
Επιμύθιον:
Είναι ανώφελο να κυνηγάς μοναχικούς ξεδοντιασμένους γερόλυκους, που έχουν την αποκοτιά να βγουν στο ξέφωτο.
Αντίθετα σε τέτοιες περιπτώσεις η μαγκιά του τσοπάνου είναι να τα βάλει με τους νεαρούς λύκους και ιδιαίτερα με αυτούς, που ντυμένοι με προβιά λουφάζουν και καιροφυλακτούν μέσα στη στάνη

Πέμπτη 12 Ιουνίου 2008

Η Συμφωνία της Λισσαβόνας και η αθλιότητα του πολιτικού μας συστήματος

Τα δημοψηφίσματα δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Χρειάζονται έντιμους πολιτικούς. Ανεξάρτητη και συγκροτημένη δημοσιογραφία και λαούς με πολιτική ωριμότητα.
Όσο λιγότερο ισχύουν αυτές οι προϋποθέσεις τόσο συχνότερα γίνεται η διαχείριση πολιτικών θεμάτων μεγάλου βεληνεκούς ερήμην των λαϊκών μαζών.
Αν μάλιστα ο λαός αντιμετωπίζει σκληρά προβλήματα καθημερινότητας, και ο δημοσιογραφικός κόσμος πρόθυμα πελαγοδρομεί σε αναλύσεις υπαρξιακών προβλημάτων ομοφυλοφίλων και εξιχνιάσεις εγκλημάτων με ιδιαίτερο σεξουαλικό υπόβαθρο, τότε παρέχεται ανοικτό το πεδίο για χειρισμό θεμάτων, που θα σφραγίσουν το μέλλον της χώρας για πολλές δεκαετίες με όρους και διαδικασίες διαπροσωπικών διεθνών κοινωνικών επαφών.
Πριν από μερικά χρόνια η Ευρώπη «απέφυγε» την εφαρμογή του Ευρωσυντάγματος εξ αιτίας της αρνητικής στάσης των Γάλλων (29.5.2005) και των Ολλανδών (1.6.2005) , που κατά λάθος κλήθηκαν τότε να αποφασίσουν μέσω σχετικού δημοψηφίσματος.
Οι γενικότερες σφυγμομετρήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση έδειξαν βεβαίως, ότι οι περισσότεροι λαοί της Ευρώπης έτρεφαν τα ίδια αισθήματα για το Ευρωσύνταγμα και είδαν με ανακούφιση την άρνηση των Γάλλων.
Έτσι η πρόταση του τότε Έλληνα πρωθυπουργού κ. Κ. Σημίτη για συγκρότηση επιτροπής ενημέρωσης των ευρωπαϊκών λαών περί της σημασίας του απορριφθέντος Ευρωσυντάγματος, κρίθηκε μάλλον αλυσιτελής.
Τα μεγάλα όνειρα για τη δημιουργία ενός μεγαλοπρεπούς Ευρωπαϊκού καταστατικού χάρτη εγκαταλείφθηκαν.
Κάθε ονειροπόλος βαρόνος ή ευπατρίδης της Ευρωπαϊκής σκηνής, στυλ Ζισκάρ ντ’ Εσταίν και Σημίτη αποστρατεύθηκε μετά πολλών επαίνων, και το χειρισμό του προβλήματος ανέλαβαν νεότεροι, ρεαλιστές και μοντέρνοι πολιτικοί, στυλ Μπαρόζο και συντροφία.
Αποτυχημένες πρακτικές του παρελθόντος, που οδήγησαν σε ναυάγιο εγκαταλείφθηκαν.
Η καταστατική ρύθμιση περιορίσθηκε στα θέματα συγκεκριμένου ενδιαφέροντος.
Απέβαλλε το επίσημο ένδυμα του «Ευροσυντάγματος» και πήρε το ταπεινό όνομα «συνθήκη».
Και αντί του δύσβατου δρόμου των δημοψηφισμάτων, επελέγη το ασφαλές μονοπάτι των εθνικών κοινοβουλίων.
Για λαούς μάλιστα «ανήσυχους», όπως ανέκαθεν θεωρείται ο ελληνικός, επελέγη η «πίσω πόρτα» της μεταμεσονύχτιας κοινοβουλευτικής συνεδρίασης.
Όμως έστω και με λιγότερες σελίδες, έστω και με «παρατσούκλι» η «Συνθήκη της Λισαβώνας» παραμένει (θεωρητικά τουλάχιστον) ένας μακροπρόθεσμος καταστατικός χάρτης, που θα επηρεάσει σημαντικά τις τύχες των Ευρωπαϊκών λαών στις επόμενες δεκαετίες.
Μόνο εξ αυτού του γεγονότος είναι ηλίου φαεινότερο ότι σε οποιαδήποτε αξιοπρεπή δημοκρατία η πλήρης και αναλυτική ενημέρωση των πολιτών για το ακριβές περιεχόμενο μιας τέτοιας συνθήκης θα εθεωρείτο αυτονόητη προϋπόθεση για την κύρωσή της.
Μας αφήνει σ’ αυτή τουλάχιστον τη φάση αδιάφορους το ζήτημα της ορθότητας ή της αρτιότητας του περιεχομένου της συνθήκης.
Μπορούμε να θεωρήσουμε δευτερεύον το ζήτημα του τρόπου με τον οποίο θα κυρωθεί. Η ψευτοδιλημματική φιλολογία περί δημοψηφίσματος αποτελεί επί του παρόντος ανούσια πολυτέλεια.
Εκείνο, που έχει για μας τεράστια σημασία είναι ότι σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος της χώρας απαξίωσε να ενημερώσει τους Έλληνες πολίτες για το περιεχόμενο αυτής της συνθήκης, τα πλεονεκτήματα ή τα μειονεκτήματα, τις αρνητικές ή τις θετικές της συνέπειες.

Αποτελεί λοιπόν απίστευτη αθλιότητα για το ελληνικό πολιτικό σύστημα ότι επιχειρείται η κύρωσή της με τρόπο όπου κανένας πολίτης αυτής της χώρας δεν έχει ιδέα για την «ταμπακέρα».

Και είναι ιδιαίτερα απογοητευτικό ότι κόμματα, τα οποία έχουν κάνει κεντρικό στοιχείο της επικοινωνιακής τους πολιτικής την απόλυτη πρόθεσή τους να «βγάλουν τους πολίτες στο προσκήνιο της πολιτικής», «να τους κάνουν ενεργούς πολίτες», να τους «καταστήσουν συμμέτοχους στις αποφάσεις», συνεργούν ασύστολα σε τέτοιου είδους πρακτικές παρασκηνιακής μεθοδολογίας.
Διότι είναι απολύτως βέβαιο ότι ακόμα και τα μέλη και τα στελέχη αυτών των κομμάτων δεν γνωρίζουν «γρυ» για αυτή τη συνθήκη, την ίδια ώρα που οι ηγεσίες τους αποφασίζουν ερήμην τους να συμμετέχουν σε μια παρωδία επικύρωσης.
Και δυστυχώς καμιά ηγεσία, κανενός κόμματος, δεν μπορεί να εξαιρεθεί της ευθύνης.
Η εκκωφαντική σιωπή τους όλο το προηγούμενο διάστημα και η παρουσία τους στη συγκεκριμένη συνεδρίαση της βουλής, τους καθιστά όλους συνυπεύθυνους.
Η κατ’ ιδίαν στάση τους ελάχιστη έχει σημασία. Το αν προτείνουν ή όχι δημοψήφισμα αποτελεί «πρόφαση εν αμαρτίαις». Το αν υπερψήφισαν ή καταψήφισαν έχει κάποια ποσοτική μόνο διαφορά.
Ποιοτικά η στάση τους είναι πανομοιότυπα απαξιοτική για τους ψηφοφόρους τους στο μέτρο, που συνειδητά επέλεξαν το δρόμο της «ερήμην (του λαού) διαδικασίας».
Υπ’ όψιν δε ότι μετά την κύρωση οποιεσδήποτε δηλώσεις, διαδηλώσεις ή άλλες για «το θεαθήναι τοις ανθρώποις» εκδηλώσεις ουδεμία αξία έχουν.
Αφού ως γνωστόν «μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου ουδέν λάθος αναγνωρίζεται».


Υ.Γ Πίσω έχει η Ιρλανδία …την ουρά.

Δευτέρα 9 Ιουνίου 2008



Μόλις πριν λίγα λεπτά λάβαμε αυτό το μήνυμα.
Το αναδημοσιεύουμε με την ελπίδα και την ευχή να βοηθήσουμε στην εύρεση του παιδιού.



Αυτό το μήνυμα προέρχεται από την Γαλλία. Βοηθήστε να κάνει τον γύρο του κόσμου. Πότε δεν ξέρεις…
Σας παρακαλώ κοιτάξτε την φωτογραφία, διαβάστε το μήνυμα της μητέρας της και στείλτε το μήνυμα αυτό σε όλες τις επαφές σας…
> >
Η κόρη μου 13 ετών, Ashley Flores, χάθηκε εδώ και δύο εβδομάδες. Εάν στείλετε αυτό το μήνυμα σε όλες τις επαφές σας μπορεί κάποιος να δει αυτό το μικρό κορίτσι. Έτσι ακριβώς συνέβη με το κοριτσάκι του Steven Point το οποίο βρέθηκε γυρνώντας την φωτογραφία της και στην τηλεόραση. Το Internet μπορεί όμως να στείλει αυτό το μήνυμα και πέρα από την θάλασσα, στη Νότια Αφρική, Καναδά κλπ.Σας παρακαλώ στείλτε αυτό το μήνυμα σε όλες τις επαφές σας!!
Με την βοήθεια του Θεού και με τον συναισθηματισμό όλων, η μικρή μου κορούλα θα βρεθεί.
Ζητάω από όλους, εκλιπαρώ όλους να στείλουν αυτό το μήνυμα σε όσο γίνεται περισσότερο κόσμο.
Δεν είναι ακόμη πολύ αργά…
ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΒΟΗΘΗΣΤΕ ΜΑΣ
Οποιοσδήποτε έχει κάποια πληροφορία, μπορεί να επικοινωνήσει μαζί μου:: HelpfindAshleyFlores@yahoo.com

Τετάρτη 4 Ιουνίου 2008

Ακρίβεια – «Να σε κάψω Γιάννη να σ’ αλείψω λάδι….»*

Ως εάν εξύπνησε από βαθύ λήθαργο η κυβέρνηση εμφανίζεται να τρέχει ασύντακτα, αλλά με πυρ ομαδόν, κατά του «εχθρού» της ακρίβειας.
Ξυπνητήρι ως συνήθως υπήρξαν πρόσφατα δημοσκοπικά ευρήματα, που εμφανίζουν το 71, 5% των ψηφοφόρων της ΝΔ και το 82,9% του ΠΑΣΟΚ να θεωρούν την ακρίβεια ως την μεγαλύτερη απειλή για το κυβερνών κόμμα.
Το γεγονός ότι η Κυβέρνηση χρειάσθηκε τη βοήθεια των δημοσκόπων για να καταλάβει καθυστερημένα κάτι που ο μέσος Έλληνας σε ποσοστό 80% συνειδητοποίησε μόνος του απλά και γρήγορα αποτελεί ζήτημα, που θα πρέπει να ανησυχήσει την ίδια και όχι μόνον.
Όμως «κάλλιο αργά παρά ποτέ».
Κρίνοντας από το μέγεθος του επικοινωνιακού μπαράζ με την επιστράτευση του κ. Αλογοσκούφη και του ιδίου του κ. Πρωθυπουργού,
αντιλαμβάνομαι ότι οι σφιγμομετρήσεις περιλαμβάνουν ενδεχομένως και άλλα άκρως ανησυχητικά στοιχεία, που δεν δημοσιοποιήθηκαν σε μας τους κοινούς θνητούς.
Η βραδύτητα αντίληψης των προβλημάτων και το τρέξιμο πίσω από τις δημοσκοπήσεις είναι ένα μειονέκτημα για αυτή την Κυβέρνηση, αλλά σίγουρα δεν είναι το μείζον.
Εν πάση περιπτώσει «καλώς τους κι ας αργήσανε»..
Το χειρότερο είναι η στρεβλή και συνήθως ελλιπής κατανόηση των πραγματικών γενεσιουργών αιτίων κάθε ανεπιθύμητου φαινομένου.
Φοβούμαι ότι και πάλι κάτι ανάλογο συμβαίνει.
Διότι ο μεν κ. Πρωθυπουργός απευθύνθηκε στον κ. Μπαρόζο για να περιληφθεί το θέμα στον κατάλογο ακαδημαϊκών συζητήσεων «μεταξύ τυρού και αχλαδίου» σε κάποιο μελλοντικό γεύμα εργασίας Ευρωπαίων αρχηγών. («Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι…»)
Ο κ. Αλογοσκούφης εξαντλείται σε ασαφή υποσχεσιολογία προς τους πεινασμένους («παρηγοριά στον άρρωστο μέχρι να βγει η ψυχή του…»)
Και ο ατυχής κ. Φώλιας εξακολουθεί με «άσφαιρα πυρά» να παλεύει απελπιστικά μόνος του με τα αδηφάγα θηρία της ζούγκλας της αγοράς.
Είναι λοιπόν προφανές ότι ούτε η ουσία ούτε η έκταση του προβλήματος έχει γίνει κατανοητή.
Η ακρίβεια δεν είναι απόλυτο πρωτογενές οικονομικό μέγεθος. Αντίθετα είναι σχετική έννοια που προκύπτει από συγκριτική αξιολογική εκτίμηση των τιμών καταναλωτή σε σχέση με το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα. Το πραγματικό μέτρο λοιπόν της ακρίβειας δεν είναι απλώς το επίπεδο των τιμών, αλλά κυρίως το επίπεδο της φτώχιας.
Ακριβό δεν είναι ένα προϊόν διότι έχει μια «υψηλή» τιμή αλλά κυρίως διότι το εισόδημα της πλειοψηφίας των καταναλωτών δεν επιτρέπει να το αποκτήσουν.
Όταν αυτό το προϊόν είναι είδος πολυτελείας η κυβέρνηση μπορεί να κοιμάται ήσυχη. Όταν μιλάμε για βασικό είδος διατροφής (ψωμί, γάλα, μακαρόνια) τότε «μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά … στην κάλπη πέφτει φούμο…».
Η ακρίβεια είναι αποτέλεσμα δομικών προβλημάτων της οικονομίας, κάποια εκ των οποίων μπορεί να είναι κοινά στην Ευρωπαϊκή αγορά, κάποια όμως άλλα είναι ολότελα δικά μας. Η τιμές του πετρελαίου για παράδειγμα είναι σίγουρα διεθνές φαινόμενο.
Το ότι όμως η χώρα μας έχει γίνει ένας ιδιότυπος παράδεισος των καρτέλ, της αισχροκέρδειας και των πάσης φύσεως οργανωμένων συμφερόντων αποτελεί δική μας παγκόσμια αποκλειστικότητα.
Ας μη λησμονούμε ότι οι ΗΠΑ, που αναμφίβολα αποτελεί το παγκόσμιο πρότυπο της ελεύθερης αγοράς, διαθέτουν παράλληλα το σκληρότερο νομοθετικό πλέγμα για την δίωξη των ολιγοπωλιακών πρακτικών.
Το ίδιο ισχύει σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες της ΕΕ.
Μόνο στην Ελλάδα το πιθανόν ελλιπές αλλά πάντως υπαρκτό νομικό πλαίσιο έχει περιέλθει σε απόλυτη αχρησία, με αποτέλεσμα ο ίδιος ο Πρωθυπουργός της χώρας να διαπιστώνει ασυδοσία στην αγορά.
Έτσι εξηγείται γιατί η ελληνική φέτα είναι ακριβότερη στα Τρίκαλα από ότι στο Βερολίνο.
Από την άλλη το πρόβλημα του Γάλλου ταξιτζή ενδεχομένως θα λυθεί όταν μειωθεί η διεθνής τιμή του πετρελαίου. Δεν θα συμβεί όμως τον ίδιο με τον Έλληνα συνάδελφό του, που ούτως ή άλλως δεν θα βρίσκει αρκετούς πελάτες επειδή το ταξί μετατρέπεται σταθερά σε είδος υπερβολικής πολυτέλειας.
Χρειάζονται λοιπόν μέτρα προς δύο τουλάχιστον κατευθύνσεις.
Πρώτον να αυξήσουν σταθερά και σε μόνιμη βάση το μέσο εισόδημα του Έλληνα καταναλωτή. Αυτό σημαίνει σταθερή δουλειά και αξιοπρεπή μεροκάματα.
Δεύτερον εξυγίανση της αγοράς, ώστε να λειτουργήσει πράγματι ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης. Απελευθέρωση της αγοράς δεν σημαίνει απλώς εξοβελισμό του κράτους, σημαίνει και εξολόθρευση των «τρωκτικών».

Το φαινόμενο λοιπόν της ακρίβειας δεν είναι ένα δαιμόνιο, που μπορεί να το εξορκίσει ο κ. Μπαρόζο.
Οι ασθενείς οικονομικά ομάδες του πληθυσμού δεν βρίσκονται σε πρόσκαιρη ταμιακή δυσχέρεια, ώστε να την αντιμετωπίσουν οριστικά οι ελεημοσύνες, που σχεδιάζει ο κ. Αλογοσκούφης.
Όσο για τον κ. Φώλια προφανώς ματαιοπονεί αν πιστεύει ότι θα μπορέσει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με την βοήθεια αυτών, που πρωτοστατούν στη δημιουργία του.
Κακά τα ψέματα αν αυτές οι απλές αλήθειες δεν μπορούν να γίνουν κατανοητές η παθογένεια του όλου συστήματος δεν θα αντιμετωπισθεί ουσιαστικά με ημίμετρα και επικοινωνιακές «ασπιρίνες».
Τα φώτα της δημοσιότητας μπορεί πρόσκαιρα να στραφούν κάπου αλλού. Ίσως στους «γάμους» των ομοφυλοφίλων.
Όμως η φτώχεια θα παραμένει εκεί. Η πείνα θα καραδοκεί. Η δυσπραγία θα είναι κακός σύμβουλος για τους εξαθλιωμένους.
Αυτοί που σήμερα κοιτούν μελαγχολικά τις εξαγγελίες των ολιγοπωλίων και των αλυσίδων για δήθεν εκπτώσεις και «πάγωμα των τιμών» μουρμουρίζοντας «να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι…», αύριο, όταν η ακρίβεια θα συνεχίζει τον ανήφορο, μπορεί να χάσουν την θυμόσοφη διάθεσή τους.



* Οι παροιμίες, που παραθέτουμε αποτελούν καλόπιστη προσφορά για τη σχετική συλλογή του κ.Πρωθυπουργού.
Μία από αυτές έχει διασκευαστεί δεόντως για τις ανάγκες του κειμένου.
Αποτελεί το κουίζ της ημέρας.
Βρείτε ποια από όλες και αποδείξτε την αγάπη σας στην λαϊκή σοφία.

Τρίτη 3 Ιουνίου 2008

Μαρτυριάρα EUROSTAT

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γιούροστατ για το 2006 το εργατικό ωρομίσθιο στην Ελλάδα ήταν 13,37 € έναντι 20,35 € στην ΕΕ, ενώ οι τιμές των τροφίμων των μήνα Απρίλιο 2008 παρουσίασαν αύξηση 7% σε σχέση με τον Απρίλιο του προηγούμενου έτους.
Είναι πράγματι απίστευτη η ικανότητα των αριθμών να γκρεμίζουν σαν χάρτινους πύργους και σε μια στιγμή ιδεολογήματα, που οικοδομήθηκαν με πολυετείς επίμοχθες προσπάθειες ταλαντούχων προπαγανδιστών.
Χρησιμοποιώντας την ορολογία, που πρόσφατα εισήγαγε στην πολιτική επιστήμη ο κ. Σουφλιάς μπορούμε να πούμε ότι δυο αριθμοί αξίζουν όσο δυο χιλιάδες «παπαρολογίες».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα δύο νουμεράκια που δημοσίευσε σήμερα η Γιούροστατ, που καταρρίπτουν με αφοπλιστική απλότητα όλες τις οικονομικές θεωρίες, που επικράτησαν στην πολιτική αγορά τα τελευταία χρόνια.
Ας θυμηθούμε λίγο τους ακρογωνιαίους λίθους θεωρητικής στήριξης της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής τα τελευταία χρόνια.
Θεωρία πρώτη: Για ισχυρή οικονομία απαιτείται επίτευξη ανταγωνιστικών προϊόντων. Γι’ αυτό χρειάζεται συμπίεση του εργατικού κόστους.
Επιστρατεύθηκαν και εφαρμόσθηκαν όλες οι σχετικές συνταγές. Αυξήσεις κάτω του πληθωρισμού, ελαστικά ωράρια, διευθέτηση του χρόνου εργασίας κ.λ.π.
Όπως επιβεβαιώνεται από τη Γιούροστατ ο στόχος για χαμηλά ημερομίσθια επιτεύχθηκε, αλλά ούτε η οικονομία ισχυροποιήθηκε, ούτε η ανταγωνιστικότητα των προϊόντων ενισχύθηκε αφού οι τιμές αντί να μειωθούν αυξήθηκαν και μάλιστα αλματωδώς.

Θεωρία δεύτερη: Ο αποτελεσματικότερος τρόπος για την συγκράτηση των τιμών είναι η πλήρης απελευθέρωση της αγοράς, που αυτορυθμίζεται βάσει του νόμου της προσφοράς και της ζήτησης.
Με βάση αυτή τη θεωρία η ελληνική αγορά γνώρισε τη μεγαλύτερη απελευθέρωση στην ιστορία της από της συγκροτήσεως του Ελληνικού Κράτους μέχρι σήμερα.
Να όμως οι σκληροί αριθμοί της ΕΕ όπου καταδεικνύουν ότι όσο πιο πολύ απελευθερώνεται η αγορά τόσο πιο πολύ ανεβαίνουν τελικά οι τιμές.

Τι να φταίει άραγε;
Μετά από 4,5 χρόνια αναζητήσεων και πειραματισμών ο κ. Πρωθυπουργός κατέληξε ότι «ελεύθερη αγορά δεν σημαίνει ασύδοτη αγορά».
Ως ατάκα για τα δελτία των οκτώ καλούτσικη ιδέα ακούγεται.
Αλλά από οικονομικής πλευράς μήπως μετά από κάμποσο διάστημα μας οδηγήσει σε νέο αδιέξοδο;
Διότι ο όρος αγορά περιλαμβάνει δύο υποκείμενα , τον πωλητή (έμπορο) και τον αγοραστή (καταναλωτή).
Όταν λοιπόν μιλάμε για ασύδοτη αγορά αποδίδουμε την ασυδοσία εξ ίσου και στους δύο.
Και αυτό είναι μέγα λάθος.
Προφανώς ασύδοτα συμπεριφέρονται οι μεσάζοντες, οι κερδοσκόποι, τα καρτέλ.
Όχι η κάθε απεγνωσμένη νοικοκυρά, ο μισθοσυντήρητος ή ο χαμηλοσυνταξιούχος, που επιβιώνει ελέω δημοσίων συσσιτίων και απορριμμάτων των λαϊκών αγορών.
Βέβαια κάποιοι οικονομικοί εγκέφαλοι, προσπαθούν να μας πείσουν ότι για τα χάλια της αγοράς φταίνε κυρίως οι απλοί πολίτες, που δήθεν δεν διαθέτουν καταναλωτική συνείδηση. Χαρακτηριστική περίπτωση διάσημος δοκησίσοφος των καναλιών, ο οποίος όταν πληροφορήθηκε ότι υπήρξε μεγάλη αύξηση της τιμής των εισιτηρίων για Ρόδο ανέκραξε:
«Οι ταξιδιώτες φταίνε, που δεν αφήνουν τον κ. εφοπλιστή να ταξιδεύει μόνος του»
Δε μας εξήγησε βέβαια πως θα εξυπηρετηθούν οι μόνιμοι κάτοικοι της Ρόδου. Κολυμπώντας ίσως…Η με αεροπλάνο; ( Μήπως να τρώμε αστακούς για να τιμωρήσουμε τους μανάβηδες, όταν αυξάνουν την τιμή στα φασόλια;)

Καλά θα κάνουν οι συμβουλάτορες του κ. Πρωθυπουργού να τον πληροφορήσουν για τις πραγματικές αιτίες του προβλήματος, που θα πάρει αναπότρεπτα εκρηκτικές διαστάσεις αν δεν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα προς την ορθή κατεύθυνση.
Γιατί όλα αυτά τα επικοινωνιακά ανέκδοτα, που ακούμε τελευταία είναι διασκεδαστικά μόνο για τους χορτάτους.
Τους πεινασμένους μάλλον τους εκνευρίζουν.
Και από ότι δείχνουν τα στατιστικά της Γιούροστατ κάποιοι μαθητευόμενοι μάγοι κατάφεραν το απίστευτο:
Είμαστε η χώρα με τα χαμηλότερα ημερομίσθια και τις υψηλότερες τιμές.
Μαγκιά…!!!
Το ερώτημα όμως είναι πόσοι θα επιβιώσουν μέχρι το φθινόπωρο για να χαρούν τις επόμενες στατιστικές;…

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2008

Εδώ καράβια χάνονται...

Ο λόγος για την συνταρακτική ιστορία με το «γάμο» των ομοφυλοφίλων.
Τα πανεπιστήμια στο πόδι, τα ματ στη ΔΕΗ, τα δηλητήρια (ηλιέλαιο και όχι μόνο) στο καθημερινό μας πιάτο, οι ληστές και οι κάθε λογής απατεώνες στο σεργιάνι, οι κερδοσκόποι αλωνίζουν, η ανέχεια και η δυσπραγία μόνιμος πλέον επισκέπτης σχεδόν σε κάθε μικρομεσαίο νοικοκυριό.
Και κάποιοι σαν να ζουν σε άλλο πλανήτη προσπαθούν να μας πείσουν ότι το μέγα πρόβλημα του έθνους είναι το πώς και το εάν θα παντρεύονται οι ομοφυλόφιλοι.
Μακριά από μας οι προκαταλήψεις και οι ακραίες συντηρητικές έως ρατσιστικές απόψεις, που κυκλοφορούν σε επίπεδο γραφικότητας σε διάφορες δημόσιες συζητήσεις τηλεοπτικές και μη.
Χάριν όμως μιας ψευτοπροοδευτικότητας δεν μπορούμε να εθελοτυφλούμε ή να αποδεχόμαστε τον βιασμό της κοινής λογικής.
Κατ’ αρχήν έχουν απόλυτο δίκαιο όσοι υποστηρίζουν ότι κάθε ενήλικος άνθρωπος έχει το δικαίωμα να διαθέτει το σώμα του κατ’ αρέσκεια και ουδείς νομιμοποιείται να κάνει το χωροφύλακα στις σεξουαλικές προτιμήσεις του άλλου, όταν αυτές εκδηλώνονται στο εσωτερικό κάποιας κρεβατοκάμαρας .
Και βεβαίως η όποια παραβατική συμπεριφορά, που σχετίζεται με την γενετήσια ορμή και περιγράφεται ως εγκληματική (αποπλάνηση, βιασμός, σεξουαλική παρενόχληση, παιδοφιλία κ.λ.π) θα πρέπει να διώκεται με όμοιο τρόπο ανεξαρτήτως των όποιων ιδιαιτεροτήτων του δράστη ή του θύματος.
Και βεβαίως καμιά ειδική μεταχείριση (θετική ή αρνητική) δεν επιτρέπεται να επιφυλάσσεται από μια πολιτεία στους πολίτες της με γνώμονα τις σεξουαλικές προτιμήσεις τους.
Όλα αυτά, και όσα άλλα παρόμοια θα μπορούσε να προσθέσει κανείς, είναι αυτονόητα για μια σύγχρονη, πολιτισμένη και ευνομούμενη πολιτεία.
Ας δούμε όμως και μερικά ακόμα ζητήματα, οι απαντήσεις στα οποία είτε θα έπρεπε να είναι εξ ίσου αυτονόητες είτε αποτελούν κοινά αλλά σκοπίμως αποσιωπούμενα μυστικά.
Έχουν δικαίωμα οι ομοφυλόφιλοι να συμβιώνουν;
Βεβαιότατα χωρίς την παραμικρή αμφιβολία.
Μπορούν να τελούν γάμο; Βεβαιότατα όχι.
Και αυτό όχι από λόγους θρησκοληψίας ή συντηρητισμού. Από κοινή απλή λογική.
Πέραν και προ πάσης θρησκευτικής, νομικής ή κοινωνικής ρύθμισης προϋπάρχουν δύο θεμελιώδεις φυσικοί νόμοι:
Ο νόμος της αυτοσυντήρησης(επιβίωσης) και ο νόμος της διαιώνισης των ειδών.
Καθ’ όσον αφορά το ανθρώπινο είδος αυτός ο νόμος της διαιώνισης προϋποθέτει αρσενικό και θηλυκό. Αυτόν λοιπόν τον φυσικό νόμο οι θρησκείες και οι κοινωνίες περιέβαλαν με τελετουργίες του γάμου σε όλες τις εποχές και σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Η απαίτηση επομένως των ομοφυλόφιλων να χρησιμοποιούν τις ίδιες τελετουργίες για την συγκλήρωση του βίου τους δεν έχει λογικό έρεισμα.
Μπορούν οι ομοφυλόφιλοι να κάνουν οικογένεια; Και σ’ αυτό το ερώτημα η λογική εννοιολογική απάντηση είναι αρνητική. Υπό στενή έννοια με απλά ελληνικά η οικογένεια προϋποθέτει δημιουργία και συντήρηση γένους. Δεν αρκεί μόνη η ύπαρξη οίκου. Άρα και πάλι χρειάζεται αρσενικό και θηλυκό.
Μπορούν οι ομοφυλόφιλοι να παντρεύονται ή να νυμφεύονται; Λογικά ναι.
Συγκεκριμένα οι μεν άρρενες μπορούν να παντρεύονται οι δε θύλεις να νυμφεύονται.
Η διαφορά είναι προφανής. Στον γάμο ο μεν άνδρας νυμφεύεται η δε γυναίκα (υ)πανδρεύεται. Στην ομοφυλοφιλική όμως συμβίωση προφανώς όταν πρόκειται για άρρενες και οι δύο παντρεύονται, ενώ όταν πρόκειται για γυναίκες και οι δύο νυμφεύονται.
Μπορεί η ομοφυλοφιλία παρ’όλα αυτά να αποτελεί φυσική και όχι επίκτητη ιδιότητα του ατόμου;
Το ερώτημα αυτό υπάρχουν αρμοδιότεροι εμού επιστήμονες να το απαντήσουν, αλλά ούτως ή άλλως μικρή αξία έχει στη δημόσια συζήτηση, για τον απλούστατο λόγο ότι η καταφατική του απάντηση δεν αποτελεί επαρκή λόγο θετικής αντιμετώπισης. Ας μη λησμονούμε ότι υπάρχουν σεξουαλικές ιδιαιτερότητες, που επιστημονικά θεωρούνται απολύτως βιολογικής προελεύσεως, αλλά αντιμετωπίζονται (δικαίως) ως αντικοινωνικές ή και εγκληματικές συμπεριφορές.
Το ορθό κριτήριο έγκειται μάλλον στο κατά πόσον η ασυδοσία στην ιδιαιτερότητα του ενός πλήττει την σεξουαλική ελευθερία του άλλου.
Υπήρχε ομοφυλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα; Και εδώ καλλίτερα να απαντήσουν αρμοδιότεροι επιστήμονες. Η απλή λογική πάντως υπαγορεύει ότι το φαινόμενο πρέπει να υπήρξε σε όλες της κοινωνίες και σε όλες τις εποχές, άρα και στην αρχαία Ελλάδα. Όμως και αυτή η ερώτηση μόνο ακαδημαϊκή αξία έχει διότι ήταν άλλοι καιροί και άλλα ήθη. Τότε υπήρχε π.χ και δουλεία. Μήπως θα πρέπει να υπάρχει και σήμερα;
Είναι στη σημερινή εποχή υπαρκτό φαινόμενο, που αφορά μια σημαντική μερίδα συμπολιτών μας και η κοινωνία θα πρέπει να το αντιμετωπίσει με απόλυτο σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια;
Αναμφίβολα ναι. Χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς παρωπίδες και χωρίς διακρίσεις κατά ή υπέρ των ομοφυλοφίλων.
Υποχρεούται η πολιτεία να ρυθμίσει τις συνέπειες, που απορρέουν από αυτό το υπαρκτό κοινωνικό φαινόμενο; Βεβαιότατα.
Οι ομοφυλόφιλοι πολίτες δικαιούνται να συμβιώνουν, να αποκτούν κοινή περιουσία, να κληρονομούν και να κληρονομούνται από τους συντρόφους τους. Δικαιούνται να γεννούν (συνεπεία ετεροφυλικής σχέσεως), να υιοθετούν και να ανατρέφουν παιδιά .
Δικαιούνται να έχουν όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, που σε μια πολιτισμένη κοινωνία αβίαστα προκύπτουν από την κοινή απόφαση δύο ανθρώπων να συμβιώσουν για μια περίοδο ή για το υπόλοιπο της ζωής τους σαν σύντροφοι κάτω από μια κοινή στέγη.
Όχι, όπως προαναφέραμε σαν κοινωνοί γάμου, αλλά αναμφίβολα ως σύζυγοι-συζευγμένοι οικεία βουλήσει στον κοινό ζυγό της κοινής συν(επι)βίωσης.
Επομένως η πολιτεία όπου υφίστανται νομοθετικά κενά οφείλει να τα καλύψει χωρίς να φοβάται το κακώς εννοούμενο πολιτικό κόστος.
Από την άλλη πλευρά κάποιοι «προοδευτικοί» δήμαρχοι, που διαγκωνίζονται ποιος πρώτος θα τελέσει «γάμο» ομοφυλοφίλων δεν προσφέρουν καλές υπηρεσίες ούτε στις τοπικές κοινωνίες, ούτε στους ίδιους τους ομοφυλόφιλους Είναι εξ’ άλλου κοινό μυστικό ότι τα κίνητρα κάποιων εξ αυτών δεν είναι ανιδιοτελή, αλλά μάλλον στενόμυαλα κερδοσκοπικά.
Ομοίως και οι συμπαθείς ομοφυλοφιλικές οργανώσεις με τις υπερβολές για γάμους και τα τοιαύτα δεν προσφέρουν καλές υπηρεσίες στα μέλη τους.
Σε μια εποχή όπου ο μέσος πολίτης συνθλίβεται από σωρεία σοβαρών καθημερινών προβλημάτων, δεν πρέπει ο ομοφυλόφιλος να εμφανίζει τον εαυτό του ως μέλος μιας ιδιότυπης συντεχνίας, που ενδιαφέρεται μόνο για τα προσωπικά του συμφέροντα.
Οι ομοφυλόφιλοι πέραν της φυσικής ιδιαιτερότητας είναι άστοχο να αυτοπροβάλλονται οι ίδιοι ως έχοντες και κοινωνικές ιδιαιτερότητες.
Οφείλουν επομένως ως ενεργοί πολίτες να συστρατεύονται σε κοινούς κοινωνικούς, εθνικούς, πολιτικούς στόχους.
Είναι λάθος την ώρα, που οι υπόλοιποι πολίτες ασχολούνται με την ακρίβεια, με την παιδεία, με τα διατροφικά σκάνδαλα, με το περιβάλλον ή ακόμα με το Σκοπιανό, αυτοί να προσφέρουν ευκαιρία στους καλοθελητές για να πετούν την μπάλα της δημοσιότητας στην εξέδρα.
Αν ζητούν ουσιαστική κάλυψη των τυχόν νομοθετικών κενών, εύκολα μπορούν να πετύχουν την κατανόηση και την συμπαράσταση των προοδευτικών πολιτών, που είναι και η συντριπτική πλειοψηφία σ’ αυτόν τον τόπο.
Αν επιδιώκουν ανούσιους εντυπωσιασμούς μέσω κενών περιεχομένου πανηγυρικών τελετουργιών, κινδυνεύουν να προκαλέσουν στον κάθε απλό πολίτη την αίσθηση της εγωπαθούς αδιαφορίας για τα κοινά.
Την εικόνα ότι καράβια χάνονται και βαρκούλες αρμενίζουν…
Και έτσι χωρίς ίσως να το καταλαβαίνουν διατρέχουν τον άμεσο κίνδυνο να θέσουν τον εαυτό τους στο περιθώριο της κοινωνίας, γεγονός εκ διαμέτρου αντίθετο με τους απολύτως θεμιτούς διαχρονικούς στόχους τους….

Κυριακή 1 Ιουνίου 2008

Τράβηγμα αυτιού στο ΣΥΡΙΖΑ. Εύφημο μνοία στο ΚΚΕ

Σε ιστορική μέρα πολιτικής ειλικρίνειας εξελίχθηκε η αγόρευση του κ. Πρωθυπουργού στη Βουλή στη συζήτηση για τα έκτροπα στα πανεπιστήμια.
Πέρα από την αναφορά του στην παροιμία «φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης» η οποία ισοδυναμεί με αφοπλιστικά ειλικρινή εξομολόγηση ότι θεωρεί τον εαυτό του ιδιοκτήτη του Ελληνικού κράτους, προέβη και σε μια ακόμη εξαιρετική αποκάλυψη.
Έπλεξε με συγκινητικό τρόπο το εγκώμιο του ΚΚΕ, το οποίο κατά τα λεγόμενά του είναι ένα σοβαρό κόμμα, που έχει ιδεολογική συγκρότηση και πολιτεύεται με συνέπεια μέσα στα πλαίσια της δεοντολογίας . Επομένως ως καλό αριστερό κόμμα θα πρέπει να αντιδιαστέλλεται από τις ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και από αρκετές συνιστώσες του κοινοβουλευτικού ΣΥΡΙΖΑ, που είναι η κακή αριστερά.
Ουδείς βεβαίως επικροτεί τον κακώς εννοούμενο ακτιβισμό, που εκτυλίσσεται τις τελευταίες ημέρες στα Πανεπιστήμια και είναι απορίας άξιο γιατί ο κ. Αλαβάνος και τα υπόλοιπα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγουν πεισματικά να προφέρουν την μαγική λέξη «καταδικάζουμε» τα έκτροπα, που μετά μανίας ζητούν να ακούσουν οι διάφοροι επικριτές τους. Ουδείς όμως επίσης μπορεί εύκολα να πειστεί ότι η πατρότητα για τις πρωτοφανείς βαρβαρότητες, όπως οι ανηλεείς ξυλοδαρμοί, ανήκει στην αριστερά και στο φοιτητικό κόσμο. Όπως επίσης και ο Υπουργός παιδείας με τις άκαιρες δηλώσεις, τις άστοχες πράξεις και τις παραλήψεις του δεν δικαιούται να θεωρεί τον εαυτό του άμοιρο των πολιτικών ευθυνών.
Όμως τα εύσημα του κ. Πρωθυπουργού προς το ΚΚΕ δεν παύουν να αποτελούν μνημειώδους ειλικρίνειας αποκάλυψη των αγαστών σχέσεων των δύο κομμάτων.
Προφανώς ο κ. Πρωθυπουργός προέβη σ’ αυτές τις μελιστάλακτες φιλοφρονήσεις ορμώμενος από μια εσωτερική παρόρμηση να ευχαριστήσει δημόσια το ΚΚΕ για την συνεπή στήριξη, που προσφέρει στη Νέα δημοκρατία τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Ο μακαρίτης ο Λένιν συνήθιζε να διδάσκει τους συντρόφους του ότι όταν οι πολιτικοί τους αντίπαλοι τους επαινούν , θα πρέπει να ψάχνουν να βρουν τα σφάλματά τους.
Το ΚΚΕ πάντως δεν φάνηκε καθόλου να ανησυχεί για τα εύσημα του κ. Καραμανλή, αντίθετα μάλλον τα καταχάρηκε.
Είναι άλλωστε κοινό μυστικό ότι από την εποχή της γενικής γραμματείας του αειμνήστου Χαρίλαου Φλωράκη (άλλου διάσημου παροιμιολόγου) το κόμμα είχε απομακρυνθεί από το Μαρξισμό-Λενινισμό οικοδομώντας με συνέπεια το προφίλ του στο πλαίσιο του «Μαρξισμού»-Καραμανλισμού.