Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

Πες αλεύρι, ο Μαθιός σε γυρεύει…


Με μια ωμή και απροκάλυπτη δημόσια παρέμβασή του ο κος Ματίας Μορς δεν δίστασε να  «τραβήξει άτσαλα τα αυτιά» των δυστυχισμένων αρμοδίων κυβερνητικών αξιωματούχων, υπενθυμίζοντάς τους τον διακοσμητικό ρόλο τους στην διακυβέρνηση του τόπου.
Με την αναίδεια, που προσιδιάζει στα «μαντρόσκυλα» της Γερμανικής αποικιοκρατίας και εντελώς απροσχημάτιστα, υπενθύμισε εγγράφως και με έντονο ύφος στους κ.κ Λοβέρδο και Κουτρουμάνη ότι ουδεμία νομοθετική πρωτοβουλία δεν μπορεί να αναπτύσσεται και πολλώ μάλλον να ψηφίζεται από την βουλή, χωρίς την συναίνεσή του.

Ενθυμούμαστε όλοι προ μερικών εβδομάδων, ένα μουντό κοινοβουλευτικό πρωϊνό, τον κο Λοβέρδο να  απευθύνεται διά της Βουλής στους ανά την επικράτεια πενόμενους ασφαλισμένους με ύφος μεγαλοπρεπές και επιτιμητικό και να τους απειλεί, πως όποια ταμεία επιθυμούν να παραμείνουν εκτός Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ), δεν θα τυγχάνουν κρατικής επιδότησης. 
Τι λεβέντικη και δίκαια αλήθεια λύση για ταμεία, που τους έχουν προηγουμένως καταληστέψει τα αποθεματικά με το κόλπο των δομημένων ομολόγων και με την «ασφαλή» διαχείριση της ψευδεπίγραφης Τραπέζης της Ελλάδος (!!!). Και πόσο είχε «παίξει» στα «έγκυρα και έγκριτα» δελτία ειδήσεων εκείνη η «ρεαλιστική», «δίκαιη» και «θαρραλέα» παρέμβαση του Υπουργού.(!!!).

Να όμως που πριν καλά-καλά ξεθωριάσει εκείνη η τηλεοπτική εικόνα, εμφανίζεται ο απερίγραπτος αυτός υπάλληλος του διεθνούς συνδικάτου του οικονομικού εγκλήματος και  εγκαλεί αυστηρά τους δυο αξιολύπητους Έλληνες διοικητικούς παράγοντες, διότι παρεβίασαν τα συμφωνηθέντα και χωρίς να ρωτήσουν τον ίδιο ή κάποιον απ΄ τους βοηθούς του, τόλμησαν να εισάγουν νομοσχέδιο στη βουλή.
Θα περίμενε λοιπόν κανείς από την Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας να στείλει στον αγύριστο τον αναιδή Τροϊκανό, όπως θα έκανε ας πούμε ακόμη και ο τελευταίος κλητήρας ενός αντίστοιχου Τουρκικού Υπουργείου.
Θα περίμενε κανείς ότι ο αυτοκρατορικός κος Βενιζέλος ως εν δυνάμει Πρωθυπουργός και με το υπερβάλλον διεθνές κύρος του εθνικού διαπραγματευτή τουλάχιστον «για τα μάτια του κόσμου» θα του έδινε ένα μικρό μάθημα δεοντολογίας.
Αν όχι αυτός, τότε ο κος Σαμαράς ο αυτοδύναμος παλικαράς, που φοράει την «εθνική φανέλα» και κατά τα λεγόμενά του έχει κατατρομάξει την κα Μέρκελ με την αταλάντευτη και περίφανη στάση του.
Αν ούτε αυτός τότε ο άμεσα ενδιαφερόμενος, ο λαλίστατος και ρωμαλέος κος Λοβέρδος, που μέχρι την προκήρυξη των εκλογών έμοιαζε να έχει μονίμως λυμένο το ζωνάρι του για καυγά στα τηλεοπτικά παράθυρα φιλόξενων δημοσιογράφων.

Όμως τίποτα. «Μούγκα στην στρούγκα»…. Μια χλιαρή, υποτονική, φοβική ανακοίνωση, που προσομοιάζει σε πανηγυρική δήλωση υποτέλειας.
Είναι προφανές ότι οι μεγαλοστομίες, οι περιαυτολογίες, οι ψευτοτσαμπουκάδες περισσεύουν στα τηλεοπτικά παράθυρα όταν πρόκειται για εσωτερική κατανάλωση. Απέναντι όμως στον ξένο παράγοντα, στους εκπροσώπους της  Τοκογλυφικής Διεθνούς το παραδοσιακό πολιτικό προσωπικό της χώρας τηρεί στάση μεταμελημένης παρθένου αν όχι δουλοπρεπούς θεραπαινίδας.

Ο θεός πάντως να έχει καλά αυτό το καλόπαιδο τον Ματίας, που πέντε μέρες πριν τις εκλογές φρόντισε να βγάλει τις μάσκες από τους ιθαγενείς υποτακτικούς του, ώστε να αντιληφθεί και ο πλέον βλακικός ψηφοφόρος σε ποιους «εθνοσωτήρες» κινδυνεύει να εμπιστευθεί την ψήφο του.

Αφού επομένως οι συγκυβερνώσες και εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσες παρατάξεις δείχνουν αδύναμες και ανίκανες να υπερασπιστούν την αξιοπρέπεια της χώρας και αφού ούτως ή άλλως κατά δήλωση του κου Βενιζέλου είναι δέσμιοι αμφότεροι των υπογραφών τους και ως  εκ τούτου θα εφαρμόσουν κατά γράμμα το μνημόνιο και την δανειακή σύμβαση είτε με μπλέ είτε με πράσινο εξώφυλλο, μία λύση υπάρχει.

Την αξιοπρεπή απάντηση θα τη δώσει ο Έλληνας πολίτης την Κυριακή ψηφίζοντας με γνώμονα το συμφέρον του λαού και του τόπου.
Ψηφίζοντας πατριωτικά για την λύτρωση της πατρίδας, προοδευτικά για την ευημερία του λαού, αντιμνημονιακά για την σωτηρία της Ευρώπης και του ευρώ, δημοκρατικά για την ισχυροποίηση της Πολιτείας.


Κόμματα που δεν κυβερνούν είναι περιττή πολυτέλεια.

Η ιλαροτραγική αλληλογραφία του κου Μορς με τους αρμόδιους Υπουργούς μας κατέδειξε αν μη τι άλλο, ότι εάν και εφ’ όσον χρόνο ισχύουν τα μνημόνια και οι δανειακές συμβάσεις η ελληνική κυβέρνηση δεν επιτρέπεται να κυβερνά και η Βουλή στερείται κατ’ ουσίαν των νομοθετικών αρμοδιοτήτων της.
Αν όμως οι Υπουργοί είναι απλώς ένας  όμιλος διεκπεραιωτικής διαμεσολάβησης μεταξύ ελληνικού δημοσίου και Γερμανικής καγκελαρίας, οι δε βουλευτές  εντελώς διακοσμητικοί, γραφικά απομεινάρια  μιας ψευδώνυμης κρατικής οντότητας, τότε η συντήρησή τους σ’ αυτούς τους χαλεπούς καιρούς προβάλλει κοστολογικά ως υπερβολική πολυτέλεια.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ακριβοπληρωμένος Πρωθυπουργός ή Υπουργός και να πηγαινοέρχεται με lear jet στις Βρυξέλλες ή το Βερολίνο για να παίρνει την ντιρεκτίβα, να την μεταφράζει και να την εισάγει στη Βουλή. Αυτό μπορεί να το κάνει και μια χαμηλόμισθη δημόσια υπάλληλος, με καλλίτερη ίσως γνώση της γερμανικής ή της αγγλικής.
Εξ’ άλλου σύμφωνα με το σύνταγμα τα κόμματα είναι μηχανισμοί με στόχο την κατάληψη μέσω εκλογών της εξουσίας, προκειμένου να ασκήσουν την διακυβέρνηση και να εφαρμόσουν το πολιτικό πρόγραμμά τους.

Επομένως κόμματα, που είτε καταλαμβάνουν την εξουσία, αλλά δεν την ασκούν αποδεχόμενα  να εφαρμόσουν προγράμματα διακυβέρνησης παραγόμενα από αλλοεθνή διευθυντήρια, όπως και κόμματα τα οποία δηλώνουν εκ προοιμίου ότι δεν σκοπεύουν να κυβερνήσουν έστω και αν λάβουν σχετική εντολή, δεν έχουν θέση στην συντεταγμένη Ελληνική Δημοκρατία.
Μπορούν βεβαίως να υφίστανται ως πολιτικές λέσχες, αλλά δεν νομιμοποιούνται να συμμετέχουν στις εκλογές και κυρίως να λαμβάνουν οποιαδήποτε κρατική επιχορήγηση.

Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Ψηφοδέλτια επικρατείας: Μεταξύ αστείου και σοβαρού…


Μια από τις πολλές πρωτοτυπίες των επικείμενων εκλογών είναι η δυστοκία στην κατάρτιση των ψηφοδελτίων.
Ουδέποτε στο παρελθόν κόμματα εξουσίας αντιμετώπισαν τόσες δυσκολίες στην εξεύρεση εθελοντών για την διεξαγωγή του προεκλογικού τους αγώνα.

Συνήθως το πρόβλημα των εκάστοτε αρχηγών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ ήταν πώς να διαχειρισθούν τον τεράστιο αριθμό ενδιαφερομένων, που συνωθούνταν στους προθαλάμους των γραφείων τους, αναζητώντας το περιπόθητο «χρίσμα».
Τούτη τη φορά όμως η συμπλήρωση των ψηφοδελτίων κατάντησε πραγματικός εφιάλτης, εξ αιτίας της μαζικής φυγής παλιών προβεβλημένων στελεχών είτε προκειμένου να αναζητήσουν αξιοπρεπέστερη πολιτική στέγη είτε για να ιδιωτεύσουν κάνοντας την ανάγκη φιλοτιμία.
Από  αυτήν την κακοδαιμονία των κομμάτων της συγκυβέρνησης δεν θα μπορούσαν να γλυτώσουν και τα ψηφοδέλτια επικρατείας, που υποτίθεται ότι προσωποποιούν και συμπυκνώνουν την πεμπτουσία του ιδεολογικού και κυβερνητικού πλαισίου του κάθε κόμματος. Πολλώ μάλλον όπου τα εν λόγω κόμματα έχουν προ καιρού απεμπολήσει την ιδεολογία τους και έχουν υποκαταστήσει τα κυβερνητικά τους προγράμματα με τις ντιρεκτίβες του διεθνούς τραπεζικού κατεστημένου, όπως αυτές εξειδικεύονται στην Ευρώπη από το Γερμανικό διευθυντήριο.
 Μετά κόπων λοιπόν και βασάνων κατάφεραν οι δύο αξιολύπητοι αρχηγοί της συγκυβέρνησης να δώσουν στη δημοσιότητα τα ονόματα των ψηφοδελτίων επικρατείας, όπου εκτός των επί κεφαλής οι υπόλοιποι είναι στην πλειοψηφία τους από εκείνες τις περιπτώσεις, που όπως λέγανε παλιά δεν τους γνωρίζει ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας τους.

Κατανοητή λοιπόν η ένδεια των ψηφοδελτίων επικρατείας, όπως και η κομματική σκοπιμότητα της επιλογής των δύο επί κεφαλής, του κου Δήμα και του κου Αθανασίου.

Το μεν ΠΑΣΟΚ βαρυνόμενο με μια ενδοτική έως εθνικά μειοδοτική πολιτική αναζητά στο πρόσωπο του κου Πύρρου Δήμα την λήθη των προσώπων όλων εκείνων των πολιτικών του στελεχών, που «τάχθηκαν να φυλάξουν Θερμοπύλες» ,αλλ’ αντ’ αυτού άνοιξαν διάπλατα την πόρτα στους αποικιοκράτες και τους κερδοσκόπους, ώστε να δηώσουν απερίσπαστοι την χώρα και να υποδουλώσουν τους πολίτες της. Προσπαθεί προβάλλοντας το αγωνιστικό πνεύμα του Πρωταθλητή να διασκεδάσει τις αλγεινές εντυπώσεις της πολιτικής δειλίας και οσφυοκαμψίας, που επιδείχθηκε τα τελευταία χρόνια έναντι της Γερμανικής βαρβαρότητας. Ευελπιστεί να αξιοποιήσει την συμπάθεια που τρέφει ο λαός προς τον Ολυμπιονίκη για να διασώσει την εκλογή μερικών λαομίσητων πρωτοκλασάτων του.
Η δε ΝΔ πανομοιότυπα ενδοτική στον γερμανικό παράγοντα, προφανέστατα επιχειρεί να ισοσκελίσει το τεράστιο έλλειμμα ηθικής, που την διακρίνει, με το δεδομένο ηθικό κύρος του δικαστικού λειτουργού. Να διασκεδάσει το αίσθημα της ανομίας, της κοινωνικής αδικίας, των συνταγματικών παραβιάσεων όπου είναι συνυπεύθυνη, αξιοποιώντας δεόντως την επαγγελματική και κοινωνική καταξίωση του συνδικαλιστή δικαστή. Να απαλλαγεί από την ζοφερή εικόνα της φαυλότητας, της αδιαφάνειας και των σκανδάλων εκμεταλλευόμενη την θεσμική αίγλη του δικαστικού λειτουργήματος.

Επειδή λοιπόν είναι κατανοητή η σκοπιμότητα των κομμάτων,  καθίσταται ακατανόητη η αποδοχή της υποψηφιότητας από τις συγκεκριμένες προσωπικότητες.

Διότι σύμφωνα τουλάχιστον με τις ελληνικές παραδόσεις η πατρίδα μπορεί να χρωστάει στον αθλητή ένα δάφνινο στεφάνι για την Ολυμπιακή του διάκριση, ο αθλητής όμως χρωστάει στην πατρίδα τα πάντα. Χρωστάει την βαριά ιθαγένεια την οποία του προσέφερε. Χρωστάει την βαριά πολιτιστική κληρονομιά, που του επιτρέπει να παρελαύνει πρώτος από όλα τα άλλα έθνη στην ολυμπιακή παρέλαση. Χρωστάει πάνω από όλα την αιματοβαμμένη σημαία, με την οποία του επιτρέπει να καλύπτει τους ώμους του στον επινίκιο θριαμβευτικό του γύρο.
Αυτά λοιπόν είναι ιδιαίτερα πολύτιμα, εξαιρετικά «βαριά» και πάρα πολλά για κάθε Έλληνα αθλητή, ακόμη και για ένα αρσιβαρίστα Ολυμπιονίκη, ώστε θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός για το πώς θα ξεπληρώσει το χρέος στον ελληνικό λαό και πως θα υπηρετήσει το πολιτικό του καθήκον απέναντι στην Ελληνική Δημοκρατία.
Από την άλλη είναι τουλάχιστον άκομψο να απεκδύεται την δικαστική τήβεννο προκειμένου να φορέσει την στολή του κομματικού σημαιοφόρου ένας εν ενεργεία  Δικαστικός λειτουργός. Και είναι μάλλον αντιαισθητικό από τα χείλη ενός μέχρι χθες θεσμικού θεματοφύλακα της ευνομίας, της δικαιοσύνης, και της διαφάνειας, να  εκφέρεται λόγος υπερασπιστικός και απαλλακτικός για ένα κόμμα που πρωτοστάτησε στην κατακρεούργηση του συντάγματος, στον σχεδιασμό, την εκτέλεση και την συγκάλυψη σωρείας σκανδάλων καθώς και στην συστηματική μεθόδευση της ατιμωρησίας των υπαιτίων, αδίστακτων λυμεώνων του δημοσίου πλούτου.

Εν ολίγοις μάταιος ο κόπος των κομμάτων, γιατί τίποτα και κανείς δεν μπορεί να τα σώσει από την λαϊκή καταισχύνη, όπου οδηγούνται εξ αιτίας της   φαύλης και αντιλαϊκής πολιτικής, στην οποία επεδόθησαν κατά την πρόσφατη δεκαετία. Αλλά και μάλλον ασύνετες οι επιλογές των προσώπων, που ετούτη την κρίσιμη ώρα για την πατρίδα αδυνατούν να αφουγκραστούν τα ιστορικά της κελεύσματα.
Δεν είναι ίσως τυχαίο, που, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της επιστολής του κου Δήμα, ο άνθρωπος αισθάνθηκε την ανάγκη μάλλον να απολογηθεί, παρά να υπερηφανευθεί για την απόφασή του. Όμως αυτό δεν είναι αρκετό για να τον απαλλάξει της βαριάς του ευθύνης, ότι στην κρίσιμη ώρα για την πατρίδα, στην δύσκολη μάχη για τον λαό, εκείνος επέλεξε να συστρατευθεί με τη λάθος πλευρά.

Διότι οι παππούδες μας πολέμησαν ενάντια στον γερμανικό επεκτατισμό στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο. Οι πατεράδες μας έδωσαν το αίμα τους για να φράξουν το δρόμο στο Γερμανικό ναζισμό κατά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Και τώρα στη δική μας γενιά έλαχε ο κλήρος να δώσει «τον νυν υπέρ πάντων αγώνα» ενάντια στο γερμανικό οικονομικό ολοκληρωτισμό,  που ταλανίζει συνολικά για άλλη μια φορά τη Ευρωπαϊκή ήπειρο.

Όπως δεν είναι τυχαίο ότι μεγάλο τμήμα του νομικού κόσμου αντιμετώπισε με σκεπτικισμό την απόφαση του κου Αθανασίου. Διότι το διακύβευμα του κου Δήμα είναι πως πιθανόν κάποιοι να θεωρήσουν ότι ένας ακόμη αθλητής αποφάσισε να εξαργυρώσει τα μετάλλιά του αντί πινακίου εξουσίας.
Το διακύβευμα όμως της ενέργειας του κου Αθανασίου είναι πολύ μεγαλύτερο. Επειδή ανεξάρτητα από την προσωπική του ακεραιότητα, ουδείς θα μπορέσει να εμποδίσει εκείνους, που θα θελήσουν να επιδοθούν σε συνειρμούς συγχύσεως των λειτουργιών του κράτους.
Διότι ατυχώς για τον συμπαθέστατο και υπεράνω πάσης υποψίας δικαστικό λειτουργό, η Ν.Δ δεν είναι ένας άμεμπτος και άσπιλος κομματικός οργανισμός. Είναι το κόμμα όπου επί διακυβερνήσεως του στήθηκαν τα μεγαλύτερα σκάνδαλα από την εποχή της εθνικής παλιγγενεσίας και όπου συμπτωματικά οι καθυστερήσεις της δικαστικής διερεύνησης και της αποστολής των σχετικών φακέλων στη Βουλή σε συνδυασμό με την φυγή πολλών αξιόλογων μαρτύρων και εν δυνάμει κατηγορουμένων στο εξωτερικό  συνέβαλλαν καθοριστικά στην παραγραφή του αξιοποίνου και εντεύθεν την ατιμωρησία αρκετών υπαιτίων στελεχών του. Είναι το κόμμα, που δεν δίστασε περισσότερες της μιας φοράς να καταφύγει στην απερίγραπτη ασχημία της πολιτειακής αταξίας να παρεμποδίσει τα μέλη του, βουλευτές, να συμμετάσχουν σε συνεδρίαση της βουλής, προκειμένου είτε να μην καταστεί δυνατή η λήψη σχετικών με τα σκάνδαλα αποφάσεων, είτε να μειωθεί το θεσμικό κύρος των αποφασιστέων.  (Και αυτή την αντιθεσμική τακτική σημειωτέον την υιοθέτησε και ο νυν αρχηγός κος Α.Σαμαράς.)

Αυτή λοιπόν την ώρα ετούτος ο λαός δεν χρειάζεται ούτε συμβατικούς αθλητές, ούτε εν ενεργεία δικαστές σε κόμματα μνημονιακής κυβερνητικής φιλοσοφίας. Διότι, όπως πλειστάκις επισημάναμε το κράτος δικαίου είναι θεμελιώδης ανάγκη, το κοινωνικό κράτος δικαίου είναι ευλογία, το κράτος δικαστών είναι ύβρις για τη δημοκρατία, και αεί και πάντως «εις οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης»

Μιλώντας λοιπόν πάντα για ψηφοδέλτια επικρατείας ετούτη την ώρα αυτός ο χειμαζόμενος και πανταχόθεν βαλλόμενος τόπος χρειάζεται μπροστάρηδες στον αγώνα ενάντια στις δυνάμεις, που προωθούν τα συμφέροντα των διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των πολυεθνικών κερδοσκοπικών εταιριών σε πλήρη ταύτιση και αγαστή συμπαιγνία με τις αποικιοκρατικές επιδιώξεις του Γερμανικού νεοφιλελευθερισμού.
Θέλει ηρωικές μορφές με αρετή και τόλμη, που να ενσαρκώνουν το αδούλωτο πνεύμα αυτού του λαού και να συμβολίζουν την αγωνιστική διάθεση των ευρωπαϊκών εθνών να πολεμήσουν για άλλη μια φορά τις δυνάμεις του Γερμανικού ολοκληρωτισμού.
Ηρωϊκές μορφές επί παραδείγματι σαν τον Μανώλη Γλέζο, που με αρετή, τόλμη και συνέπεια συμμετέχει δραστήρια στους εθνικούς και κοινωνικούς αγώνες του λαού για ελευθερία, δημοκρατία, κοινωνική δικαιοσύνη και προκοπή επί πολλές συναπτές δεκαετίες.

Με όλο λοιπόν το σεβασμό στην επαγγελματική διαδρομή τόσο του συμπαθέστατου κου Δήμα, όσο και του αξιοσέβαστου κου Αθανασίου, αισθάνομαι υποχρεωμένος να καταγράψω την μελαγχολία μου για τις πρόσφατες πολιτικές επιλογές τους και να τους ευχηθώ ειλικρινώς και από βάθους καρδίας να μη βρεθούν στη δυσάρεστη θέση μετεκλογικά να θέσουν στον εαυτό τους το σκληρό υπαρξιακό ερώτημα «τι γύρευε η αλεπού στο παζάρι;»

Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Ασυγχώρητος ο αμετανόητος κος Βενιζέλος.


Οι παλιότεροι εξ ημών θα θυμούνται τα γουέστερν «σπαγγέτι», που ήταν της μόδας στη δεκαετία του 70.
Μια χαρακτηριστική ατάκα, που είχε κάνει θραύση στην πιτσιρικαρία εκείνης της εποχής  ήταν «ο Θεός συγχωρεί, εγώ όχι».
Είναι μια ατάκα, που τις τελευταίες ημέρες μού ’ρχεται και  μου ξανάρχεται υποσυνείδητα στο μυαλό κάθε φορά, που ακούω τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ να διατυπώνει αυτό το κίβδηλο αίτημα συγχώρεσης προς τον ελληνικό λαό.
Εδώ βέβαια δεν είναι «άγρια δύση» του 1800 και οι Έλληνες ψηφοφόροι δεν είναι πιστολέρος του Ελ Ντοράντο. Εδώ είναι ο χρεωκοπημένος ευρωπαϊκός νότος του 2012 και το αίτημα συγγνώμης απευθύνεται σε  εξαθλιωμένους πλην μεγαλόθυμους πολίτες.
Σ’ αυτό προφανώς ποντάρει και ο κος Βενιζέλος. 

Και τι μας λέει;
Αναλαμβάνει, λέει, την ευθύνη για λογαριασμό  της παράταξης της οποίας ηγείται και είναι έτοιμος να ζητήσει και συγγνώμη για λογαριασμό ολόκληρου του πολιτικού κόσμου. 
Αοριστολογίες, λογοτεχνικού περιεχομένου.

Με τέτοια «ανέξοδη» διατύπωση ούτε ο πνευματικός του δεν θα μπορούσε να τον συγχωρήσει. Ακόμη και η χριστιανική συχώρεση απαιτεί ταπεινότητα, εξειδίκευση των αμαρτημάτων και ειλικρινή μετάνοια.
Υπάρχει τίποτε από αυτά στο δημόσιο λόγο του εξοχότατου αρχηγού του ΠΑΣΟΚ;
Όχι βέβαια.
Τέλος πάντων εμείς ως μη όντες πνευματικοί του θα μπορούσαμε να συγχωρήσουμε γενικώς τον άνθρωπο κο Βενιζέλο.
Δεν μπορούμε όμως να συγχωρήσουμε τον πολιτικό αρχηγό και μάλιστα για θέματα, τα οποία αποφεύγει  επιμελώς να εξειδικεύσει και να κατονομάσει.

Δεν διευκρίνισε για παράδειγμα ο επίδοξος Πρωθυπουργός αν ζητά συχώρεση για την ευρεία καταστρατήγηση του συντάγματος και την κατ’ ουσίαν κατάλυση της λαϊκής κυριαρχίας,
για την διεθνή συκοφαντική διαπόμπευση της χώρας,
για την εκχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας,
για τα τουρκικά σκάφη, που περιφέρονται ανενόχλητα στις ακτές τις Αττικής,
για την υπογραφή της νέας δανειακής συμβάσεως και την φροντίδα ψηφίσεως της με ενισχυμένη πλειοψηφία (άνω των 3/5),
για το ξεχαρβάλωμα της συνοριακής φύλαξης και την μετατροπή της χώρας σε χωματερή μεταναστών και τόπο μαρτυρίου του αστικού πληθυσμού,
για την μετατροπή της αστυνομίας σε υπηρετικό προσωπικό «υψηλών προσώπων» και εγκατάλειψη των απλών πολιτών στη δύνη μιας πρωτοφανώς ανεξέλεγκτης και κατά μείζονα λόγο εισαγόμενης εγκληματικότητας,
για το ξεπούλημα των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών, των λιμανιών, των δρόμων, των αεροδρομίων, των εν γένει δημοσίων περιουσιακών στοιχείων. Αυτό το ξεπούλημα που συντελέσθηκε ήδη και αυτό  που μεθοδεύεται μέσω της διακομματικής εταιρίας «αξιοποίησης»,
για το ξεπούλημα του ορυκτού πλούτου, όπου το διεθνές ενδιαφέρον εμφανίσθηκε αμέσως μετά την υπογραφή του νέου μνημονίου και αφού προηγουμένως καταργήθηκε το ΙΓΜΕ,
για την καταλήστεψη του δημόσιου κορβανά, των ασφαλιστικών ταμείων, την επιμελή συγκάλυψη των σκανδάλων και την ατιμωρησία των υπαιτίων,
για την καταστροφή του συστήματος υγείας,
για την διάλυση της δημόσιας παιδείας και κυρίως για την διαστροφή της ιστορίας και την καταστροφή της γλώσσας, όπως μεθοδικά επιδιώκεται μέσω της διδακτέας ύλης
για την ψυχική και βιολογική εξόντωση «των υπερήφανων  γηρατειών» με την ανάλγητη περικοπή των συντάξεων και τον απάνθρωπο αποκλεισμό από τα αναγκαία φάρμακα και τις στοιχειώδεις νοσηλευτικές υπηρεσίες,
για το κλείσιμο των ελληνικών επιχειρήσεων και την παράδοση της αγοράς στα νύχια των ξένων κερδοσκοπικών αλυσίδων,
για την καλπάζουσα ανεργία,
για τον εξανδραποδισμό της νεολαίας στα σκλαβοπάζαρα της βόρεια Ευρώπης της Αμερικής και της Αυστραλίας, που οργανώνεται μεθοδικά από τις κυβερνητικές υπηρεσίες και τα κρατικοδίαιτα μέσα μαζικής ενημέρωσης,    
    
για τις περικοπές των μισθών και των ημερομισθίων, που σε συνδυασμό με την ακρίβεια βυθίζουν στη φτώχεια και τις στερήσεις τα ελληνικά νοικοκυριά,
για την αβάστακτη φορολογία και τα χαράτσια, που με μαθηματική ακρίβεια θα απογυμνώσουν  τον μέσο  Έλληνα  από κάθε μορφή κινητής ή ακίνητης περιουσίας και  για την μεσαιωνική νομοθεσία, που απειλεί με φυλάκιση τον κάθε μικροοφειλέτη,
Για τη συστηματική αποδόμηση της κοινωνικής συνοχής με την διέγερση του φασιστικής επινόησης κοινωνικού αυτοματισμού και την καλλιέργεια διαστρωματικού διχασμού
για τις ατέλειωτες ουρές στα συσσίτια των ενοριών, των Δήμων και  λοιπών ιδιωτικών φιλανθρωπικών ενώσεων,
για τους χιλιάδες απεγνωσμένους συμπολίτες μας που αυτοκτόνησαν και συνεχίζουν να αυτοκτονούν,
για τους χιλιάδες μαθητές, που λιποθυμούν από την πείνα και υφίστανται ανήκεστη βλάβη της υγείας τους εξ αιτίας συνεχούς υποσιτισμού,

Για όλα αυτά λοιπόν και πολλά άλλα, των οποίων παρέλκει η περαιτέρω απαρίθμηση είναι αδιανόητη η παροχή συγγνώμης στην συγκυβερνώσα πολιτική  ελίτ της χώρας, η οποία προαισθάνεται το άδοξο τέλος της μακρόχρονης καταστροφικής ηγεμονίας της και πανικόβλητη προσβλέπει στην λωτοφαγική παράδοση του μέσου Έλληνα ψηφοφόρου.
Μάταιος κόπος. 
Όλοι αυτοί που αποδείχθηκαν ανεπαρκείς του θεσμικού τους ρόλου και κατώτεροι των εθνικών προσδοκιών αξίζουν ενδεχομένως του ανθρώπινου οίκτου μας, αλλά δεν δικαιούνται της πολιτικής μας άφεσης αμαρτιών.
Πολλώ μάλλον καθ’ όσον παρίστανται κυνικά αμετανόητοι, αφού δηλώνουν ένθερμοι οπαδοί των μνημονιακών πολιτικών και ορκισμένοι θεματοφύλακες των αποικιακών συμβάσεων, που συνυπέγραψαν με τους αλλοδαπούς κερδοσκόπους.
Και την ίδια στιγμή, που διατυπώνουν το ρητορικό, προσχηματικό, αόριστο και πολιτικά ιδιοτελές αίτημα συγγνώμης προς το εκλογικό σώμα, δεν παραλείπουν να απειλούν τους πολίτες με πιο πιστή, πιο ταχεία, πιο σκληρή εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων και εθνοκτόνων μέτρων των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων.


Η ενδοπαραταξιακή συγγνώμη.

Αλγεινή πάντως αίσθηση δημιουργεί στην μεγάλη δημοκρατική παράταξη το γεγονός ότι ο νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να ζητήσει συγγνώμη (έστω και για το θεαθήναι) από τα μέλη, τους οπαδούς και τους φίλους του Κινήματος.
Τουλάχιστον από εκείνους που ανιδιοτελώς από το 1974 ίδρυσαν και με τις προσωπικές τους θυσίες και τους συλλογικούς τους αγώνες καταξίωσαν το κόμμα σε χαλεπούς καιρούς, το οδήγησαν σε αλλεπάλληλες εκλογικές μάχες, το καταξίωσαν στην συνείδηση του μέσου μη προνομιούχου ψηφοφόρου και τελικώς το εδραίωσαν στην εξουσία, ώστε να το βρεί ο κος Βενιζέλος και οι περί αυτόν έτοιμο κυβερνητικό κόμμα, αντάξιο των προσωπικών τους φιλοδοξιών.
Να ζητήσει συγγνώμη από εκείνους, που με οδηγό τα οράματα του προοδευτικού λαού μας και με πυξίδα τα σοσιαλιστικά προτάγματα, που συνδιαμόρφωσαν με τον χαρισματικό ιδρυτή του Ανδρέα Παπανδρέου αποθησαύρισαν μια αμύθητη πολιτική περιουσία, πρωτοφανή για τα ιστορικά δεδομένα του λαού και του τόπου.
Μια αμύθητη πολιτική περιουσία, που οι συντηρητικές, νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις του «ρεύματος» Βενιζέλου σε συνδυασμό με τον μεγαλύτερο πολιτικό τυχοδιωκτισμό όλων των εποχών, (που συνίσταται στην αναίσχυντη αντίθεση του προεκλογικού προγράμματος του 2009 και της μετεκλογικής πρακτικής), εξανέμισαν κυριολεκτικά κατά την τελευταία διετία.

Γι αυτό το πολιτικό έγκλημα της απομάκρυνσης του κινήματος από το ιδεολογικό του πλαίσιο, του απόλυτου εκτροχιασμού του από  τα δημοκρατικό και κοινωνικό του  προσανατολισμό, την ολοσχερή κατεδάφιση της οργανωτικής του δομής και την τελική απαξιοτική αποξένωσή του από τα λαϊκά του ερείσματα, οφείλεται η επιβολή του αναλογούντος πολιτικού επιτιμίου.
Όσο λοιπόν ο νεοεκλεγείς αρχηγός αποφεύγει να ζητήσει συγνώμη για τον εφιάλτη στον οποίο οδήγησε τους παραδοσιακούς υποστηρικτές της παράταξης, τόσο περισσότερο διακινδυνεύει να ζήσει τον δικό του εφιάλτη το βράδυ των εκλογών.

Οψόμεθα εν ώρα κρίσεως, στις καλένδες.

Πέμπτη 12 Απριλίου 2012

Ιδού ο δρόμος για την Ανάσταση...

Σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας…
Φέτος ίσως περισσότερο παρά ποτέ ο προσκυνητής αναγνωρίζει στο θείο δράμα την δική του προσωπική σταύρωση, που συντελείται καθημερινά, αδιάκοπα, φρικιαστικά τα τελευταία τρία χρόνια.



Σέρνει ο αμνός του Θεού, ο αίρων τις αμαρτίες του κόσμου, τον σταυρό του στο κακοτράχαλο ανηφορικό μονοπάτι του Γολγοθά.


Το δικό του βαρύ σταυρό κουβαλάει ο δυστυχής Ρωμιός σερνόμενος βολοδέρνοντας από τα συσσίτια των ενοριών μέχρι τα απορρίμματα των λαϊκών αγορών και των πολυεθνικών σούπερ μάρκετ.


Τελώνες και ληστές τον έχουν κρεμάσει στα τσιγκέλια της ανεργίας και των κεφαλικών φόρων και τον γδέρνουν ανελέητα μέχρις ολικού του αφανισμού.


Φαρισαίοι υποκριτές δεν σταματούν να τον εμπαίζουν, να τον λοιδορούν, να τον φοβερίζουν.


Pretores urbani, θηριώδεις εκατόνταρχοι και άθλιοι λεγεωνάριοι τον καταδιώκουν, τον προπηλακίζουν, τον ραβδίζουν…


Και αυτός αξιοπρεπής, υποχωρητικός, ανεκτικός υπομένει καρτερικά το μαρτύριο όπου τον υποβάλλουν εν ονόματι της Γερμανικής αυτοκρατορίας.


Για τον Θεάνθρωπο επίκειται μετά βεβαιότητος η ανάσταση.


Η επερχόμενη Κυριακή, Λαμπρή Γιορτή. Αναστάσεως ημέρα για τον Υιό του Θεού…


Για τούτο τον μαρτυρικό λαό άραγε ως πότε;


Ακόμα ετούτη η Άνοιξη ραγιάδες, ραγιάδες…. Και όχι άλλο καλοκαίρι.


Χθες, ώ! του θαύματος, προκηρύχτηκαν επιτέλους εκλογές.


Τρείς βδομάδες μετά την Ανάσταση του Χριστού, μιαν άλλη ανοιξιάτικη Κυριακή, μπορεί να γίνει η ανάσταση του Λαού.


Μια ανάσταση που, όπως Εκείνος, έτσι κι ο λαός είναι αναγκαίο να την κερδίσει μόνος του.


Κι ο δρόμος γι αυτή την εθνική ανάσταση θα είναι τραχύς και δύσβατος.


Γιατί προϋποθέτει μια «επανάσταση». Μια εσωτερική επανάσταση, που τούτη τη φορά κάθε πολίτης καλείται να κάνει διαλεγόμενος υπαρξιακά ενώπιος ενωπίω με τον εαυτό του.


Και το Σαββάτο το βράδυ με το λιανοκέρι του θείου φωτός, ας μη περιορισθεί ο κάθε χριστιανός να μουτζουρώσει την εξώπορτα ή να ανάψει το καντήλι στο σπιτικό του εικονοστάσι.


Είθε να κρατήσει ζωντανή μια φλογίτσα στην ψυχή του. Μια φλογίτσα που θα του φωτίζει το δρόμο και θα διώχνει τους «Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες, τον άγριο Ποσειδώνα», που θα του στήνουν σε κάθε βήμα μέχρι την κάλπη οι σκοταδιστές.


Και όχι ως ψοφοδεής ψηφοφόρος, αλλά ως μεγαλοπρεπής φωτοφόρος να κάνει ο καθείς κατάθεση της ψυχής του στην κάλπη, ώστε να ξεπηδήσει το βράδυ των εκλογών το μέγα φως της Αναστάσεως του Έθνους.


Το μέγα φως που θα σαρώσει τους σταυρωτήδες και θα στείλει χαρμόσυνο μήνυμα στους σαστισμένους λαούς της Ευρώπης:


Ότι οι η Ελλάδα δεν γονάτισε.


Ότι ο ήλιος δεν έσβησε.


Ότι η βαρβαρότητα δεν είναι αναγκαίο κακό, ότι η επιστροφή στο Μεσαίωνα δεν είναι μονόδρομος, ότι τα μορμολύκεια του νεοφιλελευθερισμού δεν είναι αήττητα.


Καλή Ανάσταση, αδέλφια απανταχού της Οικουμένης.


Καλή (εσωτερική) επανάσταση συμπολίτες, συμμέτοχοι των αναστάσιμων εκλογών της 6ης Μαΐου…










Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Το Υπουργείο Ανάπτυξης βλάπτει σοβαρά την νησιωτική οικονομία.

Μετά από μια «επιτυχημένη» διαδρομή στο Υπουργείο Παιδείας, η κα Διαμαντοπούλου μετακινήθηκε άρον-άρον στο Υπουργείο Ανάπτυξης προκειμένου να αποτελειώσει το «εθνοσωτήριο» έργο του κου Χρυσοχοΐδη, ο οποίος παρά τις καλές του προθέσεις είχε αξιολογηθεί ως απελπιστικά αναποτελεσματικός από τον Γερμανό ομόλογό του και κατ’ ουσίαν φυσικό του προϊστάμενο κο Ρέσλερ.



Έχοντας πρόσφατο το μάθημά της από το πάθημα του ατυχούς προκατόχου της, ξεκίνησε τη θητεία της με ένα ταξίδι στo Βερολίνο, την μητρόπολη του Ευρωπαϊκού μεσαιωνισμού, προκειμένου προφανώς να εξηγήσει στους «φιλέλληνες» κυρίους Σόϊμπλε και Ρέσλερ την φιλοσοφία του «πολιτικού ρεαλισμού» που την διακατέχει και να της εξηγήσουν εκείνοι το «πολιτικώς ρεαλιστικό πρόγραμμα», το οποίο οφείλει να εφαρμόσει τάχιστα και χωρίς αποκλίσεις.


Πριν την συνάντηση φρόντισε να μελετήσει τα ζητήματα των Γερμανών επιχειρηματιών (ψηφοφόρων του κου Ρέσλερ) και έτσι ως μελετηρή και πρόθυμη φαίνεται ότι κατάφερε να κερδίσει την συμπάθειά τους.


Επέστρεψε λοιπόν «φορτσάτη και στριτζάτη» κατά την λαϊκή έκφραση, πανέτοιμη να μεγαλουργήσει χωρίς χρονοτριβή, χωρίς παλινωδίες, χωρίς ανώφελους συναισθηματισμούς, χωρίς ανούσιες ευαισθησίες.


Με σθένος, με ορμή, με αποφασιστικότητα και κυρίως με πλατιές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες.


Έτσι όπως έδρασε και στο Υπουργείο παιδείας, όπου επέτυχε εκείνη την ιστορική υπερψήφιση του νόμου για τα πανεπιστήμια. Εκείνου του λαμπρού νόμου, που έβαλε μπουρλότο στα ανά την επικράτεια ΑΕΙ, δεν εφαρμόστηκε ως τώρα και ο διάδοχός της κος Μπαμπινιώτης ακόμα ψάχνει πώς να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα.


Παρομοίως λοιπόν ασκεί τα νέα της καθήκοντα η εξοχοτάτη Υπουργός επιδεικνύοντας, θλιβερόν ειπείν (και αβάστακτον υπομένειν), απαράδεκτη επαγγελματική ανεπάρκεια.


Διότι πως αλλιώς μπορεί να αξιολογηθεί η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα εν όψει των εορτών του Πάσχα και πάνω στην έναρξη της θερινής περιόδου;


Λιμενεργάτες εξαγριωμένοι από την μια μεριά. Αγρότες, έμποροι και τουριστικοί επαγγελματίες απελπισμένοι από την άλλη.


Η υπόθεση του καμποτάζ δεν είναι ούτε καινούργια, ούτε αθώα. Είναι συνεπώς σύνθετη και άπτεται κατ’ ανάγκην πολλών και διαφόρων συμφερόντων, εν πολλοίς αντικρουόμενων.


Είναι γνωστό ότι εφαρμόσθηκε αρχικά από την κυβέρνηση Μητσοτάκη προκειμένου να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένοι Έλληνες ακτοπλόοι εκείνης της αλησμόνητης εποχής. Σήμερα οι καιροί έχουν αλλάξει. Σήμερα σε όλους τους κλάδους προωθούνται κατά προτεραιότητα οι κερδοσκοπικοί στόχοι ξένων πολυεθνικών εταιριών και επομένως η ελληνική επιχειρηματική δραστηριότητα οποιασδήποτε μορφής στερείται από κάθε μορφή προστατευτισμού, τίθεται υπό διωγμό και οδηγείται μεθοδικά στην πτώχευση.


Για τα εργατοϋπαλληλικά επαγγέλματα δεν τίθεται ούτως ή άλλος λόγος. Με καμποτάζ ή χωρίς καμποτάζ οι εργαζόμενοι στην ναυτιλία ήταν και θα παραμείνουν «οι φτωχοί συγγενείς». Σε περίοδο καμποτάζ εξαθλιώθηκε ο κλάδος και καταστράφηκε ο ασφαλιστικός τους φορέας και φυσικά στην επερχόμενη άνευ καμποτάζ περίοδο η μοίρα τους δεν θα γίνει καλλίτερη.


Τους παραπλανούν λοιπόν όσοι δεδομένων των μνημονιακών αποικιοκρατικών συνθηκών τους παρουσιάζουν την διατήρηση του καμποτάζ ως εξασφάλιση των εργασιακών τους δικαιωμάτων και τους εμπαίζουν ασύστολα όσοι τους προπαγανδίζουν ότι η κατάργησή του θα σημάνει την απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και εντεύθεν την ατομική των εργαζομένων ευημερία.


Και τότε και τώρα η πρωτεύουσα πολιτική σκοπιμότητα ήταν και είναι η εξυπηρέτηση εφοπλιστικών συμφερόντων. Τώρα ακόμη χειρότερα γιατί τα συμφέροντα είναι αμιγώς αλλοδαπά.


Και σε αυτή την άθλια φάση που έχει περιέλθει η χώρα δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά.


Το ναυτιλιακό αντικείμενο είναι πολύ μεγάλο για να αφήσει αδιάφορες τις αλλοδαπές πολυεθνικές εταιρείες που πατρονάρουν και προστατεύονται από την Ευρωπαϊκή (και όχι μόνο) πολιτική ελίτ και κανείς Υπουργός μιας κυβέρνησης «ειδικού σκοπού» δεν θα μπορούσε να εναντιωθεί στις πιεστικές υποδείξεις των Γερμανών νεοαποικιοκρατών.


Θα μπορούσε όμως να ασκήσει τα καθήκοντά του με λιγότερο καταστροφικό τρόπο.


Στην προκειμένη περίπτωση η καταστροφή δεν προέρχεται από την εύλογη αντίδραση του ναυτεργατικού κλάδου.


Προκαλείται  από την επαγγελματική ανεπάρκεια της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Ανάπτυξης.


Η επίσπευση της προώθησης της νομοθετικής ρύθμισης στα μέσα της Μεγάλης Εβδομάδας αποτελεί παροιμιώδη πολιτική απρονοησία. Ήταν απόλυτα προβλέψιμο ότι ο θιγόμενος κλάδος θα αντιδρούσε απεργιακά τουλάχιστον κατά τις ημέρες ψηφίσεως του σχετικού νομοσχεδίου. Θα ήταν εντελώς ανόητο να ελπίζει κανείς ότι οι ενδιαφερόμενες συνδικαλιστικές οργανώσεις θα έμεναν με σταυρωμένα τα χέρια και ότι οι ναζιστικές τακτικές του κοινωνικού αυτοματισμού θα πειθανάγκαζαν τους ναυτεργάτες συνδικαλιστές να κάνουν συνδικαλιστικό «χαρακίρι» αναστέλλοντας τις εξαγγελμένες απεργιακές τους κινητοποιήσεις.


Η επιμονή λοιπόν στην ψήφιση του νόμου σήμερα πέραν της απρονοησίας προδίδει και απαράδεκτη αλαζονεία εκ μέρους μιας κυβέρνησης, που γνωρίζει ότι ούτως ή άλλως δεν διαθέτει πλέον την παραμικρή δημοκρατική νομιμοποίηση.


Και βεβαίως ο αυταρχισμός, που αποπνέουν οι υπαινικτικές απειλές περί επιστρατεύσεως, μόνον ως ανεδαφικός κουτσαβακισμός μπορούν να αξιολογηθούν, αφού και ο πλέον αφελής αντιλαμβάνεται ότι η εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου απαιτεί πολυήμερη τυπική διαδικασία, που υπερβαίνει κατά πολύ τα χρονικά όρια της Μεγάλης Εβδομάδας.


Προφανώς από μια κυβέρνηση αυτού του τύπου και αυτής της συνθέσεως δεν μπορεί κανείς να αναμένει φιλολαϊκή ή φιλεργατική πολιτική.


Μπορεί όμως να απαιτεί την επίδειξη κοινής λογικής. Μπορεί να αξιώνει την άσκηση διακυβέρνησης με στόχο την επίτευξη του ελάσσονος κακού ή άλλως της μείζονος αποφυγής παράπλευρων καταστροφικών συνεπειών.


Με απλά λόγια θα μπορούσε τουλάχιστον να αναβληθεί η συγκεκριμένη νομοθετική πρωτοβουλία για μετά το Πάσχα, ώστε να αποφευχθεί η αφόρητη ταλαιπωρία του κοσμάκη και το συντριπτικό πλήγμα στην τουριστική, εμπορική και παραγωγική δραστηριότητα της νησιωτικής Ελλάδας.


Στην προκειμένη περίπτωση λοιπόν η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου ανάπτυξης δεν κατάφερε να ενεργήσει ούτε καν ως «τεχνοκράτης» του νεοφιλελευθερισμού. Ενήργησε απλώς ως ταύρος σε υαλοπωλείο, με αποτέλεσμα να προκληθεί μία αφάνταστη αναστάτωση στον παραδοσιακό εορτασμό των αγίων ημερών και κυρίως μια μη αναγκαία και ανυπολόγιστων διαστάσεων οικονομική καταστροφή στην οικονομία των νησιών, στον ευρύτερο τουριστικό τομέα, στην καρκινοβατούσα εθνική οικονομία γενικότερα.


Απρονοησία λοιπόν, αλαζονεία, αυταρχισμός. Το τρίπτυχο του πολιτικού αναχρονισμού.


Στοιχεία που βεβαίως μπορεί εύκολα να διακρίνει κανείς σε πλείστες όσες φιγούρες του σημερινού πολιτικού θιάσου, ο όποιος ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρο για την απαξίωση ιστορικών μεγάλων κομμάτων και για την συνολική κατάντια της χώρας.


Μιας χώρας που ενώ αποτελεί αντικειμενικά τον μέγιστο διαχρονικό ευεργέτη της ανθρωπότητας μετατρέπεται επί των ημερών τους σε αποδιοπομπαίο τράγο της παγκόσμιας κοινότητας, εξ αιτίας της φαύλης και σκανδαλώδους πολιτικής τους δράσης.


Εξ αιτίας της άσωτης ενίοτε και καταχρηστικής κακοδιαχείρισης του αξιοθαύμαστου εθνικού πλούτου που αποθησαύρισε ο μόχθος τριών διαδοχικών γενεών Ελλήνων εργαζομένων, οι οποίες με αίμα και ιδρώτα οικοδόμησαν την μεταπολεμική Ελλάδα. Την μέχρι πρότινος αξιοθαύμαστη χώρα με τις σημαντικές υποδομές, το υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα και την περίοπτη θέση στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα.


Κρίμα και άδικο…





Δευτέρα 2 Απριλίου 2012

H κυβέρνηση Βενιζέλου-Σαμαρά οφείλει να απαντήσει αμελλητί στις Γερμανικές αυθάδειες.


Μια χαριτωμένη ελληνική παροιμία προειδοποιεί «δώσ’  του  θάρρος του χωριάτη, να σ’ ανέβη στο κρεβάτι».
Αυτό ακριβώς φαίνεται ότι έχουμε πάθει με την ατέλειωτη υποχωρητικότητα, που επιδεικνύουν οι Έλληνες υπουργοί και την ιδιάζουσα θρασύτητα που διαθέτουν οι αρχοντοχωριάτες Γερμανοί ομόλογοί τους. Το αποτέλεσμα είναι ότι, σα να μη φθάνουν τα σκληρά μέτρα λιτότητας που μας επιβάλλουν τα ακροδεξιά ανθρωποειδή του Βερολίνου, δεν παραλείπουν σε κάθε ευκαιρία να προσβάλλουν την αξιοπρέπεια μας  με τις ανάρμοστες δημόσιες παρεμβάσεις  τους.
Οι βρικόλακες των θρύλων και των παραμυθιών επιτίθενται μετά την δύση του ηλίου. Οι βρικόλακες του χιτλερισμού οργιάζουν συνήθως τα Σαββατοκύριακα και μέρα μεσημέρι.

Έτσι και το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε, είχαμε  καταιγισμό απρέπειας   από τους δύο σεσημασμένους  ανάγωγους της Γερμανικής κυβέρνησης.
Πρώτος και με διαφορά ο αμετροεπής κος Σόϊμπλε, ο οποίος δεν δίστασε να κατηγορήσει για αχρειότητα όλους συλλήβδην τους πολιτικούς της Ελλάδας και για κακώς εννοούμενο αναρχισμό σύσσωμο τον αναξιοπαθούντα ελληνικό πληθυσμό.
Στη διάλεκτο των Βησιγότθων αυτά μπορεί να θεωρούνται ευφυολογήματα. Στην πολιτισμένη Ευρώπη όμως ισοδυναμούν με διπλωματική βαρβαρότητα και στην ελληνική γλώσσα μεταφράζονται ως ύβρεις.
Διότι λαός που δεν θέλει να κυβερνηθεί παύει να είναι σύνολο εν κοινωνία βιούντων  προσώπων και συνιστά συμπτωματικό άθροισμα άξεστων και αντικοινωνικών ατόμων. 
Και «πολιτικός που δεν θέλει να κυβερνήσει» είναι τουλάχιστον αχρείος. Διότι οι πολιτικοί είναι χρήσιμοι όταν προσφέρουν τις κυβερνητικές υπηρεσίες για τις οποίες εκλέγονται και αμείβονται. Όταν δεν το κάνουν είναι άχρηστοι. Κοινώς αχρείοι…
Μερικές ώρες αργότερα επανέλαβε την ναζιστική του αντίληψη ότι οι χώρες της Ευρώπης (εκτός Γερμανίας) θα πρέπει να  τεθούν υπό τον έλεγχο ειδικών επιτροπών, ώστε να εξασφαλίζεται η δημοσιονομική τους πειθαρχία. (Τουτέστιν να διευκολύνεται η ληστρική επιδρομή των Γερμανικών πολυεθνικών).
Οι δύο δηλώσεις  μπορεί να μοιάζουν άσχετες μεταξύ τους, αλλά στην πραγματικότητα έχουν μια στενή εσωτερική διασύνδεση.
Διότι, όπως γνωρίζουν και οι πρωτοετείς  φοιτητές της νομικής, σύμφωνα με την διεθνώς κρατούσα αντίληψη κάθε κράτος συνίσταται σε μια διαρκή σε νομικό πρόσωπο οργάνωση λαού, μονίμως εγκατεστημένη σε ορισμένη χώρα  και ασκούσα αυτοδύναμη εξουσία.
 Εάν ο λαός δεν θέλει να κυβερνηθεί αυτομάτως χάνει την διαρκή του οργάνωση, τοιουτοτρόπως παύει να διαθέτει την οιονεί νομική του προσωπικότητα και συνακόλουθα την κρατική του υπόσταση και την με αυτήν στενώς συνδεομένη κυριαρχία του.  
 Ένας τέτοιος λοιπόν λαός, όπου επιπροσθέτως το πολιτικό  του προσωπικό είναι ουσιαστικά ανίκανο να ασκήσει επιτυχώς τα κυβερνητικά του καθήκοντα,  προφανώς δεν δικαιούται εθνικής κυριαρχίας και μπορεί να είναι το ιδανικό θύμα των νεόκοπων αποικιοκρατών.

Και «στο καπάκι» μας προέκυψε και ο έτερος «ιδιόρρυθμος» υπουργός Εξωτερικών της φίλης χώρας, ο κος  Βεστερβέλε, ο οποίος απεφάνθη με ύφος σαράντα καρδιναλίων ότι για την χώρα του δεν υπάρχει πλέον θέμα πολεμικών αποζημιώσεων.
Φυσικά, όπως εξελίσσονται τα πράγματα, θα πρέπει να ήμαστε και ευχαριστημένοι που οι απόγονοι του Χίτλερ μας επιτρέπουν να ζούμε στην ευρωπαϊκή ήπειρο και να μολύνουμε τον αέρα που αναπνέει η αρεία φυλή τους!!!

Επειδή ανεξάρτητα από την αλαζονεία των Χιτλερικών επιγόνων η Γηραιά ήπειρος και όχι μόνον αυτή, διαθέτει ένα διεθνές δίκαιο και μια διεθνή δεοντολογία και διπλωματική τάξη, η  πολιτική ηγεσία οποιασδήποτε άλλης χώρας εδέχετο παρόμοιες λεκτικές επιθέσεις θα είχε  ανταπαντήσει με την δέουσα σκληρότητα.
Ακούσατε μέχρι στιγμής να ψελλίζουν έστω κάτι οι κατά τον κο Σόϊμπλε «αχρείοι» που συναπαρτίζουν το κυβερνητικό πολιτικό προσωπικό της Ελλάδας;
Προς το παρόν απόλυτη σιγή ασυρμάτου. 
Οι λαλίστατοι στο εσωτερικό αρχηγίσκοι καθίστανται συστηματικά άφωνοι απέναντι σε κάθε είτε εκ Δυσμών είτε εξ Ανατολών πρόκληση και ύβρι.
Δεν φταίει επομένως κατά περίπτωση ο κάθε κος Σόϊμπλε ή ο κάθε  Τούρκος κυβερνήτης φρεγάτας, αλλά η οσφυοκαμψία και η ατολμία των εκάστοτε Ελληνικών κυβερνήσεων.

Η κυβέρνηση Βενιζέλου – Σαμαρά και ο εκλεκτός τους κος Παπαδήμος, μπορεί όπως τους αρέσει να αυτοαποκαλούνται, να είναι «ειδικού σκοπού», αλλά θα πρέπει επί τέλους να αντιληφθούν και να το μεταφέρουν στους  ένθεν κακείθεν άσπονδους «φίλους», «εταίρους» και «συμμάχους» ότι ο Ελληνικός λαός δεν είναι «με ειδικές ανάγκες», όπως θέλουν να τον παρουσιάζουν.

Οφείλει επομένως οι κ.κ Υπουργοί Οικονομίας και εξωτερικών να απαντήσουν αρμοδίως και αμελλητί στους αυθαδέστατους Γερμανούς ομολόγους τους ως προς μέν τις δηλώσεις του κου Σόϊμπλε ότι:
Α. Οι λαοί του πολιτισμένου Ευρωπαϊκού νότου προσπάθησαν επί αιώνες να εκπολιτίσουν τα πέραν των Άλπεων βαρβαρικά φύλα, αλλά ούτε η Γερμανική πνευματική  ηγεσία παρά την βαθειά επιρροή που δέχθηκε από την ελληνορωμαϊκή φιλοσοφία κατάφερε να τους διαπαιδαγωγήσει, ούτε η Γερμανική πολιτική ελίτ δέχθηκε διαχρονικά να εκπολιτισθεί.
Β. Ότι το μοντέλο τυραννίας το οποίο οραματίζεται είχε από αρχαιοτάτων χρόνων εφαρμοσθεί από τους Έλληνες, όπου οι μεν Αθηναίοι φρόντιζαν να εγκαθιστούν δημοκρατικά πολιτεύματα στα μέλη της Αθηναϊκής Συμμαχίας, οι δε Σπαρτιάτες επέβαλλαν φίλα προσκείμενα προς αυτούς  αριστοκρατικά καθεστώτα στις πόλεις της Πελοποννησιακής Συμπολιτείας.   
Κακέκτυπο αυτών των προτύπων υπήρξαν τα τυραννικά Κυβερνεία, που επέβαλαν στις απανταχού αποικίες οι απολυταρχικοί ηγεμόνες των μεσαιωνικών κρατών της Δυτικής Ευρώπης, που εξυπηρέτησαν ληστρικές εμπορικές σκοπιμότητες και εξέλειπαν πλέον κακήν κακώς τον περασμένο αιώνα.
Αυτό λοιπόν το μοντελάκι, που προσπάθησε ανεπιτυχώς να αναβιώσει δια της βίας ο τρισκατάρατος Αδόλφος Χίτλερ δεν πρόκειται να γίνει ανεκτό ούτε στην Ελλάδα, ούτε σε κανένα πολιτισμένο λαό της Ευρώπης.

Στις δε δηλώσεις του «ιδιόρρυθμου» κου Βεστερβέλε ότι ούτε τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας  υπόκεινται σε οποιουδήποτε  είδους παραγραφή (όπως προσφυώς επισημαίνει οηρωϊκός  Μανώλης Γλέζος), ούτε οι εγκληματίες πολέμου νομιμοποιούνται να εκδίδουν οι ίδιοι συγχωροχάρτια για τις θηριωδίες τους…