Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

Συμπατριώτες της Γερμανίας σκεφθείτε τί θα ψηφίσετε..

Οι Γερμανικές εκλογές καλώς ή κακώς (κακώς) επηρεάζουν σοβαρά ολόκληρη την Ευρώπη.

Η θεσμική αλλοίωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Ευρωζώνης, η μεθοδική αποδυνάμωση των νότιων και περιφερειακών οικονομιών, η άλλοτε οικειοθελής και άλλοτε καταναγκαστική παραχώρηση μεγάλους μέρους της εθνικής κυριαρχίας των κρατών μελών σε μια αμφιβόλου ηθικής ποιότητας ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, έδωσε τη δυνατότητα στη Γερμανίδα Καγκελάριο να αποκτήσει αυτοκρατορική ισχύ.
Ισχύ την οποία με την μέχρι τώρα πολιτεία της έχει αποδείξει ότι ή δεν θέλει, ή δεν μπορεί ή δεν γνωρίζει πώς πρέπει να την χρησιμοποιήσει για την βελτίωση της ζωής των Ευρωπαίων πολιτών.

Δέσμια σε μια στείρα νεοφιλελεύθερη αντίληψη, που θέτει σε πρώτη προτεραιότητα την διάσωση των τραπεζών και την κερδοφορία μεγάλων πολυεθνικών, έχει αποδειχθεί ικανή να μετέλθει οποιουδήποτε μέσου, ακόμη και αν οδηγεί σε ανθρωπιστική καταστροφή εκατομμύρια Ευρωπαίους.
Το χειρότερο από όλα είναι ότι φαίνεται να αγνοεί πως οι επί μέρους εθνικές οικονομίες των χωρών της Ευρωπαϊκής ηπείρου είναι συγκοινωνούντα δοχεία και ότι δεν ειναι δυνατόν να καταστραφούν οικονομικά οι υπόλοιπες χώρες και να διασωθεί μόνη η Γερμανία.
Είτε από άγνοια, είτε από νοητική ανεπάρκεια, είτε από άλλους σκοτεινούς και ανομολόγητους λόγους, η Γερμανίδα Καγκελάριος εμμένει φανατικά σε μια κακώς εννοούμενη δημοσιονομική πειθαρχία εξαρτημένη απολύτως από πολιτικές σκληρής λιτότητας, που έχει ως αποτέλεσμα την καταστροφή των παραγωγικών δομών στην πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κρατών.

Και ενώ όλοι οι οικονομικοί δείκτες καταδεικνύουν την αποτυχία αυτού του μοντέλου, σε σημείο που πλέον ανησυχεί σοβαρά ολόκληρος ο πλανήτης για τις δυσμενείς επιπτώσεις του στην παγκόσμια οικονομία, το επιτελείο της καγκελαρίου αρνείται πεισματικά να παραδεχθεί τα λάθη του και να αλλάξει, να βελτιώσει έστω, την τακτική του.
Ο αντίκτυπος αυτής της ολέθριας οικονομικής πολιτικής έχει ήδη σοβαρό υφεσιακό αντίκτυπο στην Γερμανική οικονομία του θηριώδους εξωτερικού χρέους, αλλά το επιτελείο της κας Μέρκελ επιμένει να κρύβει το πρόβλημα κάτω από το χαλί.

Η αλήθεια είναι ότι χωρίς τη διαφορά επιτοκίων η Γερμανία θα είχε καταρρεύσει πρίν από οποιαδήποτε άλλη Ευρωπαϊκή χώρα.
Όμως οι Γερμανοί πολιτικοί αποκρύπτουν την αλήθεια από το γερμανικό λαό και επιτρέπουν στην Καγκελάριο να θέτει τη χώρα σε τεράστια οικονομική διακινδύνευση έχοντας μετατρέψει τη Γερμανία από παραγωγική-αναπτυξιακή ατμομηχανή της Ευρώπης σε μία υφεσιακή χώρα τοκογλύφο.
Αν αυτή η πολιτική συνεχισθεί, είναι βέβαιο ότι πολύ σύντομα η δομική κρίση της Ευρωπαϊκής οικονομίας, αλλά και  της ίδιας της Γερμανίας θα καταντήσει μη αναστρέψιμη με καταστροφικές όχι μόνο οικονομικές, αλλά και κοινωνικές συνέπειες για όλους τους λαούς.

Χωρίς πρωτογενή τομέα, βιομηχανική, αγροτική παραγωγή, καμία εθνική οικονομία δεν μπορεί να επιβιώσει με χρηματοοικονομικά προϊόντα και τοκογλυφία.

 Γιατί η τοκογλυφία μπορεί πρόσκαιρα να βουλώσει κεντρικά ελλείμματα, να εξασφαλίσει μπόνους για τους τραπεζίτες και χορηγίες για τα πολιτικά κόμματα, αλλά δεν μπορεί να δημιουργήσει θέσεις εργασίας, να προσφέρει ικανοποιητικούς μισθούς, να τονώσει την ζήτηση, να φέρει ανάπτυξη, να προσφέρει μακροπρόθεσμη οικονομική πρόοδο και κοινωνική ευημερία.

Αυτά όλα είναι γνωστά στις πολιτικές ηγεσίες της ΕΕ, αλλά δυστυχώς φαίνεται να είναι εγκλωβισμένες σε μια αρρωστημένη λογική συντήρησης της εξουσίας τους και σπατάλης πολιτικού χρόνου. 
Την ίδια στιγμή μια διαστροφική Ευρωπαϊκή γραφειοκρατία είναι ικανή να κάνει τα πάντα προκειμένου να διατηρήσει τις παχυλές αποδοχές της και τα υπόλοιπα προνόμιά της, αδιαφορώντας για την ανθρωπιστική καταστροφή, που συντελείται ήδη σε τεράστιες μάζες  Ευρωπαϊκών πληθυσμών.

Αυτό σημαίνει ότι δυστυχώς η σωτηρία της Ευρώπης επαφίεται για άλλη μια φορά στους πολίτες της.
Μ αυτήν την έννοια οι Γερμανικές εκλογές, εξ αιτίας του μεγάλου ειδικού βάρους της Γερμανίας στη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού μέλλοντος έχουν καθοριστική σημασία.
Η αλήθεια είναι ότι η ψήφος του Γερμανού ψηφοφόρου θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό, αν το Ευρωπαϊκό σκάφος θα αλλάξει πορεία την ύστατη αυτή ώρα, η αν θα συνεχίσει την ανόητη πλεύση του, που θα το οδηγήσει με ορατή πλέον μαθηματική ακρίβεια σε ένα άνευ προηγουμένου βιβλικών διαστάσεων οικονομικό και κοινωνικό ναυάγιο.

Δεν είναι καθόλου βέβαιο κατά πόσον ο μέσος Γερμανός ψηφοφόρος έχει κατανοήσει την κρισιμότητα της υπόθεσης.

Γι αυτό ο ρόλος των Ελλήνων ομογενών, που έχουν καλλίτερη πληροφόρηση για τις καταστροφικές συνέπειες των νεοφιλελεύθερων συνταγών της Καγκελαρίου, γίνεται περισσότερο σημαντικός.
Όσοι Έλληνες της Γερμανίας διαθέτουν δικαίωμα ψήφου, θα πρέπει να το χρησιμοποιήσουν σωστά προκειμένου όχι απλώς να προσφέρουν το λιθαράκι τους στην πανεθνική προσπάθεια σωτηρίας της πατρίδας.
Αλλά και για να κάνουν το καθήκον τους για τη εξασφάλιση του Ευρωπαϊκού μέλλοντος.
Του μέλλοντος της ίδιας της Γερμανίας,
Σε τελική ανάλυση του μέλλοντος του δικού τους και των παιδιών τους...

  

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

ΤΡΑΠΕΖΕΣ: Μην τα σκαλίζεις γιατί βρωμάνε…




Την περασμένη βδομάδα, εντυπωσιασμένος από τις ανακοινώσεις κερδών των κατ’ ουσίαν ευρισκομένων σε «κώμα» Ελληνικών τραπεζών, έγραψα ένα σχόλιο στο Τουήτερ, που βρήκε αρκετούς θιασώτες:

«Η Εθνική Τράπεζα έχει πάρει ένα σκασμό ανακεφαλαίωση, αλλά έχει κέρδη300+δις. Δεν καταλαβαίνεις πώς γίνεται? Δεν πειράζει. Αρκεί που πληρώνεις...».


Η αλήθεια είναι ότι ο «δαίμων» του τουήτερ παρεισέφρησε στο εν λόγω σχόλιο, αφού τα κέρδη της τράπεζας δεν ήταν 300+δις, αλλά προφανώς 300+εκ. Πέρα όμως από αυτή την εξόφθαλμη παραδρομή, η ουσία του σχολίου παρέμεινε αναλλοίωτη.

Εκφράζει  την απορία, την αγωνία, την αγανάκτηση, αν θέλετε, του μέσου πολίτη, ο οποίος έχοντας γονατίσει από τα φορολογικά βάρη και την διαιωνιζόμενη ύφεση, εισπράττει ως κοροϊδία την κερδοφορία επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν το κύριο μερίδιο ευθύνης για τα δεινά του.
Διότι παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της Ευρωζωνικής γραφειοκρατίας, της Ελληνικής Κυβέρνησης και των μιντιακών παπαγαλείων, ο μέσος πολίτης έχει πλέον συνειδητοποιήσει πλήρως, ότι το δημόσιο χρέος της χώρας εκτινάχθηκε στα 320 δις εξ αιτίας της απορρόφησης των τραπεζικών, τουτέστιν ιδιωτικών χρεών. Γνωρίζει δηλαδή ότι χάριν της σωτηρίας ελληνικών και κυρίως ευρωπαϊκών  (και δη Γερμανικών τραπεζών), η χώρα μεταβλήθηκε σε μια αποικία χρέους. ΄
Ότι  ο ίδιος, τα παιδιά, τα εγγόνια του και τίς οίδε πόσες άλλες γενιές προδιαγράφηκε να ζήσουν στη μιζέρια και τη εξαθλίωση.


Όταν λοιπόν οι κοινές επιχειρήσεις, κλείνουν η μία μετά την άλλη, Δημόσιοι οργανισμοί, νοσοκομεία, πανεπιστήμια και σχολεία καταργούνται.

Όταν νησιά, παραλίες, λιμάνια, αεροδρόμια, δημόσια ακίνητα, ορυκτός πλούτος, κοιτάσματα υδρογονανθράκων, πόσιμο νερό και οτιδήποτε άλλο βγαίνει  στο παζάρι.

Όταν όλα αυτά τα δεινά επισωρεύονται στη δυστυχισμένη χώρα για την εξυπηρέτηση ενός επονείδιστου  χρέους σωτηρίας των Τραπεζών.

Όταν ένα μήνα νωρίτερα έχει αρχίσει το «μασάζ» στην κοινή γνώμη για την αναγκαιότητα άρσης της απαγόρευσης επίσπευσης πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας και πάλι με την κυνική δικαιολογία ότι είναι μέτρο απαραίτητο για την διάσωση  του τραπεζικού συστήματος.

Ε, λοιπόν τότε είναι απολύτως φυσικό, να εισπράττει τουλάχιστον ως πρόκληση ο φορολογούμενος αυτές τις μυστηριώδεις ανακοινώσεις κερδοφορίας.


Τουλάχιστον δε, στοιχειώδης λογική υπαγορεύει, ότι όταν ο πολίτης καλείται να πληρώσει δυσβάστακτους φόρους  και ως εκ τούτου δυστυχεί, δεν είναι δυνατόν να συνεχίζει να ευημερεί οικονομικά ο κύριος υπαίτιος της οικονομικής εξαθλίωσης της χώρας.

Και μάλιστα όταν ο πολίτης ματώνει κυριολεκτικά και βογγάει πληρώνοντας από το υστέρημα του, ευλόγως αναμένει ότι τουλάχιστον τα όποια κέρδη των αμαρτωλών τραπεζών θα πρέπει να πηγαίνουν κατ’ ευθείαν στα δημόσια ταμεία.
Προσδοκία, την οποία, όπως κατέδειξε το επίμαχο σχόλιό μου στο τουήτερ, έχουν αφελώς  ακόμη και οι φανατικοί υποστηρικτές της μνημονιακής πολιτικής.
Διότι  τέσσερεις  μέρες μετά την δημοσίευσή του παραπάνω σχολίου μου ένας τέτοιος οπαδός με επέπληξε, επισημαίνοντάς μου ότι το 90% της Εθνικής Τράπεζας ανήκει στο Δημόσιο και ότι επομένως τα ανάλογα κέρδη πάνε στο Κράτος.


Είναι όμως πράγματι έτσι? Για να δούμε ποιά είναι η πραγματικότητα.


Αυτό που είναι γνωστό τοις πάσι είναι ότι το Ελληνικό Δημόσιο, προκειμένου να σωθούν οι Ελληνικές Τράπεζες και συνακόλουθα οι Γερμανικές υποχρεώθηκε να φορτώσει στο δημόσιο χρέος ένα υπέρογκο ποσό 150δις και πλέον, το μέγιστο μέρος του οποίου  χορηγήθηκε στις τράπεζες, οι οποίες εξ αιτίας της εμπλοκής τους στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική φούσκα είχαν φθάσει στα όρια της πτώχευσης.

Έτσι ένα τεράστιο ιδιωτικό, τραπεζικό χρέος μετατράπηκε τεχνηέντως σε δημόσιο και αντί , ως έδει, να πτωχεύσουν οι τράπεζες , επτώχευσε κατ’ ουσίαν το Κράτος. Διότι τι άλλο από πτώχευση σημαίνει η παράδοση της διακυβέρνησης στους δανειστές και κυρίως η συγκέντρωση όλου του εθνικού πλούτου εν είδει πτωχευτικής περιουσίας στο ΤΑΙΠΕΔ, φορέα με αρμοδιότητες ταυτόσημες  με ενός συνδίκου πτωχεύσεως.


Αντί δε να χάσουν τις θέσεις τους και να υποστούν τις δέουσες ποινικές και αστικές συνέπειες τα αποτυχημένα στελέχη των τραπεζών, τουναντίον  δεινοπαθεί ένας ολόκληρος λαός.

Πτωχεύουν μέχρι πρό τινος υγιείς επιχειρήσεις και σύρονται  στις φυλακές καθ’ όλα αξιοπρεπείς επιχειρηματίες. Εκατομμύρια άνθρωποι μένουν άνεργοι από τη μια μέρα στην άλλη και εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά διαλύονται  υπό την πίεση της οικονομικής ανέχειας. Μικρομεσαίοι, ελεύθεροι επαγγελματίες βρίσκονται με μηδενικά εισοδήματα και αντιμέτωποι με θηριώδη χρέη, που απειλούν να τους κατασπαράξουν. Αντίστοιχα μισθωτοί και συνταξιούχοι υφίστανται πρωτοφανείς περικοπές και ήδη εισέρχονται  στη «σήραγγα του τρόμου». Στο Γολγοθά απώλειας του σπιτιού της.
Και ενώ η χώρα ολόκληρη πάσχει του «λιναριού τα πάθη», τα γκόλντεν μπόις παραμένουν στο απυρόβλητο, απολαμβάνουν ασυλίας και παχυλών μισθών και έχουν το θράσος να μιλούν για κέρδη, για τα οποία δεν αποκλείεται να ζητούν και μπόνους…

Ας δούμε όμως τώρα τι γίνονται αυτά τα κέρδη. Ενισχύουν άραγε τον δημόσιο κορβανά, όπως κουτοπόνηρα αφήνουν να εννοηθεί οι οικονομικοί κύκλοι και οι εξωνημένοι «παπαγάλοι» τους και όπως ανοήτως βαυκαλίζονται οι φιλομνημονιακοί οπαδοί τους;

Δυστυχώς όχι.

Η αλήθεια είναι ότι έναντι των υπέρογκων ποσών ανακεφαλαιοποίησης οι  τράπεζες εξέδωσαν αντίστοιχες προνομιούχες (όπως στην περίπτωση της Εθνικής) ή κοινές (όπως στην περίπτωση της ΑΛΦΑ ) μετοχές.

Ενώ όμως τα χρήματα δόθηκαν από το κράτος επιβαρύνοντας τον Έλληνα φορολογούμενο, οι σχετικές μετοχές δεν έφθασαν ποτέ στη κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου.

Κατέληξαν στο περιβόητο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας HFSF (νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου), το οποίο είναι πλέον ο μέτοχος των τραπεζών (καθόσον αφορά στην ΕΘΝΙΚΗ 84,4%) και όχι το ίδιο το Ελληνικό Δημόσιο.

Αυτό έχει σαν συνέπεια τα όποια διανεμόμενα τραπεζικά κέρδη, οψέποτε αυτά διανεμηθούν,να κατευθύνονται στο ιδιωτικού δικαίου Ταμείο και όχι στα κρατικά ταμεία.


Και ας μη σπεύσουν οι καλοθελητές να επισημάνουν ότι με βάση τον ιδρυτικό νόμο του Ταμείου (N. 3864/2010 ΦΕΚ Α 21.7.2010) τα κέρδη του Ταμείου πηγαίνουν στο Δημόσιο.

Διότι απλούστατα, όπως ο καθένας μπορεί να διαβάσει  στην ετήσια έκθεσή του Ταμείου για τη χρήση από 1/1/2012 έως 31/12/2012, που δημοσιεύθηκε μόλις τον Αύγουστο του 2013, το Ταμείο όχι απλώς δεν έχει κέρδη, αλλά αντίθετα έχει ζημιές του ύψους (κρατηθείτε) των 5.670.645.476 ευρώ (το ξαναδιευκρινίζω, ζημιές 5,68 δις ευρώ).

Όπερ σημαίνει ότι το μαγικό αυτό Ταμείο όχι απλώς είναι ικανό να εξαφανίσει τα υποτιθέμενα κέρδη των τραπεζών στην σκοτεινή διαδρομή τους από τις τράπεζες προς τα κρατικά ταμεία, αλλά κατόρθωσε όπως το ίδιο γράφει στην προαναφερθείσα έκθεση κάτι ακόμη εκπληκτικότερο.

Κατάφερε μέσα στη χρήση του 2012 να μειώσει τα ίδια κεφάλαιά του, τουτέστι τα κρατικά λεφτουδάκια μας,  κατά 5,5 ολόκληρα δις (ήτοι 13,4% μέσα σε μία και μόνη χρήση).


Αυτό είναι το οικονομικό success story της Κυβέρνησης. Τα «επιτεύγματα» των τεχνοκρατών του οικονομικού επιτελείου. Η μαγεία των μεθοδεύσεων, που επινοούν ξένοι δανειστές και εγχώριοι «σωτήρες». Για να εξανεμίσουν τους εθνικούς πόρους, να εξαθλιώσουν τον πληθυσμό της χώρας και να παραδώσουν τον εθνικό πλούτο, αλλά και το σύνολο της δημόσιας και ιδιωτικής ιδιοκτησίας σε σκοτεινούς, κατά βάση εξωχώριους  κερδοσκοπικούς κύκλους.

Και το τραγικό είναι ότι έχουν το θράσος να μας αντιμετωπίζουν σα χαχόλους.

Και αν κάποια στιγμή αναρωτηθούμε τι σόι κέρδη είναι αυτά των τραπεζών και πού στην ευχή κατευθύνονται, ούτε λίγο ούτε πολύ εισπράττουμε απαντήσεις του τύπου:

-Σκάσε και πλήρωνε.

Αιδώς Μεσσήνιοι…

Παρασκευή 16 Αυγούστου 2013

Η φτώχεια δεν γεννάει μόνο Γιάννη Αγιάνηδες και Ιαβέρηδες...


Εδώ και 48 ώρες η ελληνική κοινωνία  και ο καθρέπτης της, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχουν πάρει φωτιά από τον συγκλονιστικό θάνατο ενός νεαρού παιδιού,19 ετών, που έχασε τη ζωή του για φαινομενικά ασήμαντη αιτία.
Από τη μια ο απλός κόσμος, που εκφράζει με κάθε τρόπο (συχνά με οργή και υπερένταση) την αγανάκτησή του για την συνταρακτική απώλεια και από την άλλη γνωστοί και μη εξαιρετέοι στυλοβάτες τους συστήματος εξουσίας, που εστιάζουν στην παραβατικότητα του θύματος και την νομότυπη άσκηση των καθηκόντων του ελεγκτή.

Ποια αλήθεια ήταν αυτή η «στυγερή» παραβατικότητα, που στοίχισε τη ζωή ενός δεκαενιάχρονου παλληκαριού;
«Ηταν ένας τζαμπατζής».  Έκανε χρήση τρόλεϊ  αποφεύγοντας να πληρώσει το εισιτήριο των 1,20 ευρώ της συγκεκριμένης διαδρομής. Και μάλιστα δεν ήταν η πρώτη φορά, όπως σπεύδουν να «ενημερώσουν» όλα τα φιλοκαθεστωτικά ΜΜΕ, υιοθετώντας άκριτα αναπόδεικτους ισχυρισμούς του ελεγκτή.
Αυτή η «δόλια» αποφυγή πληρωμής εισιτηρίου κατά την αντίληψη «εγκρίτων» μελών της  Ελληνικής διανόησης και όχι μόνον, ήταν επαρκής  λόγος για να δικαιολογήσει την συμπεριφορά του ελεγκτή, που αντικειμενικά είχε ως αποτέλεσμα τον θανάσιμο τραυματισμό του παιδιού.

Μωρία, τυπολατρία, κοινωνική αναλγησία, διαστροφική διάθεση αποστασιοποίησης από την μέση αντίληψη της κοινής γνώμης ή απλή σταδιοδρομική σκοπιμότητα;
Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου με αποτέλεσμα ακόμη και αυτοαποκαλούμενοι  «αριστεροί» να μπερδεύουν στην κυριολεξία τον μπούσουλα και υπό την πίεση συνθλιπτικών ιστορικών  συνθηκών και πρωτόφαντων καταστάσεων να χάνουν το προοδευτικό τους προσωπείο και να εκδηλώνουν απόψεις και συμπεριφορές ανάρμοστες στην ιδεολογία και την πνευματική τους ιδιότητα. 

Ο Βίκτωρ Ουγκώ είχε περιγράψει με εξαιρετική ενάργεια και ευαισθησία την  ακαταγώνιστη δύναμη της φτώχειας στην ανάπτυξη παρορμητικής παραβατικότητας. Καθώς επίσης και την αθλιότητα της καταδιωκτικής εμμονής του «επαγγελματικού» ελεγκτικού οργάνου.

Διακόσια χρόνια μετά οι υποτιθέμενοι πνευματικοί κληρονόμοι του δείχνουν να μη κατανοούν καθόλου το μεγαλειώδες λογοτεχνικό του έργο, αλλά το χειρότερο από όλα, να στερούνται στοιχειώδη προσόντα για την συγγραφική τους νομιμοποίηση.
Η ικανότητα να ψηλαφείς τις πληγές της κοινωνίας, να οσμίζεσαι την περιρρέουσα δυστυχία και τον αρνητικό συλλογικό ψυχισμό που παράγει, να αφουγκράζεσαι την βουβή κραυγή αγωνίας του απλού κόσμου και να μπορείς με τα μάτια της ψυχής να δεις πέρα από την καθεστωτική βιτρίνα και ίσως πέρα από το δικό σου ρόδινο κόσμο. Αυτά είναι ιδιότητες ενδεχομένως όχι επαρκείς, αλλά απολύτως αναγκαίες για να ξεφύγεις από το συρφετό των λογοκλόπων και να εισέλθεις στη χορεία των διανοητών, των ανθρώπων του πνεύματος και της τέχνης.

Με την τυπική έννοια λοιπόν του όρου ο δυστυχισμένος  νέος  εκ προθέσεως παραβίασε τη νομιμότητα, που απαιτεί καταβολή συγκεκριμένου αντιτίμου για την χρήση μέσου μαζικής μεταφοράς. Και από την άλλη πλευρά ο ελεγκτής επιχείρησε να εκτελέσει νόμιμη υποχρέωσή του να ελέγξει την «παραβατικότητα» της συγκεκριμένης πράξης-παράληψης και να επιβάλει το προβλεπόμενο πρόστιμο.
Παραβάτης ο πρώτος, επαγγελματίας ο δεύτερος…
Αλήθεια;  Είναι άραγε τόσο απλά τα πράγματα;
Προφανώς όχι . 

Για τον Βίκτωρα Ουγκώ  miserable, κακότυχος, δυστυχισμένος, άθλιος δεν είναι μόνο ο Γιάννης Αγιάννης , αλλά και ο Ιαβέρης.
Και οι δύο φαινομενικά αντίθετες και αντιμαχόμενες φιγούρες είναι κατ’ ουσίαν θύματα κοινωνικών συνθηκών, που υποβάλλουν και επιβάλλουν  τις διαμετρικές, αλλά συμπληρωματικές συμπεριφορές τους.
Η πείνα οδηγεί τον Γιάννη Αγιάννη να κλέψει ένα καρβέλι ψωμί . Μια στιγμιαία παρορμητική κίνηση, που του επιβάλλει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης  σε ένα κοινωνικό περιβάλλον, που δεν προσφέρει ευκαιρίες και δυνατότητες επιβίωσης στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Μια περίπου αναπόφευκτη παρατυπία ευτελούς αξίας, που στοίχειωσε την υπόλοιπη ζωή του.
 Και από την άλλη ο Ιαβέρης, ο στυγνός, άτεγκτος φύλακας και εφαρμοστής του νόμου, που ο επαγγελματισμός του τον σπρώχνει σε υπέρμετρο ζήλο, εμμονικές και συχνά ανάλγητες συμπεριφορές.
Θύματα και οι δυό των κοινωνικών συνθηκών της πολυτάραχης εποχής τους.

Ακριβώς πανομοιότυπη είναι και η τραγική ιστορία του άτυχου «τζαπατζή».
Ένα παιδί πάνω στο άνθος της ηλικίας του, που σφύζει από όνειρα και ενεργητικότητα, χωρίς ευρώ στην τσέπη σε μια πόλη, που απαιτείται να πληρώσει κάθε στιγμή για τα πάντα.
Πώς περιμένουμε να αντιδράσει; 
Να αγνοήσει την αδήριτη ανάγκη κυκλοφορίας και επικοινωνίας; 
Να παραιτηθεί από το δικαίωμα ζωής; 
Να κλειστεί στο σπίτι και να πεθάνει από μελαγχολία και αδράνεια; 
Να αποδεχθεί τον παραλογισμό της στέρησης στοιχειωδών δικαιωμάτων (προστατευόμενων κατά τα άλλα στην ΕΕ), επειδή δεν διαθέτει το ευτελές, αλλά τόσο δυσεύρετο για την οικογένειά του αντίτιμο των 1,20 ευρώ;

«Ελάτε στο Περιστέρι. Να δείτε τα παιδιά μας χωρίς ένα ευρώ στη τσέπη. Να δείτε το δράμα των νέων μας. Ελάτε για να καταλάβετε επί τέλους, πώς ζούμε. Πως θα θρηνήσουμε κι άλλα παιδιά.»  
Αυτή ήταν η κραυγή αγωνίας μιας Περιστεριώτισας μάνας, που τηλεφώνησε απελπισμένη σε ένα τηλεοπτικό σταθμό ο βράδυ της Θεομητορικής γιορτής, που πολλοί επώνυμοι διασκέδαζαν στα πανηγύρια ανά την Ελλάδα, την ίδια ώρα που ο μεγαλύτερος ίσως δήμος της χώρας ετοίμαζε το ξόδι ενός αδικοχαμένου σπλάχνου του.

Αμφιβάλλει κανείς ότι για την «παραβατικότητα» αυτού του παιδιού ευθύνεται απολύτως η αισχροτάτη ένδεια στην οποία περιήγαγε την οικογένειά του ένα παγκόσμιο σαθρό οικονομικό σύστημα, μια αχρεία Ευρωπαϊκή νομεγκλατούρα και ένα ανίκανο πολιτικό προσωπικό; 
Αμφιβάλλει κανείς ότι η υποτιθέμενη παραβατική βούληση αυτού του άτυχου παλικαριού υπαγορεύθηκε επιτακτικά από  την απανθρωπιά ενός πανευρωπαϊκού καθεστώτος που περιορίζει συστηματικά το ζωτικό χώρο των πολιτών προς χάριν αδηφάγων υπερεθνικών κερδοσκόπων;

Και από την άλλη η τραγική φιγούρα του ελεγκτικού οργάνου. 
Πού η επαγγελματική του επάρκεια εξαρτάται από το πλήθος των «παραβατών» που θα εντοπίσει και η οικονομική του επιβίωση από τον αριθμό των προστίμων, που θα επιβάλλει. 
Και βέβαια ποιοι κάνουν χρήση των μέσων μεταφοράς; Οι πλούσιοι, οι διάσημοι, οι εισοδηματίες; Όχι βέβαια.  Τους φτωχούς πρέπει να κυνηγήσει κατ’ ανάγκην ο ελεγκτής. 
Από τους δυστυχισμένους, που δεν διαθέτουν 1,5 ευρώ για εισιτήριο, πρέπει να καταφέρει να εισπράξει το υπερβολικό πρόστιμο για να βελτιώσει το πενιχρό μηνιάτικό του.
 Πώς να παραμείνει ευαίσθητος στη φτώχεια, τη δυστυχία, τις παρακλήσεις τους για επιείκεια;
 Αμφιβάλλει κανείς ότι  και ο ελεγκτής είναι θύμα του ίδιου σάπιου πολιτικο-οικονομικού συστήματος;

Ενός συστήματος, όπου η θέσπιση και εφαρμογή κανόνων, η δημιουργία και λειτουργία ελεγκτικών μηχανισμών δεν έχει στόχο την τάξη και την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας, αλλά την είσπραξη εσόδων με την αφαίμαξη αναξιοπαθούντων. Που καταπιέζονται να πληρώσουν ποσά που είναι αδύνατο να βρούν για να αποφύγουν τις διώξεις και τον κακώς εννοούμενο εξευτελισμό. Γιατί βεβαίως άξια εξευτελισμού δεν είναι μια εξαθλιωμένη κοινωνία που αδυνατεί να πληρώσει, αλλά οι πρωταγωνιστές των αθλιοτήτων, που την οδήγησαν στη μαζική ανέχεια.

Σε μια φυσιολογική πολιτεία ο ελεγκτής θα εκπαιδευόταν κατάλληλα, ώστε να επιτελεί το έργο του με ευπρέπεια, με διπλωματικότητα, χωρίς να δημιουργεί εντάσεις. 
Σε μια φυσιολογική επιχείρηση, δημόσια ή ιδιωτική,  ο ελεγκτής θα είχε οδηγίες να σέβεται το κοινό και  να συμπεριφέρεται ευγενικά, να αποφεύγει τη δημιουργία δυσάρεστων εντυπώσεων. 
 Αντ’ αυτού είναι προφανές ότι επιλέγονται και  «εκπαιδεύονται» με μια αντίληψη «κυνηγών κεφαλών», στους οποίους μάλιστα δίδονται και ειδικά οικονομικά κίνητρα για κάθε «κεφάλι». 
 Πού λοιπόν εντοπίζονται οι ευθύνες του ελεγκτή και που οριοθετούνται οι ευθύνες της Πολιτείας, που παραχωρεί την μονοπωλιακή εκμετάλλευση δημόσιων αγαθών σε ιδιώτες; Ιδιώτες που συνήθως αφήνει ασύδοτους να ρυθμίζουν το αντίτιμο με βάση τους εταιρικούς τους στόχους και όχι με βάση την πραγματική δυνατότητα του πελατολογίου. Και τους οποίους μάλιστα, αντί να περιορίσει θέτοντας τους κοινωνικούς περιορισμούς, συντρέχει στην κερδοσκοπία τους με έξαψη του κοινωνικού αυτοματισμού μέσω απαράδεκτων δηλώσεων του τύπου «δεν θα δεχθούμε άλλους τζαμπατζήδες στα ΜΜΜ».
Και που εν τέλει σταματούν οι ευθύνες της διοίκησης μιας εταιρείας, που παραλείπει  να εκπαιδεύσει αναλόγως τους ελεγκτές και εν πάση περιπτώσει οφείλει και δύναται να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την αποφυγή περιστατικών προπηλακισμού, εξευτελισμού, αφόρητης ψυχολογικής βίας εις βάρος έστω και «τζαμπατζήδων» καταλαμβανομένων; 

Αν λοιπόν δεν αλλάξουν οι πολιτικο-οικονομικές και εν τέλει κοινωνικές συνθήκες είναι μάλλον απίθανο να αποφευχθούν παρόμοια τραγικά περιστατικά.
Περιστατικά που εν πολλοίς είναι αναπόφευκτα αποκυήματα νεοαποικιακών συστημάτων. Όπου παραδοσιακά επιβάλλονται ασύμμετροι έλεγχοι, ποινές και πρόστιμα, επειδή κατά βάση ο στόχος δεν είναι ο συνετισμός ,αλλά μάλλον  η καταλήστευση και εν τέλει  η εξόντωση των ιθαγενών.
Και είναι απογοητευτικό που υπάρχουν ακόμη σ’ αυτό τον τόπο «προοδευτικοί» άνθρωποι της διανόησης και της τέχνης, που αντί να θέσουν το δάκτυλο επί των τύπον των ήλων, χαζολογούν τοποθετούμενοι κατά της νεανικής «παραβατικότητας» και υπέρ του ελεγκτικού «επαγγελματισμού».
Αν σήμερα είναι «τζαμπατζής» ο φτωχός που δεν μπορεί να πληρώσει εισιτήριο, αύριο θα είναι παράνομος τζαμπατζής και αυτός που θα διψάει και θα «κλέψει» νερό, όταν θα έχει πουληθεί σε ιδιωτική εταιρία η ΕΥΔΑΠ;
«Αριστεροί»,  που δεν  πιάνουν το σφυγμό των πραγμάτων, που δεν κατανοούν αυτό που κραυγάζει η Περιστεριώτισα μητέρα. Το λογικόν, το εύλογον και το πασίδηλον.
Αυτό που διακόσια και πλέον χρόνια πριν έχει αντιληφθεί και περιγράψει με απόλυτη σαφήνεια ο Μεγαλειώδης Γάλλος συγγραφέας, σε ένα έργο που όχι αδίκως χαρακτηρίσθηκε κοινωνικό ευαγγέλιο.

Και μια ακόμη λεπτομέρεια.
Ας μη διαφεύγει στους ανόητους σύγχρονους "διανοητές", αλλά και σε όσους ευθύνονται για τα κολοσσιαία κοινωνικά αδιέξοδα  του πλανήτη, ότι ο Βίκτωρ Ουγκώ είχε συμπεριλάβει στους αθλίους του και ακόμη ένα πρωταγωνιστή, αναπόφευκτο  γέννημα των κοινωνικών συνθηκών:
Τον Γαβριά…   
Ένα χαρακτήρα, που ήδη πρωτοστατεί στα κοσμοϊστορικά δρώμενα της πλειοψηφίας των χωρών της ανατολικής Μεσογείου και όχι μόνον…

Πέμπτη 1 Αυγούστου 2013

Το κόλπο γκρόσο της εκκλησιαστικής περιουσίας.



Τρία εκατομμύρια εξαθλιωμένοι ραγιάδες, μεταξύ των οποίων 600.000 υποσιτιζόμενα παιδάκια, μπορούν πλέον να ατενίσουν με αισιοδοξία το μέλλον μετά το ευήκοο αυτί, που έτεινε ο πολυχρονεμένος μας Πρωθυπουργός στην μεγαλόψυχη πρόταση του σεβασμιοτάτου Αρχιεπισκόπου μας.
Τουταυτό βεβαίως ισχύει και για τα υπόλοιπα επτά εκατομμύρια Ελλήνων, εν δυνάμει εξαθλιωμένων, ως οσονούπω  ανέργων, αστέγων και οικονομικών υποδίκων…

Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα η μεγαλοφυής ιδέα της ίδρυσης μιας εταιρίας «αξιοποίησης» της εκκλησιαστικής περιουσίας είχε από καιρό, χάριτι Θεία, ωριμάσει στο μυαλό του πεφωτισμένου Προκαθήμενου της Ιεραρχίας.
Χρειαζόταν μόνο να βρεθεί ο κατάλληλος Πρωθυπουργός, ο οποίος θα έστεργε να συμπράξει στο μεγαλόπνοο σχέδιο.
Ο κ. Παπανδρέου διέθετε αναμφίβολα την δέουσα ευρύτητα  πνεύματος, αλλά  δυστυχώς εγκατέλειψε την πρωθυπουργία εκτάκτως και απροόπτως.
Ο διάδοχός του κ. Παπαδήμος , ως τεχνοκράτης, δεν υπήρξε Πρωθυπουργός των μεγάλων οραμάτων και των ανοικτών οριζόντων.
Ευτυχώς όμως, ω! του θαύματος, το τιμόνι της χώρας μετά από δύο σκληρές εκλογικές αναμετρήσεις, ανέλαβε ο κος Σαμαράς. Άνθρωπος νουνεχής, οξύνους, αποφασιστικός και κυρίως ρεαλιστής, ως διαπρεπής οικονομολόγος.

Έτσι έφθασε μία και μόνη ολιγόλεπτη συνάντηση των δύο επιφανών ανδρών, ώστε να συμφωνηθούν τα πάντα και να μπει επί τέλους το νερό στο αυλάκι.
Ως αρχιτσιφλικάς της Ψωροκώσταινας ο ένας και ως αδιαφιλονίκητος ισόβιος τσιφλικάς της εκκλησιαστικής περιουσίας ο δεύτερος, συναποφάσισαν εν ριπή οφθαλμού για θέματα, που επί αιώνες προκάτοχοί τους εδίσταζαν να αγγίξουν.
Αμ’ έπος, αμ’ έργον. 
Με τροπολογία αστραπή στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών ιδρύεται Εταιρεία Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Ακίνητης Περιουσίας Α.Ε. (ΕΑΕΑΠ) με αποκλειστικό της σκοπό τη «διοίκηση, διαχείριση και αξιοποίηση των ακινήτων επί των οποίων διατηρεί περιουσιακά δικαιώματα ή των οποίων ασκεί τη διοίκηση και διαχείριση η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών ή νομικά πρόσωπα ή φορείς που υπάγονται στην δικαιοδοσία της».

Προφανώς τα διαφημιστικά σλόγκαν περί δήθεν ενίσχυσης του φιλανθρωπικού έργου της εκκλησίας αποτελούν προφάσεις εν αμαρτίαις. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, το θέμα θα έπαιρνε μεγάλη δημοσιότητα, θα απασχολούσε τα ΜΜΕ επί μήνες, οι Ενορίες θα το διέδιδαν εν χορδαίς και οργάνοις. Τίποτε όμως από αυτά δεν συνέβη. Τουναντίον πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων, στα en passant των καναλιών, στα ανύπαρκτα των ρεπόρτερ.
Γεγονός που προδίδει ότι οι εμπνευστές του και συνέταιροι δεν επιθυμούσαν καθόλου την προσοχή της κοινής γνώμης. Όταν η «Δεξιά του Κυρίου» συνεταιρίζεται με τους εκπροσώπους του επί της γης η ενημέρωση των κοινών θνητών είναι αρχαιόθεν ανεπιθύμητη. Ενδεχομένως και η οργανωμένη  επίθεση στη Μονή Εσφιγμένου κατά τις ίδιες ημερομηνίες ανακοίνωσης της ίδρυσης της κερδοσκοπικής εταιρίας να μην είναι καθόλου συμπτωματική.

Το εγχείρημα λοιπόν είναι ομολογουμένως μεγαλόπνοο και από πάσης απόψεως μεγαλοφυές.
Τα ακίνητα της εκκλησίας θα περιέρχονται στην  εταιρία (ΕΑΕΑΠ) και εκείνη θα τα «αξιοποιεί» κατά το πρότυπο του ΤΑΙΠΕΔ.
Το προϊόν της «αξιοποίησης» θα περιέρχεται εξ ημισείας στους δύο συνεταίρους.

Το ενδιαφέρον είναι ότι ενώ φαινομενικά η εκκλησία θα αποξενωθεί από περιουσιακά της στοιχεία, εν τούτοις κανένας εκκλησιαστικός παράγοντας, παλαιοημερολογίτης μοναχός, σύλλογος φανατικών κ.λ  δεν έδειξε να ενδιαφέρεται.
Γιατί άραγε; Στο παρελθόν όποτε η πολιτεία διενοείτο να αγγίξει εκλησιαστικά ακίνητα κλήρος και πιστοί εκήρυτταν ιερό πόλεμο.  Και τώρα, όπου φαίνεται να μεθοδεύεται μια ευρείας κλίμακας αποξένωση της εκκλησίας από ων ουκ έστι αριθμητικός προσδιορισμός ακίνητα, ουδείς φαίνεται να ανησυχεί, από τους συνήθεις ζηλωτές.

Ο λόγος είναι μάλλον απλός.
Υπάρχει μια πλειάδα ακινήτων, πλείστα εκ των οποίων εξαιρετικά «φιλέτα», τα οποία είτε έχουν αναγνωρισθεί ως ανήκοντα στην Εκκλησία, αλλά οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις παραμένουν ανεκτέλεστες, είτε παραμένουν διαφιλονικούμενα.
Ως προς τα πρώτα οι εκκλησιαστικοί άνδρες έχουν  χάσει την υπομονή τους, ως προς τα δεύτερα έχουν βαρεθεί να ελπίζουν. Κρίνουν λοιπόν ευνοϊκή την παρούσα συγκυρία, όπου η πολιτική ηγεσία της χώρας είναι πρόθυμη να ρευστοποιήσει οτιδήποτε, χάριν  ικανοποιήσεως των πιστωτών και μακροημερεύσεώς της στην εξουσία.
Όλοι αυτοί, που διατυμπανίζουν ότι ζουν για την εκκλησία, αλλά στην πραγματικότητα ζουν από την εκκλησία, το βλέπουν σαν μια καλή ευκαιρία να συνεταιρισθούν με το Δημόσιο προκειμένου να ξεκοκαλίσουν άμεσα περιουσιακά αντικείμενα, που κατά την μέχρι τώρα συνήθη πορεία των πραγμάτων μάλλον δεν θα προλάβαιναν απολαύσουν εν ζωή. 

Από την άλλη μεριά οι πολιτικοί συνεταίροι τους γνωρίζουν πολύ καλά ότι τρώγοντας έρχεται η όρεξη.
Όταν με το καλό τελειώσουν τα διαφιλονικούμενα ή δικαστικώς ανεγνωρισμένα ακίνητα της εκκλησίας, τότε με το καλό,Θεού θέλοντος και συγκυρίας επιτρεπούσης, ποιός θα πάρει μυρωδιά, αν και κάποια «καθαρά», παραδοσιακά ακίνητα της εκκλησίας εισφερθούν στην ευαγή εταιρία;  Ή αν αντιθέτως ή εκκλησία «διεκδικήσει» δικαστικά μερικά ακόμη δημόσια ακίνητα και το πολυάσχολο Ελληνικό Δημόσιο ερημοδικήσει ή εμφανίσει χλιαρή αντίδραση στη σχετική δίκη; 

Εξ άλλου τι σημασία θα έχει πλέον αφού πια πολιτεία και εκκλησία θα είναι συναίτεροι και τα κέρδη θα μοιράζονται μεταξύ τους ακριβοδικαίως ;
 Κυρίως δε, μη το ξεχνάμε, θα πηγαίνουν για καλό σκοπό. Το μεν για την ενίσχυση του φιλανθρωπικού έργου, το δε για βελτίωση της αξιοπιστίας της πατρίδος δια της εξοφλήσεως των δανειστών…
Αυτό που επεχείρησαν ανεπιτυχώς στο πρόσφατο παρελθόν κάποιοι προηγούμενοι πατριώτες πολιτικοί με κάποιους φιλάνθρωπους μοναχούς και κατέληξε στο φιάσκο του Βατοπεδινού σκανδάλου, φαίνεται να υπάρχουν όλες οι σοβαρές προϋποθέσεις για να επιτευχθεί σε υπερπολαπλάσια ποσότητα.

Και ίσως έτσι εξηγείται και μία ακόμη απίστευτη συμπεριφορά ιερού κλήρου και ευσεβούς λαού, απέναντι σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ζήτημα.
Στο θέμα της λειτουργίας των καταστημάτων τις Κυριακές, που ισοδυναμεί με κατάργηση της Κυριακής αργίας.

Οι γνωρίζοντες τα δογματικά ζητήματα (η Σύνοδος της Ιεραρχίας ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία) ξέρουν πολύ καλά ότι κάτι τέτοιο ισοδυναμεί με ευθεία παραβίαση της 4ης από τις Δέκα Εντολές.  Προφανώς γνωρίζουν ότι ο εν λόγω δεκάλογος είναι η θεμελιώδης πεμπτουσία των Ιερών Κανόνων επί των οποίου εδράζεται όλο το σύστημα συμπεριφοράς των πιστών αμφοτέρων των θρησκειών, που έχουν τις ρίζες τους στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη.   
Γνωρίζουν επίσης ότι από τις Δέκα Εντολές, οι τέσσερεις πρώτες είναι ιδιαίτερης βαρύτητας, διότι αναφέρονται και ρυθμίζουν την σχέση και την στάση του πιστού προς τον Θεό.

Θα περίμενε λοιπόν κανείς κάποια σθεναρή αντίδραση της επίσημης Εκκλησίας απέναντι στην διάθεση της Πολιτείας να επιβάλει στο χριστεπώνυμα πλήρωμα την ανυπακοή σε ένα τέτοιο θρησκευτικό καθήκον.
Παρά πάσα προσδοκία όμως, δεν ήταν κληρικοί και θρησκευόμενοι ούτε καν «ελληνορθόδοξοι» δεξιοί αυτοί, που εναντιώθηκαν στο μέτρο. Ήταν κυρίως  κόμματα της αντιπολίτευσης, κλαδικά συνδικάτα και μάλλον αριστεροί, αυτοί που διαμαρτυρήθηκαν, για άλλους βέβαια,  μακράν των θρησκευτικών, λόγους. 
 Γιατί βέβαια με την λειτουργία ων καταστημάτων τις Κυριακές θα καταργηθεί de facto η πενθήμερη εργασία και θα επισπευθεί δραματικά ο «θάνατος» των τελευταίων εμποράκων…

Όμως ούτε η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, ούτε η Σύνοδος της Ιεραρχίας, ούτε οι «ζηλωτές» μοναχοί, ούτε κανείς από τους συνήθως εξεγειρόμενους  άρθρωσε αυτή τη φορά αντίλογο.
Τα καλά και συμφέροντα ημών (Διαγράφονται λέξεις δύο: «ταις ψυχαίς»)…