Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

Πανικός στην Αθήνα - Αμηχανία στο Βερολίνο..

Η Global States of Mind 2014 που συντάσσει κάθε χρόνο η εταιρεία δημοσκοπήσεων Gallup αποκαλύπτει ότι μόλις 14% των Ελλήνων δηλώνει ότι αποδέχεται την κυβέρνηση Σαμαρά και τα πεπραγμένα της, ενώ πάνω από εννέα στους δέκα θεωρεί ότι εντός της κυβέρνησης υπάρχουν εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς. 
Σημειωτέον ότι οι επιδόσεις αυτές κατατάσσουν την Ελλάδα στις τρείς χειρότερες χώρες της ΕΕ, από άποψη κυβερνητικής αποδοχής.
Και πως θα μπορούσε να είναι διαφορετικά για μια κυβέρνηση, που στηρίζουν το δεύτερο και το τέταρτο κόμμα με ποσοστά που το άθροισμά τους υπολείπεται πλέον σταθερά τουποσοστού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Δεν είναι όμως μόνο οι ξένες και εγχώριες δημοσκοπήσεις που διαπιστώνουν καθημερινά την αναντιστοιχία της κυβέρνησης με το λαϊκό αίσθημα.
Πυκνώνουν δυστυχώς γι αυτήν οι δημόσιες παρεμβάσεις του διεθνούς τύπου και διαφόρων ξένων παραγόντων, που επισημαίνουν την ανικανότητα της συγκυβέρνησης να διαχειριστεί την τύχη της χώρας, υποδεικνύοντας εμμέσως πλην σαφώς το αναπόφευκτο τέλος της.
Τόσο η δήλωση Ρέπλιγκ περί αβεβαιότητας, που δημιουργεί στις αγορές το πυροτέχνημα της κυβέρνησης για δήθεν έξοδο από το πρόγραμμα στήριξης, όσο και το άρθρο της Die Welt, που μιλά για ανώμαλη προσγείωση και για «όνειρα του Έλληνα Πρωθυπουργού που τινάχθηκαν στον αέρα», σηματοδοτούν μια σαφή μεταστροφή της Γερμανικής πλευράς σε σχέση με τα Ελληνικά πολιτικά πράγματα.

Φαίνεται ότι γενικά πλέον η ΕΕ συνειδητοποιεί ότι πρόκειται για μια κυβέρνηση με ημερομηνία λήξεως, η οποία στην προσπάθειά της να διασωθεί μπορεί να οδηγηθεί σε σπασμωδικές κινήσεις περισσότερο επικίνδυνες για την ασταθή ευρωπαϊκή οικονομία, από ότι μια νέα κυβέρνηση λιγότερο πειθήνια, αλλά περισσότερο σταθερή.

Για να είμαστε δίκαιοι η γενική πτώση των χρηματιστηρίων παγκοσμίως θα ήταν τουλάχιστον γελοίο να αποδοθεί στα υποκριτικά φληναφήματα της Ελληνικής κυβέρνησης περί δήθεν τέλους του μνημονίου, αποπομπής του ΔΝΤ και απαλλαγής από την κηδεμονία της Τρόικας.
Η αλήθεια είναι ότι την πτώση των αγορών προκάλεσε πλήθος ανησυχιών για το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας, την παγίωση της κρίσης, την επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης, την αναζωπύρωση του ψυχρού πολέμου, την αστάθεια των νομισμάτων αναφοράς (δολαρίου, ευρώ), σε συνδυασμό πάντα με την δεδομένη σκοπιμότητα βραχυπρόθεσμης κερδοσκοπίας.
Πέρα από την πολιτική εκμετάλλευση των χρηματιστηριακών διακυμάνσεων δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι κάθε φορά από αυτές ακριβώς τις διακυμάνσεις μέσα σε ελάχιστες ώρες τεράστια κεφάλαια αλλάζουν χέρια και κάποιοι (συνήθως υπερατλαντικοί) κερδοσκόποι αγοράζουν φθηνά ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.

Έτσι η κατακρήμνιση του Ελληνικού χρηματιστηρίου ήταν απότοκος της «ρηχότητας» του συγκριτικά με το «βάθος» των αντίστοιχων ξένων. Τίποτε περισσότερο από την φυσιολογική συμπεριφορά ενός «καρυδότσουφλου» σε μια τρικυμία όπου τα δυτικά «υπερωκεάνια» υπέστησαν ισχυρές αναταράξεις.
Είναι λοιπόν τουλάχιστον αφελείς και πάντως στερούνται κάθε σοβαρότητας οι ελληνοκεντρικές προσεγγίσεις, που ούτε λίγο ούτε πολύ παρουσιάζουν τον Έλληνα πρωθυπουργό ως τον μαθητευόμενο μάγο, που με τους ερασιτεχνικούς και αμελέτητους χειρισμούς του είναι ικανός να ανεβοκατεβάζει τα διεθνή χρηματιστήρια.

Το ουσιώδες ζήτημα βρίσκεται αλλού και συνίσταται κατά βάση στην βαθειά κρίση, πολιτική και οικονομική, που μαστίζει τη Ευρώπη, ιδιαίτερα τη Ευρωζώνη, και που όλα δείχνουν ότι δεν θα μπορέσει να ξεπερασθεί, αν δεν αλλάξει ριζικά η εφαρμοζόμενη πανευρωπαϊκά συνταγή.
Διότι αν μέχρι χθες ήταν οι χώρες του νότου, που δήθεν χαλούσαν την οικονομική εικόνα, τώρα πια καθίσταται ολοένα και πιο φανερό ότι δεν είναι οι «τεμπέληδες», «φοροφυγάδες», «διεφθαρμένοι», «χαραμοφάηδες» Έλληνες, Ιταλοί, Ισπανοί που φταίνε αποκλειστικά για την ύφεση της Ευρώπης. Ύφεση που ταλανίζει ήδη την Γαλλία και απειλεί σοβαρά να διαλύσει το Γερμανικό «θαύμα».

Όσο κι αν η Γερμανική Καγκελαρία επιμένει να εθελοτυφλεί, αυξάνονται πια με γοργό ρυθμό εκείνοι που θεωρούν ότι το δόγμα της δημοσιονομικής πειθαρχίας  και η αυστηρή λιτότητα οδηγεί μαθηματικά την Ευρώπη σε σπιράλ ύφεσης και την Ευρωζώνη σε αυτοδιάλυση.
Είναι μια συνταγή που, ενώ υποτίθεται ότι έχει κατασκευασθεί από φιλελεύθερους οικονομολόγους, στην πραγματικότητα αγνοεί βασικούς κανόνες λειτουργίας του καπιταλιστικού συστήματος.

Καλώς η κακώς θεμέλιο του οικονομικού συστήματος είναι η κατανάλωση. Όχι απλά γιατί αυτή είναι ευθέως ανάλογη με την ευημερία του καταναλωτή. Κυρίως διότι είναι ευθέως ανάλογη με την ανάγκη επενδύσεων, την ανάπτυξη, και εν τέλει την κερδοφορία, που αποτελεί αυτοσκοπό του καπιταλισμού.
Αν δεν υπάρχει αγοραστής, κανένας δεν μπαίνει στη διαδικασία να επενδύσει χρήματα για την παραγωγή, οποιουδήποτε προϊόντος.
Είναι ηλίου φαεινότερο ότι η ζήτηση, όχι απλώς προηγείται της προσφοράς, αλλά αποτελεί και αναγκαίο κίνητρο για την έναρξη παραγωγής, άρα επενδύσεων, άρα ανάπτυξης.

Η Γερμανική εμμονή για "εσωτερικές υποτιμήσεις" των εθνικών οικονομιών "βάζει τα άλογα πίσω από το κάρο".

Η άποψη ότι με την εισοδηματική υποβάθμιση και την φορολογική αφαίμαξη του καταναλωτή, θα δημιουργήσουμε επενδυτικό ενδιαφέρον για ανταγωνιστικές επιχειρήσεις είναι τουλάχιστον φαιδρή.
Τρανή απόδειξη οι ευρωπαϊκές οικονομίες, που μετά από έξι χρόνια «δημοσιονομικής πειθαρχίας» (διάβαζε βαρβαρότητας), συνεχίζει να βουλιάζει σε ύφεση, αποβιομηχάνιση και εξαθλίωση.
Και ενώ ξεκινήσαμε με κλείσιμο επιχειρήσεων στον ευρωπαϊκό νότο, τώρα φθάσαμε σε μείωση του κύκλου εργασιών των βιομηχανιών της ίδιας της Γερμανίας.

Αντίθετα με τα προπαγανδιστικά σενάρια αναπτυξιακής προοπτικής, που αναμασούν επί έξι χρόνια οι νεοφιλελεύθερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αυτό που επιβεβαιώνεται στην πράξη είναι η παγίωση της στασιμότητας, η σταθεροποίηση της ύφεσης και η μεγέθυνση της εξαθλίωσης.
Πρόκειται λοιπόν για μια συνταγή, που δεν έχει λάβει υπ’ όψιν της τους βασικούς κανόνες λειτουργίας και κερδοφορίας, τουτέστιν επιβίωσης του καπιταλιστικού συστήματος.
Κι αυτό την καθιστά ιδιαίτερα επικίνδυνη για τα κράτη μέλη (μηδέ της Γερμανίας εξαιρουμένης), κατ’ επέκταση για ολόκληρη την ΕΕ και την Ευρωζώνη και εν τέλει για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα.

Έτσι δεν είναι παράξενο, που οι αγορές ανησυχούν, αποφεύγουν τις μακροπρόθεσμες τοποθετήσεις και περιορίζονται σε βραχυπρόθεσμες κινήσεις, που προκαλούν έντονες χρηματιστηριακές αναταράξεις.
Οι δηλώσεις των διαφόρων οικονομικών και πολιτικών παραγόντων της ΕΕ είναι όλο και λιγότερο πιστευτές από τους ανά την υφήλιο κεφαλαιούχους. Και πλησιάζει η μέρα, που όταν μιλάει ο διοικητής της ΕΚΤ, οι εκπρόσωποι της Ευρωζώνης ή οι Υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ οι αγορές θα τους παίρνουν στο ψιλό.

 Συγχρόνως αυτό που στην αρχή εφαρμογής της Γερμανικής συνταγής προέβλεπαν μερικοί «ακραίοι αριστεροί» σήμερα αποτελεί κοινή αντίληψη της πλειοψηφίας των Ευρωπαίων πολιτών, ανεξάρτητα από τις παραδοσιακές πολιτικές τους απόψεις.
Ακόμη και ο επιχειρηματικός κόσμος, που σε πρώτη φάση υποστήριζε το γερμανικό σχέδιο, τώρα αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για οικονομική συνταγή αυτοκτονίας. 
Συνταγή που μοιάζει να έχει συνταχθεί όχι από τεχνοκράτες οικονομολόγους, αλλά από πολιτικούς τσαρλατάνους καθοδηγούμενους από αδίστακτους κερδοσκόπους, εμφορούμενους από καταστροφική ληστρική βουλιμία.

Αυτή η διαπίστωση, που τείνει να γίνει κυρίαρχη στην Ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, είναι αναπόφευκτο να συνοδευθεί με την συναντίληψη της ανάγκης άμεσης αλλαγής της συνταγής.

Η ανοησία της αναμονής επενδύσεων διά του στραγγαλισμού της κατανάλωσης θα εγκαταλειφθεί.
Η σκέψη της ανάγκης επιστροφής στην ανάπτυξη με αναθέρμανση της οικονομίας μέσω δημοσίων επενδύσεων και τόνωσης της κατανάλωσης μέσω της αύξησης των μισθών και των συντάξεων, θα πρυτανεύσει.

Η απαλλαγή από τις αδιέξοδες πολιτικές δεν θα είναι αποτέλεσμα της επικράτησης της σημερινής ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης.
Θα είναι νομοτελειακή εξέλιξη επιβαλλόμενη από την αδήριτη τάση αυτοσυντήρησης του καπιταλιστικού συστήματος.
Αυτό θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην αλλαγή κυβερνήσεων και στην αντικατάσταση πολιτικών προσώπων σε όλη την ευρωπαϊκή επικράτεια.

Οι διεργασίες έχουν ήδη δρομολογηθεί.

Αυτός είναι ο λόγος που πολιτικές δυνάμεις και πρόσωπα από ιστορικά αντίπαλους χώρους ήδη βγαίνουν στο προσκήνιο με εκπληκτικά συγκλίνουσες απόψεις περί του πρακτέου.
Αντίστοιχα πλησιάζει η ώρα συνταξιοδότησης των εκφραστών και εφαρμοστών  της αδιέξοδης πολιτικής της τελευταίας εξαετίας.
Οι αγορές -το οικονομικό διευθυντήριο- για τις οποίες είναι ούτως ή άλλως αναλώσιμοι τους έχει ήδη ξεγράψει. Τα διεθνή ΜΜΕ σπεύδουν να επανατοποθετηθούν θετικά απέναντι σε κόμματα και πολιτικούς που μέχρι πρότινος  λοιδορούσαν.

Καθώς συνειδητοποιούν την πολιτική τους απαξίωση οι δορυφορικές κυβερνήσεις σαν τι δική μας καταλαμβάνονται από πανικό.
Οι μητροπολιτικές, Γερμανία-Γαλλία, περιπίπτουν σε αμηχανία.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της φαιδρής συνάντησης του Γάλλου Υπ.Οικ. Michel Sapin με τον Γερμανό ομόλογό τουWolfgang Schäuble στο Βερολίνο, όπου απλώς μετέθεσαν τη συζήτηση των επειγόντων προβλημάτων της Ευρωζώνης στον Δεκέμβριο.
Πρόκειται για φιάσκο τεραστίου μεγέθους, που οι εφημερίδες Γαλλίας και Γερμανίας το πέρασαν στα ψιλά στην προσπάθειά τους να το υποβαθμίσουν.
Οι υποτιθέμενοι αρχιτέκτονες της Ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής συναντήθηκαν για να διαπιστώσουν ότι δεν διαθέτουν σχέδιο διαχείρισης της άθλιας κατάστασης, που οι συνταγές της Γερμανίας και η τυφλή υπακοή των υπολοίπων έχει δημιουργήσει.
Κι ανέθεσαν την δημιουργία του σχεδίου σε βοηθούς, που θα το εκπονήσουν  μέχρι το Δεκέμβριο.
Εν τω μεταξύ μέχρι τότε η ΕΕ θα συνεχίσει να υφίσταται τις συνέπειες της αβελτηρίας, της αναποφασιστικότητας και του πανικού τους.

Είναι προφανές ότι οι κύριοι αυτοί και όσοι συνέδεσαν μ’ αυτούς την πολιτική τους σταδιοδρομία έχουν τελειώσει.
Οι επίδοξοι αντικαταστάτες τους έχουν ήδη καταλάβει θέσης στην αφετηρία της κούρσας διαδοχής.
Στους ευρωπαϊκούς λαούς εναπόκειται το έργο να επιλέξουν σε ποιους θα επιτρέψουν να κερδίσουν.
Αλλά κυρίως και τι θα τους αναγκάσουν, να υλοποιήσουν στην συνέχεια, από όσα αισιόδοξα και ευχάριστα θα υποσχεθούν.


 .

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Τι σηματοδοτεί η κρίση ειλικρίνειας του κ. Μπάμπη.

Αν κάποιος σήμερα το πρωΐ έτυχε να παρακολουθήσει την καθημερινή εκπομπή του ΣΚΑΙ θα πίστευε ότι ο γνωστός σχολιαστής του καναλιού κος Μπάμπης Παπαδημητρίου είχε περιέλθει σε μία σοβαρή κρίση ειλικρινείας.
«Το μνημόνιο ούτως ή άλλως λήγει τον Νοέμβριο και αυτό είναι θέμα νομικό. Δεν είναι πολιτικό»!
«Την αποχώρηση της Τρόικας την θέλουν οι ίδιοι οι δανειστές περισσότερο από μας»!!
«Τα χρήματα, που θα δανειζόμαστε από τις αγορές, θα τα δίνουμε στους δανειστές, όπως μέχρι τώρα δίναμε τα χρήματα, που παίρναμε από το ΔΝΤ»!!!

Πράγματι ο κος Παπαδημητρίου ένας από τους σοβαρότερους υπέρμαχους του προγράμματος οικονομικής διακυβέρνησης, που εφαρμόζεται στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, είπε απερίφραστα αυτά, που όλο αυτό τον καιρό η κυβέρνηση με όλα τα προσκείμενα σ’ αυτήν ΜΜΕ προσπαθούσε να διαψεύσει.
Όσα αυτός ο ίδιος συνήθιζε να αντικρούει μετά βδελυγμίας στα τηλεοπτικά παράθυρα, όταν τολμούσαν να τα ψελλίσουν οι συνομιλητές του, σήμερα παρουσιάσθηκε να τα υποστηρίζει αναφανδόν.

Τι άραγε συνέβη? Κρίση συνειδήσεως? Επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος? Ειλικρινής μετάνοια?
Πόσες πιθανότητες όμως υπάρχουν στο να συμβούν αυτά σε ένα ομολογουμένως νουνεχή και συγκροτημένο επαγγελματία διαμορφωτή κοινής γνώμης (opinion maker) όπως ο κ Παπαδημητρίου?  Μαθηματικώς καμία.
Οδηγούμαστε λοιπόν εύκολα στο συμπέρασμα ότι εγκαινιάσθηκε γενικά από τα ΜΜΕ μια στροφή 180ο  στο «μασάζ» της κοινής γνώμης.

Μια στροφή, η οποία υπαγορεύεται από αναπότρεπτα δεδομένα, τα σπουδαιότερα των οποίων είναι:
Η απόφαση του ΔΝΤ να αποχωρήσει από το πρόγραμμα δανειοδότησης, από την στιγμή που η Γερμανία δεν δέχεται την περικοπή του χρέους και επομένως παύει κατά την αντίληψη του Ταμείου να είναι ασφαλής η διάσωση των χρημάτων του.
Η κόπωση της κοινής γνώμης από την επαναλαμβανόμενη υπερβάλλουσα ψευδολογία σε σχέση με ζητήματα ηλίου φαεινότερα.
Η πεποίθηση των ξένων δανειστών και της εγχώριας οικονομικο-μιντιακής διαπλοκής ότι η παρούσα συγκυβέρνηση βρίσκεται σε τροχιά αναπότρεπτης πτώσης, με σφόδρα πιθανό το ενδεχόμενο διαδοχής της από ένα αριστερό σχήμα.

Αυτός ο τρίτος παράγοντας είναι μάλιστα ο σημαντικότερος στην απόφαση αλλαγής του προπαγανδιστικού αφηγήματος.
Όσο στην εξουσία βρισκόταν μια κυβέρνηση απολύτως πρόθυμη να ακολουθεί πιστά το πρόγραμμα της Τρόικας, τα χρήματα που παίρναμε από αυτήν τα χρησιμοποιούσαμε για να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις.
 Γι αυτό «ήμασταν υποχρεωμένοι να δεχόμαστε την λήψη επώδυνων μέτρων, που σε αρχική φάση δε θέλαμε, αλλά μετά καταλάβαμε ότι θα έπρεπε να τα παίρνουμε και μόνοι μας».
 «Το τέλος του μνημονίου ήταν αποτέλεσμα των προσπαθειών της Κυβέρνησης». 
«Η τρόικα θα έφευγε στο τέλος του χρόνου μετά από σκληρή διαπραγμάτευση της ηρωϊκής Ελληνικής κυβέρνησης και προσωπικά του Πρωθυπουργού και των συμβούλων του.

Τώρα όμως οι αρμόδιοι ξένοι και εγχώριοι γνωστοί και μη εξαιρετέοι κύκλοι αποφάσισαν ότι αυτή η κυβέρνηση δεν έχει καμιά ελπίδα διάσωσης και επομένως όταν το μνημόνιο θα «τελειώνει»  και η Τρόικα θα «φεύγει», στην κυβέρνηση θα βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ.
Επομένως πρέπει ο κόσμος να γνωρίζει ότι το μνημόνιο τελείωσε μόνον τυπικά, λόγω νομικής λήξεως της προθεσμίας του. 
Ότι η Τρόικα θα σταματήσει να έρχεται κάθε 3 μήνες, όπως την ξέραμε μέχρι τώρα, αλλά η Ελλάδα θα συνεχίσει να βρίσκεται υπό αυστηρή επιτήρηση για να εφαρμόζει και ολοκληρώνει όλο και περισσότερα μέτρα σκληρής λιτότητας και δημοσιονομικής εξόντωσης.
Ότι τα χρήματα από το δανεισμό των αγορών και από τα φοροληστρικά μέτρα και τα αυταρχικά φοροεισπρακτικά συστήματα πηγαίνουν κατ’ ευθείαν στις τσέπες των ξένων κερδοσκόπων.

Έτσι ο λαός δεν θα είναι κοιμισμένος όπως επιμελώς φρόντιζαν να τον κρατούν, για ευνόητους λόγους, ώστε συνεργάσιμες κυβερνήσεις, ΤΑΙΠΕΔ και εγχώρια μεγαλοεπιχειρηματικά συμφέροντα επιδίδονταν στο εθνοσωτήριο έργο τους.
Τώρα χρειάζονται ένα λαό, που γνωρίζοντας την πραγματικότητα θα είναι υποψιασμένος και επομένως καχύποπτος σε κάθε βήμα της κεντροαριστεράς κυβέρνησης.
Ανυπόμονος και απαιτητικός για την χαλάρωση της λιτότητας και την εφαρμογή μέτρων ανακούφισης των χειμαζόμενων νοικοκυριών.

Έτσι πιστεύουν ότι θα διευκολυνθούν στον αυριανό τους ρόλο.
Ρόλο φθοράς και της αυριανής κυβέρνησης, που θα τους δίνει τη δυνατότητα είτε να την χειραγωγούν είτε να την ρίξουν.

Αυτή μάλιστα η νέα στρατηγική του Ευρωπαϊκού Διευθυντηρίου, της εγχώριας διαπλοκής και των ΜΜΕ ήταν και η βασική αιτία που ναυάγησαν όλες οι προσπάθειες επικοινωνιακής διάσωσης της κυβέρνησης.
Γι αυτό σχεδόν γελοιοποιήθηκε η προσπάθεια του κου Σαμαρά να εκμεταλλευθεί πολιτικά το σήριαλ της Αμφίπολης.
Γι αυτό υποβαθμίσθηκε πρωτοφανώς η παρουσία του στην ΔΕΘ συγκριτικά με την πράγματι επιτυχημένη παρουσία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Γι αυτό ο Τόμσεν με την απουσία του από τις συζητήσεις στο Παρίσι απαξίωσε εντελώς το όλο εγχείρημα.
Γι αυτό η Γερμανίδα Καγκελάριος αρνήθηκε να προσφέρει την παραμικρή στήριξη στον ικέτη πλην άχρηστο πλέον για τους μεσομακροπρόθεσμους σχεδιασμούς της Έλληνα Πρωθυπουργό.

Κι αυτή την στροφή στο επικοινωνιακό πεδίο δεν την σηματοδότησε μόνο ο κος Μπάμπης Παπαδημητρίου.
Πριν από αυτόν ήταν οι δημοσκόποι που έδωσαν το εναρκτήριο σύνθημα.
Διότι ευρήματα με την κατάρρευση των ποσοστών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ υπήρχαν σταθερά από την αρχή του χρόνου. Όμως επιμελώς οι δημοσκόποι τηρούσαν το καθήκον τους να δημοσιοποιούν επικοινωνιακά διαχειρίσιμες και πολιτικά χρήσιμες διαφορές μεταξύ συγκυβέρνησης και ΣΥΡΙΖΑ. 
Διαφορές που οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι και τα συνεργαζόμενα παπαγαλεία μπορούσαν να παρουσιάζουν σαν φυσική και ευχερώς αναστρέψιμη φθορά.

Ήρθε όμως  η δημοσκόπηση που παρουσίασε διαφορά 11 μονάδων. Παρουσίασε το άθροισμα των ποσοστών ΝΔ-ΠΑΣΟΚ μικρότερο του ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ. Και τον κο Τσίπρα δημοφιλέστερο του Πρωθυπουργού.
Αυτή η δημοσκόπηση υπήρξε όντως καταλυτική στην διαμόρφωση της εκλογικής εικόνας των κομμάτων και στην αποκάλυψη της τεράστιας αποδοκιμασίας των πολιτών έναντι του κυβερνητικού συνασπισμού.
Το σπουδαιότερο όμως, που πανικόβαλε την κυβέρνηση, είναι ότι κατάλαβε, πως οι κύκλοι όπου στήριζε την ύπαρξή της και την παραμονή της στην εξουσία την είχαν στην κυριολεξία εγκαταλείψει και τραβούσαν ψυχρά το χαλί κάτω  από τα πόδια της.
Εξ ού και η οργισμένη αντίδραση της συνήθως κυκλοθυμικής και ασυγκράτητης Κυβερνητικής Εκπροσώπου. Η οποία ούτε λίγο ούτε πολύ βγήκε και είπε το αυτονόητο.  Ότι όποιος δημοσιοποιεί ένα τόσο μεγάλο ποσοστό διαφοράς 11 μονάδων στην πραγματικότητα υπονομεύει την κυβέρνηση. Γιατί ο κόσμος καταλαβαίνει πως αυτή η διαφορά είναι μη αναστρέψιμη και «σπεύδει να τρέχει πίσω από το κόμμα που θα είναι ο νικητής των επερχόμενων εκλογών».

Ο κύβος λοιπόν ερρίφθη για τους εταίρους, τους δανειστές, αλλά και την εγχώρια πολιτική παράγκα, που επί ημερών μνημονίου και λίγο νωρίτερα ανεβοκατέβαζε κυβερνήσεις.
Βρισκόμαστε εναργώς στη φάση όπου έχουμε ένα Πρωθυπουργό εν αναμονή και δύο συπρωθυπουργεύοντες εν αποπομπή.
Ο Ερχόμενος φαίνεται να το ξέρει πολύ καλά. Πιθανόν άλλωστε να το έχουν αφήσει να εννοηθεί αρκετοί από αυτούς, που τον τελευταίο χρόνο συναντά στις ταξιδιωτικές ευρωπαϊκές περιπλανήσεις του.
Οι δύο Απερχόμενοι φαίνεται να το ψυχανεμίζονται, αλλά να μη θέλουν να το αποδεχθούν οι δυστυχείς.
Εξ ου και κάνουν απέλπιδες προσπάθειες προσωπικής σωτηρίας. Βλέπουν ότι το απεχθές τέλος πλησιάζει, αλλά ευελπιστούν ότι κάτι ως από μηχανής θεός θα τους σώσει την τελευταία στιγμή.

Στο πλαίσιο αυτό των απέλπιδων προσπαθειών συγκαταλέγεται και η φαεινή ιδέα του ψήφου εμπιστοσύνης.
Λες και αυτό που λείπει στην κυβέρνηση είναι η επιβεβαίωση της πειθαρχίας 151 κομματικών λεγεωνάριων, που επιθυμούν εναγωνίως να παρατείνουν κι αυτοί έστω για λίγες ακόμη μέρες τα βουλευτικά τους προνόμια. Αυτά που ξέρουν ότι λόγω του φιλομνημονιακού βίου και της αντιλαϊκής πολιτείας τους θα αποχαιρετήσουν διά παντός μετά την πτώση της κυβέρνησης Βενιζέλου-Σαμαρά.
Λες και δεν είναι το πραγματικό ζητούμενο η εμπιστοσύνη ή έστω η ανοχή των ευρύτερων λαϊκών μαζών.
Ζητούμενο για μια υποτυπώδη ευρωπαϊκή δημοκρατία. Αλλά ακόμη και από τον ξένο παράγοντα και την ντόπια διαπλοκή, που αποφασίζει για το κατά πόσο του είναι χρήσιμη, άρα υποστηρικτέα μια κυβέρνηση.
Έτσι είναι πλέον ή βέβαιον ότι όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα της διαδικασίας ψήφου εμπιστοσύνης η επιούσα θα είναι χειρότερη της προτεραίας για την κυβέρνηση.
Πολλώ μάλλον καθ’ όσον τα μέτρα εξαθλίωσης του κοσμάκη και η δραστηριότητα ξεπουλήματος των «ασημικών» από το ΤΑΙΠΕΔ θα ενταθούν.
Κι αυτό μπορεί να το ξορκίζουν οι δύο επικεφαλής της συγκυβέρνησης κρύβοντας το κεφάλι τους στην άμμο.
Το ξέρουν όμως καλά όλοι υπόλοιποι.

Έτσι δεν είναι τυχαίο που ο ξένος τύπος απαξιώνει την φαιδρή κίνηση της ψήφου εμπιστοσύνης και εστιάζει στην αδυναμία εξεύρεσης των 180, που απαιτούνται για την Προεδρική εκλογή.

Ούτε βεβαίως τυχαίες είναι οι δημόσιες δηλώσεις καλώς ενημερωμένων βουλευτών της συμπολίτευσης ότι αυτή η φαρσοκωμωδία της ψήφου εμπιστοσύνης είναι κατ’ ουσίαν χαμένος πολιτικός χρόνος…