Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

Προεδρική εκλογή-Τελευταία πράξη ιλαροτραγωδίας ή πρώτη πράξη εθνικής παλινόρθωσης?


Μόλις πριν από πέντε μέρες εξερχόμενος από της συνεδρίαση για την αναθεώρηση του συντάγματος ο κ. Σαμαράς διέψευσε κατηγορηματικά τα «σενάρια εκλογών».
-«Εκλογές εγώ δεν έχω..», απάντησε σε σχετική ερώτηση των δημοσιογράφων.
Πριν περάσουν δύο εργάσιμες μέρες με λιτή ανακοίνωση η κυβέρνηση δήλωση ότι ξεκινά τη διαδικασία για την ανάδειξη νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, αφήνοντας εμβρόντητους όλους τους «έγκριτους» σχολιαστές των φιλοκυβερνητικών καναλιών.
Χαρακτηριστική η περίπτωση του γκουρού της κυβερνητικής προπαγάνδας, κεντρικού σχολιαστή μεγάλου τηλεοπτικού σταθμού, που στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων ξεκίνησε με την εκτίμηση ότι «τα σενάρια για εκλογή προέδρου της Δημοκρατίας δεν τον βρίσκουν σύμφωνο» και προτού τελειώσει το σχόλιό του, η παρουσιάστρια αναγκάσθηκε να τον διακόψει για να μεταδώσει την έκτακτη κυβερνητική ανακοίνωση.

Όλα αυτά βεβαίως μαρτυρούν ότι αυτό που πράγματι έκανε η κυβέρνηση δεν ήταν η τυπική έναρξη της διαδικασίας προεδρικής εκλογής. Ήταν η πανηγυρική επιβεβαίωση της κατάρρευσής της.

Το προηγούμενο διάστημα «ο κόσμος το είχε τούμπανο» ότι η συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ καταρρέει και μόνο η ίδια και οι παπαγάλοι της το είχαν κρυφό καμάρι.
Αυτό που δεν ήξερε ο κ. Πρετεντέρης χθες και που διέψευδε ο Πρωθυπουργός την περασμένη Πέμπτη, το αντιλαμβανόμασταν εμείς και προφανώς κάθε ανιδιοτελής πολίτης. Με αφορμή το ταπεινωτικό e-mail της τρόικας γράφαμε στις 3/12 στο τουήτερ: «Κάποιος πρέπει να εξηγήσει στο Σαμαρά ότι το e-mail της Τρόικας του λέει να τα μαζεύει και να φεύγει..».
Δεν είχαμε μασήσει το δαφνόφυλλο… Δεν  είχαμε αποκλειστικές πληροφορίες από έγκυρες κυβερνητικές πηγές. Δεν είχαμε πρόσβαση σε απόρρητες συνομιλίες υπουργών και τροϊκανών. Δεν έχουμε τοποθετήσει κοριούς στις Βρυξέλλες ή στη Γερμανική Καγκελαρία.
Έχουμε απλώς κοινή λογική και στοιχειώδες πολιτικό αισθητήριο.

Η αλλόκοτη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ στηρίχθηκε από την αρχή σε μια εκλογική μειοψηφία, που προέκυψε χάριν ευρείας εξαπατήσεως του εκλογικού σώματος με ένα εκλογικό πρόγραμμα, το οποίο δεν τήρησε ούτε κατ’ ελάχιστον από την επομένη της εκλογής της.
Αντί να προστατέψει τη χώρα και τους κατοίκους της από την ακατάσχετη ληστρική βουλιμία των δανειστών και τις αποικιακού τύπου απαιτήσεις της Γερμανικής καγκελαρίας, φρόντισε να κάνει τα πάντα για να υποτάξει τους πάντες και τα πάντα στις καταστροφικές οδηγίες τους.
Με διχαστική προπαγάνδα, με αχαλίνωτη διαστροφή της πραγματικότητας, με ασύστολα επαναλαμβανόμενες ψευδολογίες και εν τέλει με πρωτόγνωρο αυταρχισμό έθεσε εκποδών το σύνταγμα. Διέλυσε το νομικό σύστημα. Εξευτέλισε την νομοθετική λειτουργία. Μετέβαλε τη δημόσια διοίκηση σε εξοντωτικό φοροεισπρακτικό μηχανισμό και τη δικαιοσύνη σε μπαμπούλα των αδυνατούντων να ανταπεξέλθουν στην πληρωμή τεχνηέντως διογκούμενων φορολογικών υποχρεώσεων.

Τα αποτελέσματα τραγικά και, παρά την φιλότιμη προσπάθεια των στρατευμένων της ΜΜΕ, γνωστά παγκοσμίως.
Επιστροφή της χώρας στην περίοδο ‘40-’44. Κατεστραμμένος βιομηχανικός τομέας. Διαλυμένες οι υποδομές υγείας και παιδείας. Εξαθλιωμένες τεράστιες μάζες του πληθυσμού προερχόμενες κυρίως από τα μεσαία κοινωνικά στρώματα των άλλοτε ποτέ αξιοπρεπέστατων «νοικοκυραίων».
Στον αντίποδα έντονη η αίσθηση της καλοπέρασης των κακώς εννοούμενων ημετέρων, των πάσης φύσεως κυβερνητικών παρατρεχάμενων. Το σκανδαλώδες ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας σε συγκεκριμένους «επενδυτές». Το σκοτεινό παζάρι του ορυκτού πλούτου με ξένες πολυεθνικές. Η σκοτεινή διαχείριση των ζωτικής σημασίας εθνικών θεμάτων.

Τέλος η απροκάλυπτη προώθηση του σχεδίου αρπαγής κάθε ίχνους ιδιωτικής περιουσίας από τις τράπεζες και κατ’ ουσίαν από ξένα ληστρικά πολυεθνικά κεφάλαια, στα οποία αυτές πούλησαν τα χρέη των οφειλετών τους.
Η μεθοδική φτωχοποίηση των μεσαίων στρωμάτων, που αποτελούν τη μεγάλη μάζα μικροϊδιοκτητών ακινήτων στόχευε από την αρχή στην αποξένωσή τους από το πατροπαράδοτο κομπόδεμα και το οικογενειακό τους «κεραμίδι».
Το εν λόγω έγκλημα σχεδιαζόταν να ολοκληρωθεί με τις πρόσφατες νομοθετικές μεθοδεύσεις:
Τη διακοπή προστασίας της πρώτης κατοικίας.
Τη μείωση των αντικειμενικών αξιών και τον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων με βάση την έως μηδενική εμπορική αξία τους.
Και κυρίως με τον νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που συντέμνει απελπιστικά τις προθεσμίες αμύνης των οφειλετών και ευνοεί σκανδαλωδώς τις τράπεζες στην προσπάθειά τους να αρπάξουν τα σπίτια ανυπαιτίως δυστυχούντων δανειοληπτών.
Η ψήφιση αυτού του νομοθετικού εξαμβλώματος, που επεδίωξε να καταστήσει νόμο του κράτους το ανεκδιήγητο Υπουργείο Δικαιοσύνης, ο  Κ.Πολ.Δ που αντικαθιστά ανεπίτρεπτα την θεμελιώδη αρχή της ευνοίας προς τον οφειλέτη με την νεοαποικιακή αντίληψη της ευνοίας προς τις τράπεζες και τους ξένους πολυεθνικούς ομίλους, θα αποτελέσει, οψέποτε ψηφισθεί, το εναρκτήριο λάκτισμα για ένα αρμαγεδδώνα διαρπαγής της ατομικής ιδιοκτησίας των ελληνικών νοικοκυριών. Μιας ατομικής ιδιοκτησίας, που αποτελεί κατ’ ουσίαν το προϊόν του ιδρώτα περισσότερων από τέσσερεις  μεταπολεμικών γενεών.

Όλα αυτά και άλλα πολλά κατορθώματα της «εθνοσωτήριας» συγκυβέρνησης ήταν φυσικό να την καταστήσουν την πλέον απεχθή κυβέρνηση της μεταπολιτευτικής περιόδου και ίσως όχι μόνον.
Έτσι βρέθηκε ανάμεσα στις συμπληγάδες της έσωθεν λαϊκής απελπισίας και της έξωθεν αναξιοπιστίας.
Προς τιμήν τους οι δικηγόροι προχώρησαν σε πανελλαδική αποχή διαρκείας για να προστατεύσουν την τιμή της Δικαιοσύνης και να αποτρέψουν την οικονομική εξουθένωση των μικροοφειλετών. Το παράδειγμά τους ακολούθησαν οι Δικαστικοί Επιμελητές. 
Η παρούσα πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης ενώ στα λόγια διατυμπάνιζε την επιδίωξη επιτάχυνσης της απονομής δικαιοσύνης, στην πράξη κατάφερε να διακόψει επ’ αόριστον την λειτουργία της.

Η απεργία πείνας ενός εικοσάχρονου καταδίκου, που διεκδικεί το αυτονόητο δικαίωμα σπουδών επέτεινε την ανυποληψία της κυβερνητικής σωφρονιστικής αντίληψης. Το χειρότερο κατέδειξε τον αυταρχισμό και την παντελή αδυναμία της συγκυβέρνησης να διαχειρισθεί αποτελεσματικά ένα απλό ζήτημα δίκαιου σωφρονισμού ή έστω στοιχειώδους πολιτικής διπλωματικότητας.
Οι πρωτοφανείς σε όγκο διαδηλώσεις μνήμης για τον Γρηγορόπουλο και συμπαράστασης στο Ρωμανό, αντί να αποτελέσουν κίνητρο εκδήλωσης στοιχειώδους ανθρωπισμού, αποτέλεσαν ευκαιρία επίδειξης ενός πρωτοφανούς αυταρχισμού.

Η κοινωνική κατακραυγή για τα τις παλινωδίες, την ανικανότητα διαχείρισης καθημερινών θεμάτων, τον αυταρχισμό και κυρίως την αχαλίνωτη ψευδολογία σε σχέση με την πορεία της χώρας, εδραίωσαν στο εξωτερικό την πεποίθηση ότι αυτή η κυβέρνηση έχει εξαντλήσει κάθε περιθώριο να εξυπηρετήσει περαιτέρω τους σχεδιασμούς τους.
Έτσι η τρόικα αποφάσισε να απαιτήσει τα πάντα σε μια προσπάθεια να αξιοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερο τον ελάχιστο χρόνο μιας κυβέρνησης σε τροχιά πτώσης και με σαφή ημερομηνία λήξεως.
Χαρακτηριστική ή σπουδή του ΤΑΙΠΕΔ να προλάβει να «κλείσει» περισσότερες υποθέσεις τους τελευταίους μήνες, από όσες είχε «πετύχει» τα προηγούμενα πέντε χρόνια.
Στην ίδια κατεύθυνση η Γερμανική Καγκελαρία και οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και τραπεζίτες εκώφευσαν επιδεικτικά στις εκκλήσεις της συγκυβέρνησης για περιορισμό των απαιτήσεών τους, προκειμένου να επιβιώσει λίγο ακόμα.
Οι Γερμανοί σκεπτόμενοι ρεαλιστικά έκριναν ότι δεν άξιζε τον κόπο να συνεχίσουν να ποντάρουν σε ένα κουτσό άλογο και μέσω των καθημερινών δηλώσεων τους και των σχολίων του γερμανικού κυβερνητικού τύπου έστελναν πλέον καθαρά μηνύματα ανάγκης ξεκαθαρίσματος του πολιτικού τοπίου.
Αποκορύφωμα υπήρξε η ανακοίνωση ότι δεν επρόκειτο να ζητήσουν την ενυπόγραφη διαβεβαίωση Τσίπρα για σεβασμό του μνημονίου, όπως προ διετίας είχαν πράξει με τον κ. Σαμαρά.

Όλα αυτά αποτελούσαν το τελευταίο δεκαπενθήμερο κραυγαλέα και αναμφισβήτητα σημάδια ότι η συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου αποτελούσε ήδη παρελθόν για τον τόπο.
Αν πράγματι κάποιοι «έγκριτοι» πολιτικοί αναλυτές αιφνιδιάστηκαν, τότε προφανώς δεν αξίζουν τον παχυλό μισθό τους.
Οι δύο συναρχηγοί όμως της συγκυβέρνησης δεν μπορούσαν άλλο να παριστάνουν τους χαζούς. Η επίσπευση των προεδρικών διαδικασιών και επέκεινα των βουλευτικών εκλογών αποτελούσε μονόδρομο.
Ενδεχομένως να προτιμούσαν να ροκανίσουν ακόμη λιγάκι χρόνο, αλλά είναι πολύ πιθανό οι Γερμανοί να τους το υπέδειξαν επιτακτικά.

Συμπέρασμα που ενισχύει η επιλογή του κ. Δήμα για τον άχαρο ρόλο του υποψηφίου Προέδρου.
Διότι αν οι Γερμανοί δεν συνέστησαν «φιλικά» στους δύο εκλέκτορές του (Σαμαρά-Βενιζέλο) να προτείνουν κάποιον χαμένο από χέρι, τότε θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι οι άνθρωποι είναι αυτοκτονικοί. (Που δεν είναι).
Με απλά λόγια ποιος θα ήταν τόσο ανόητος να πιστέψει ότι υπό τις παρούσες συνθήκες θα είχε πιθανότητα επιτυχίας η ιδέα να συνεχίσει η χώρα να πορεύεται με νέα μνημόνια και σκληρότερη επιτήρηση με Πρωθυπουργό τον πρόεδρο της ΝΔ και Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον αντιπρόεδρο της ΝΔ?
Κι αυτό να σερβίρεται στους βουλευτές και τους ψηφοφόρους σαν ενωτική πρόταση και συνταγή εξόδου από το μνημόνιο.
Αστεία πράγματα…
Αν υπήρχε η παραμικρή ελπίδα να υπάρξει ικανός αριθμός βουλευτών να ψηφίσουν για πρόεδρο Δημοκρατίας αποδεχόμενοι να συνεργήσουν στην επικείμενη ολική δήωση της χώρας, αυτή η ελπίδα εξέλειπε με την ανακοίνωση αυτής της υποψηφιότητας.

Έπεσε λοιπόν η Κυβέρνηση?
Ναι μεν, αλλά όχι ακόμα, είναι η σωστή απάντηση.

Οι δυό-τρεις μήνες που θα μεσολαβήσουν μέχρι τις εκλογές είναι σημαντικός πολιτικός χρόνος στη διάρκεια του οποίου, κυβερνητικά στελέχη και ξένοι παράγοντες θα εκδηλώσουν εξαιρετικά έντονη δραστηριότητα.
Δραστηριότητα που καθιστά προβλέψιμη η αντικειμενική διάγνωση των πραγματικών δεδομένων  και των αντικρουόμενων συμφερόντων των πολιτικών πρωταγωνιστών σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Κοινή επιθυμία των δύο κομμάτων που συμμετέχουν στην κυβέρνηση είναι να μην οδηγηθεί σε άτακτη κατάρρευση. Από την άλλη όμως η ανάγκη κομματικής και προσωπικής πολιτικής διάσωσης θα προκαλέσει μετά βεβαιότητας διαφοροποιήσεις και συγκρούσεις ακόμη και σε επίπεδο Βενιζέλου –Σαμαρά.
Για την προσωπική τους πολιτική επιβίωση όλοι όσοι μετείχαν ενεργά όλα αυτά τα χρόνια στην παντοειδή καταστροφή του τόπου χρειάζονται να χρεώσουν το «μουτζούρη» στους μέχρι χθες συνεταίρους και γι αυτό δεν θα διστάσουν να κάνουν κινήσεις μαζικού εντυπωσιασμού.
Τουτ’ αυτό   ισχύει και για καναλάρχες,  εκδότες και λοιπούς επαγγελματίες «διαμορφωτές της κοινής γνώμης». Έχουν ανάγκη να βοηθήσουν τα φιλομνημονιακά κόμματα και πρόσωπα, αλλά παράλληλα να αποτινάξουν την εικόνα του «παπαγάλου» της τρόικας και να ρίξουν γέφυρες συνεργασίας με τη νέα επερχόμενη πολιτική νομενκλατούρα.
Δύσκολοι καιροί για «πρίγκιπες», όπως λέγανε οι παλιοί…

Όσο για τους ξένους τα πράγματα είναι ανάλογα.
Προφανώς δεν τους καίγεται καρφί, για τους ανόητους έλληνες πολιτικούς που στήριξαν την πολιτική τους καριέρα στην εύνοια της Γερμανικής Καγκελαρίας χωρίς να τους γίνει μάθημα το πάθημα του Γιώργου Παπανδρέου.
Μπορεί οι ιθαγενείς «φύλαρχοι» να μην είχαν την πρόνοια ενός εφεδρικού σχεδίου για την περίπτωση, που θα τους άδειαζαν οι ξένοι πάτρωνές τους.
Οι Γερμανοί όμως και οι τραπεζίτες πάντοτε φροντίζουν να έχουν εναλλακτικό πλάνο b, ίσως και  c.
Το ενδιαφέρον τους είναι πώς να εξασφαλίσουν την καλλίτερη δυνατή συνεργασία με την μετά βεβαιότητος επερχόμενη κυβέρνηση της κεντροαριστεράς.

Το μόνο κίνητρο που έχουν για να στηρίξουν την προεκλογική προσπάθεια των κκ Σαμαρά και Βενιζέλου  είναι να αποτραπεί πιθανή αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτό μονάχα είναι το κοινό συμφέρον που διατηρούν μαζί τους.
Και δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητο. 
Διότι μια αυτοδυναμία ΣΥΡΙΖΑ ή έστω και μια ισχυρή πλειοψηφία ενός αμιγώς αντιμνημονιακού μετεκλογικού κυβερνητικού συνασπισμού, θα έκανε τα πράγματα για το διευθυντήριο της ΕΕ περίπλοκα.
Επιθυμούν λοιπόν διακαώς μια σχετική πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ αναγκασμένη να συνεργασθεί  με φιλομνημονιακές σαβούρες σαν το ΠΟΤΑΜΙ, την όποια Πασοκική μετάλλαξη κλπ.

Προς το σκοπό αυτό θα ακολουθηθεί το γνωστό μοντέλο.
Οικονομική κινδυνολογία, πολιτική τρομοκρατία, λασπολογία, ακατάσχετη υποσχεσιολογία, γιατί όχι και βία και νοθεία.
Τα χρηματιστήρια θα καταγράφουν μαύρα ρεκόρ. 
Οι αγορές θα ανησυχούν σφόδρα. 
Οι δανειστές θα βγάζουν δόντια.
Οι τραπεζίτες θα καταστροφολογούν.
Οι εταίροι θα απειλούν με έξοδο της χώρας από το ευρώ. 
Ο διεθνής τύπος θα αποδυθεί σε αγώνα καταστροφολογίας σε σχέση με το ενδεχόμενο εκλογικής νίκης της άφρονος και λαϊκιστικής ελληνικής αριστεράς.

Όλα αυτά μέχρι το βράδυ των εκλογών. Όπως έγινε και με τον Ολλάντ.
Την επομένη όλοι θα ζητούν συνάντηση και συνεντεύξεις με τους νέους ενοίκους του Μαξίμου.
Διότι η αποικία μπορεί να έχει την «πολυτέλεια» να εξαθλιώνεται, να λιμοκτονεί και να σπαράσσεται από πολιτικές έριδες.
Η Μητρόπολη όμως οφείλει να εξυπηρετεί σταθερά τους μακρόπνοους πολιτικούς της σχεδιασμούς και να κατασπαράσσει οικονομικά την αποικία για να επιβιώνει πολυτελώς.

Έτσι λοιπόν όλοι οι ντόπιοι και ξένοι συμπρωταγωνιστές της μνημονιακής καταιγίδας είναι απολύτως προβλέψιμοι.
Αυτός που δεν είναι προβλέψιμος ή τουλάχιστον επαρκώς προβλέψιμος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και κατ’ αναλογίαν τα κόμματα και οι πολιτικές προσωπικότητες, που επί του παρόντος δηλώνουν σθεναρά αντιμνημονιακοί.
Και πως θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά?

Το αντιμνημονιακό σθένος είναι ένα ελιξίριο κυμαινόμενης έντασης ανάλογης με τη λαϊκή βούληση εκπεφρασμένη όχι απλώς στην κάλπη αλλά στην καθημερινή πολιτική πάλη.
Με απλά λόγια όσο πιο σθεναρή θα είναι η θέληση του λαού να επιβάλλει αλλαγή πορείας της χώρας σε μια κατεύθυνση εθνικής οικονομική και όχι μόνο παλινόρθωσης, τόσο πιο σταθερή και αποτελεσματική θα είναι η αντιμνημονιακή πολιτική της νέας κυβέρνησης.
Γι αυτό έχει μεγάλη σημασία σε πρώτη φάση η όσο το δυνατόν ευρύτερη νίκη των αντιμνημονιακών κομμάτων και εντός αυτών η επικράτηση των πολιτικών προσώπων με την πλέον ξεκάθαρα αντιμνημονιακή αντίληψη.
Και σε δεύτερη φάση η αναβάθμιση των πολιτών από θεατές του καναπέ σε ενεργούς παράγοντες του πολιτικού γίγνεσθαι..



Για τα υπόλοιπα ραντεβού στο τουήτερ…