Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015

Σαμαρική φαντασιοπληξία ή Ευρωπαϊκός ρεαλισμός.


Οι θεωρίες περί πειραματόζωων, γερμανικού εθνικισμού ή προτεσταντικής αυστηρότητας, που αναπτύχθηκαν κατά κόρον τα τελευταία χρόνια, έχουν περισσότερη σχέση με την προπαγανδιστική σκοπιμότητα, παρά με τις συνιστώσες διαμόρφωσης της γερμανικής τακτικής.
Η Γερμανική πολιτική είναι σίγουρα εθνοκεντρική, αλλά είναι υποχρεωμένη να κινείται εντός των ορίων του πολιτικού ρεαλισμού.
Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος, που παρά την ισχυρή συγγένειά της με τη ΝΔ, η Γερμανίδα Καγκελάριος δε δίστασε καθόλου προεκλογικά να εγκαταλείψει αβοήθητο τον Σαμαρά, από τη στιγμή που παγιώθηκε η αίσθηση πως επρόκειτο να ηττηθεί στις επερχόμενες εκλογές.

Το ίδιο ακριβώς είχε πράξει στην παρόμοια περίπτωση της Γαλλίας, όπου παρά την συμπάθεια προς τον  Σαρκοζί, την επομένη των Γαλλικών εκλογών επεδίωξε και πέτυχε αγαστή συνεργασία με τον σοσιαλιστή Ολάντ.
Ο κος Τσίπρας βεβαίως προδιαγράφεται σημαντικά ριζοσπαστικότερος του Γάλλου Προέδρου, όμως δεν παύει να είναι ζωτικής σημασίας για την Γερμανία η προσαρμογή σε ένα modus vivedi με την κυβέρνηση μιας χώρας, που καλώς ή κακώς συμμετέχει στην Ευρωζώνη.

Το χάος που χωρίζει το συνολικό σχέδιο της Άγκελας Μέρκελ για την έξοδο της ΕΕ από την οικονομική κρίση από το αντίστοιχο της νέας Ελληνικής Κυβέρνησης είναι αναμφισβήτητο.
Αυτό όμως δε σημαίνει καθόλου ότι οι επί μέρους πολιτικές της κυβέρνησης Τσίπρα είναι a priori απορριπτέες από την Γερμανική καγκελαρία.
Τουναντίον μάλιστα. Υπάρχουν πολύ σημαντικά επί μέρους ζητήματα, που όσο κι αν φανεί περίεργο, οι σχεδιαζόμενοι χειρισμοί του Τσίπρα θα είναι περισσότερο συμβατοί με τη Γερμανική λογική από όσο οι σχετικοί χειρισμοί του Σαμαρά.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των δύο θεμάτων, που πρωταγωνίστησαν στην επικαιρότητα τις δύο τελευταίες μέρες και παρουσιάσθηκαν από την αντιπολίτευση και τα εχθρικά προς την κυβέρνηση ΜΜΕ ως θέματα ρήξης με την ΕΕ.

Η περίπτωση της θέσης της ΕΕ για το Ρωσσο-Ουκρανικό ζήτημα εμφανίσθηκε στην Ελλάδα και  από μεγάλη μερίδα του Ευρωπαϊκού τύπου ως μια χονδροειδής γκάφα της νεοσύστατης Ελληνικής Κυβέρνησης.
Ο ίδιος ο Σούλτς, πολιτικός που αν δεν ήταν Γερμανός δε θα έψηνε ούτε καφέδες στο Ευρωκοινοβούλιο,  προέβη καθ’ οδόν προς την Αθήνα σε δηλώσεις  φρίκης και αποτροπιασμού. 
Επιδεικνύοντας  αήθη διπλωματική ανεπάρκεια εξόκειλε σε βάρβαρη εκβιαστική σύνδεση του δικαιώματος της Ελλάδας να απολαμβάνει της εταιρικής αλληλεγγύης με την ενδοτικότητά της στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής.
Παρ’ όλα αυτά την επομένη το Γιούρογκρουπ, δικαίωσε την θέση της Ελλάδος, υιοθετώντας μετριοπαθέστερες θέσεις και μια πιό ήπια διατύπωση στο κείμενο της κοινής απόφασης των Υπουργών Εξωτερικών.
Την πρώτη μέρα οι άσπονδοι εχθροί της Κυβέρνησης Τσίπρα, προεξάρχοντος του κου Σαμαρά πανηγύρισαν την επιβεβαίωση των κινδυνολογικών τους προεκλογικών προβλέψεων, την επικείμενη βέβαιη πτώση της κυβέρνησης και την θριαμβευτική επάνοδο της ΝΔ στην εξουσία.
Την επομένη όχι απλώς διαψεύσθηκαν οι φρούδες ελπίδες τους, αλλά αποδείχθηκε πως νέος Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών παρέδωσε μαθήματα υψηλής διπλωματίας, εκπλήσσοντας μάλλον ευχάριστα τους Εταίρους και βοηθώντας το Γιούρογκρουπ να πάρει μια ισορροπημένη απόφαση συμβατή με τα συμφέροντα όλων των χωρών της ΕΕ.
Εξ' άλλου είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης να υπάρχουν εταίροι, που να μπορούν να χρησιμεύσουν ως συνομιλητές  με την Κρεμλίνο, οψέποτε χρειάζεται και στο μέτρο που αυτό καθίσταται αναγκαίο.

Ομοίως στο κομβικό ζήτημα της εξυπηρετήσεως του χρέους και δή στο κρίσιμο θέμα της δημοσιονομικής πολιτικής σε σχέση με την πάταξη της φοροδιαφυγής, θα αποδειχθεί οσονούπω ότι η πολιτική Τσίπρα θα είναι πιο αρεστή στην Γερμανική Καγκελαρία.
Τοώντι η τακτική της κυβέρνησης Σαμαρά να συνθλίβει φορολογικά τα μεσαία και κατώτερα εισοδηματικά στρώματα, αφήνοντας ασύλληπτη την φοροαποφυγή της διαπλεκόμενης μαζί της οικονομικής ελίτ, ήταν αποκλειστικά δικής της επιλογή.
Αυτή η τακτική όμως, υπήρξε και ένας από τους κύριους γενεσιουργούς παράγοντες της εξαθλίωσης του πληθυσμού, της συρρίκνωσης της αγοράς, των λουκέτων, της ανεργίας και του συνεχούς υφεσιακού σπιράλ της οικονομίας.
Διότι βεβαίως η μείωση του λαϊκού εισοδήματος οδηγεί σε μείωση της κατανάλωσης, απώλεια δημοσίων εσόδων και εν τέλει σε αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους.
Αντίθετα οι εξαγγελίες της νέας κυβέρνησης για αύξηση των κατώτερων μισθών και συντάξεων θα οδηγήσει σε αναθέρμανση της αγοράς, δεδομένου ότι τα ασθενή εισοδηματικά στρώματα καταναλώνουν το σύνολο του εισοδήματός τους για αγορά αγαθών επιβίωσης. 
Το κράτος εισπράττει ΦΠΑ, οι εγχώρια παραγωγή αυξάνεται, νέες θέσεις εργασίας δημιουργούνται και ούτω καθεξής η ύφεση μεταστρέφεται σε ανάπτυξη.
Κατ’ ακολουθίαν και οι δανειστές εξασφαλίζουν καλλίτερα την προσδοκία τους να πάρουν πίσω τα χρήματά τους, με μια κυβέρνηση, που εφαρμόζει αναπτυξιακή πολιτική και μέσω αυτής καταφέρνει να βελτιώσει την κατάσταση του ταμείου της χώρας.

Όταν λοιπόν ο νέος Υπουργός Οικονομικών υπόσχεται μια αλλαγή του φορολογικού συστήματος στην κατεύθυνση ελάφρυνσης των χαμηλών εισοδημάτων και της μικρής ακίνητης περιουσίας και της σύλληψης της φοροδιαφυγής της οικονομικής ελίτ, είναι βέβαιο ότι δεν θα βρεί αντίθετους τους δανειστές.
Τουναντίον μάλιστα πολλές φορές κορυφαίοι οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες προσκείμενοι στην Γερμανική Καγκελαρία προέτρεψαν στο παρελθόν την κυβέρνηση Σαμαρά να ασχοληθεί με την φοροαποφυγή της πλουτοκρατίας, αλλά εκείνη εκώφευσε λόγω των άρρηκτων δεσμών που την συνέδεαν με την εγχώρια οικονομικο-πολιτική διαπλοκή.

Έτσι λοιπόν παρά τις ονειροφαντασίες Σαμαρά, που συνεχίζει να ψευδολογεί και να κινδυνολογεί ασύστολα, γαντζωμένος πεισματικά στην αρχηγική καρέκλα, είναι πλέον ή βέβαιον ότι όσο πιο γρήγορα τον ξεφορτωθεί η ΝΔ, τόσο το καλλίτερο για αυτήν.
Οι διαδικασίες της αντικατάστασής του με τη σύμφωνη γνώμη, αν όχι με την προτροπή, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού κόμματος, είναι προφανές ότι έχουν ήδη δρομολογηθεί.
Είναι θέμα ολίγων εβδομάδων, αν όχι ημερών, να εξαναγκασθεί σε παραίτηση και να ανακοινωθεί ο οδικός χάρτης εκλογής του νέου Αρχηγού.
Το θέμα εξαρτάται από το χρόνο, που θα χρειασθεί το ξεκαθάρισμα της υποψηφιότητας για την εκλογή ΠτΔ και για τον συμβιβασμό των «βαρώνων», που ήδη διαβουλεύονται πυρετωδώς.

Πιό σύντομα, από όσο φαντάζονται οι αμετανόητοι παπαγάλοι των καναλιών, η νέα Κυβέρνηση θα τύχει της πανηγυρικής αποδοχής των Ευρωπαίων εταίρων και της συγκαταβατικής αντιμετώπισης των δανειστών, Ευρωπαίων και υπερατλαντικών.
Κι ακόμα πιο γρήγορα οι διάφοροι οικονομικοί, δημοσιογραφικοί και λοιποί παράγοντες του Δημόσιου βίου θα συνειδητοποιήσουν ότι είναι προς τον συμφέρον τους να συνεργασθούν με μια κυβέρνηση, που καλώς ή κακώς θα εξαντλήσει την τετραετία της.

Η αξιωματική αντιπολίτευση λοιπόν πρέπει να σπεύσει να αλλάξει σελίδα, αν θέλει να επιβιώσει πολιτικά.

Η δε κυβέρνηση να πάρει το μάθημά της από την πρώτη της εβδομάδα στο πηδάλιο της χώρας και δη από τον τρόπο που τα κανάλια των εργολάβων και των εφοπλιστών σκοπεύουν να υπονομεύουν τα συμφέροντα του τόπου συνεχίζοντας την τακτική της κίτρινης προπαγάνδας, της επιλεκτικής παρουσίασης των πληροφοριών, και της συστηματικής διαστρέβλωσης των συμβάντων και των γεγονότων.

Διότι αυτό που, αν μη τι άλλο, προέκυψε κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο είναι η αδήριτη ανάγκη ενός δημόσιου πλουραλιστικού μέσου, που απαλλαγμένο βρόμικων οικονομικών συμφερόντων θα προσφέρει αντικειμενική ενημέρωση και υψηλής ποιότητας προγράμματα τέχνης και πολιτισμού.

Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2015

Μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά...



Σύνδεσμος ενσωματωμένης εικόνας
Η ενορχηστρωμένη επίθεση ντόπιων και ξένων παραγόντων στη νεοσύστατη ελληνική κυβέρνηση ήταν εν πολλοίς αναμενόμενη, αλλά αυτό δε σημαίνει και ότι δεν αποτελεί θλιβερή επιβεβαίωση της άθλιας κατάστασης που επικρατεί στον Ευρωπαϊκό χώρο.
Χωρίς καν να αναμείνουν τις προγραμματικές δηλώσεις στη Βουλή, άρχισαν πυρ ομαδόν, αναλόγως της ιδιότητος και της θρασύτητος ενός εκάστου των πυροβολούντων.
Η πραγματικότητα βεβαίως είναι ότι «φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό το Γιάννη».

Γι αυτό ουδείς των ηγετών ετόλμησε να παραβιάσει την δεοντολογία και όλοι ανεξαιρέτως έσπευσαν να συγχαρούν κατά τα ειωθότα τον νέο Πρωθυπουργό της Ελλάδας, δηλώνοντας πρόθυμοι να συνεργασθούν μαζί του.
Την ίδια στιγμή όμως οι συνήθεις ύποπτοι, θεσμικοί παράγοντες της ΕΕ, εξωνημένοι κονδυλοφόροι «εγκρίτων» περιοδικών και εφημερίδων, εκπρόσωποι των αγορών κλπ γνωστές και μη εξαιρετέες μαριονέτες, ανέλαβαν δράση.
Προτού ακόμα ορκισθεί η κυβέρνηση έσπευσαν να θερμομετρήσουν την ελπιζόμενη ενδοτικότητα της με την «ομόφωνη» δήλωση του Γιουρογκρουπ περί ανάγκης επεκτάσεως των μέτρων κατά της Ρωσίας εξ αιτίας του Ουκρανικού ζητήματος.
Προς έκπληξή τους η ο Έλληνας Πρωθυπουργός δεν έκανε στραβά μάτια όπως ο προκάτοχός του. 
Εξέφρασε αμέσως τη δυσαρέσκεια της Ελλάδας για την παραβίαση των ευρωπαϊκών κανόνων και ο νέος Υπουργός Εξωτερικών κατέστησε σαφές ότι η χώρα δεν προτίθεται του λοιπού να εκχωρήσει τις αποφασιστικές της αρμοδιότητες σε άλλες κυβερνήσεις ή πολλώ μάλλον σε μανδαρίνους της Κομισιόν.
Παρά την «φρίκη» του κ Σουλτς η ΕΕ αναγκάσθηκε να σεβασθεί την ευρωπαϊκή νομιμότητα και να συγκαλέσει σύνοδο των Υπουργών Εξωτερικών, ως όφειλε να είχε πράξει από την αρχή.

Γεγονός όμως που καταδεικνύει την βρώμικη κατάσταση που επικρατεί διεθνώς, είναι πως τόσο ο κος Σουλτς, όσο συμπτωματικά και μεγάλη μερίδα του ξένου τύπου, αντί να εστιάσει στο ατόπημα της Κομισιόν, έσπευσε να διαστρεβλώσει τα γεγονότα. 
Αντί να στηλιτεύσουν την απαράδεκτη κίνηση του κου Τουσκ, άσκησαν οξεία κριτική στην Ελλάδα, η οποία δήθεν διέσπασε την κοινή εξωτερική πολιτική της ΕΕ.

Παράλληλα ξεκίνησε μια «συμπτωματική» συγχορδία δηλώσεων διαφόρων πρωτοκλασάτων και μη αξιωματούχων, με τις οποίες εφιστάται η προσοχή στην νέα Κυβέρνηση ότι είναι απαράδεκτη κάθε συζήτηση περί κουρέματος χρέους και είναι αδύνατη η παροχή χρηματοδότησης χωρίς συνέχιση εφαρμογής των μνημονιακών συνταγών.

Σαν να μην έγιναν εκλογές. 
Σαν να μη αποδοκιμάσθηκε αυτή η πολιτική εξαθλίωσης των Ελλήνων. Σαν να μη χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ από όλους τους λαούς του Δυτικού κόσμου, μηδέ του Προέδρου των ΗΠΑ εξαιρουμένου.

Το πλέον όμως απογοητευτικό στην υπόθεση είναι η στάση της εντός Ελλάδος διαπλοκής, που εκπροσωπείται από συγκεκριμένα κόμματα (ΝΔ,ΠΑΣΟΚ,ΠΟΤΑΜΙ) συνεπικουρούμενα από τα γνωστά εργολαβικά κανάλια με τα εμετικά παπαγαλάκια τους.
Θορυβημένοι οι εργολάβοι και οι λοιποί παραδοσιακοί λυμεώνες της δημόσιας περιουσίας, από τις πρώτες δηλώσεις υπουργών, επιτέθηκαν πρώιμα στην κυβέρνηση με κάθε πρόσφορο μέσον.
Από την σύνθεση της κυβέρνησης μέχρι τις ενδυματολογικές προτιμήσεις των μελών της, όλα έγιναν αντικείμενο αντικυβερνητικής προπαγάνδας. Προπαγάνδας κινούμενης μεταξύ κακοήθειας και φαιδρότητας.

Το δυστύχημα είναι, ότι για τη Γερμανία και τα τσιράκια της στο Ευρωπαϊκό διευθυντήριο η λίγο πολύ αναμενόμενη εχθρική στάση αποτελεί πατριωτική ή τουλάχιστον επαγγελματική δραστηριότητα.
Για τους Έλληνες όμως πολιτικούς, δημοσιογράφους και λοιπούς καλοθελητές η υιοθέτηση της ξένης προπαγάνδας, η κινδυνολογία, η καταστροφολογία και η καλλιέργεια κλίματος ηττοπάθειας στον πληθυσμό, σε μια φάση που η χώρα έχει ανάγκη της μέγιστης εθνικής συσπείρωσης, εγγίζει τα όρια πεμπτοφαλαγγίτικης τακτικής.
 Δεν τους έφθασε ότι επί πέντε χρόνια με την ενδοτική και διαπλεκόμενη πολιτική τους επεσώρευσαν πλείστα όσα δεινά καταστρέφοντας την οικονομία και εξαθλιώνοντας την κοινωνία. Επιμένουν να περιφρονούν την λαϊκή ετυμηγορία και να συνεχίζουν την άθλια προπαγάνδα τους σαν να μη μεσολάβησε η κραυγαλέα αποδοκιμασία της κάλπης.

Μπροστά σ’ αυτήν την κατάσταση η νέα κυβέρνηση οφείλει να προχωρήσει αταλάντευτη στην υλοποίηση του προγράμματός της, στηριζόμενη πρωτίστως στην νωπή λαϊκή εντολή.

Στο εσωτερικό θα πρέπει να κινηθεί γρήγορα στην κατεύθυνση της αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής καταστροφής, της σεισάχθειας, της αναθέρμανσης της οικονομίας.
Η αποκατάσταση της δημοκρατικής λειτουργίας των θεσμών, της δικαιοσύνης της αστυνομίας, των πανεπιστημίων, είναι αναγκαίος όρος για την εξυγίανση του κράτους και την ανάκτηση της κοινωνικής συνοχής.
Η επαναλειτουργία της Δημόσιας ραδιοφωνίας και τηλεόρασης είναι εξ ών ουκ άνευ για την αντιμετώπιση της προπαγάνδας των διαπλεκόμενων και ξενόδουλων συμφερόντων.
Η είσπραξη των οφειλών των ιδιωτικών καναλιών, η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής των μεγάλων εισοδημάτων, ο έλεγχος των κατόχων και διακινητών μαύρου χρήματος, που περιέχονται στις γνωστές λίστες και η εξέταση όλων των οικονομικών σκανδάλων της τελευταίας δεκαετίας, είναι αναγκαία τόσο για την εμπέδωση του αισθήματος δικαίου, όσο και για την εξεύρεση πόρων.

Στο εξωτερικό με ψυχραιμία και νηφαλιότητα θα πρέπει να επιδιώξει την συζήτηση εφ’όλης της ύλης με τους εταίρους ξεκινώντας μια συνετή διαπραγμάτευση, που δυστυχώς είναι κοινό μυστικό ότι ποτέ οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν τόλμησαν να επιχειρήσουν.
Οι προσεκτικές διατυπώσεις των Ευρωπαίων ηγετών, η θετική στάση του Προέδρου Ομπάμα, η φιλική διάθεση της Μόσχας, αλλά κυρίως οι ενθουσιώδεις αντιδράσεις της συντριπτικής πλειοψηφίας των λαών του δυτικού κόσμου είναι στοιχεία ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτα και ενθαρρυντικά.

Οι συνθήκες έχουν ωριμάσει. 
Η Ευρώπη έχει συνειδητοποιήσει ότι χρειάζεται αλλαγή πλεύσης. Ο πλανήτης ολόκληρος πιέζει τη γηραιά ήπειρο να αποβάλει αντιοικονομικές εμμονές και να επιστρέψει στον αναπτυξιακό ρεαλισμό.
Η ήττα του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα δεν αποτελεί ιδιορρυθμία ενός ανάδελφου λαού της νοτιοανατολικής μεσογείου, ούτε προσωπικό επίτευγμα μιας χαρισματικής ηγετικής προσωπικότητας, όπως ο Έλληνας Πρωθυπουργός.
Είναι αποτέλεσμα των  αντικειμενικών και υποκειμενικών συνθηκών που επικρατούν σε ολόκληρη την Ευρώπη και όχι μόνο, οι οποίες διαμορφώθηκαν στη βάση της βαθιάς οικονομικής κρίσης και των διεργασιών που αυτή επέφερε σε κοινωνικό, πολιτικό, πολιτιστικό επίπεδο.
Σύνδεσμος ενσωματωμένης εικόνας
Υπ’ αυτή την έννοια είναι νομοτελειακά αναπόφευκτο παρόμοιες προσωπικότητες να ξεπεταχτούν σε όλα τα κράτη της Ευρώπης μέσα από συγγενή κινήματα, που απλώς θα εκφράζουν τη κοινή βούληση των Ευρωπαϊκών λαϊκών μαζών για ανατροπή των καταστροφικών πολιτικών λιτότητας, ανελευθερίας, εξαθλίωσης.
Όποιος εθελοτυφλεί στο επόμενο διάστημα θα έχει αναγκαστικά την τύχη που είχαν στην Ελλάδα ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος και οι παρατρεχάμενοί τους.

Μετά την Γαλλική επανάσταση τα Ευρωπαϊκά κράτη είτε κατά μόνας είτε από κοινού είναι πεπεισμένα ότι η Δημοκρατία είναι ο μόνος ασφαλής τρόπος διακυβέρνησης, ο διάλογος είναι το μόνο πρόσφορο μέσο συνεννόησης και οι συμβιβαστικές συναινέσεις είναι η μοναδική συνταγή εξασφάλισης των εθνικών και εταιρικών συμφερόντων.

Ως εκ τούτου είναι προς το συμφέρον όλων να επιδείξουν τον δέοντα ρεαλισμό.
Να αποδεχθούν την ιστορική πραγματικότητα, που έχει διαμορφωθεί και πλέον εξελίσσεται ραγδαία.
Να αφουγκρασθούν την κραυγή αγωνίας, αλλά κυρίως την ισχυρή βούληση των λαών της Ευρώπης για ανάπτυξη και ευημερία.
Και να πάρουν θαρραλέες αποφάσεις για το μέλλον της γηραιάς ηπείρου, η οποία περισσότερο τώρα παρά ποτέ έχει ανάγκη από νέους ανθρώπους, νέες ιδέες, νέες πολιτικές.

Το τραίνο της Ευρωπαϊκής αλλαγής ξεκίνησε και κανείς δεν μπορεί να το σταματήσει.
Μπορεί μονάχα να επιλέξει αν θα είναι επιβάτης ή θα μείνει μεμψίμοιρος και ζηλόφθονος στην λασπώδη και αποπνικτική αποβάθρα..