Πέμπτη 19 Αυγούστου 2010

Ιστορική ή απλώς συγκυριακή η επίσκεψη Νετανιάχου;



Η επίσημη ενημέρωση επεχείρησε να προσδώσει στην επίσκεψη του κου Νετανιάχου χαρακτηριστικά ιστορικού γεγονότος.

Τόσο η αναφορά στο γεγονός ότι για πρώτη φορά Ισραηλινός Πρωθυπουργός επισκέπτεται την Ελλάδα, όσο και ή έμφαση στην ευρύτητα και πολυποικιλότητα της συμφωνηθείσας συνεργασίας ενέχουν σαφώς αυτήν την επικοινωνιακή σκοπιμότητα.

Πόσο ρεαλιστικός όμως μπορεί να είναι ένας τέτοιος χαρακτηρισμός;

Κατά την γνώμη μας από ελάχιστα έως καθόλου.

Και τούτο διότι η ιστορικότητα των στιγμών και των γεγονότων οφείλει να αξιολογείται μόνο με όρους ιστορίας και όχι επικοινωνίας.

Τωόντι ιστορικό μπορεί να κριθεί ένα γεγονός του παρόντος όταν είναι ουσιωδώς διάφορο από τα γεγονότα μιας παρελθούσας ιστορικής περιόδου και έτσι (κατ’ ανάγκην) σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας περιόδου ουσιωδώς διαφορετικής για τον μέλλοντα χρόνο.

Στην προκειμένη λοιπόν πρωθυπουργική διπλωματική επαφή, όπου πρόκειται για ένα συμβάν διακρατικών σχέσεων, καθίσταται προφανές ότι καμία ουσιώδης μεταβολή δεν προέκυψε από αυτήν στις σχέσεις των δύο χωρών. Διότι ανέκαθεν οι σχέσεις Ελλάδος και Ισραήλ κινήθηκαν σε φιλικό έως άριστο επίπεδο και ανέκαθεν υπήρξε ευρεία και πολυεπίπεδη συνεργασία μεταξύ τους ανεξάρτητα με την δημοσιότητα, που εδίδετο κατά περιόδους και κατά περίπτωση.

Αντίθετα, ας πούμε, η προ μηνών επίσκεψη του κου Ερντογάν με την πολυάριθμη ακολουθία του, συγκέντρωνε αρχικά περισσότερα στοιχεία ιστορικότητας εξ αιτίας του ότι αφορούσε δύο χώρες με παραδοσιακά ψυχρές έως εχθρικές σχέσεις. Για να απομυθοποιηθεί βέβαια στη συνέχεια, όπου οι και τότε επικοινωνιακά καλλιεργηθείσες υπερβολικές προσδοκίες διαψεύσθηκαν για άλλη μια φορά, αφού με το τέλος της μεγαλειώδους εκείνης επίσκεψης η Τουρκική πολιτική επανήλθε στην τακτική των παραβιάσεων του εναερίου χώρου, της αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, της προκλητικότητας στη Θράκη και της «επιστημονικής» διερεύνησης της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας.

Όλα αυτά δεν σημαίνουν βεβαίως ότι και οι δύο συναντήσεις δεν υπήρξαν σημαντικές. Εάν θέλουμε όμως να είμαστε ρεαλιστές και κυρίως να αποκομίσουμε κάποια χρήσιμα συμπεράσματα θα πρέπει να τις αξιολογήσουμε με βάση δεδομένα και κριτήρια τρεχούσης χρονικής συγκυρίας και τίποτε πλέον αυτών.

Την αξιολόγηση της παλαιότερης Τουρκικής πρωθυπουργικής επισκέψεως την έχουμε ήδη κάνει (εδώ). Είχαμε τότε επισημάνει ότι αυτή εντασσόταν απλά στο πλαίσιο της διεκδίκησης της περιφερειακής επικυριαρχίας εκ μέρους της Τουρκίας.

Ακριβώς λοιπόν υπό το αυτό πρίσμα οφείλουμε να προσεγγίσουμε και την ουσία της πρόσφατης επίσκεψης του Ισραηλινού Πρωθυπουργού.

Ανάμεσα στις δύο αυτές πρωθυπουργικές επισκέψεις μεσολάβησε η ανθρωποκτόνος επίθεση των Ισραηλινών εναντίον του στολίσκου, που έπλεε σε διεθνή ύδατα μεταφέροντας ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα. Όπως είχαμε τότε επισημάνει το γεγονός εκείνο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε καταλύτη επιτάχυνσης των σχεδίων περιφερειακής ανασυγκρότησης της περιοχής ανάλογα με τον τρόπο χειρισμού του θέματος από την Τουρκία, η οποία ήταν από τους πρωταγωνιστές του όλου δράματος αλλά και αποδέκτης των τραγικών ανθρώπινων απωλειών.

Μέχρι εκείνη τουλάχιστον τη στιγμή η πορεία της Τουρκίας προς την κατάκτηση της περιφερειακής ηγεμονίας εξελισσόταν ομαλά και απρόσκοπτα. Η αδυναμία όμως διαχείρισης αυτού του τραγικού γεγονότος από την πλευρά της, το κατέστησε πράγματι ιστορικό όχι γιατί αυτό επιτάχυνε τα σχέδιά της (όπως θα μπορούσε να συμβεί και όπως πιθανώς η ίδια ευελπιστούσε), αλλά ακριβώς διότι τα ανέκοψε παραπέμποντας επί του παρόντος την ευόδωσή τους στο απώτερο μέλλον.

Πράγματι ενώ σύμφωνα με τη γνώμη ορισμένων «καχύποπτων» διεθνών αναλυτών η Τουρκία είχε τρόπον τινά επινοήσει την επιχείρηση ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα με στόχο να πλήξει το στρατιωτικό κύρος του Ισραήλ, στη συνέχεια εμφανίσθηκε εντελώς αμήχανη απέναντι σε μια διόλου πρωτότυπη αντίδραση των Ισραηλινών. Έτσι αντί να ενισχύσουν την εικόνα τους ως προστάτιδας δύναμης του Αραβικού κόσμου οι Τούρκοι, βρέθηκαν στην κυριολεξία με την πλάτη στον τοίχο αφού δεν μπόρεσαν να ανταπαντήσουν δεόντως σε στρατιωτικό επίπεδο και περιορίσθηκαν σε αλυσιτελή διπλωματικά διαβήματα σε διεθνείς οργανισμούς, όπως θα έκανε και η πλέον ανίσχυρη των Αραβικών χωρών σε παρόμοια περίπτωση, όπως χρόνια ολόκληρα πράττουν απολύτως αναποτελεσματικά και αυτοί οι ίδιοι οι δυστυχείς Παλαιστίνιοι.

Ενώ όμως απ’ αυτή την άποψη το Τελ Αβίβ κατάφερε να ακυρώσει τουλάχιστον προσωρινά τους στρατηγικούς σχεδιασμούς της Άγκυρας, από την άλλη δεν ήταν δυνατόν να αποφύγει μία άνευ προηγουμένου διεθνή κατακραυγή. Η τραγικότητα του επεισοδίου ξεσήκωσε την κοινή γνώμη σ’ ολόκληρο τον κόσμο και δημιούργησε κλίμα γενικευμένης αποδοκιμασίας. Η παράταση όμως ενός τέτοιου κλίματος είναι προφανές ότι ενέχει τον κίνδυνο δημιουργίας και παγίωσης μιας διεθνούς απομόνωσης με σοβαρές οικονομικές συνέπειες και όχι μόνο.

Ήταν λοιπόν περίπου αυτονόητο ότι το Ισραήλ χρειαζόταν να κινηθεί σε δύο κατευθύνσεις:

Αφ’ ενός να αξιοποιήσει την τακτική ήττα της Τουρκίας ώστε να αναδείξει στις δυτικές κυβερνήσεις και ιδίως στην Αμερική τα στρατιωτικά μειονεκτήματα και τις στρατηγικές αδυναμίες μιας ενδεχόμενης Τουρκικής επικυριαρχίας. (Και αυτό φαίνεται να το επέτυχε σε σημαντικό βαθμό, αν κρίνουμε από την αντιτουρκική ισορροπία, που διαμορφώθηκε στην αμερικανική γερουσία και από την αλλαγή στάσης της Αμερικανικής Προεδρίας).

Αφ’ ετέρου δε να ανεύρει διόδους θετικής επικοινωνίας με την διεθνή κοινή γνώμη, ώστε να ανασκευάσει το διεθνές αρνητικό κλίμα και να μπορέσει να ανακόψει την επικινδύνως πλέον προϊούσα απομόνωση.

Στην προσπάθεια αυτή χρειαζόταν κάποιο κράτος και κάποιος ευρωπαίος ηγέτης, ο οποίος να προσφέρει την αναγκαία διέξοδο επικοινωνιακής βελτίωσης της εικόνας του Ισραήλ.

Και αυτό ακριβώς το ρόλο κλήθηκε να διαδραματίσει η Ελλάδα και ο Έλληνας Πρωθυπουργός, που ομολογουμένως συγκεντρώνουν σημαντικά πλεονεκτήματα, όπως τις παραδοσιακές καλές σχέσεις τους με τον Αραβικό κόσμο και την διεθνή αναγνώριση της διαχρονικής τους προσήλωσης στην ιδέες της εμπέδωσης της ειρήνης και του διεθνούς δικαίου. Και ιδιαίτερα βέβαια ο κος Παπανδρέου, ο οποίος ειδικά αυτήν την περίοδο διαθέτει μια εξαιρετική εικόνα στην διεθνή κοινή γνώμη, όχι μόνο ως ένας υπερκινητικός Πρόεδρος της Σοσιαλιστικής διεθνούς αλλά και ως ένας Ζεν Πρεμιέ των διεθνών πρακτορείων ειδήσεων, που τους τελευταίους μήνες οι δράσεις και οι πρωτοβουλίες του προβάλλονται καθημερινά από όλα τα ξένα μέσα ενημέρωσης συνοδευόμενες από θετικότατα σχόλια.

Η αξιοποίηση λοιπόν όλων αυτών των δεδομένων επικοινωνιακών πλεονεκτημάτων της χώρας μας, ως εναρκτήριο λάκτισμα στον αγώνα βελτίωσης της διεθνούς εικόνας της Ισραηλινής κυβερνήσεως, υπήρξε κατ’ ουσίαν ο κεντρικός απολύτως συγκυριακός στόχος της «ιστορικής» επίσκεψης Νετανιάχου.

Η άποψή μας δε αυτή ενισχύεται από δύο πολύ χαρακτηριστικά στοιχεία.

Πρώτον τα περιβόητα θέματα οικονομικής, εμπορικής, τουριστικής, στρατιωτικής και λοιπής συνεργασίας εξυπηρετούνταν θαυμάσια για πολλές δεκαετίες μέχρι σήμερα, χωρίς ανάλογες συναντήσεις. Επαφές χαμηλότερου επιπέδου κυβερνητικών και διοικητικών παραγόντων, θα μπορούσαν να προωθήσουν μια χαρά όλα αυτά τα θέματα, με τα οποία ούτω ς ή άλλως είχαν την ευκαιρία να ασχοληθούν και οι δύο Πρωθυπουργοί σε συνάντησή τους στο Τελ Αβίβ, μόλις προ μερικών εβδομάδων.

Και δεύτερον και σπουδαιότερο αν το ζήτημα ήταν η ρύθμιση θεμάτων διμερούς συνεργασίας ήσσονος ενδιαφέροντος, σαν αυτά που δημοσιοποιήθηκαν, θα αρκούσε μία επίσημη συνάντηση, ένα καθιερωμένο γεύμα και μία κοινή ανακοίνωση τύπου, όπως απαιτεί το πρωτόκολλο και δεν θα χρειάζονταν οι οικογενειακές κρουαζιέρες.

Είναι βέβαιο ότι όλα αυτά τα πρωτότυπα δρώμενα πρόσφεραν στο διεθνή τύπο μεγάλο όγκο φωτογραφιών του κου Νετανιάχου δίπλα στον κο Παπανδρέου, που παρέχουν ένα μήνυμα ότι η κυβέρνηση του Ισραήλ πέρα από τις στρατιωτικές της δραστηριότητες, καταπιάνεται σοβαρά και με ειρηνικές ασχολίες σε διάφορα αντικείμενα και κυρίως σε επίπεδο οικονομίας (Ζήτημα που στην τρέχουσα περίοδο αγγίζει καταλυτικά τις ευαισθησίες όλων ανεξαιρέτως των Ευρωπαίων πολιτών). Καθώς επίσης και ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός μπόρεσε να αναδείξει και την περισσότερο δημοφιλή στη Δύση εικόνα του απλού καθημερινού ανθρώπου, που διψάει κι αυτός να απολαύσει στιγμές χαλάρωσης στην μαγεία του Αιγαίου, φορώντας απλά σπορ ρουχαλάκια και με συντροφιά τη σύζυγό του και καλούς φίλους Έλληνες οικοδεσπότες.

Αν λοιπόν ευσταθούν οι συλλογισμοί μας, τότε μπορούμε να πούμε ότι ο κος Νετανιάχου επέτυχε απόλυτα το στόχο της επίσκεψής του αποκομίζοντας τα μέγιστα δυνατά επικοινωνιακά οφέλη, τα οποία αυτή την περίοδο φαίνεται να έχει ανάγκη το Ισραήλ περισσότερο ίσως από ότι η Ελλάδα την επόμενη δόση του δανείου.

Το ενδιαφέρον παραμένει να δούμε ποιά ακριβώς θα είναι τα ανταλλάγματα για την ελληνική πλευρά, πράγμα που θα αξιολογηθεί σε μέλλοντα χρόνο, διότι δυστυχώς ως εκ της φύσεως των πραγμάτων τα μεν επικοινωνιακά οφέλη εισπράττονται «τοις μετρητοίς», ενώ τα οικονομικά και λοιπά ανταλλάγματα απλώς καταγράφονται «επί πιστώσει»…

Σημ.: Τη φωτογραφία δανεισθήκαμε από το"www.papandreou.gr"