Τα αποτελέσματα της πρώτης Κυριακής επέτρεψαν σε όλους να
παρηγορηθούν και να ελπίζουν.
Όχι γιατί πράγματι υπήρξαν θετικά για όλους, αλλά γιατί η
ιδιομορφία των αυτοδιοικητικών εκλογών και οι δημοσιοποιημένες προσδοκίες του
κάθε κόμματος δημιούργησαν εικόνες επικοινωνιακά διαχειρίσιμες, κυρίως για τα
κόμματα του μνημονιακού τόξου.
Οι υψηλές προσδοκίες, που αφελώς είχε δημιουργήσει
προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ, αναφερόμενες στις ευροεκλογές συνδέθηκαν τεχνηέντως από
την κυβερνητική προπαγάνδα με τα αποτλέσματα στους δήμους και στις περιφέρειες.
Και όπου αυτό δεν ήταν αρκετό εφευρέθηκε η σύγκριση του αριθμού ψήφων υποψηφίων
προσώπων με το ποσοστό του κόμματος στις
εθνικές εκλογές.
Έτσι διασκεδάστηκε η εικόνα κατάρρευσης των κομμάτων της
συγκυβέρνησης, που είχαν αποφύγει επιμελώς την δημοσιοποίηση οποιουδήποτε
εκλογικού στόχου.
Έχοντας μάλιστα προφασισθεί τους υπέρμαχους της απαλλαγής της
αυτοδιοίκησης από κομματικούς μηχανισμούς, από τη μια κρύφθηκαν πίσω από δήθεν
ανεξάρτητες υποψηφιότητες κι από την άλλη επιδόθηκαν σε αρχηγικές περιοδείες
ανά την επαρχία με κλειστές ομιλίες, εγκαίνια και άλλα ευτράπελα. Παράλληλα
μονοπώλησαν τα ΜΜΕ, όπου όλο το ενημερωτικό σύστημα αναθεμάτιζε την αξιωματική
αντιπολίτευση και λιθοβολούσε τα μικρότερα αντιμνημονιακά κόμματα τις ελάχιστες
στιγμές, που ασχολείτο μαζί τους. Μοναδική εξαίρεση η θετική προβολή του ΚΚΕ όποτε
ο κ. Κουτσούμπας τους προσέφερε ατάκες απαξιωτικές για τον ΣΥΡΙΖΑ ή τον πρόεδρό του.
Με τούτα και μ’ εκείνα κατάφεραν το βράδυ των εκλογών να
ξεπεράσουν γρήγορα την πρώτη κρυάδα και στη συνέχεια να παρουσιάσουν μια
εικόνα, όπου ούτε λίγο ούτε πολύ οι
ίδιοι δεν ήτανε χαμένοι και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν κερδισμένος.
Άρα κατά «λογική»
ακολουθία ουδεμία σκέψη για πτώση της συγκυβέρνησης επιτρεπόταν.
Η αλήθεια βέβαια είναι, ως συνήθως, πολύ μακριά από τις προκατασκευασμένες εικόνες της
επικοινωνιακής προπαγάνδας.
Κατ’ αρχήν οι αυτοδιοικητικές εκλογές έχουν έντονο το
στοιχείο του τοπικισμού, των τοπικών διαπροσωπικών σχέσεων και συμφερόντων.
Συγγένειες, μικροσυμφέροντα, τοπικές ιδιομορφίες θέτουν σε δεύτερη μοίρα τις πολιτικές
διαφορές και κατά συνέπεια δεν προσφέρονται για την εξαγωγή ακριβών
συμπερασμάτων περί της γνώμης του εκλογικού σώματος αναφορικά με την κεντρική
κυβέρνηση. Διαχρονικά αυτές οι εκλογές το συνηθισμένο μήνυμα, που στέλνουν
είναι ότι ο χώρος της αυτοδιοίκησης είναι πρόσφορος για ανάπτυξη μάλλον
διαπλοκής παρά πολιτικής…
Παρ’ όλα αυτά το μήνυμα σκληρής αποδοκιμασίας των
συγκυβερνώντων κομμάτων και των συνοδοιπόρων τους υπήρξε εκκωφαντικό,
τουλάχιστον για τον «έχοντα ώτα ακούειν».
Και μάλιστα κατά πρωτότυπο, αλλά όχι
παράδοξο, τρόπο αυτό το μήνυμα δόθηκε ήδη πολύ πριν το άνοιγμα της κάλπης. Από
αρκετούς μήνες πρίν. Από τον τρόπο που αυτοπροσδιορίσθηκαν οι συνδυασμοί και
από την τακτική που ακολούθησαν υποψήφιοι και κόμματα κατά την προεκλογική
περίοδο.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και της
μιντιακής καμαρίλας τους η κυρίαρχη αντίθεση στις παρούσες συνθήκες ήταν, είναι
και θα εντείνεται, για όσο καιρό δεν λύνεται, το ναι ή όχι στο μνημόνιο.
Αυτό το δίλημμα κατάφερε να ξορκίσει το Ευρωπαϊκό Διευθυντήριο
πειθαναγκάζοντας σε παραίτηση τον ΓΑΠ στις Κάννες το 2010. Και αυτό προσπαθούν από
τότε και οι ημέτεροι κυβερνητικοί να κουκουλώσουν όλο το επόμενο και ιδίως το
προεκλογικό διάστημα.
Η κυρίαρχη αντίθεση όμως κάθε ιστορικής συγκυρίας, όπως καλά
γνωρίζουν άπαντες οι απανταχού μαρξιστές, εκτός κ. Κουτσούμπα, δεν
κουκουλώνεται, δεν αντικαθίσταται, δεν παραγκωνίζεται.
Αυτή η αντίθεση επέβαλλε και το εκλογικό δίλημμα του ναι ή
όχι σε πρόσωπα και κόμματα που στηρίζουν μνημονιακές πολιτικές.
Και αυτό το δίλημμα παρά την περί ανυπαρξίας του προπαγάνδα ανάγκασε
τα μνημονιακά κόμματα να απέχουν (π.χ ΠΑΣΟΚ) τελείως από το εκλογικό προσκήνιο
ή να δηλώνουν ψευδώς ότι δεν ανακατεύονται στην αυτοδιοίκηση.
Όπως ανάγκασε
τους εκλεκτούς των μνημονιακών κομμάτων υποψηφίους να υποκρίνονται ότι είναι
ανεξάρτητοι.
Κανένας δε απολύτως, κόμμα ή υποψήφιος, δεν τόλμησε να
παρουσιασθεί ως υπέρμαχος των μνημονιακών πολιτικών.
Ακόμη και οι
συγκυβερνώντες, που τις εφαρμόζουν με θρησκευτική ευλάβεια, καθώς και σωρεία
υποψηφίων, που έχουν «λερωμένη τη φωλιά» τους και είναι βέβαιο πως θα
συνεχίσουν να την «λερώνουν» μετεκλογικά δεν δίστασαν να προβάλλονται σαν
αρνητές και τιμητές των μνημονιακών αθλιοτήτων.
Αυτή ακριβώς η πανκομματική προεκλογική τακτική, καθώς και τα
μεγάλα ποσοστά των κομμάτων του αντιμνημονιακού τόξου προσδιορίζει το αληθές
μήνυμα των εκλογών.
Το εκλογικό σώμα όχι απλώς αποδοκιμάζει το μνημόνιο και τους
εκφραστές του στην κάλπη, αλλά ούτε καν ανέχεται να τους δεχθεί ακόμη και ως
εκλογικές υποψηφιότητες.
Αυτό είναι το μήνυμα, που φοβίζει το Ευρωπαϊκό και πανικοβάλλει
το κυβερνητικό κατεστημένο.
Και με βάση αυτό το μήνυμα, όσο κι αν καμώνονται πως δεν
υπάρχει, κινούνται τα επιτελεία των φιλομνημονιακών κομμάτων εν όψει της
επόμενης κάλπης.
Γι αυτό στα πάνελ προσπαθούν να μιλάνε για τη ΧΑ, τις
αστοχίες των δημοσκοπήσεων, τις τοπικές προσωπικές αντιδικίες και ο,τιδήποτε
απομακρύνει την ατζέντα από την συζήτηση για την κατάντια της χώρας και την ανάσχεση
της εξαθλίωσης του πληθυσμού.
Γι’ αυτό αποκλείουν με προκλητικό, σχεδόν ολοκληρωτικό τρόπο
από τα ΜΜΕ κάθε κομματικό σχηματισμό και κάθε φωνή, που προτάσσει την απαλλαγή
της χώρας από την βουλιμική επικυριαρχία των δανειστών.
Γι αυτό αναλίσκονται σε ακατάσχετη υποσχεσιολογία περί δήθεν
τέλους του μνημονίου και δήθεν «αλλαγής σελίδας», αναστροφής πορείας,
οικονομικής ανάκαμψης και επιστροφής στην ανάπτυξη.
Γιατί ακριβώς γνωρίζουν ότι αν δεν πετύχουν να αποπροσανατολίσουν
τον μέσο ψηφοφόρο από το δίλημμα του μνημονίου, το κουτί της Πανδώρας θα
μοιάζει παραδεισένιο δώρο σε σχέση με το εφιαλτικό γι’ αυτούς περιεχόμενο της κάλπης.
Δίνουν λοιπόν τον έσχατο αγώνα σε μια απέλπιδα εκλογική μάχη,
που όχι τυχαία ακόμη και τα φίλα προσκείμενα σ’ αυτούς ΜΜΕ αποκαλούν «μητέρα
των εκλογικών μαχών».
Η τακτική είναι ευφυής. 1) Κουκούλωμα του αντιμνημονιακού
διλήμματος. 2)Καλλιέργεια προσδοκίας για ανάκαμψη της οικονομίας, για ιδιωτικές
επενδύσεις και δημόσια έργα που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, για μείωση
της ληστρικής υπερφορολόγησης και γενικά για άρση κάθε δεινού που με το βίο και
την πολιτική τους επέφεραν στον μέσο ψηφοφόρο. 3) τρομοκρατική προπαγάνδα για
τις δήθεν συμφορές που θα προκαλέσει μια απευκταία «επιστροφή στο φαύλο
παρελθόν» 4) αποκλεισμός των αντιπάλων από τα ΜΜΕ και μονοπώλησή τους από τους
κυβερνητικούς αρχηγούς και ημετέρους, 5) Συκοφαντική δυσφήμιση των
αντιμνημονιακών κομμάτων και των υποψηφίων του σ’ όλη την επικράτεια με όλα
τα μέσα. 6) πίεση του ΣΥΡΙΖΑ να βάλλει τον πήχη των προσδοκιών όσο το
δυνατόν ψηλότερα με την ελπίδα ότι δεν
θα μπορέσει να τον υπερβεί. 7) καλλιέργεια πεποίθησης στην κοινή γνώμη, ότι οι
ευροεκλογές αφορούν τα Ευρωπαϊκά όργανα και σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να
οδηγούν σε ανατροπή εθνικών κυβερνήσεων.
Ο στόχος προφανής. 1) να υφαρπάσουν την ψήφο των αφελών και
2) να μπορέσουν το βράδυ των εκλογών να διαχειρισθούν το αποτέλεσμα της κάλπης
ώστε να μη υποχρεωθούν σε πτώση της συγκυβέρνησης.
Διότι βεβαίως δεν διακρίνονται για την πολιτική τους
ευαισθησία και πρόθεσή τους είναι να παραμείνουν γαντζωμένοι στην κυβέρνηση με
οποιοδήποτε μέσο και με οποιοδήποτε κόστος για τη χώρα.
Έχουν λοιπόν συστρατευθεί όλες ανεξαιρέτως οι δυνάμεις του
ευρωπαϊκού και ντόπιου κατεστημένου, ο ξένος και ο ελληνικός τύπος, οι κάθε
λογής οικονομικοί παράγοντες στη «μάχη όλων των μαχών».
Αν καταφέρουν να βγάλουν δήμαρχο στην Αθήνα και περιφερειάρχη
στην Αττική, θα έχουν ένα καλό επικοινωνιακό σωσίβιο. Αν η διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ
από τα δύο κυβερνητικά κόμματα δεν είναι γιγαντιαία, ελπίζουν πως θα έχουν
περιθώρια υπεκφυγών.
Το σχέδιό τους μετά από πέντε χρόνια μαρτυρίων, στα
οποία υπέβαλλαν το λαό, μπορεί να φαίνεται αισιόδοξο, αλλά δεν είναι ανέφικτο.
Κι αυτό διότι στην επιτυχία του είναι πολύ πιθανό να
συμβάλλουν εκόντες άκοντες οι πολιτικοί τους αντίπαλοι.
Διότι ενώ το μνημονιακό στρατόπεδο, παρά τις εσωτερικές
πληγές του, είναι ικανό να συσπειρώνεται και να εμφανίζεται αρραγές στην
επιδίωξη του εκλογικού στόχου, δυστυχώς δεν συμβαίνει το ίδιο στους πολιτικούς
του αντιπάλους.
Και φυσικά δεν περιμένει κανείς πραγματική συμπόρευση
κομμάτων, σχηματισμών ή προσώπων, που συμμετείχαν όλα αυτά τα χρόνια στην
εφαρμογή των μνημονιακών μέτρων είτε ψηφίζοντάς τα στη Βουλή είτε συμμετέχοντας
σε μνημονιακές συγκυβερνήσεις. Ούτε πολλώ μάλλον από πολιτικά μορφώματα, που
στήθηκαν περιστασιακά με το ψευδώνυμο της κεντροαριστεράς για να εγκλωβίσουν
παραπλανημένους ψηφοφόρους.
Η ΔΗΜΑΡ και η ΕΛΙΑ έχουν το άλλοθι ότι ο Ζγουρός και ο
Καμίνης είναι δήθεν δικές τους επιλογές. Το ΠΟΤΑΜΙ είναι ούτως ή άλλως ανάξιο
οποιασδήποτε, πέραν της φαιδρής, ενασχόλησης.
Δυστυχώς όμως ακόμη και η ηγεσία του ΚΚΕ φαίνεται για άλλη
μια φορά να εθελοτυφλεί, να αποφεύγει τη διαλεκτική αντίληψη των περιστασιακών
δεδομένων και να γυρνάει την πλάτη στα επιτακτικά κελεύσματα της ιστορικής
συγκυρίας.
Με μια απίστευτη σχεδόν εγκληματική ελαφρότητα διασπά βάναυσα
το λαϊκό αντιμνημονιακό μέτωπο και δε διστάζει να επιτάσσει στα μέλη του αποχή,
όπου οι υποψήφιοι του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται αντιμέτωποι με μνημονιακούς υποψηφίους.
Θα τρίζουν τα κόκαλα του Λένιν της πρώτης περιόδου, ο οποίος
όχι απλά σε μια τέτοια κατάσταση θα σφυρηλατούσε την ενότητα της αριστεράς,
αλλά δεν θα δίσταζε να στηρίξει και υποψηφίους συντηρητικότερων κομμάτων, αρκεί
να συμμετείχαν στις εκλογές με αντιμνημονιακό πρόγραμμα και συνθήματα.
Ας είναι...
Του προεκλογικού τοπίου ούτως έχοντος ο δρόμος προς την
επιτυχία των πραγματικά αντιμνημονιακών δυνάμεων είναι αρκούντως ευδιάκριτος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να σηκώσει το βάρος του ηγετικού ρόλου,
τόσο από άποψη μάχης, όσο και από άποψη εντυπώσεων αποτελέσματος.
Θα πρέπει να αποφύγει τα λάθη και τις παραλείψεις του πρώτου
γύρου και να επιδιώξει χωρίς αλαζονεία και ηγεμονισμό τις ευρύτερες δυνατές
αντιμνημονιακές συμμαχίες τόσο τοπικά, όσο και κυρίως πανελλαδικά.
Η σύσταση ευρέως αντιμνημονιακού μετώπου στη βάση του
κυρίαρχου διλήμματος είναι εξ ων ουκ άνευ για την εξασφάλιση επιτυχούς αποτελέσματος.
Συμπεριφορές ή συνθήματα, που ενδέχεται να διαιρούν τις
δυνάμεις ή να διεγείρουν φυγόκεντρα αντανακλαστικά θα πρέπει να αποφεύγονται
επιμελώς.
Σ’ αυτή τη φάση για παράδειγμα ο καημός των ψηφοφόρων είναι
να απαλλαγούν από πολιτικές που καταστρέφουν τη χώρα, τις οικογένειές τους, το
μέλλον το δικό τους και των παιδιών τους.
Αναζητούν κόμματα και πολιτικούς, που
θα τους πείσουν ότι μπορεί να ηγηθούν μιας πορείας ανάκτησης της εθνικής
κυριαρχίας και εξασφάλισης της συλλογικής και ατομικής αξιοπρέπειας και προκοπής,
ενώ ελάχιστα ενδιαφέρει τον μέσο ψηφοφόρο αν θα είναι η πρώτη ή η νιοστή φορά
της αριστεράς…
Γιατί αυτό που θα πρέπει να γίνει κατανοητό σε όλους εντός
και εκτός συνόρων είναι ότι το βράδυ της Κυριακής το μήνυμα δεν θα πρέπει να
αναζητηθεί βλακωδώς στην επικράτηση ή μη κάποιων αυτοδιοικητικών προσώπων.
Ούτε
καν στα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ + ΠΑΣΟΚ.
Το συμπέρασμα αν η χώρα θα πρέπει να συνεχίσει στη
«σταθερότητα» των δανειακών συμβάσεων, της καταστροφής των υποδομών της, του
ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου και των πλουτοπαραγωγικών πηγών της,της αποβιομηχάνισης,του ξεκληρίσματος του αγροτικού τομέα, της ανεργίας, με μια λέξη της αποικιοκρατίας, ή αν θα
αποτινάξει τον δανειακό ζυγό και θα ξεκινήσει το θαυμαστό ταξίδι της επαναφοράς
σε εθνική προκοπή και ευημερία.
Το συμπέρασμα αν οι πολίτες στηρίζουν ή όχι με την ψυχή τους ή την ανοχή τους αυτό που πάσχουν τα τελευταία χρόνια και αυτό
που τους επιφυλάσσεται από το Ευρωπαϊκό
Διευθυντήριο θα πρέπει να εξαχθεί από το ποσοστό που θα έχει στο σύνολό του το
ευρύτερο αντιμνημονιακό τόξο.
Και σ’ αυτό το ποσοστό θα πρέπει να
συνυπολογισθούν αθροιστικά όλες οι μικρές και μεγάλες πολιτικές δυνάμεις
ανεξαρτήτως πολιτικών ιδιαιτεροτήτων και αποχρώσεων.
Γιατί ο,τιδήποτε κι αν μπορεί ίσως να προσάψει κανείς σε
κάποιες πολιτικές ηγεσίες, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί λόγο αποκλεισμού από την
παλλαϊκή προσπάθεια των απλών ψηφοφόρων τους. Ούτε είναι ρεαλιστικό ή δίκαιο να
παραγνωρίζεται η σημασία ή η βαρύτητα της ψήφου τους από αντιμνημονιακή άποψη.
Είτε αυτή η ψήφος έχει ιδεολογικό, συναισθηματικό ή
τιμωρητικό κίνητρο, ενδιαφέρον μόνο μπορεί να είναι το σαφές αντιμνημονιακό της
περιεχόμενο.
Χαρακτηριστικό εξ άλλου θα είναι το παράδειγμα των απλών
ψηφοφόρων του ΚΚΕ, που όπως πάντα συνέβη μετά την μεταπολίτευση, ανεξάρτητα από
την γραμμή της ηγεσίας τους, είναι απολύτως βέβαιο ότι θα δώσουν ηχηρό το δικό
τους «παρών» στο πανεθνικό ραντεβού με την ιστορία.
Γιατί είναι εντελώς αφύσικο ο κάθε συνειδητός πατριώτης,
ιδιαίτερα ο κομμουνιστής, να μην νοιώσει στις 25 του Μάη την φωνή της ψυχής του
και να μην αφουγκρασθεί τα ηχηρά κελεύσματα της αδήριτης ιστορικής συγκυρίας…
Και είναι απολύτως αδιανόητο στην Ελλάδα της υποτέλειας και
της εξαθλίωσης ο κάθε ψηφοφόρος ανεξαρτήτως πολιτικής ταυτότητας να μη ψηφίζει
για την Ευρώπη με γνώμονα την ανάγκη ανάκτησης της εθνικής αξιοπρέπειας και
οικονομικής ανάπτυξης της χώρας μας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου