Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Ποιός είναι τελικά ο "ατζέντης" της επικαιρότητας?

Ήταν μόλις πριν ένα μήνα, που ο ίδιος ο Αντώνης Σαμαράς στις 24/7, στο περιστύλιο της Βουλής, δηλώνοντας σίγουρος για την ύπαρξη 180 καλοθελητών, έδινε το εναρκτήριο λάκτισμα για την έναρξη της θερινής προεδρολογίας.

Η «αισιόδοξη» αυτή πρόβλεψη του κου Σαμαρά δημοσιεύθηκε αμέσως σε όλα τα μέσα ενημέρωσης, έντυπα, τηλεοπτικά, ραδιοφωνικά, μιντιακά ξεσήκωσε θύελλα σχολίων και κυρίως ερευνών προκειμένου να τεκμηριωθεί η μαθηματική θεμελίωση της πρωθυπουργικής δήλωσης.
Κατά την συνήθη ελαφρότητά του ο δημοσιογραφικός κόσμος, αναλώθηκε στην περίπου αστυνομική αναζήτηση των ονομάτων βουλευτών του ευρύτερου μη συγκυβερνητικού χώρου, οι οποίοι ενδεχομένως είχαν συνάψει παρασκηνιακή συμφωνία με το Μαξίμου, προκειμένου να εξαντλήσει η παρούσα βουλή την περιπόθητη τετραετία.
Ελάχιστοι έως καθόλου ήταν εκείνοι που ασχολήθηκαν με την συγκυριακή σκοπιμότητα, που εξυπηρετούσε εκείνη η απρόκλητη πρωθυπουργική δήλωση.
Παρότι είναι ηλίου φαεινότερο ότι η κυβέρνηση έχοντας μπροστά της το μήνα Αύγουστο και χαράζοντας πλέον την επικοινωνιακή της πολιτική στη λογική του «δος ημίν σήμερον», είχε αδήριτη ανάγκη να περιφρουρήσει την συνοχή της και εντεύθεν την επιβίωσή της μέχρι τον Σεπτέμβριο.

Ο Αύγουστος ως γνωστόν είναι ο μήνας, που εκόντες άκοντες οι βουλευτές είναι αναγκασμένοι να επιστρέψουν στους τόπους εκλογής των. Από την άλλη τα φετινά τμήματα διακοπών της Βουλής είχαν να ψηφίσουν σωρεία αντιλαϊκών νομοσχεδίων, τα οποία μετά βεβαιότητας θα αγανακτούσαν τους ψηφοφόρους. Ψηφοφόρους που σημειωτέον λόγω πρωτοφανούς οικονομικής δυσπραγίας στην πλειοψηφία τους δεν έμελλε να συμμετάσχουν στα πατροπαράδοτα «μπάνια του λαού».
Σε ένα τόσο δυσμενές πολιτικό κλίμα προσερχόμενοι οι βουλευτές της συμπολίτευσης στο κατά τεκμήριο εχθρικό περιβάλλον των επαρχιών τους, θα ήταν εξαιρετικά ευαίσθητοι αν πίστευαν ότι η κυβέρνηση θα συρόταν σε εκλογές μέσα στους επόμενους μήνες. Με τι κουράγιο θα αντιμετώπιζαν την κριτική, ενδεχομένως και το υβρεολόγιο των ψηφοφόρων τους?

Το πιθανότερο είναι ότι θα ξεκινούσαν εγκαίρως τον προσωπικό προεκλογικό τους αγώνα, επιδιδόμενοι σε αντιμνημονιακές κορώνες πλειοδοτώντας σε αρνητική κριτική των εφαρμοζόμενων πολιτικών.
Υποκινούμενοι από το ένστικτο της πολιτικής τους αυτοσυντήρησης θα προσπαθούσαν να διαχωρίσουν τη θέση τους από το κυβερνητικό έργο και θα συναγωνίζονταν με τους πιθανούς υποψηφίους του νομού τους για το ποιος είναι ο πιο σκληρός αντίπαλος της «επάρατης» τρόικας και των καταστροφικών μνημονίων, που το κόμμα τους εξανάγκαζε τόσο καιρό να ψηφίζουν.
Μια τέτοια εξέλιξη θα έσπρωχνε και τους «κομάντος» βουλευτές των θερινών τμημάτων της βουλής να συμπεριφερθούν αναλόγως και θα δημιουργείτο ένα τσουνάμι αυτονόμησης, που θα απειλούσε εκ των έσω την σταθερότητα της ούτως ή άλλως παραπαίουσας συγκυβέρνησης.

Η δήλωση λοιπόν Σαμαρά στο συγκεκριμένο momentum είχε ακριβώς στόχο να καθησυχάσει τους συμπολιτευόμενους βουλευτές. 
Να τους δημιουργήσει έστω και προσωρινά την αίσθηση της εξασφάλισης της κυβερνητικής τους θητείας και να γλιτώσει από τον εφιάλτη της αυτοδιάλυσης.
Κατά το μάλλον ή ήττον ο εφήμερος Πρωθυπουργικός στόχος επετεύχθη. 
Το κρίσιμο διάστημα της θερινής περιοδείας των βουλευτών στην ύπαιθρο έληξε χωρίς σοβαρά παρατράγουδα, παρότι μια σειρά από κυβερνητικές αβελτηρίες (ΕΝΦΙΑ, ροδάκινα, αντιρατσιστικό κλπ) επιβάρυναν την αντικυβερνητική δυσφορία.
Οι βουλευτές επιστρέφουν στα καθήκοντά τους σχετικά σώοι και αβλαβείς.

Στο μεσοδιάστημα όμως η αντιπολίτευση αμφισβήτησε έντονα την βασιμότητα της πρωθυπουργικής πρόβλεψης και κινήθηκε στην κατεύθυνση συγκέντρωσης της ανατρεπτικής ομάδας των 121.
Συνακόλουθα και οι δημοσιογράφοι, μεσάζοντες της φιλοκυβερνητικής προπαγάνδας,  αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν το αρχικό κλίμα ευφορίας και να προβάλουν ένα κάποιο σχετικό προβληματισμό.
Όπως ήταν φυσικό οι κυβερνητικοί τηλεοπτικοί μαχητές κλήθηκαν όχι απλώς να επιβεβαιώσουν την αισιοδοξία του κου Σαμαρά, αλλά να δώσουν και σαφέστερες εξηγήσεις. Ποιοι βουλευτές και ποιος υποψήφιος θα εξασφαλίσει τους 180?
Εδώ τα πράγματα άρχισαν να δυσκολεύουν.
Ο ίδιος ο κος Γεωργιάδης κορυφαίος παράγων της τηλεοπτικής καθημερινότητας μετά δυσκολίας υπεστήριξε ότι η πιθανότητα εκλογής Προέδρου από αυτή την Βουλή είναι 50-50.

Σε μια απέλπιδα προσπάθεια στήριξης της κυβερνητικής προεδρολογίας ξαναρίχτηκε στο τραπέζι το ταλαιπωρημένο όνομα του κου Κουβέλη.
Δεν άντεξε παραπάνω από δύο εικοσιτετράωρα. Ποιος σοβαρά σκεπτόμενος πολιτικός αναλυτής μπορεί να πιστέψει και κατά συνέπεια να υποστηρίξει ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Κατ’αρχήν ο ίδιος ο κος Κουβέλης δεν είναι καθόλου πιθανό να την αποδεχθεί ένα τέτοιο ρόλο.
Μπορεί ο ίδιος να κολακεύεται από την ιδέα. 
Μπορεί οι εσωκομματικοί του άσπονδοι φίλοι, ακόμη και οι προσφάτως αυτονομηθέντες, να την υιοθετούν ασμένως και να προσπαθούν να τον «σαλτάρουν» κατά το κοινώς λεγόμενο, για να απαλλαγούν διά παντός από την παρουσία του.
Όμως το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού.
 Και ο κος Κουβέλης μπορεί να έκανε το αρχικό λάθος να συμμετάσχει σε μια αδιέξοδη συγκυβέρνηση, όμως δεν είναι τόσο αφελής για να το επαναλάβει.
 Ούτε ο ίδιος, ούτε οι ειλικρινώς ενδιαφερόμενοι για το μέλλον της ΔΗΜΑΡ οπαδοί και ψηφοφόροι του θα επιχειρήσουν μια κίνηση, που θα οδηγούσε σε βεβαία εξαέρωση το κόμμα, που πλήρωσε ακριβά το προηγούμενο ατόπημα.

Ούτε όμως και μια ενδεχόμενη υποψηφιότητα Κουβέλη είναι ικανή να εξασφαλίσει την πολυπόθητη πλειοψηφία. 
Ελάχιστη απήχηση θα είχε στην αριστερά, ενώ ουδόλως είναι βέβαιο ότι θα προσέλκυε δεξιούς ανεξάρτητους βουλευτές, οι οποίοι στηρίζουν την πολιτική τους επιβίωση στην αντιμνημονιακή τους πολιτεία.
Καλώς η κακώς (προφανώς κακώς) ο κος Κουβέλης έχει «λερώσει τη φωλιά του» με την καθοριστική συμμετοχή του στην συγκυβέρνηση των μνημονίων. 
Οι πρόσφατες ευρωεκλογές κατέδειξαν εναργώς ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων του τον κατέταξε στην ευρύτερη ομάδα των φιλομνημονιακών πολιτικών και ως τέτοιο τον εγκατέλειψε.
Για ποιο λόγο οι βουλευτές, που αργά ή γρήγορα θα ζητήσουν την ψήφο ενός κατά το μάλλον ή ήττον αγανακτισμένου με τα μνημονιακά μέτρα ψηφοφόρου, θα στήριζαν μια τέτοια υποψηφιότητα?
Γιατί θα έκαναν μια κίνηση, που θα γκρέμιζε την δημόσια εικόνα, που οι ίδιοι με κόπο και θυσίες την τελευταία διετία επέλεξαν να χτίσουν για τον εαυτό τους?

Έτσι η δήλωση του Πρωθυπουργού ως μήνυμα αυτοπεποίθησης και πολιτικής σταθερότητας ήταν χρήσιμη στα τέλη Ιουλίου.
Ως προεδρολογία όμως, που μετατράπηκε στα τέλη Αυγούστου κατάντησε βαρίδι για την συγκυβέρνηση, από την ώρα που η τηλεοπτική διερεύνηση του θέματος μόνο αμφιβολία περί την πρωθυπουργική αισιοδοξία μπορεί να προκαλέσει.

Έτσι δεν είναι ανεξήγητο, που σήμερα η Κυβερνητική εκπρόσωπος προσπάθησε άρον – άρον να κλείσει τη σχετική συζήτηση.
Ούτε βεβαίως προκαλεί έκπληξη σε κανένα ο άκομψος τρόπος με τον οποίο το επεχείρησε.
Κατά την αήθη, πλην συνήθη για την κυβέρνηση, τακτική κατηγόρησε την αξιωματική αντιπολίτευση για δήθεν προσπάθεια επιβολής προεδρολογικής ατζέντας, ενώ ακόμη χιλιάδες άρθρα είναι ανηρτημένα σε χιλιάδες ιστοσελίδες με την Ιουλιανή δήλωση του Πρωθυπουργού. Και ενώ ακόμη το μελάνι δεν έχει στεγνώσει από τα σχετικά δημοσιεύματα των εφημερίδων.
Αυτό που σε οποιαδήποτε άλλη δυτική Δημοκρατία θα γινόταν αθόρυβα και διακριτικά δια της αποσιωπήσεως, στην Ελλάδα της κας Βούλτεψη γίνεται πάντα με τρόπο τόσο χοντροκομμένο, που όχι απλώς να μην πείθει την κοινή γνώμη, αλλά συνήθως να προκαλεί και παλλαϊκή θυμηδία.

Ας είναι…
Όσοι δεν έχουν λόγους να εθελοτυφλούν γνωρίζουν πολύ καλά ότι από ένα σημείο και μετά την ατζέντα δεν μπορεί να την ορίσει ούτε η κυβέρνηση ούτε η αντιπολίτευση.

Στις κοσμογονικές πολιτικές συνθήκες, που βιώνει ολόκληρη η Ευρωπαϊκή ήπειρος, είναι οι καταιγιστικές πολιτικές εξελίξεις, που θέτουν την ατζέντα.

Μια ατζέντα που προϊόντος του χρόνου θα γίνεται όλο και λιγότερο διαχειρίσιμη από τις συντηρητικές, υποτελείς στην Γερμανική ηγεμονία κυβερνήσεις.
Η κατάρρευση της γαλλικής Κυβέρνησης εξ αιτίας της ενδοτικότητάς της στη Γερμανική αδιέξοδη αδιαλλαξία, είναι προάγγελος της πολιτικής χιονοστιβάδας, που επίκειται.
Ο απερίσκεπτος εγκλωβισμός της ΕΕ σε μια ελάχιστα μελετημένη συγκρουσιακή πορεία με τη Ρωσία απειλεί ήδη να οδηγήσει σε μια οικονομική δύνη με απρόβλεπτα αποτελέσματα για μια οικονομία, που βρίσκεται σε χρόνια ύφεση.
Τα οικονομικά αντίμετρα Πούτιν έχουν ήδη πλήξει ανεπανόρθωτα τον Ευρωπαϊκό αγροτικό τομέα.
 Και είμαστε ακόμη στην αρχή.
Ο χειμώνας προδιαγράφεται εξαιρετικά βαρύς για το σύνολο των παραγωγικών τομέων της ΕΕ.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον στους επόμενους μήνες η βάση της πολιτικής ατζέντας θα είναι η πλήρης ανατροπή όχι απλώς των ελληνικών μνημονίων, αλλά του συνόλου των ευρωπαϊκών πολιτικών (εσωτερικής και εξωτερικής), όπως μέχρι τώρα σχεδιάζονται και επιβάλλονται από το Ευρωπαϊκό (διάβαζε γερμανικό) Διευθυντήριο.

Κατά συνέπεια τα πάντα, καθώς και η εκλογή Προέδρου, θα αξιολογούνται στη βάση του αν συμβάλλουν στην  συντήρηση ή την ανατροπή αυτών των πολιτικών της πανευρωπαϊκής οικονομικής συρρίκνωσης και εντεύθεν κατά χώρα λαϊκής εξαθλίωσης.
Και μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, που άλλωστε προδιαγράφεται εναργώς από τα προωθούμενα περαιτέρω φοροληστρικά μέτρα, είναι αμφίβολο αν στους επόμενους μήνες, ακόμη και οι Βουλευτές της ΝΔ θα έχουν την παραμικρή δικαιολογία για να ψηφίσουν τον οποιοδήποτε για πρόεδρο.
Διότι απλούστατα το διηνεκές κόστος από μια τέτοια επιλογή θα είναι τεράστιο έναντι του οποιουδήποτε πρόσκαιρου υπεσχημένου οφέλους, οικονομικού ή πολιτικού.

Και αυτό θα είναι ικανός να το αξιολογήσει και ο αφελέστερος των βουλευτών της συμπολίτευσης.

Παρασκευή 8 Αυγούστου 2014

Η Ουκρανική κρίση ξεσκεπάζει τη σαθρότητα του Δυτικού οικονομικού άξονα..

Υπάρχει ένα παλιό ρητό, που λέει πως όποιος προσπαθεί να διορθώσει ένα λάθος, υποπίπτει σε μεγαλύτερο.
Το ρητό αναφέρεται κατά βάση στην περίπτωση που ο πρωταγωνιστής της ιστορίας εξ αιτίας του αρχικού σφάλματος έχει περιέλθει σε κατάσταση πανικού και σπεύδει να κάνει διορθωτικές κινήσεις εν θερμώ.
Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει καλλίτερο παράδειγμα επιβεβαίωσης του εν λόγω κανόνος από την διαχείριση της Ουκρανικής κρίσης εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ΕΕ, κατ’ ουσίαν η Γερμανία συνέβαλλε σημαντικά στην δημιουργία της Ουκρανικής κρίσης, στηρίζοντας και στην πραγματικότητα υποκινώντας τις αντικυβερνητικές ομάδες, που στη συνέχεια αποτέλεσαν το νέο αντιρωσικό καθεστώς της Ουκρανίας.
Όλα αυτά προφανώς δεν συνέβησαν χωρίς την σύμφωνη γνώμη και πιθανότατα την εντολή των ΗΠΑ.
Το όλο εγχείρημα όμως αποδείχθηκε πολύ πρόχειρα μελετημένο, γιατί   αν μη τι άλλο δε φαίνεται να έλαβε υπ’ όψιν του το εύρος και την δριμύτητα των πιθανών αντιδράσεων της Ρωσίας.
Έτσι επηκολούθησαν τα γνωστά γεγονότα της προσάρτησης της Κριμαίας και ο αλυσιδωτές αυτονομήσεις Ουκρανικών επαρχιών, με κατάληξη τον εμφύλιο, που ακόμη μαίνεται ανεξέλεγκτα στην περιοχή.

Όπως λοιπόν προκύπτει εκ του αποτελέσματος, η Δύση και ιδίως η ΕΕ ενεπλάκη αφρόνως σε μια ιστορία για την οποία δεν ήταν αρκούντως προετοιμασμένη και ως εκ τούτου πρόκειται για καραμπινάτο σφάλμα της.
Αντί όμως να αντιληφθεί το λάθος της και να αναδιπλωθεί δεόντως έχασε την ψυχραιμία της και προσπάθησε να το διορθώσει με ένα δεύτερο ακόμη χειρότερο.
Υπό την απερίφραστη πλέον πίεση των ΗΠΑ επιχειρήθηκε η επιβολή οικονομικών μέτρων στην Ρωσία.
Ουδέν πλέον βλακώδες αυτού του εγχειρήματος.

Όπως θα έπρεπε να είναι αναμενόμενο ο Πούτιν αντί να πτοηθεί απάντησε άμεσα με δικό του εμπάργκο έναντι όλων ανεξαιρέτως των Δυτικών χωρών, που είχαν λάβει μέρος στο Ουκρανικό φιάσκο.
Και βέβαια τώρα η Δύση ανακαλύπτει με τρόμο ότι έχει εγκλωβισθεί σε μια περιπέτεια όπου η μεν Ρωσική οικονομία το πολύ πολύ να πάθει συνάχι, ενώ οι δυτικές οικονομίες κινδυνεύουν από έμφραγμα.

Ο λόγος είναι τόσο απλός, που είναι απορίας άξιο πως δεν τον προέβλεψαν οι Ευρωπαίοι φωστήρες.
Η Ρωσία εξάγει στην Ευρώπη ενέργεια, πρώτες ύλες, μέταλλα, διαστημική τεχνολογία και …τουρίστες. 
Εισάγει από την Ευρώπη τρόφιμα και λοιπά καταναλωτικά αγαθά.
Η ΕΕ δεν έχει εξασφαλισμένους εναλλακτικούς προμηθευτές ενέργειας, ιδίως στο φυσικό αέριο. 
Χρειάζεται τα ρωσικά μέταλλα και τις λοιπές πρώτες ύλες για την λειτουργία των εργοστασίων της. 
Οι δε φτωχότερες μεσογειακές και όχι μόνο χώρες προσβλέπουν με αγωνία στη στήριξη των οικονομιών τους από τον οβολό του Ρώσου τουρίστα. 
Πέρα από αυτά οι εξαγωγές τροφίμων και καταναλωτικών προϊόντων στην μεγάλη Ρωσική αγορά αποτελεί βασικό συντηρητή των παραγωγικών τομέων όλων ανεξαιρέτως των xωρών της ΕΕ.

Με αυτό το πλέγμα των οικονομικών συναλλαγών η μεν Ρωσία προσομοιάζει με βράχο, ενώ η ΕΕ με αυγό.
Είτε η ΕΕ λάβει μέτρα εναντίον της Ρωσίας, είτε η Ρωσία εναντίον της ΕΕ, ο μεγάλος χαμένος θα είναι πάντα η ΕΕ.

Ας το δούμε και αναλυτικότερα:
Για την ΕΕ η διακοπή προμήθειας φυσικού αερίου είναι αντικειμενικά πέραν κάθε συζητήσεως, αφού μέχρι σήμερα δεν έχει μπορέσει να βρεί εναλλακτική πηγή. Επομένως ακόμη και μια μικρή αύξηση της τιμής του ή αυστηροποίηση του τρόπου πληρωμής του από την πλευρά της Ρωσίας, θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά της ΕΕ.
Έξ άλλου ένα εμπάργκο στα ρωσικά μέταλλα και τις α’ ύλες θα εξελισσόταν σύντομα σε ωφέλιμο για την Ρωσία μέτρο, καθ’ ότι η ξαφνική αύξηση της ζήτησης σε άλλους παραγωγούς θα τους οδηγούσε σε αύξηση των διεθνών τιμών. Αύξηση που θα την πληρώσουν οι Ευρωπαϊκές καταναλώτριες επιχειρήσεις και μεταξύ των άλλων θα την εισπράξουν εν τέλει και οι Ρώσοι παραγωγοί.
Ελάχιστη επομένως έως ανύπαρκτη μπορεί να είναι η ζημιά της Ρωσίας από τα δυτικά μέτρα.

Στον αντίποδα εμπάργκο της Ρωσίας σε τρόφιμα και άλλα καταναλωτικά προϊόντα είναι βέβαιο ότι θα αποβούν καταστροφικά για τις γεωργοκτηνοτροφικές και βιομηχανικές μονάδες της ΕΕ.
Πολλές από αυτές θα έρθουν αντιμέτωπες με το φάσμα της άμεσης χρεοκοπίας.
Κι όσες όμως τελικώς γλυτώσουν θα υποστούν ανυπολόγιστη ζημιά όχι μόνο από την άμεση συρρίκνωση του κύκλου εργασιών τους, αλλά κυρίως από την απώλεια μεγάλου αριθμού πελατών, οι οποίοι στρεφόμενοι τώρα σε άλλους ανταγωνιστές προμηθευτές δεν πρόκειται ποτέ να επιστρέψουν, έστω και αν οι διακρατικές σχέσεις εξομαλυνθούν.

Όσο για τους Ρώσους τουρίστες? Εδώ υπάρχει μια αξιοπερίεργη ιδιορρυθμία. 
 Αυτοί θα μειωθούν μετά βεβαιότητας χωρίς ούτε οι Ευρωπαίοι να το θέλουν, ούτε οι Ρώσοι να το επιδιώκουν.
Όμως οι συνθήκες ψυχρού πολέμου είναι φυσικό να κάνουν προκαλέσουν συντηρητική οικονομική συμπεριφορά στα ρωσικά νοικοκυριά. Το αποτέλεσμα θα είναι πολλοί Ρώσοι να αποφύγουν τουριστικές δαπάνες. Όσοι δε τελικά το αποφασίσουν, μάλλον θα προτιμήσουν προορισμούς εκτός ψυχροπολεμικών περιοχών.
Μία πρώτη γεύση πήραν ήδη οι Ελληνικές επιχειρήσεις από την ακύρωση δεκάδων χιλιάδων Ρωσικών κρατήσεων σε συνδυασμό με τα φέσια εκατοντάδων εκατομμυρίων από την πτώχευση Ρωσικών πρακτορείων
.
Κι αν η γκάφα της Δύσης είναι τραγική για τις επιχειρήσεις των κατ’ ιδίαν χωρών, για την Ελλάδα στη δύσκολη οικονομική της κατάσταση είναι επιεικώς εγκληματική.
Η άφρων συγκυβέρνηση με την προχειρότητα, την αβελτηρία και τον ετεροπροσδιορισμό στη χάραξη πολιτικής, που την διακρίνει, ενέπλεξε τη χώρα σε μια ολέθρια δύνη.
Λίγο εξ αιτίας του γνωστού μικρομεγαλισμού που χαρακτηρίζει συγκεκριμένους καριερίστες της πολιτικής σκηνής. Λίγο εξ αιτίας της μόνιμης θυσίας των εθνικών στα κακώς εννοούμενα ευρωπαϊκά συμφέροντα, από την πρώτη στιγμή η Ελλάδα βρέθηκε να κάνει αυτοκαταστροφικές επιλογές στην Ουκρανική υπόθεση και την αδιέξοδη εξέλιξή της.
Τόσο η στήριξη της σαθρής Ουκρανικής κυβέρνησης, όσο και η συμμετοχή σε ευρωπαϊκές αποφάσεις επιβολής μέτρων στην Ρωσία, υπήρξαν ολέθριες επιλογές.
Επιλογές όχι απλά ανατρεπτικές των παραδοσιακών ισορροπιών της χώρας στην εξωτερική της πολιτική, αλλά κυρίως καταστροφικές για το παρόν και το μέλλον της.
Εάν η διένεξη της Δύσης με τη Ρωσία συνεχισθεί και η χώρα παραμείνει προσδεδεμένη στην αδιέξοδη τακτική του οικονομικού πολέμου, κινδυνεύει να βιώσει την απόλυτη καταστροφή της ήδη ξέπνοης εθνικής της οικονομίας.

Χιλιάδες Έλληνες παραγωγοί δεν θα αποφύγουν φέτος να πληρώσουν ακριβά τις προσωπικές δημόσιες σχέσεις της συγκυβέρνησης με το μικρόνοο Ευρωπαϊκό Διευθυντήριο.
Ένα μικρόνοο Διευθυντήριο που οδηγεί την Ευρώπη σε μια οικονομική μονομαχία προσομοιάζουσα με το λάκκο των λεόντων.
Αν η Ευρώπη δεν ανακρούσει πρύμνη, οδηγείται μαθηματικά στη συντριβή.
Αυτό είναι βέβαιο ότι οι Ευρωπαίοι το γνωρίζουν, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι μπορούν να το αποφασίσουν χωρίς την άδεια της Αμερικής.
Και εδώ υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα. 
Οι ΗΠΑ βρίσκονται λόγω της οικονομικής τους εξασθένισης σε μειονεκτική θέση έναντι της αναπτυσσόμενης Ρωσίας.
Παρά ταύτα φαίνεται ότι αποφάσισαν την απέλπιδα σύγκρουση τώρα, κρίνοντας ότι προϊόντος του χρόνου θα εξασθενούν περισσότερο, ενώ η Ρωσία θα ισχυροποιείται.
Εξ ‘ αυτού του λόγου φρόντισαν να εμπλέξουν σοβαρά την ΕΕ, ούτως ώστε να επωμισθεί αυτή το κύριο βάρος του οικονομικού πολέμου.
Και πράγματι το επιτυγχάνουν αρκετά καλά, αφού ήδη τα μέτρα που έχουν ληφθεί, ενώ είναι καταστροφικά για την ΕΕ, αφήνουν σχεδόν ανεπηρέαστη την Αμερική, η οποία δεν έχει σπουδαίες εμπορικές συναλλαγές ούτε στον τομέα της ενέργειας, ούτε στο τομέα των τροφίμων με τη Ρωσία.

Προς το παρόν λοιπόν η Ρωσία «φταρνίζεται», η Αμερική γραντζουνίζεται, η ΕΕ ματώνει και η Ελλαδίτσα ακρωτηριάζεται.

Σ’ αυτές τις συνθήκες τα φληναφήματα του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών περί ενεργειών του και αποζημιώσεων των παραγωγών από τα κοινοτικά ταμεία είναι προφανώς παρηγοριά στην "άρρωστη" αγροτική ή τουριστική επιχείρηση "μέχρι να βγεί η ψυχή της".

Τα πράγματα είναι πολύ απλά για όσους τουλάχιστον δε έχουν λόγο να εθελοτυφλούν.
Η παγκόσμια οικονομία είναι δομημένη σε οικονομικά στρατόπεδα, που καθ’ όσον αφορά τη Δύση έχει μητροπολιτικό κέντρο και περιφερειακή οργάνωση με ισχυρούς στρατηγικούς συμμάχους και περιφερειακούς δορυφόρους.
Σε περιόδους κρίσης υπέρτατος στόχος είναι η σωτηρίας του μητροπολιτικού κέντρου. 
Προς το σκοπό αυτό θυσιάζονται διαδοχικά περιφερειακοί δορυφόροι στην αρχή, αλλά στην ανάγκη και στρατηγικοί σύμμαχοι στη συνέχεια.
Αυτό αποτελεί νομοτελειακή συνέπεια της παγκόσμιας βαθύτατης κρίσης του οικονομικού συστήματος και αυτό είναι το ζοφερό σκηνικό που βιώνει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Πρόκειται για μια άνευ προηγουμένου ιστορική συμπληγάδα, στην οποία δυστυχώς έχει εισέλθει η χώρα έχοντας την πλέον ανίκανη και  την πλέον άβουλη κυβέρνηση από την εποχή της εθνικής παλιγγενεσίας.
Και δυστυχώς στα χέρια εξ ίσου ανίκανου, γηρασμένου και ιδιοτελούς πολιτικού προσωπικού φαίνεται ότι βρίσκεται και η ΕΕ, καταδικασμένη να σύρεται δειλή, μοιραία κι άβουλη σε αποφάσεις και κινήσεις, που φθείρουν την ίδια και μόνο τους παγκόσμιους ανταγωνιστές της μεσομακροπρόθεσμα ωφελούν.

Τραγική δε ειρωνεία των οικονομικών αντιθέσεων αποτελεί η τύχη του Γερμανού πολίτη.
 Σήμερα βαυκαλίζεται ότι ευημερεί. Είναι όμως καταδικασμένος οσονούπω να βρεθεί αντιμέτωπος με τη σταδιακή υποβάθμιση του βιοτικού του επιπέδου.
Ενώ στο ίδιο διάστημα θα παρακολουθεί την κοσμογονική καταστροφή των οικονομιών των «εταίρων» του.
Σύντομα δε θα αντιληφθεί ότι αυτό που ξεκίνησε από τις φτωχές συνοικίες του ευρωπαϊκού νότου, ήταν στην πραγματικότητα ο καθρέπτης του Γερμανικού μέλλοντος, που τα Γερμανικά ΜΜΕ και όχι μόνο φρόντιζαν επιμελώς να του θολώνουν, όσο ακόμη υπήρχαν δυνατότητες διαφυγής.