Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Ποιός είναι τελικά ο "ατζέντης" της επικαιρότητας?

Ήταν μόλις πριν ένα μήνα, που ο ίδιος ο Αντώνης Σαμαράς στις 24/7, στο περιστύλιο της Βουλής, δηλώνοντας σίγουρος για την ύπαρξη 180 καλοθελητών, έδινε το εναρκτήριο λάκτισμα για την έναρξη της θερινής προεδρολογίας.

Η «αισιόδοξη» αυτή πρόβλεψη του κου Σαμαρά δημοσιεύθηκε αμέσως σε όλα τα μέσα ενημέρωσης, έντυπα, τηλεοπτικά, ραδιοφωνικά, μιντιακά ξεσήκωσε θύελλα σχολίων και κυρίως ερευνών προκειμένου να τεκμηριωθεί η μαθηματική θεμελίωση της πρωθυπουργικής δήλωσης.
Κατά την συνήθη ελαφρότητά του ο δημοσιογραφικός κόσμος, αναλώθηκε στην περίπου αστυνομική αναζήτηση των ονομάτων βουλευτών του ευρύτερου μη συγκυβερνητικού χώρου, οι οποίοι ενδεχομένως είχαν συνάψει παρασκηνιακή συμφωνία με το Μαξίμου, προκειμένου να εξαντλήσει η παρούσα βουλή την περιπόθητη τετραετία.
Ελάχιστοι έως καθόλου ήταν εκείνοι που ασχολήθηκαν με την συγκυριακή σκοπιμότητα, που εξυπηρετούσε εκείνη η απρόκλητη πρωθυπουργική δήλωση.
Παρότι είναι ηλίου φαεινότερο ότι η κυβέρνηση έχοντας μπροστά της το μήνα Αύγουστο και χαράζοντας πλέον την επικοινωνιακή της πολιτική στη λογική του «δος ημίν σήμερον», είχε αδήριτη ανάγκη να περιφρουρήσει την συνοχή της και εντεύθεν την επιβίωσή της μέχρι τον Σεπτέμβριο.

Ο Αύγουστος ως γνωστόν είναι ο μήνας, που εκόντες άκοντες οι βουλευτές είναι αναγκασμένοι να επιστρέψουν στους τόπους εκλογής των. Από την άλλη τα φετινά τμήματα διακοπών της Βουλής είχαν να ψηφίσουν σωρεία αντιλαϊκών νομοσχεδίων, τα οποία μετά βεβαιότητας θα αγανακτούσαν τους ψηφοφόρους. Ψηφοφόρους που σημειωτέον λόγω πρωτοφανούς οικονομικής δυσπραγίας στην πλειοψηφία τους δεν έμελλε να συμμετάσχουν στα πατροπαράδοτα «μπάνια του λαού».
Σε ένα τόσο δυσμενές πολιτικό κλίμα προσερχόμενοι οι βουλευτές της συμπολίτευσης στο κατά τεκμήριο εχθρικό περιβάλλον των επαρχιών τους, θα ήταν εξαιρετικά ευαίσθητοι αν πίστευαν ότι η κυβέρνηση θα συρόταν σε εκλογές μέσα στους επόμενους μήνες. Με τι κουράγιο θα αντιμετώπιζαν την κριτική, ενδεχομένως και το υβρεολόγιο των ψηφοφόρων τους?

Το πιθανότερο είναι ότι θα ξεκινούσαν εγκαίρως τον προσωπικό προεκλογικό τους αγώνα, επιδιδόμενοι σε αντιμνημονιακές κορώνες πλειοδοτώντας σε αρνητική κριτική των εφαρμοζόμενων πολιτικών.
Υποκινούμενοι από το ένστικτο της πολιτικής τους αυτοσυντήρησης θα προσπαθούσαν να διαχωρίσουν τη θέση τους από το κυβερνητικό έργο και θα συναγωνίζονταν με τους πιθανούς υποψηφίους του νομού τους για το ποιος είναι ο πιο σκληρός αντίπαλος της «επάρατης» τρόικας και των καταστροφικών μνημονίων, που το κόμμα τους εξανάγκαζε τόσο καιρό να ψηφίζουν.
Μια τέτοια εξέλιξη θα έσπρωχνε και τους «κομάντος» βουλευτές των θερινών τμημάτων της βουλής να συμπεριφερθούν αναλόγως και θα δημιουργείτο ένα τσουνάμι αυτονόμησης, που θα απειλούσε εκ των έσω την σταθερότητα της ούτως ή άλλως παραπαίουσας συγκυβέρνησης.

Η δήλωση λοιπόν Σαμαρά στο συγκεκριμένο momentum είχε ακριβώς στόχο να καθησυχάσει τους συμπολιτευόμενους βουλευτές. 
Να τους δημιουργήσει έστω και προσωρινά την αίσθηση της εξασφάλισης της κυβερνητικής τους θητείας και να γλιτώσει από τον εφιάλτη της αυτοδιάλυσης.
Κατά το μάλλον ή ήττον ο εφήμερος Πρωθυπουργικός στόχος επετεύχθη. 
Το κρίσιμο διάστημα της θερινής περιοδείας των βουλευτών στην ύπαιθρο έληξε χωρίς σοβαρά παρατράγουδα, παρότι μια σειρά από κυβερνητικές αβελτηρίες (ΕΝΦΙΑ, ροδάκινα, αντιρατσιστικό κλπ) επιβάρυναν την αντικυβερνητική δυσφορία.
Οι βουλευτές επιστρέφουν στα καθήκοντά τους σχετικά σώοι και αβλαβείς.

Στο μεσοδιάστημα όμως η αντιπολίτευση αμφισβήτησε έντονα την βασιμότητα της πρωθυπουργικής πρόβλεψης και κινήθηκε στην κατεύθυνση συγκέντρωσης της ανατρεπτικής ομάδας των 121.
Συνακόλουθα και οι δημοσιογράφοι, μεσάζοντες της φιλοκυβερνητικής προπαγάνδας,  αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν το αρχικό κλίμα ευφορίας και να προβάλουν ένα κάποιο σχετικό προβληματισμό.
Όπως ήταν φυσικό οι κυβερνητικοί τηλεοπτικοί μαχητές κλήθηκαν όχι απλώς να επιβεβαιώσουν την αισιοδοξία του κου Σαμαρά, αλλά να δώσουν και σαφέστερες εξηγήσεις. Ποιοι βουλευτές και ποιος υποψήφιος θα εξασφαλίσει τους 180?
Εδώ τα πράγματα άρχισαν να δυσκολεύουν.
Ο ίδιος ο κος Γεωργιάδης κορυφαίος παράγων της τηλεοπτικής καθημερινότητας μετά δυσκολίας υπεστήριξε ότι η πιθανότητα εκλογής Προέδρου από αυτή την Βουλή είναι 50-50.

Σε μια απέλπιδα προσπάθεια στήριξης της κυβερνητικής προεδρολογίας ξαναρίχτηκε στο τραπέζι το ταλαιπωρημένο όνομα του κου Κουβέλη.
Δεν άντεξε παραπάνω από δύο εικοσιτετράωρα. Ποιος σοβαρά σκεπτόμενος πολιτικός αναλυτής μπορεί να πιστέψει και κατά συνέπεια να υποστηρίξει ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Κατ’αρχήν ο ίδιος ο κος Κουβέλης δεν είναι καθόλου πιθανό να την αποδεχθεί ένα τέτοιο ρόλο.
Μπορεί ο ίδιος να κολακεύεται από την ιδέα. 
Μπορεί οι εσωκομματικοί του άσπονδοι φίλοι, ακόμη και οι προσφάτως αυτονομηθέντες, να την υιοθετούν ασμένως και να προσπαθούν να τον «σαλτάρουν» κατά το κοινώς λεγόμενο, για να απαλλαγούν διά παντός από την παρουσία του.
Όμως το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού.
 Και ο κος Κουβέλης μπορεί να έκανε το αρχικό λάθος να συμμετάσχει σε μια αδιέξοδη συγκυβέρνηση, όμως δεν είναι τόσο αφελής για να το επαναλάβει.
 Ούτε ο ίδιος, ούτε οι ειλικρινώς ενδιαφερόμενοι για το μέλλον της ΔΗΜΑΡ οπαδοί και ψηφοφόροι του θα επιχειρήσουν μια κίνηση, που θα οδηγούσε σε βεβαία εξαέρωση το κόμμα, που πλήρωσε ακριβά το προηγούμενο ατόπημα.

Ούτε όμως και μια ενδεχόμενη υποψηφιότητα Κουβέλη είναι ικανή να εξασφαλίσει την πολυπόθητη πλειοψηφία. 
Ελάχιστη απήχηση θα είχε στην αριστερά, ενώ ουδόλως είναι βέβαιο ότι θα προσέλκυε δεξιούς ανεξάρτητους βουλευτές, οι οποίοι στηρίζουν την πολιτική τους επιβίωση στην αντιμνημονιακή τους πολιτεία.
Καλώς η κακώς (προφανώς κακώς) ο κος Κουβέλης έχει «λερώσει τη φωλιά του» με την καθοριστική συμμετοχή του στην συγκυβέρνηση των μνημονίων. 
Οι πρόσφατες ευρωεκλογές κατέδειξαν εναργώς ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ψηφοφόρων του τον κατέταξε στην ευρύτερη ομάδα των φιλομνημονιακών πολιτικών και ως τέτοιο τον εγκατέλειψε.
Για ποιο λόγο οι βουλευτές, που αργά ή γρήγορα θα ζητήσουν την ψήφο ενός κατά το μάλλον ή ήττον αγανακτισμένου με τα μνημονιακά μέτρα ψηφοφόρου, θα στήριζαν μια τέτοια υποψηφιότητα?
Γιατί θα έκαναν μια κίνηση, που θα γκρέμιζε την δημόσια εικόνα, που οι ίδιοι με κόπο και θυσίες την τελευταία διετία επέλεξαν να χτίσουν για τον εαυτό τους?

Έτσι η δήλωση του Πρωθυπουργού ως μήνυμα αυτοπεποίθησης και πολιτικής σταθερότητας ήταν χρήσιμη στα τέλη Ιουλίου.
Ως προεδρολογία όμως, που μετατράπηκε στα τέλη Αυγούστου κατάντησε βαρίδι για την συγκυβέρνηση, από την ώρα που η τηλεοπτική διερεύνηση του θέματος μόνο αμφιβολία περί την πρωθυπουργική αισιοδοξία μπορεί να προκαλέσει.

Έτσι δεν είναι ανεξήγητο, που σήμερα η Κυβερνητική εκπρόσωπος προσπάθησε άρον – άρον να κλείσει τη σχετική συζήτηση.
Ούτε βεβαίως προκαλεί έκπληξη σε κανένα ο άκομψος τρόπος με τον οποίο το επεχείρησε.
Κατά την αήθη, πλην συνήθη για την κυβέρνηση, τακτική κατηγόρησε την αξιωματική αντιπολίτευση για δήθεν προσπάθεια επιβολής προεδρολογικής ατζέντας, ενώ ακόμη χιλιάδες άρθρα είναι ανηρτημένα σε χιλιάδες ιστοσελίδες με την Ιουλιανή δήλωση του Πρωθυπουργού. Και ενώ ακόμη το μελάνι δεν έχει στεγνώσει από τα σχετικά δημοσιεύματα των εφημερίδων.
Αυτό που σε οποιαδήποτε άλλη δυτική Δημοκρατία θα γινόταν αθόρυβα και διακριτικά δια της αποσιωπήσεως, στην Ελλάδα της κας Βούλτεψη γίνεται πάντα με τρόπο τόσο χοντροκομμένο, που όχι απλώς να μην πείθει την κοινή γνώμη, αλλά συνήθως να προκαλεί και παλλαϊκή θυμηδία.

Ας είναι…
Όσοι δεν έχουν λόγους να εθελοτυφλούν γνωρίζουν πολύ καλά ότι από ένα σημείο και μετά την ατζέντα δεν μπορεί να την ορίσει ούτε η κυβέρνηση ούτε η αντιπολίτευση.

Στις κοσμογονικές πολιτικές συνθήκες, που βιώνει ολόκληρη η Ευρωπαϊκή ήπειρος, είναι οι καταιγιστικές πολιτικές εξελίξεις, που θέτουν την ατζέντα.

Μια ατζέντα που προϊόντος του χρόνου θα γίνεται όλο και λιγότερο διαχειρίσιμη από τις συντηρητικές, υποτελείς στην Γερμανική ηγεμονία κυβερνήσεις.
Η κατάρρευση της γαλλικής Κυβέρνησης εξ αιτίας της ενδοτικότητάς της στη Γερμανική αδιέξοδη αδιαλλαξία, είναι προάγγελος της πολιτικής χιονοστιβάδας, που επίκειται.
Ο απερίσκεπτος εγκλωβισμός της ΕΕ σε μια ελάχιστα μελετημένη συγκρουσιακή πορεία με τη Ρωσία απειλεί ήδη να οδηγήσει σε μια οικονομική δύνη με απρόβλεπτα αποτελέσματα για μια οικονομία, που βρίσκεται σε χρόνια ύφεση.
Τα οικονομικά αντίμετρα Πούτιν έχουν ήδη πλήξει ανεπανόρθωτα τον Ευρωπαϊκό αγροτικό τομέα.
 Και είμαστε ακόμη στην αρχή.
Ο χειμώνας προδιαγράφεται εξαιρετικά βαρύς για το σύνολο των παραγωγικών τομέων της ΕΕ.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον στους επόμενους μήνες η βάση της πολιτικής ατζέντας θα είναι η πλήρης ανατροπή όχι απλώς των ελληνικών μνημονίων, αλλά του συνόλου των ευρωπαϊκών πολιτικών (εσωτερικής και εξωτερικής), όπως μέχρι τώρα σχεδιάζονται και επιβάλλονται από το Ευρωπαϊκό (διάβαζε γερμανικό) Διευθυντήριο.

Κατά συνέπεια τα πάντα, καθώς και η εκλογή Προέδρου, θα αξιολογούνται στη βάση του αν συμβάλλουν στην  συντήρηση ή την ανατροπή αυτών των πολιτικών της πανευρωπαϊκής οικονομικής συρρίκνωσης και εντεύθεν κατά χώρα λαϊκής εξαθλίωσης.
Και μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, που άλλωστε προδιαγράφεται εναργώς από τα προωθούμενα περαιτέρω φοροληστρικά μέτρα, είναι αμφίβολο αν στους επόμενους μήνες, ακόμη και οι Βουλευτές της ΝΔ θα έχουν την παραμικρή δικαιολογία για να ψηφίσουν τον οποιοδήποτε για πρόεδρο.
Διότι απλούστατα το διηνεκές κόστος από μια τέτοια επιλογή θα είναι τεράστιο έναντι του οποιουδήποτε πρόσκαιρου υπεσχημένου οφέλους, οικονομικού ή πολιτικού.

Και αυτό θα είναι ικανός να το αξιολογήσει και ο αφελέστερος των βουλευτών της συμπολίτευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: