Τα τελευταία χρόνια τα δημοσκοπικά ευρήματα όλο και
περισσότερο διαψεύδουν τις εικόνες της κοινής λογικής και οι εικόνες της κάλπης
διαψεύδουν τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων.
Αυτό δεν είναι τυχαίο.
Ανέκαθεν οι δημοσκοπήσεις χρησιμοποιήθηκαν ως εργαλείο
διαχείρισης, χειραγώγησης και ανακατεύθυνσης των κοινωνικών τάσεων και
πολιτικών ρευμάτων. Έτσι όσο μεγαλύτερη είναι η απόκλιση της κοινής γνώμης από
τα «καλά» και συμφέροντα του συστήματος εξουσίας, τόσο πιο δημιουργικά και
ευφάνταστα πρέπει να λειτουργούν οι επαγγελματίες δημοσκόποι.
Είναι κοινό μυστικό ότι από την έναρξη της υφεσιακής
περιόδου και της επιβολής αλλεπάλληλων πακέτων αυστηρής έως ληστρικής
λιτότητας, η αντιμνημονιακή διάθεση των μαζών έχει ενταθεί και η δημοφιλία των
φιλομνημονιακών κομμάτων και πολιτικών στελεχών βαίνει συνεχώς μειούμενη.
Αυτό όμως το φυσιολογικό φαινόμενο, το οποίο διαισθάνεται
και βιώνει στο καθημερινό του περιβάλλον ο μέσος πολίτης, όλως περιέργως
διαλανθάνει της προσοχής των δημοσκοπήσεων.
Παρότι οι μετρήσεις της κοινής γνώμης πολλαπλασιάσθηκαν με γεωμετρική πρόοδο
καλύπτοντας το σύνολο των θεμάτων, που απασχολούν καθημερινά την κοινωνία,
ελάχιστα φαίνεται να αποδίδουν τον πραγματικό σφυγμό της ψυχολογίας των μαζών.
Ιδιαίτερα αυτές, που βλέπουν το φως της δημοσιότητας κάνουν «μπαμ από μακριά» ότι στοχεύουν μάλλον να φρενάρουν και να
αντιστρέψουν το κλίμα, παρά να το θερμομετρήσουν.
Τί κι αν ο καθένας μας
συναντά στο κοινωνικό του περιβάλλον ολοένα και περισσότερους φίλους και
γνωστούς, που εγκαταλείπουν τις παραδοσιακές κομματικές προτιμήσεις τους και
στρέφονται μαζικά σε πιο ριζοσπαστικούς και κυρίως αντιμνημονιακούς σχηματισμούς.
Τι και αν ολοένα και πιο πολλοί πολίτες αγανακτούν με τη χιονοστιβάδα των αντιλαϊκών
μέτρων, που τινάζουν στον αέρα τον οικογενειακό τους προγραμματισμό και κατακρημνίζουν
το βιοτικό τους επίπεδο.
Σε πείσμα της κοινής λογικής όσο πιο πολύ απλώνεται η
εξαθλίωση των μαζών, όσο περισσότερο βαραίνει η φορολογία και σκληραίνει το
πρόσωπο της εξουσίας, τόσο οι δημοσκοπήσεις ανακαλύπτουν βελτίωση των ποσοστών
του κυβερνώντος κόμματος και παράδοξες πλειοψηφίες πολιτών, που εγκρίνουν τους πάσης
φύσεως εξοντωτικούς κυβερνητικούς χειρισμούς.
Έχουμε μια Κυβέρνηση συνεργασίας, που εφαρμόζει μια άκρως
αντιλαϊκή πολιτική, εκ διαμέτρου αντίθετη με τις προεκλογικές της υποσχέσεις.
Μια κυβέρνηση η δραστηριότητα της οποίας εξαντλείται στην φοροεισπρακτική
επιδρομή με μοναδικό στόχο την ικανοποίηση των πιστωτών. Ένα Πρωθυπουργό, που
πληθώρα πρωτοβουλιών του απέβησαν άκαρπες ή ακόμη χειρότερο κατέληξαν σε
φιάσκο.
Όμως οι δημοσκόποι καταφέρνουν να βρίσκουν σταθερά και συχνά
ανοδικά τα ποσοστά των κυβερνητικών κομμάτων, ιδιαίτερα της ΝΔ, ενώ ο κος
Σαμαράς παραμένει αδιαφιλονίκητα ο «καταλληλότερος» για πρωθυπουργός.
Και οι θαυμαστές ανακαλύψεις αυτού του τύπου δεν
περιορίζονται στα θέματα σφυγμομέτρησης της πολιτικής επιρροής των κομμάτων και
των πολιτικών αρχηγών.
Ακόμη και σε ειδικά ζητήματα με εξόφθαλμη την αρνητική άποψη
της κοινής γνώμης, ακολουθεί μια δημοσκόπηση, που ω! του θαύματος, δικαιώνει
την όποια κυβερνητική ανοησία.
Πρόσφατο παράδειγμα η άθλια κίνηση κατάργησης της ΕΡΤ, όπου οι
πανελλαδικές, και όχι μόνο, αντιδράσεις δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία για την
έντονη αντίρρηση του κόσμου απέναντι στους κυβερνητικούς χειρισμούς. Παρά ταύτα
η τελευταία δημοσκόπηση αφήνει να εννοηθεί ότι το 72,7 % ων ερωτηθέντων μάλλον
συμφωνεί με τον Πρωθυπουργικό τσαρλατανισμό, διότι δήθεν θέλει «να ανοίξει η
ΕΡΤ αφού μειωθεί το προσωπικό και εξορθολογισθεί η λειτουργία της».
Πώς είναι δυνατόν να βγει
ένα τέτοιο δημοσκοπικό αποτέλεσμα; Είναι πολύ απλό.
Έχουμε να κάνουμε με το κλασικό τέχνασμα του στησίματος των
ερωτημάτων.
Δεν ζητείται απάντηση σε ένα καθαρό δίλημμα του τύπου
συμφωνείτε ή διαφωνείτε με το κλείσιμο της ΕΡΤ. Σε ένα τέτοιο ερώτημα είναι βέβαιο ότι πάνω από το 90% θα απαντούσε ότι
διαφωνεί. Δεν τίθεται καν το επίσης καθαρό
ερώτημα «θέλετε να καταργηθεί ή να ξανανοίξει η ΕΡΤ;», όπου και πάλι η
συντριπτική πλειοψηφία υπέρ του ανοίγματος είναι δεδομένη.
Αντ’ αυτών ο
κουτοπόνηρος δημοσκόπος, αφού ήδη έχουν κλείσει
την ΕΡΤ και επί ένα δεκαήμερο έχουν βομβαρδίσει τον ερωτώμενο με ένα
μπαράζ πληροφοριών περί ρουσφετιών, ατασθαλιών και σκανδάλων, του θέτει το
δίλημμα «θέλεις να ξανανοίξει η ΕΡΤ όπως ήταν ή κατόπιν κάθαρσης και
εξυγίανσης;». Ε! λοιπόν τί πιο φυσικό
και αναμενόμενο ο πολίτης να απαντήσει
ότι προτιμά την χρηστή λειτουργία από την καταστροφική φαυλότητα.
Και προσέξτε το απατηλό δίλημμα τίθεται πάντα στη βάση της
λειτουργίας της ΕΡΤ. Ούτε για αστείο δεν τολμούν στις ψευτοδημοσκόπησεις του
είδους, να ρωτήσουν αν ο κόσμος επιθυμεί την διάσωση της ΕΡΤ ή την ίδρυση ενός άλλου
νέου ιδιωτικού φορέα.
Λίγο πιο πολύπλοκος είναι ο μηχανισμός δημιουργικής ανίχνευσης των εκλογικών
ποσοστών.
Εδώ πρέπει να συντηρείται η εικόνα ενός ελαφρού
προβαδίσματος του κυβερνώντος κόμματος έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και μιας αντίστοιχης
υπεροχής του αθροίσματος των ποσοστών της κυβερνητικής συμμαχίας, έναντι
οποιασδήποτε άλλης πιθανής συμμαχικής εκδοχής. Αυτή η εικόνα, πρέπει να έχει
μια στοιχειώδη κινητικότητα, αλλά κινούμενη στα όρια του στατιστικού λάθους να
μη παρουσιάζει ανεπιθύμητες ισχυρές ανατροπές. Κι όλα αυτά να περιορίζονται στο
πλαίσιο του 100%.
Έτσι αν θελήσει κανείς να παρατηρήσει λίγο καλλίτερα τη διακύμανση
των ποσοστών θα ανακαλύψει ότι όταν αυξάνονται τα ποσοστά της ΝΔ, μειώνονται τα
ποσοστά των ΑΝΕΞ.ΕΛ και ιδίως στις τελευταίες δημοσκοπήσεις της Χ.Α. Αντίστοιχα
για να μειωθούν τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ
αυξάνονται αναλόγως τα ποσοστά των αναποφάσιστων, και πάει λέγοντας.
Σημειωτέον ότι αυτό το δημιουργικό «άγγιγμα» των
δημοσκοπικών ευρημάτων δεν είναι ούτε ιδιαίτερα
δύσκολο, ούτε εύκολα ανιχνεύσιμο.
Σκεφθείτε ότι οι
πλείστες εξ αυτών υποτίθεται ότι γίνονται πανελλαδικά , τηλεφωνικά, σε δείγματα
που δεν ξεπερνούν τα 1000 άτομα.
Τι σημαίνει αυτό;
Εκτός που μπορεί κάποιος να ρωτήσει περισσότερους από
γεωγραφικές περιοχές, ηλικίες, κοινωνικά στρώματα, εκπαιδευτικές βαθμίδες,
κ.λ.π, από όπου κατά τεκμήριο θα συλλέξει πιο βολικές απαντήσεις. Μπορεί
πανεύκολα να αλλάξει την εικόνα με μια πολύ μικρή αντιμετάθεση προτιμήσεων.
Στα 1000 ερωτώμενα άτομα κάθε 10 προτιμήσεις αντιστοιχούν με
μία ποσοστιαία μονάδα.
Τι σημαίνει αυτό;
Πολύ απλά ότι ,αν μετακινηθούν μόλις 5
ψηφοφόροι ενός κόμματος σε ένα άλλο, θα του προσφέρουν προβάδισμα 1%...!!! Η
ότι μια διαφορά μισής ποσοστιαίας μονάδας μπορεί εύκολα να «ανευρεθεί» αν μετακινηθούν
2,5 ερωτώμενοι στο αντίπαλο κόμμα ή απλώς δηλώσουν 5 από αυτούς αναποφάσιστοι….
Η ακόμη καλλίτερα αν μετακινήσουμε 1
ερωτώμενο στο άλλο κόμμα και εμφανίσουμε 3 επί πλέον αναποφάσιστους… και πάει
λέγοντας….
Πόσο αξιόπιστες λοιπόν μπορεί να είναι αυτές οι
δημοσκοπήσεις, που σημειωτέον μονίμως παρουσιάζουν ευρήματα βολικά στις εκάστοτε
κυβερνήσεις; Δημοσκοπήσεις, που έρχονται αντιμέτωπες με την κοινή λογική και που
όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά πλέον και πανευρωπαϊκά διαψεύδονται οικτρά από τα πραγματικά αποτελέσματα της
κάλπης;
Παρότι όμως είναι προτιμότερο να εμπιστεύεται κανείς το
ένστικτό του και να μη τις παίρνει στα σοβαρά, δεν μπορούμε να πούμε ότι οι
δημοσκοπικές εταιρίες είναι για γέλια.
Τουναντίον για όσους είναι υπέρμαχοι της πάση θυσία
διατήρησης της κοινωνικής γαλήνης, οι δημοσκόποι εκτελούν ένα «κοινωνικό
λειτούργημα».
Φαντάζεσθε τί κοινωνική αναστάτωση θα δημιουργούσε η
δημοσιοποίηση ευρημάτων όπου η ΝΔ θα ήταν 10 μονάδες πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΞ.ΕΛ θα είχαν ψηφοφόρους
περισσότερους από το άθροισμα ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ;
Ποιός θα δεχόταν να πληρώνει χαράτσια αν ,ας πούμε, βρισκόταν
ότι το 80% του κόσμου τάσσεται υπέρ της άμεσης ανατροπής των μνημονιακών
μεθοδεύσεων;
Φαντάζεσθε τί πανηγύρι θα γινόταν, αν κάποιος δημοσκόπος
είχε την επιστημονική διαστροφή, να θέσει το ερώτημα «υπέρ ή κατά του μνημονίου», «υπακοή
ή αντίσταση στην Τρόϊκα»;
Η προσφορά επομένως των δημοσκόπων στον αγώνα της Κυβέρνησης
συνεργασίας για την «σωτηρία» της χώρας είναι αδιαμφισβήτητα σημαντική.
Στην κατεύθυνση λοιπόν αυτή, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, ως
μετέχοντες του κυβερνητικού συνασπισμού θα πρέπει να συνεχίσουν να εμφανίζουν
ένα ελαφρύ, αλλά σταθερό προβάδισμα έναντι των υπολοίπων, ώστε να αποτρέπονται
οι πολίτες από «ανθυγιεινές» σκέψεις. Ένα προβάδισμα, που εξ άλλου μέχρι τις
εκλογές θα παραμένει εντός των ορίων του στατιστικού λάθους, ώστε όλες οι
εκδοχές εκλογικού αποτελέσματος να είναι διαθέσιμες στα εξωθεσμικά εκλογικά «μαγειρεία»
(Ο νοών νοείτω…).
Ειδικά τώρα μετά την απεμπλοκή του κυρίου Κουβέλη από την κυβερνητική συμμαχία, θα πρέπει να αναμένονται «ευρήματα»,
που θα δείχνουν πτώση της ΔΗΜΑΡ και αντίστοιχη άνοδο του ΠΑΣΟΚ. Ως «κατακραυγή» των ψηφοφόρων για την «ασυνέπεια»
της ΔΗΜΑΡ και επιβράβευση της «υπευθυνότητας» του ΠΑΣΟΚ.
Σα να λέμε ότι οι ψηφοφόροι θεωρούσαν συνεπή την άκρως
αντίθετη με τις προεκλογικές εξαγγελίες μετεκλογική διακυβέρνηση και τώρα κρίνουν ασυνέπεια την επιστροφή στο
αντιμνημονιακό προεκλογικό πρόγραμμα.
Και από την άλλη κρίνουν σαν υπεύθυνη στάση την περίπου
διαπομπευτική αποπομπή του τέως Προέδρου
του ΠΑΣΟΚ και τέως Πρωθυπουργού κου Παπανδρέου για την είσοδο μας στο μνημόνιο
και στην υποτέλεια του ΔΝΤ και συγχρόνως την "ευγενή άμιλλα" των διαδόχων του
στην Προεδρία του κόμματος και την Πρωθυπουργία, για το ποιός θα αποδειχθεί
στον κο Σόιμπλε σαν ό πλέον αποτελεσματικός και πειθήνιος εφαρμοστής των
μνημονιακών προγραμμάτων και των Τροϊκανών κελευσμάτων.
Λογικά ακούγονται, θα μου πείτε… Τί όχι…;