Πέμπτη 6 Ιουνίου 2013

Ερντογάν. Από την Άνοιξη στο …Φθινόπωρο…



Αιφνιδιάσθηκε η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη από την λαϊκή έκρηξη στην Τουρκία.

Όχι γιατί τα τελευταία χρόνια δεν έχει συνηθίσει να βλέπει κοινωνικές αναστατώσεις σε μια σειρά από Μουσουλμανικές χώρες. Αλλά κυρίως γιατί τα ευρωπαϊκά ΜΜΕ είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν μια εντελώς ρόδινη εικόνα για την Τουρκία, την οικονομία της, την ανάπτυξή της, τη διακυβέρνησή της, την διπλωματία της.

Εξυπηρετώντας προφανείς λόγους πολιτικής σκοπιμότητας καλλιέργησαν επί σειρά ετών τον μύθο μιας νέας σύγχρονης Τουρκίας, που αλλάζει ραγδαία, αναπτύσσεται συστηματικά, ανακάμπτει από την οικονομική κρίση και διεκδικεί βασίμως ηγεμονικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. 

 Μαγικές εικόνες, που προφανώς εξυπηρετούσαν γεωπολιτικά σχέδια μεγάλων χωρών και επιχειρηματικούς στόχους Ευρωπαϊκών κολοσσών.

Μαγικές εικόνες, που βοηθούσαν παραλλήλως το κυβερνών Ισλαμικό κόμμα να εδραιώνει την εξουσία του και ιδίως τον κο Ερντογάν να βελτιώνει συνεχώς το πολιτικό του προφίλ  και να ισχυροποιεί την θέση του έναντι  πολιτικών αντιπάλων και «συντρόφων».


Το αστείο δε της υπόθεσης είναι, πως αυτή η παραπλανητική ευρωπαϊκή «ειδησεογραφία» συνεχίστηκε μέχρι πρόσφατα, ακόμη και κατά τα πρώτα εικοσιτετράωρα της λαϊκής εξέγερσης. Ενώ ήδη το πράγμα είχε ξεφύγει τα γνωστά και μη εξαιρετέα παπαγαλάκια στα μεγάλα κανάλια, μιλούσαν για Κεμαλιστές και φυσιολάτρες  και αναπαρήγαγαν τις Ερντογανικές ανοησίες για τρομοκράτες, μπαχαλάκηδες και πλιατσικολόγους.

Στη συνέχεια, όταν στα μέσα ηλεκτρονικής δικτύωσης οι εικόνες και οι ειδήσεις, που μετέδιδαν οι ίδιοι οι εξεγερμένοι έκαναν τον γύρο του κόσμου, αναγκάσθηκαν και τα κεντρικά δελτία ειδήσεων να παρουσιάσουν ακροθιγώς τα γεγονότα. Πάντα με το σταγονόμετρο  και πάντα διανθισμένα με σχόλια «επαϊόντων» Τουρκολόγων, που ξεφύτρωσαν σαν τα μανιτάρια στα τηλεοπτικά παράθυρα.

Και ξαφνικά ό κάθε «έγκυρος» και «έγκριτος»  παρουσιαστής άρχισε να μιλάει  για Αλευίτες και Σουνίτες, για το Σελήμ τον Γ΄και για τον Κεμάλ τον μεταρρυθμιστή. Ούτε λόγος για οικονομικές αντιθέσεις, για κοινωνική καταπίεση, για θέματα δηλαδή, που θα μπορούσαν να βάλουν το μέσο Ευρωπαίο πολίτη σε περισυλλογή για τη δική του μίζερη καθημερινότητα.


Έτσι οι ειδικοί, οι ρεπόρτερ,  οι επαγγελματίες φαντάζουν για άλλη μια φορά ως ανόητοι σε αντιπαράθεση με την κοινή λογική του μέσου ερασιτέχνη θεατή τους.

Διότι με τη βοήθεια της άμεσης ηλεκτρονικής επικοινωνίας καθίσταται πια φανερό ότι η σύγχρονη Ερντογανική Τουρκία, παρά τους βελτιωμένους οικονομικούς δείκτες της παραμένει μια τριτοκοσμική χώρα για την συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού της.


Μια χώρα όπου οι πλατιές λαϊκές μάζες παραμένουν φτωχές σε αντίθεση με μια μικρή μεγαλοαστική μειοψηφία, που νέμεται την εξουσία και τον εθνικό πλούτο.

Και μπορεί ο αξιόλογος ηγέτης του Ισλαμικού κόμματος να ξεκίνησε στην αρχή ως η ελπίδα των φτωχών και καταπιεσμένων λαϊκών στρωμάτων, που αντιμετώπιζαν εκτός από την μιζέρια και την στρατοκρατική τυραννία των Κεμαλιστών. 
Μπορεί να αποδέσμευσε τυπικά την Τουρκία από το ΔΝΤ και να τόνωσε την οικονομία της ενισχύοντας την επιχειρηματικότητα και τον εξαγωγικό της προσανατολισμό. Μπορεί να κολάκεψε την εθνική υπερηφάνεια με μεγαλεπήβολα σχέδια περιφερειακού και όχι μόνο ηγεμονισμού.

Όμως προϊόντος του χρόνου ένα προς ένα τα υποτιθέμενα επιτεύγματά του κατέστη σαφές ότι δεν απέδωσαν ιδιαίτερα οφέλη στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα.

Με τα ποσοστά επίσημης ανεργίας να παραμένουν σχετικά υψηλά (11%), ο Τούρκος εργαζόμενος εξακολουθεί να αμείβεται με μεροκάματα πείνας. Έχει δηλαδή «προνομιακή» συμμετοχή στο άχθος της ανταγωνιστικότητας, σε αντίθεση με την κάστα των επιχειρηματιών και πολιτικών που απολαμβάνουν  την μερίδα του λέοντος επί των κερδών.

Με υποβαθμισμένη κρατική πρόνοια και έλλειψη σοβαρών κοινωνικών παροχών παρακολουθεί την κοινωνική ανισότητα να διευρύνεται παρά τις συστηματικά ανανεούμενες προεκλογικές υποσχέσεις του κυβερνώντος κόμματος.

Και σαν να μην έφθανε αυτό στην τελευταία θητεία του ο Ερντογάν αρχίζει να αποκαλύπτει ένα ολοένα επιδεινούμενο αλαζονικά αυταρχικό κυβερνητικό πρόσωπο. Με οπισθοδρομικές νομοθετικές ρυθμίσεις επιχειρεί να περιορίσει στοιχειώδεις ελευθερίες και να παρέμβει  ακόμη και στη σφαίρα της προσωπικής ζωής των πολιτών, στη βάση μιας θρησκευτικής ιδεοληψίας.


Δεν είναι λοιπόν οι εθνοτικές διαφορές, οι πολιτικές αντιπαλότητες, οι περιβαλλοντικές ανησυχίες ή οι αμφισβητούμενες Σουλτανικές προσωπικότητες, που βγάζουν τον κόσμο στους δρόμους.  Εξ’ άλλου η Τουρκία ανέκαθεν ήταν ένα απέραντο «καζάνι» εθνοτήτων, όπου μάλιστα η Τουρκική εθνότητα δεν αποτελούσε την πλειοψηφία, αλλά αδιαμφισβήτητα και λίγο πολύ απρόσκοπτα κατάφερνε να κυβερνά.


Τα λαϊκά στρώματα, που κατακλύζουν τους δρόμους και τις πλατείες και συγκρούονται επίμονα μέχρι θανάτου με τις δυνάμεις καταστολής, δυστυχώς για την κυβέρνηση, δεν «τρελαίνονται» για τα πάρκα, δεν «σκάνε» για πολιτικές διελκυστίνδες, δεν έχουν θρησκευτικές ανησυχίες. 
Είναι καθημερινοί άνθρωποι των μικρομεσαίων κοινωνικών βαθμίδων, όλων των ηλικιών, όλων των επαγγελματικών κλάδων, όλων των πολιτικών αποχρώσεων όλων των μορφωτικών και πολιτιστικών επιπέδων.

Δεν είναι συμπτωματική η παρουσία των ανθρώπων του πνεύματος και της τέχνης. Η γενική απεργία των συνδικάτων. Η ιστορική συμφιλίωση των οπαδών των μέχρι χθες παραδοσιακά αντίπαλων ποδοσφαιρικών ομάδων.

Παρά την πολυποίκιλη προέλευσή τους όλα αυτά τα πλήθη έχουν κοινό παρανομαστή την δίψα για βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου. Τον πόθο για εκδημοκρατισμό και φιλελευθεροποίηση του πολιτεύματος. Την αγωνία για το παρόν και για το μέλλον της πατρίδας τους.


Θα είναι τραγικό λάθος του Ερντογάν να παραβλέψει αυτήν την πραγματικότητα.

Επί το ορθότερο θα είναι ολέθριο λάθος για τον ίδιο, διότι κατ’ ουσίαν θα απολέσει ανεπανόρθωτα την κύρια, ίσως μοναδική πλέον, πηγή προσωπικής του ισχύος.

Και να γιατί:


Το δίδυμο Ερντογάν-Νταβούντογλου σχεδίασε και έθεσε σε εφαρμογή ένα υψιπετές πρόγραμμα εξωτερικής πολιτικής, που ευαγγελιζόταν μια Τουρκία των τριών Ηπείρων, με ηγεμονικό ρόλο όχι απλώς στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και στο παγκόσμιο μουσουλμανικό χώρο. Επρόκειτο για ένα σχέδιο που δεν προσφερόταν απλώς σαν μέσο πολιτικής σαγήνης των ευρύτερων λαϊκών μαζών. Ήταν απολύτως εναρμονισμένο με τα συμφέροντα της άρχουσας επιχειρηματικής κάστας, στην οποία προσέφερε διεύρυνση επιχειρηματικών οριζόντων και πολιτικά προγεφυρώματα κατάκτησης νέων απέραντων αγορών.

Ενώ όμως στην αρχή το σχέδιο πήγαινε καλά και είχε αρχίσει να αποδίδει, στη συνέχεια οι άτσαλοι χειρισμοί και οι αμετροεπείς συμπεριφορές του Τούρκου Πρωθυπουργού και του επί των εξωτερικών Υπουργού του άρχισαν να δημιουργούν αντίθετα αποτελέσματα.


Έτσι σήμερα η Τουρκία έχει καταφέρει να έχει δημιουργήσει εχθρικές σχέσεις με το σύνολο σχεδόν των γειτονικών της χωρών. Συρία, Λίβανος, Ιράκ, βρίσκονται περίπου με το δάκτυλο στην σκανδάλη. Η προσπάθεια συμβιβασμού με το Ισραήλ είναι βέβαιο ότι δεν μπορεί να έχει σοβαρή τύχη, ενώ καθιστά πλέον καχύποπτο το σύνολο του Αραβικού κόσμου, όπου επικρατεί το δόγμα ότι ουδείς Μουσουλμάνος δικαιολογείται να είναι φίλος και με το Ισραήλ και με τους Παλαιστινίους (Δεν είναι ίσως τυχαίο που ο βασιλιάς του Μαρόκο απέφυγε να τον συναντήσει σε μια επίσημη επίσκεψη προγραμματισμένη και ιδιαιτερα κρίσιμη λόγω των περιστάσεων για τον Ερντογάν).

Δόγμα που υπό μία έννοια υιοθετεί και το Αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών, όταν επισημαίνει στον Ερντογάν, ότι δεν επιτρέπεται να ερωτοτροπεί με την Χαμάς, με αποτέλεσμα να δυσαρεστηθεί από την Τουρκική περιφρόνηση αυτών των επισημάνσεων.

Από την άλλη η ιστορική ψυχρότητα των Ρωσσοτουρκικών σχέσεων παραμένει, αφού παραδοσιακά όλες οι Τουρκικές κυβερνήσεις δεν παρέλειψαν να υποθάλπουν το τόξο των Μουσουλμανικών εθνοτήτων στο γνωστό «μαλακό υπογάστριο» της Ρωσίας.
 Και βέβαια των σχέσεων του ούτως εχόντων με τις ΗΠΑ είναι ηλίου φαεινότερο ότι οσονούπω και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα γυρίσει την πλάτη στον Ερντογάν. 
Τέλος δεν πρέπει να αγνοηθεί ότι και η Κίνα δεν τρέφει τα καλύτερα αισθήματα για αυτόν, επειδή στο ξεκίνημα της καριέρας του είχε πάρει θέση υπέρ της εξέγερσης των Ουϊγούρων, στο πλαίσιο του σχεδίου αναγόρευσης της Τουρκίας σε ηγεμονική προστάτιδα δύναμη των απανταχού Μουσουλμανικών μειονοτήτων.


Αυτή η διπλωματική πανωλεθρία είναι πρωτοφανής στα Τουρκικά χρονικά και η Τουρκία βρίσκεται ενώπιον σοβαρού κινδύνου να βρεθεί αντιμέτωπη με μια διεθνή απομόνωση άνευ προηγουμένου στην μακραίωνα ιστορική διαδρομή της.

Και προφανώς οι συνέπειες μια τέτοιας απομόνωσης δεν περιορίζονται ποτέ σε διπλωματικό επίπεδο.

Απειλούν να επιφέρουν ανεπανόρθωτη ζημιά στην άρχουσα επιχειρηματική κάστα, που προαναφέραμε.


Αυτοί λοιπόν οι καθ΄όλα ευυπόληπτοι και πολιτικά ισχυρότατοι πολίτες βλέπουν με μεγάλη ανησυχία να τίθεται σε θανάσιμο κίνδυνο η επιχειρηματική τους προοπτική, εξ αιτίας των άτσαλων χειρισμών του Τούρκου Πρωθυπουργού. 
Διότι δεν έχει κανένα νόημα η καταπίεση και τα χαμηλά μεροκάματα των εργαζομένων, αν αυτοί δεν βρίσκονται στα εργοστάσια να παράγουν προϊόντα και αντιθέτως με τις διαδηλώσεις τους παρεμποδίζουν την διακίνηση και εμπορία τους στο εσωτερικό της χώρας. 
Πολλώ μάλλον είναι άχρηστη η παραγωγή εμπορευμάτων, που λόγω κακών διεθνών σχέσεων της χώρας αντιμετωπίζουν εμπόδια διάθεσης στις διεθνείς αγορές.

Έτσι λοιπόν ήδη αυτοί οι κύκλοι είναι εμφανές ότι επηρεαζόμενοι και από τις δεδομένες διεθνείς διασυνδέσεις τους έχουν αποσύρει την εμπιστοσύνη τους από τον Ερντογάν και έχουν αρχίσει να επιδεικνύουν παντοιοτρόπως την στήριξή τους στον Πρόεδρο Γκιούλ.

Αν δεν ανακρούσει πρύμνη ελάχιστες πλέον είναι οι προοπτικές του Τούρκου Πρωθυπουργού να παραμείνει για πολύ στην εξουσία.


Και όσο κι αν φαίνεται παράδοξο η μόνη ελπίδα για να το πετύχει είναι να συμφιλιωθεί όπως όπως με τα λαϊκά στρώματα, που ατή τη στιγμή έχει βάλει ανοήτως την αστυνομία να συγκρούεται μαζί τους.

Θα είναι δε μοιραίο σφάλμα να επιδιώξει οποιοδήποτε είδους διχασμό στη βάση της Τουρκικής κοινωνίας, διότι επί της ουσίας θα βάλλει να αλληλοσπαραχθούν τα εν δυνάμει μοναδικά εξουσιαστικά ερείσματά του.

Επομένως οι όποιοι θερμοκέφαλοι παρατρεχάμενοί του φιλοδοξούν να του ετοιμάσουν μεγαλειώδη υποδοχή, ως απόδειξη αντιρρόπου δυνάμεως προς τα αγανακτισμένα πλήθη, μάλλον κακές υπηρεσίες θα του προσφέρουν.

Και εάν του απομένει ελάχιστη πολιτική διορατικότητα, θα πρέπει ό ίδιος να εύχεται να είναι λίγοι αυτοί, όσοι τον υποδεχθούν.

Και ούτως ή άλλως να φροντίσει του λοιπού ο λόγος του να είναι ενωτικός και τα έργα του ωφέλιμα για τα ευρέα κατώτερα στρώματα της Τουρκικής Πολιτείας, χωρίς διακρίσεις και προνομιακές τακτικές…


Σημ.: Η φωτογραφία είναι από το Guardian ( Photograph: Osman Orsal/Reuters)

Δεν υπάρχουν σχόλια: