Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Το παραμυθένιο σενάριο της διαπραγμάτευσης με τη Μέρκελ

Η επικοινωνιακή τακτική της κυβέρνησης είναι τόσο μονότονη και προβλέψιμη, που έχει καταντήσει όχι απλώς αναποτελεσματική, αλλά και ανυπόφορα πληκτική.
Μη έχοντας να επιδείξει τίποτε ουσιαστικό και ωφέλιμο για τον τόπο, περιορίζεται να μεγαλοποιεί ασήμαντες ή και επιζήμιες συνευρέσεις κυβερνητικών στελεχών με ξένους αξιωματούχους, προκειμένου να κερδίσει λίγο χρόνο υπομονής του αγανακτισμένου λαουτζίκου.
Σενάρια σκληρής διαπραγμάτευσης, συγκρουσιακής ψευτομαγκιάς, αναμενόμενης επίτευξης εξαιρετικών αποτελεσμάτων προηγούνται μονίμως των εν λόγω συναντήσεων. Καλλιεργούνται έτσι ελπίδες στην κοινή γνώμη ότι οι συναντήσεις θα αποφέρουν βελτιώσεις στην καθημερινότητά της και ανατροπή στην διαδικασία καταστροφής του τόπου.
Οι μεγάλες προσδοκίες δεν αργούν βεβαίως να διαψευσθούν οικτρά. Ο κόσμος περιπίπτει εκ νέου σε μαύρη απογοήτευση. Όμως η Κυβέρνηση έχει ήδη κερδίσει μερικές εβδομάδες πολιτικής επιβίωσης και έχει ήδη προετοιμάσει το επόμενο επικοινωνιακό τρικ.

Βδομάδες πριν τη συνάντηση του οικονομικού επιτελείου με την Τρόϊκα στο Παρίσι, τα ΜΜΕ «σύμφωνα με κυβερνητικές διαρροές» μιλούσαν για ιστορική διαπραγμάτευση, η οποία θα απέφερε σοβαρές αλλαγές στο εφαρμοζόμενο πρόγραμμα και εντεύθεν εξαιρετικές ελαφρύνσεις των ασφυκτιούντων φορολογουμένων.
Μόλις τις δυο τελευταίες μέρες προ της συνάντησης, ο Υπουργός Οικονομικών επιχείρησε να κατεβάσει τον πήχη, επισημαίνοντας ότι επρόκειτο για σύσκεψη τεχνοκρατών, προς ανταλλαγή πληροφόρησης περί των πεπραγμένων.Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να γίνει οποιουδήποτε είδους διαπραγμάτευση. 
Με την επιστροφή του κυβερνητικού κλιμακίου στην Αθήνα, επείσθη και ο τελευταίος των αφελών ψηφοφόρων ότι είχε πέσει θύμα επικοινωνιακής εξαπάτησης.

Το ίδιο ακριβώς παιχνίδι επαναλαμβάνεται με την περιβόητη συνάντηση του κου Σαμαρά με την Γερμανίδα Καγκελάριο.
Η προαναγγελία της συνοδεύτηκε με φαντασμαγορικές προβλέψεις.
Ισχυρή πίεση  επρόκειτο να ασκήσει ο Έλληνας Πρωθυπουργός με την οποία θα εξασφάλιζε την συναίνεση της κας Μέρκελ σε μια σειρά από ζητήματα που αφορούν την ανάπτυξη, την χαλάρωση των μνημονιακών μέτρων και ιδίως την φορολογική ελάφρυνση των εξαθλιωμένων ιθαγενών. Θα επέστρεφε έτσι νικητής και τροπαιούχος και θα ανακτούσε την χαμένη δημοτικότητά της η παραπαίουσα συγκυβέρνηση.

Όλα αυτά βέβαια για άλλη μια φορά ανήκουν στη σφαίρα της προπαγανδιστικής φαντασίας.
Πρίν αλέκτωρ λαλήσαι οι διάφοροι Ευρωπαίοι παράγοντες και ιδίως Γερμανοί αξιωματούχοι, ακόμη και η ίδια η κα Μέρκελ, φρόντισαν να μας προσγειώσουν στην πραγματικότητα. 
Η συνάντηση δεν μπορεί να αφορά θέματα διαχείρισης του χρέους και η εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής δεν μπορεί να χαλαρώσει ούτε κατ’ ελάχιστον. 
Παράλληλα τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης φρόντισαν επιμελώς να δημιουργήσουν την χρήσιμη σ’ αυτές τις περιπτώσεις περιρρέουσα ατμόσφαιρα των τεμπέληδων και μπαταχτσήδων Ελλήνων, που δεν κόβουν αποδείξεις και φοροδιαφεύγουν ασύστολα.

Κατ’ ανάγκην το επικοινωνιακό επιτελείο της κυβέρνησης μετέβαλε τακτική και συμμάζεψε κατά το δυνατόν τις αρχικές μεγαλοστομίες.
Η νέα εικόνα είναι ότι θα υπάρξει μια πολιτική συζήτηση ενημέρωσης της Καγκελαρίου περί των Ελληνικών «επιτυχιών» και θα ζητηθεί η στήριξή της στα επόμενα βήματα.
Τουτέστιν, ότι κι αν συζητηθεί κι ότι κι αν προκύψει, θα υπάρξει δυνατότητα στοιχειώδους επικοινωνιακής διαχείρισης. 
Διότι είναι εκ των προτέρων βέβαιο ότι, όπως συμβαίνει παραδοσιακά σε κάθε συνάντηση αυτού του επιπέδου, στην κοινή συνέντευξη τύπου που επακολουθεί, η κα Μέρκελ θα επιβεβαιώσει την στήριξη της στις προσπάθειες του κου Σαμαρά.

Επειδή όμως αυτό δεν είναι αρκετό μεθοδεύεται ένα επί πλέον παραμυθάκι.
Επιχειρείται σχέδια και απαιτήσεις της τρόικας εκ των προτέρων γνωστά στην συγκυβέρνηση, να σερβιριστούν ως δήθεν αιτήματα και επιδιώξεις του κου Σαμαρά.
Συγκεκριμένα παρουσιάζεται ότι δήθεν ο Πρωθυπουργός θα ζητήσει να ληφθεί απόφαση για το χρέος μέχρι το τέλος του έτους. Η λύση να συνίσταται όχι σε περικοπή αλλά σε επιμήκυνση. Να σταματήσει η περαιτέρω δανειοδότηση από το ΔΝΤ στο τέλος του 2014 και να μη συνεχισθεί το 2015-2016. Να δοθεί παραπάνω χρόνος για την υλοποίηση των «προαπαιτούμενων» σε συνδυασμό με κάποιες φοροελαφρύνσεις (πετρέλαιο θέρμανσης κλπ).

Η πραγματικότητα είναι, ότι αυτά δεν είναι αιτήματα της Ελληνικής πλευράς. 
Είναι αποφάσεις των δανειστών, που η κυβέρνηση την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενη, προσπαθεί να παρουσιάσει ως δικές της, για προφανείς επικοινωνιακούς λόγους.
Η κάθετη άρνηση της Γερμανίας στην περικοπή του χρέους είναι γνωστή εδώ και πάρα πολύ καιρό από τη διχογνωμία, που είχε με το ΔΝΤ, το οποίο πράγματι την θεωρεί αναγκαία, προκειμένου να καταστεί βιώσιμο με βάση τα διεθνή στάνταρ.
Η Γερμανία όμως, που συνηθίζει να θέλει και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο δεν θέλει να ακούσει κουβέντα. Επιδεικνύοντας ένα από τα πλέον στυγνά μοντέλα τοκογλυφίας θέλει να παραμείνει ακέραιο το χρέος χωρίς την παραμικρή περικοπή. 
Δεν είχε βέβαια καμιά αντίρρηση για την περικοπή, που έγινε εις βάρος των Ελλήνων δανειστών ομολογιούχων (ιδιωτών, τραπεζών κ ασφαλιστικών ταμείων).

Εν όψει αυτής της αρνήσεως το ΔΝΤ δεν επιθυμεί να συνεχίσει να δίνει χρήματα στην Ελλάδα, γιατί φοβάται ότι θα τα χάσει και πιέζει να σταματήσει το πρόγραμμα δανειοδότησης στο τέλος του 2014 και να ενταθούν τα εισπρακτικά μέτρα για να εξασφαλίσει όσο είναι δυνατόν τα χρήματα, που έδωσε μέχρι τώρα.
Στην ένταση της λιτότητας, της φοροκαταιγίδας και της εισπρακτικής εξόντωσης δε διαφωνεί βέβαια και η Γερμανική καγκελαρία, η οποία υποδεικνύει τον δανεισμό από τις αγορές προς κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού από την διακοπή χρηματοδότησης του ΔΝΤ.

Ιδού λοιπόν η αποκρυπτογράφηση του ληστρικού Γερμανικού σχεδίου.
Το ΔΝΤ εξέρχεται του παιχνιδιού ως προς το σκέλος του δανεισμού, αλλά παραμένουν και ολοκληρώνονται πλήρως τα μέτρα λιτότητας, ενώ εντείνεται και σκληραίνει η τακτική είσπραξης των φόρων αδιαφορώντας για την εξόντωση φορολογουμένων και επιχειρήσεων.
Από την άλλη η αποικία χρέους για να αποπληρώνει τα παλιά δάνεια, εξαναγκάζεται να δανείζεται από την ελεύθερη αγορά με υψηλότερα, ενδεχομένως και με υπερβολικά, επιτόκια. Από τα υψηλότερα αυτά επιτόκια ωφελείται ευθέως η Γερμανία, οι τράπεζες τις οποίας θα αγοράζουν τα νέα ομόλογα.
Το παλιό χρέος επιμηκύνεται, αλλά συνεχίζει να αυξάνεται λόγω του συνεχιζόμενου δανεισμού προς εξυπηρέτησή του. 
Η Ελλάδα συνεχίζει να εξαθλιώνεται. 
Οι Έλληνες απογυμνώνονται  από κάθε ίχνος περιουσιακού τους στοιχείου και έτσι παραμένουν υπόδουλοι στο διηνεκές, αναγκασμένοι να παραχωρούν αδιαμαρτύρητα την εθνική τους κυριαρχία στο Διευθυντήριο των Βρυξελλών και τον εθνικό τους πλούτο (υδρογονάνθρακες, ορυκτά, παραλίες κλπ) βορά στη βουλιμική αδηφαγία των δανειστών.
Όσο για τις φοροελαφρύνσεις, αυτές είναι τύπου Χότζα. 
Στην τεράστια φοροκαταιγίδα, που έχει επιβληθεί θα υποκριθούν ότι μειώνουν μερικές σταγόνες. Αν και το πιθανότερο είναι ότι δεν θα υπάρξουν φοροελαφρύνσεις και αν υπάρξουν θα έχουν προηγουμένως υποκατασταθεί με άλλους φόρους που θα έχουν ήδη επιβληθεί στη λογική των «ισοδύναμων μέτρων».

Τόσο απλά είναι τα πράγματα.
Η κυβέρνηση όμως αντί να καταγγείλει τις Γερμανικές μεθοδεύσεις, όχι μόνο τις αποδέχεται αδιαμαρτύρητα, αλλά τις υιοθετεί σαν δικές της και τις προβάλει ως δήθεν διαπραγματευτικά αιτήματα.
Ελπίζει ότι, όταν αυτά επισυμβούν, θα τα πλασάρει σαν «δική της επιτυχία» και θα μπορέσει μ’ αυτό το χοντροκομμένο επικοινωνιακό  τρικ να πείσει κάποιους ανόητους ιθαγενείς ότι «έδιωξε την τρόικα», έσκισε το μνημόνιο» και «έβαλε τη χώρα σε πορεία ανάπτυξης» πράγμα που «αναγνωρίζουν κι οι αγορές» και για αυτό μας χρηματοδοτούν.
Ο πνιγμένος από τα μαλλιά του πιάνεται.

Αν όμως είναι κατανοητή η απελπισμένη προπαγάνδα της συγκυβέρνησης, δεν είναι καθόλου κατανοητή η στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Διότι αυτά, που γράφουμε εδώ δεν χρειάζονται μεγάλη οικονομική επιστημοσύνη.
Κοινή λογική και στοιχειώδες πολιτικό κριτήριο χρειάζονται.

Θα έπρεπε επομένως πριν από μας εκατοντάδες στελέχη των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ιδιαίτατα τα πτωτοκλασάτα να είχαν ήδη ξεσκεπάσει τις άθλιες επικοινωνιακές μεθοδεύσεις της καταρρέουσας συγκυβέρνησης.
Θα έπρεπε ήδη να την είχαν «ξεφωνίσει» στα παράθυρα, στις εφημερίδες, στα ραδιόφωνα. Από πόλη σε πόλη κι από γειτονιά σε γειτονιά.
Όχι μόνο γιατί με αυτό το κόλπο προσπαθεί να κερδίσει λίγο ακόμη χρόνο παραμονής της στην εξουσία. Κυρίως διότι αν η όλη αυτή Γερμανική μεθόδευση θα οδηγήσει σε περαιτέρω καταστροφή του τόπου, σε περαιτέρω εξαθλίωση των λαϊκών μαζών και σε μεγαλύτερη υποδούλωση της χώρας σε βάθος περισσότερου χρόνου.
Γιατί λοιπόν τα κόμματα της αντιπολίτευσης περί άλλα τυρβάζουν?

Είναι ένα ερώτημα για το οποίο δε θα θέλαμε επί του παρόντος να δώσουμε την απογοητευτική απάντηση, που υποπτευόμαστε.

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

Ο λαός βαρέθηκε την αναλγησία της δεξιάς και την «συνέπεια» της αριστεράς.


Αντίθετα με τους εμφατικούς τίτλους των εφημερίδων ο κος Τσίπρας στη ΔΕΘ δεν έκλεψε την παράσταση.
Στην πραγματικότητα του την χάρισαν οι πολιτικοί του κυβερνητικοί αντίπαλοι.
Για δεύτερη χρονιά ο Πρωθυπουργός επεχείρησε με κάθε τρόπο να υποβαθμίσει το πολιτικό ενδιαφέρον ενός θεσμού εμπορικού μεν, αλλά που παραδοσιακά εγκαινιάζει την χειμερινή πολιτική περίοδο της χώρας.
Περνώντας και πάλι τρέχοντας από το Βελλίδειο. Εκφωνώντας ένα άχρωμο ανούσιο λόγο γεμάτο γενικολογίες κι αοριστίες. Αποφεύγοντας τη συνέντευξη τύπου. Το μόνο που μπορούσε να ελπίζει, ήταν να περάσει κατά το δυνατόν απαρατήρητος.

Ομοίως κι ο Αντιπρόεδρος, γεννημένος για τα «δύσκολα», δεν κατάφερε να σώσει την παρτίδα. 
Με την συνήθη εγωπάθειά του εξήντλησε την ευκαιρία, που του δόθηκε, στην προβολή του εαυτού του. Την διάσωση του κόμματός του. Την διαμάχη του με τους εσωκομματικούς του αντιπάλους.  Και προκειμένου να οριοθετήσει το στίγμα του έναντι της ΝΔ, δεν δίστασε να επικρίνει ακόμη και το κόμμα με το οποίο συγκυβερνά.
Με αυτή την αποκαρδιωτική παρουσία των κυβερνητικών συνεταίρων, ήταν βέβαιο πως οποιαδήποτε εμφάνιση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θα απέβαινε επικοινωνιακός περίπατος.

Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράδοξο ότι  ο κος Τσίπρας κατάφερε να εντυπωσιάσει με το λόγο και την αδιαμφισβήτητη σκηνική του υπεροχή.
Πολλώ μάλλον αφού και η ομιλία του στο Βελλίδειο ήταν ιδιαίτερα προσεγμένη, με αξιόλογη εσωτερική δομή. 
Κυρίως σε άμεση διαλεκτική σχέση με τους προβληματισμούς, τους καημούς του εκλογικού σώματος.

Το πλήθος των δημοσιογράφων και ο καταιγισμός των ερωτήσεων στη συνέντευξη της επόμενης μέρας, αποτέλεσε την απόδειξη του τεράστιου ενδιαφέροντος, που προκάλεσε στην κοινή γνώμη αυτή η ομιλία.
 Μια ομιλία, που σημειωτέον, μικρόψυχα και μικρόνοα η συγκυβέρνηση είχε φροντίσει να αποκλείσει τη μετάδοσή της από τα ΜΜΕ.
Διαβασμένος όμως όσο ποτέ άλλοτε ο κος Τσίπρας κατάφερε με την συνέντευξη τύπου όχι απλώς να επικοινωνήσει στο ευρύτερο κοινό το πλαίσιο και τις λεπτομέρειες του κυβερνητικού του προγράμματος, αλλά να διεξέλθει και αβρόχοις ποσί τις δημοσιογραφικές κακοτοπιές.

Κατόπιν αυτού επήλθε επικοινωνιακός ορυμαγδός.
Ούτε η Αμφίπολη, ούτε τα βυζαντινά χειρόγραφα, ούτε η χρυσαυγιάδα, οι τζιχαντιστές, ή η επιδείνωση του καιρού ήταν ικανά να εκτρέψουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.
Αναγκαστικά εφημερίδες και τηλεοράσεις περιέστρεψαν τη θεματολογία τους γύρω από το πακέτο μέτρων που εξήγγειλε ο κος Τσίπρας,  δημιουργώντας de facto κλίμα έντονης προεκλογικής περιόδου.

Το αποτέλεσμα ήταν η κυβέρνηση να περιέλθει σε πανικό. Κι αντί να προσπαθήσει να απαντήσει με σοβαρότητα στα σοβαρά ζητήματα, που τέθηκαν από την αντιπολίτευση, επιδόθηκε σε επικοινωνιακές επιθέσεις υβριστικού χαρακτήρα.
Ψεύτη, Μαυρογυαλούρο, διχαστικό αποκάλεσε τον κο Τσίπρα ο κος Βενιζέλος. 
Λαϊκιστή, εξτρεμιστή και τρομοκράτη, που επιχειρεί να τρομοκρατήσει τους βουλευτές να μη ψηφίσουν για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον χαρακτήρισε ο κος Σαμαράς.
Ως πολιτικό απατεώνα τον περιέγραψε αλαφιασμένη η Κυβερνητική εκπρόσωπος.

Λάθος τακτική.
Όταν ο πολιτικός σου αντίπαλος αρθρώνει απλό, συγκροτημένο και σαφή πολιτικό λόγο δεν έχεις ελπίδα να τον αντιμετωπίσεις με εξυπνακισμούς, ύβρεις και ξαναζεσταμένη προπαγάνδα.
Τα κυβερνητικά στελέχη είτε γιατί είναι ξεκομμένα από το εκλογικό σώμα, είτε γιατί είναι εγκλωβισμένα σε μια έξωθεν επιβαλλόμενη οικονομικο-πολιτική πλατφόρμα, δεν φρόντισαν στον πανικό τους να κατανοήσουν την ουσία και τη βαρύτητα των εξαγγελιών του ΣΥΡΙΖΑ.

Γιατί στην πραγματικότητα αυτά που υποσχέθηκε να κάνει ο κος Τσίπρας δεν ήταν ούτε ουτοπικός σοσιαλισμός, ούτε «ακατάσχετη παροχολογία».
Τα ελάχιστα αυτονόητα υποσχέθηκε ο άνθρωπος.
Σε μια κοινωνία, που πεινάει, που συνθλίβεται από τα χρέη, που εξαθλιώνεται από την ανεργία και την ακατάσχετη φοροκαταιγίδα, που μαστίζεται από την έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, υποσχέθηκε να δώσει ένα πιάτο φαΐ, να προσφέρει στοιχειώδη πρωτοβάθμια ιατρική φροντίδα.
 Όχι να χαρίσει τα χρέη. Να διευκολύνει και έτσι να εξασφαλίσει την πληρωμή τους δεσμεύθηκε ο άνθρωπος.

Σαν ψιχάλα βροχής σε διψασμένο χώμα από την μακρόχρονη ξηρασία της λιτότητας έπεσαν τα λόγια του στις καρδιές των ταλαίπωρων ψηφοφόρων.
Σαν βάλσαμο παρηγορίας στις τσουρουφλισμένες από την μνημονιακή αναλγησία ψυχούλες τους.

Τόση ήταν η απήχηση ακόμη και στους παραδοσιακούς, πλην χαροκαμένους ψηφοφόρους του κυβερνητικού συνασπισμού, και τόσο θορυβήθηκε η κυβέρνηση, που η κα Βούλτεψη αλαφιασμένη επιδόθηκε σε απέλπιδα προσπάθεια να περισώσει τουλάχιστον όσους απέμειναν. Τους ένστολους. Τους αγρότες. Τους νοικοκυραίους ιδιοκτήτες ακινήτων, τους ΕΝΦΙόπληκτους.

Μάταιος κόπος. Λάθος τρόπος.
Όσο πιο πολύ κατηγορούν το ΣΥΡΙΖΑ για παροχολογία και Μαυρογιαλουρισμό οι καθηγητές του παλαιοκομματισμού, οι πρωταγωνιστές των Ζαππείων και οι εφευρέτες του πελατειακού κράτους, τόσο περισσότερο μοιάζουν να «μιλούν για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου».
Το χειρότερο είναι ότι χαρακτηρίζοντας σαν μεγάλες, «λαϊκιστικές» και αδύνατες τις στοιχειώδεις υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, τόσο πιο πολύ πείθουν τον κόσμο πως οι ίδιοι δεν έχουν σκοπό να τον ανακουφίσουν, παρά θα εμμείνουν στην εξαθλιωτική τους τακτική.
Χαρακτηρίζοντας τον Τσίπρα σπάταλο λαϊκιστή, επειδή υπόσχεται συσσίτια στους πεινασμένους και φάρμακα στους αρρώστους, το μόνο που καταφέρνουν είναι να πείσουν για τη δική τους απύθμενη κοινωνική αναλγησία.
Κατηγορώντας τον ως ουρανοβάμονα επειδή υπόσχεται να διευκολύνει τους οφειλέτες να μη χάσουν τα σπίτια και δεσμεύεται να διαπραγματευτεί σκληρά με τους δανειστές, το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να πείθουν τους έντρομους ψηφοφόρους, ότι η σούπερ-μνημονιακή συγκυβέρνηση, με το «ρεαλισμό» που τη διακρίνει, θα εφαρμόσει αναντίρρητα τα κελεύσματα της Γερμανικής Καγκελαρίας, απογυμνώνοντας τη χώρα και τους πολίτες της από κάθε ίχνος περιουσιακού στοιχείου.
Παρόλα αυτά οι σπασμωδικές κινήσεις μιας δεξιάς αυγκυβέρνησης, που βρίσκεται σε πλήρη δυσαρμονία με το προεκλογικό της πρόγραμμα και συνακόλουθα με την εκλογική της βάση, είναι αναμενόμενες και απολύτως κατανοητές.

Πιο παράδοξες προβάλλουν όμως οι αντιδράσεις της ευρύτερης αριστεράς, που σπεύδοντας και αυτή να επιτεθεί στις εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αποφύγει  in praxis την φρασεολογική συμπόρευση με τους δεξιούς επικριτές του.
Για δεξιά στροφή, ιδεολογική υποχώρηση και παραπλανητική τακτική του κου Τσίπρα γκρινιάζει η πέραν του ΣΥΡΙΖΑ αριστερά.
Πόσο δικαιολογημένες όμως είναι οι αιτιάσεις και πόσο καλόπιστες οι ανησυχίες της?

Ορθώς διακρίνει το ΚΚΕ ή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, πως τα όσα εξήγγειλε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Βελλίδειο πόρρω απέχουν από ένα πρόγραμμα σοσιαλιστικής διακυβέρνησης.
Ορθώς επισημαίνουν ότι στο πλαίσιο της ΕΕ ούτε η εθνική ανεξαρτησία είναι εφικτή, ούτε η λαϊκή κυριαρχία εξασφαλίζεται, ούτε ο παραγόμενος πλούτος μπορεί να διανεμηθεί ακριβοδικαίως.

Όμως αυτό τι σημαίνει άραγε? 
Μήπως ότι στο βωμό ενός μαξιμαλιστικού στόχου θα πρέπει να αφεθεί η χώρα να κυβερνάται από ανάλγητες νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις μέχρι «να βγάλει ο ήλιος κέρατα»?
Ότι οι προοδευτικές πατριωτικές δυνάμεις του τόπου, θα πρέπει να κάθονται να παρακολουθούν τους καλοθελητές να εξανεμίζουν την δημόσια περιουσία και να ξεπουλούν τον εθνικό πλούτο στο διηνεκές?
Ότι η αριστερά θα πρέπει να ομφαλοσκοπεί, να διαιρείται σαν την αμοιβάδα και να αυτοϊκανοποιείται σε παραγωγή ιδεών, κριτικών και αναλύσεων, παρακολουθώντας εκ του μακρόθεν την εξόντωση των εργαζομένων, των συνταξιούχων, των μικρομεσαίων, των αγροτών.
Να παρακολουθεί κατ’ ουσίαν απαθής την νεοφιλελεύθερη δεξιά να οργανώνει και να διαχειρίζεται το πάρτι των τραπεζιτών, των δανειστών και των ντόπιων διαπλεκόμενων ολιγαρχών στην καμπούρα των ραγδαίως εξαθλιούμενων λαϊκών στρωμάτων?

Προφανώς αυτή δεν μπορεί να είναι η λογική της αριστεράς.
Γιατί ο μαξιμαλισμός, ο σεχταρισμός και ο μηδενισμός υπήρξε διαχρονικά το δεκανίκι, «το βούτυρο στο ψωμί» των δεξιών κυβερνήσεων.

Αυτό που φαίνεται για άλλη μια φορά να μη κατανοεί η πέραν του ΣΥΡΙΖΑ αριστερά είναι ότι πέρα από την βασική αντίθεση της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, υπάρχει μια κυρίαρχη αντίθεση, που χαρακτηρίζει την ιστορική συγκυρία και είναι ικανή να κινητοποιήσει την κοινωνία σε μια προοδευτική κατεύθυνση.

Η κυρίαρχη λοιπόν αντίθεση στην παρούσα φάση είναι η αντίθεση μνημόνιο – αντιμνημόνιο.

Αυτήν ξορκίζουν σε κάθε ευκαιρία τα κυβερνητικά στελέχη, γιατί φαίνεται να έχουν αντιληφθεί καλλίτερα από την αριστερά, ότι αυτή η αντίθεση είναι ικανή να συσπειρώσει ευρύτερα στρώματα του πάσχοντος πληθυσμού και να δημιουργήσει μια υπερκομματική εκλογική χιονοστιβάδα, που θα ανατρέψει τις πολιτικές δυνάμεις της διαπλοκής και του σκοταδισμού.

Το σημαντικότερο λοιπόν από την παρουσία του κου Τσίπρα στην ΔΕΘ ήταν ακριβώς αυτό.
Ότι παρουσίασε ένα πακέτο εξαγγελιών που καλύπτουν τα ελάχιστα προαπαιτούμενα συγκρότησης ενός ευρέως αντιμνημονιακού μετώπου.
Πέρα από κομματικές αγκυλώσεις.
Πέρα από ιστορικές προκαταλήψεις.
Πέρα από  μεμψίμοιρες ιδεοληψίες.
Και για αυτό το λόγο δικαίως η δεξιά αναγνωρίζει στο λόγο του Τσίπρα τον μόνο «επικίνδυνο» αντίπαλό της.
Γιατί παρουσιάζει ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα σωτηρίας της χώρας που μπορεί να συσπειρώσει όλες τις προοδευτικές, αντιμνημονιακές, πατριωτικές δυνάμεις, που ονειρεύονται, ποθούν και ευαγγελίζονται ανιδιοτελώς την σωτηρία του λαού και του τόπου.

Και ως τέτοιο το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν είναι η πεμπτουσία του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.
Προβάλλει όμως αναμφίβολα ρεαλιστικό, στοιχειωδώς φιλολαϊκό, ανατρεπτικό μιας ανάλγητης νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης, πατριωτικό.
Αφουγκράζεται την αγωνία της κοινωνίας και απαντά θετικά στις άμεσες ανάγκες του κοσμάκη.
Αντιλαμβάνεται την αδήριτη διαλεκτική αναγκαιότητα και χρησιμοποιεί την κυρίαρχη αντιμνημονιακή αντίθεση ως εφαλτήριο για την απαλλαγή της χώρας από τα δεσμά και τον «θανατηφόρο» εναγκαλισμό των δανειστών της.

Έτσι αυτό το πρόγραμμα, το «μετριοπαθές» για την αριστερά, το υπερβολικά «απλόχερο» για την δεξιά, καθίσταται το μόνο πραγματικά αριστερό πλαίσιο δράσης.
Τόσο αφοπλιστικά αριστερό που ταυτοποιεί αυτόματα ως αντιδραστικούς όλους συλλήβδην τους επικριτές του από οποιοδήποτε πολιτικό χώρο κι αν προέρχονται. Από οποιαδήποτε οπτική γωνία και αν επιχειρούν να του ασκήσουν κριτική.

Ο λαός έχει κουραστεί τόσο από την αναλγησία της δεξιάς, όσο και από την αδιέξοδη «συνέπεια» της αριστεράς.
 Ως εκ τούτου η ιστορική συγκυρία θα επιβάλλει την λύση του δράματος στη βάση της αντίθεσης που κυριαρχεί.
Γιατί μπορεί οι δημοκρατίες να έχουν αδιέξοδα, κυρίως όταν παραβιάζεται η συνταγματική τους λειτουργία.
Όμως η ιστορία δεν έχει, γιατί ακριβώς αναπτύσσει δυναμικές στη βάση των συγκυριακών κοινωνικών αντιθέσεων. 
Δημιουργεί κοινωνικά ρεύματα και γεννά ηγετικές προσωπικότητες.
Σε μια τέτοια ιστορική στιγμή βρίσκεται πλέον η χώρα, αλλά και η Ευρώπη.

Ο νοών νοείτω…

Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

40 ΧΡΟΝΙΑ: Σοσιαλιστικό~>Σοσιαλδημοκρατικό~>Δημοκρατικό~>Κρατικό(δίαιτο)~>...Ξωτικό ....

Γράφαμε προχθές για την ανάγκη των κομμάτων του μνημονίου να αποφύγουν την εξαέρωση των εκλογικών τους ποσοστών.
Ιδιαίτερα για τα κόλπα του Πρωθυπουργού, που αποσκοπούν στην παραπλανητική ανανέωση ελπίδων συγκεκριμένων ομάδων του εκλογικού σώματος, όπως η ιδιόμορφη περίπτωση των ανέργων.
Αν όμως για την πολιτική επιβίωση του κου Σαμαρά το ζητούμενο είναι ο υποσχεσιολογικός εξευμενισμός κάποιων κοινωνικών στρωμάτων, για τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα.

Στην προσπάθειά του να γίνει «χαλίφης στη θέση του χαλίφη» ο κος Βενιζέλος κατάφερε στην προηγούμενη φάση όχι απλώς να διχάσει, αλλά να πολυδιασπάσει το ΠΑΣΟΚ.
Έτσι όταν ανέλαβε την περιπόθητη αρχηγία του βρέθηκε να ηγείται σε ένα χώρο, που όχι απλώς η μνημονιακή κυβερνητική φθορά, αλλά και η έντονη αντιπάθεια προς το πρόσωπό του, είχε στην κυριολεξία ερημώσει από στελέχη, μέλη και οπαδούς.

Σα να μην έφθανε αυτό ο κος Βενιζέλος αντί να φροντίσει να  αξιοποιήσει την ιστορία, την ιδεολογία και την συλλογική μνήμη του κινήματος, επέλεξε να απομονώσει τους εσωκομματικούς του αντιπάλους.
Να μείνει απαθής στις επιλεκτικές διώξεις παλιών στελεχών.
Να μην αντιταχθεί στην απαξίωση του ιδρυτή Ανδρέα Παπανδρέου όλο αυτό το διάστημα από καλοθελητές του μνημονιακού συρφετού και όχι μόνο, που προσπαθούν να φορτώσουν τις συνέπειες των δικών τους καταστροφικών πολιτικών στο ΠΑΣΟΚ του 1981.
Να επιχειρήσει κατάργηση και αντικατάσταση συμβόλων.
Να επιχειρήσει αλλαγή ονόματος.
Να απεμπολήσει την ιδεολογία, τις αρχές και τις αξίες του Κινήματος.
Όλα αυτά τα καμώματα ήταν φυσικό από τη μεγάλη υγιή μάζα των ήδη αποστασιοποιημένων μελών και ψηφοφόρων να εκληφθούν ως ύβρις στην παράταξη.
Την παράταξη, που αυτοί στήριξαν από το 1974 και την κατέστησαν ηγεμονική πολιτική δύναμη για να την βρει έτοιμη προσερχόμενος το 1985 ο κος Βενιζέλος και η συντροφία του, προκειμένου να την χρησιμοποιήσουν εκ του ασφαλούς  ως όχημα για την προσωπική τους πολιτική ανέλιξη.

Δεν έφθασε όμως η καταστροφή στον τόπο και στο Κίνημα, που επέφεραν οι προσωπικές στρατηγικές του κου Βενιζέλου και των συνεργατών του, οι οποίοι δεν δίστασαν να συνεργασθούν ασμένως με την δεξιά και να γίνουν αναγκαίοι συνεργοί της στο μνημονιακό έγκλημα, που συντελείται στη χώρα τα τελευταία χρόνια.
Προκειμένου να διασώσουν εαυτούς και να συνεχίσουν να νέμονται παρασιτικά την εξουσία άρχισαν τις χαμαιλεόντιες μεταμορφώσεις των 58, της ελιάς και πάει λέγοντας.
Για να φθάσουν τώρα να απεργάζονται ανοικτά την διάλυση επί της ουσίας του ΠΑΣΟΚ και την δημιουργία της Δημοκρατικής Παράταξης.

Με αυτό λοιπόν το βίο και την πολιτεία, που επέδειξαν ο κος Βενιζέλος και οι ακόλουθοί του, τι συναισθήματα περιμένουν να εμπνεύσουν στους υγιώς σκεπτομένους και ανιδιοτελώς κινούμενους παλαιούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ;
Γιατί, ας πούμε, το ακροατήριο μιας εκδήλωσης μνήμης και τιμής στον Ανδρέου Παπανδρέου θα έπρεπε να επευφημεί αυτούς που ακύρωσαν το έργο του, αμαύρωσαν τη μνήμη του και αφού διέλυσαν ουσιαστικά το κόμμα του, τώρα ετοιμάζονται να το καταργήσουν και τυπικά;

Υπό αυτή την έννοια το περίεργο δεν ήταν γιατί το ακροατήριο του ΙΣΤΑΜΑΙ απεδοκίμασε τον κο Βενιζέλο.
Το περίεργο είναι γιατί δεν απεδοκίμασε εξ’ ίσου και τον κο Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος έχει παρόμοια, ίσως και μεγαλύτερη ευθύνη για την κατάντια του ΠΑΣΟΚ και του τόπου.
Η εξήγηση βεβαίως  βρίσκεται στο γεγονός ότι όσοι απέμειναν στον καθημαγμένο αυτόν πολιτικό χώρο, είτε αυτοπροσδιορίζονται «Παπανδρεϊκοί», είτε δηλώνουν συνοδοιπόροι του κου Βενιζέλου δεν έχουν κανένα ιδεολογικό έρμα.
Στερούνται παντελώς οποιασδήποτε ουσιαστικής σχέσης με το πολιτικό πλαίσιο του πραγματικού ΠΑΣΟΚ, που ιδρύθηκε από τον Αντρέα το 1974.
Πρόκειται για τα τελευταία απολιθώματα του πελατειακού παλαιοκομματισμού, που βιοπορίζονται περιφερόμενοι γύρω από διαχειριστές ή εν δυνάμει διαχειριστές του δημόσιου κορβανά.

Έτσι και αναμενόμενα και κατανοητά είναι όσα υπέστη ο κος Βενιζέλος.
Τα ίδια και χειρότερα ίσως να υφίστατο και  ο κος Γιώργος  Παπανδρέου, αν αποτολμούσε να  παραβρεθεί στην σημερινή εορταστική παρωδία των 40 χρόνων του ΠΑΣΟΚ.
Μια εορταστική φαρσοκωμωδία, που οργανώνουν αυτοί οι οποίοι το διέλυσαν και ήδη μετά το πείραμα της ΕΛΙΑΣ σχεδιάζουν την αντικατάστασή του.
Την αντικατάστασή του από ένα νέο μόρφωμα, που να μην είναι κίνημα λαού, αλλά αρχηγικό τυχοδιωκτικό ασκέρι.
Να μην είναι σοσιαλιστικό, αλλά ψευδεπίγραφα δημοκρατικό και κατ’ ουσίαν ό,τι ήθελε προκύψει σκόπιμο προς επίτευξη οποιουδήποτε είδους κυβερνητικού συνεταιρισμού.
Συνεταιρισμού ακόμη και με τον διάβολο, αρκεί να παραμείνουν σε υπουργικές θέσεις μερικά άτομα και να βολευτούν μερικοί παρατρεχάμενοί τους.

Στα ταραγμένα χρόνια που περνάμε και στα χειρότερα, που προοιωνίζονται τα καμώματα του μνημονιακού πολιτικού προσωπικού της χώρας τέτοιες και χειρότερες σκηνές απείρου κάλλους θα καθιερωθούν στην ημερήσια διάταξη των μορφωμάτων περιστασιακής διακυβέρνησης του τόπου.
Ο μόνος τρόπος για να απαλλαγεί ο δημόσιος βίος από τέτοιου είδους νοσηρά φαινόμενα, είναι να στείλει σπίτι της αυτή τη θλιβερή κουστωδία των μνημονιακών παρασίτων, που επιμένει να κυβερνά τη χώρα ενάντια στη βούληση και το συμφέρον του λαού της.
Μια λυκοσυμμαχία γαντζωμένη με νύχια και με δόντια στους κυβερνητικούς θώκους.
Υποβασταζόμενη από την ντόπια διαπλοκή και το νεοφιλελεύθερο Ευρωπαϊκό Διευθυντήριο.

Πηγή φωτογραφίας:www.matrix24.gr

 



Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2014

Κοροϊδεύουν και τους ανέργους

Ποδαρικό στο Σεπτέμβριο με το θέμα της ανεργίας επιχείρησε η Κυβέρνηση.
Και μάλιστα ποδαρικό σε επίπεδο Πρωθυπουργού.
Εγκαινιάζοντας την φθινοπωρινή περίοδο ο κος Σαμαράς διεπίστωσε ότι η ανεργία είναι «ύπουλος και σκληρός εχθρός της κοινωνίας, που υπονομεύει τα όνειρα της νεολαίας».
Χρειάσθηκαν τρία χρόνια στην αντιπολίτευση και άλλα δύο στην κυβέρνηση για να αποδεχθεί έστω και δειλά την δεινή πραγματικότητα στην οποία έχει οδηγήσει την χώρα η τυφλή εφαρμογή της πολιτικής, που κάποτε ο ίδιος αποκαλούσε «λάθος συνταγή».

Και ούτε τώρα βεβαίως θα προέβαινε σ’ αυτή την ανώφελη διαπίστωση, αν δεν τον πίεζε η απειλή των πρόωρων εκλογών.
Η απειλή αυτή είναι ο λόγος, που αναγκάζει γενικά την Κυβέρνηση να αναζητά διαύλους επικοινωνίας με τους ψηφοφόρους, οι οποίοι συλλήβδην και αθρόως εγκαταλείπουν αγανακτισμένοι τα κόμματα της συγκυβέρνησης.
Με την προεδρική εκλογή να θέτει αμείλικτα ημερομηνία λήξεως στην κυβερνητική του θητεία, το δίδυμο Σαμαρά-Βενιζέλου βλέπει τα ποσοστά των κομμάτων του, να καταρρέουν κάτω από το βάρος της απέραντης εξαθλίωσης, που βιώνει η ελληνική κοινωνία.
Άκον εκόν το συγκυβερνητικό στρατόπεδο σύρεται ήδη σε μια προεκλογική περίοδο, η οποία προδιαγράφεται μικρή και κυρίως μοιραία για όσους συνέδεσαν την πολιτική τους καριέρα με την εφαρμογή των μνημονίων.

Υπάρχει επομένως ζωτική ανάγκη να συγκρατήσουν όπως-όπως τα πενιχρά ποσοστά τους.
Στην κατεύθυνση αυτή θα επιχειρηθεί με όλα τα μέσα η καλλιέργεια κλίματος αισιοδοξίας και η ανανέωση σεναρίων ανάκαμψης και επαναφοράς της χώρας σε δήθεν τροχιά ανάπτυξης.
Παράλληλα θα μοιρασθούν αφειδώς ελπίδες και υποσχέσεις στις κατ’ ιδίαν ομάδες ψηφοφόρων.
Και εδώ ακριβώς εντοπίζεται και η ιστορική πρωτοτυπία καθ’ όσον αφορά τους νέους και το ευρύτερο χώρο των ανέργων.
Για πρώτη φορά στην Έλλάδα οι άνεργοι αποτελούν ένα ποσοστό ψηφοφόρων τόσο μεγάλο, που από μόνο του μπορεί να καθορίσει το αποτέλεσμα των εκλογών.

Σε άλλες περιόδους αρκούσε η ρουσφετολογική διαχείριση του θέματος. 
Αρκούσε οι κατά τόπους κομματάρχες των κυβερνητικών κομμάτων να μοιράσουν στα μουλωχτά θεσούλες στην δεδομένη εκλογική τους πελατεία.
Τώρα αυτό είναι παντελώς αδύνατο.
Οι άνεργοι είναι τόσοι πολλοί, που έχουν ξεπεράσει τα όρια της συλλογής των ψήφων τους μέσω διαπροσωπικών σχέσεων και υποσχέσεων.
Στο 30% ανέρχεται η ανεργία στο γενικό πληθυσμό και πάνω από 60% στους νέους σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία. 
Στην πραγματικότητα πάνω από το 50% του ενεργού πληθυσμού είναι χωρίς δουλειά. Την ίδια στιγμή κι όσοι εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα παίρνουν εξευτελιστικά μεροκάματα και αισθάνονται εν δυνάμει άνεργοι.
Οι άνεργοι λοιπόν αποτελούν μια τεράστια μάζα ψηφοφόρων, που χωρίς την ανοχή της, κανένα κόμμα δεν μπορεί να αποφύγει την εκλογική συντριβή.

Να λοιπόν γιατί ανακάλυψε οψίμως  την σκληρότητα της ανεργίας ο Πρωθυπουργός.
Και να γιατί επέλεξε συμβολικά να την παρουσιάσει ως πρώτο θέμα συζήτησης στο πρώτο μετά τις διακοπές, περίπου πανηγυρικό (και ίσως τελευταίο) Κυβερνητικό συμβούλιο απασχόλησης.
«Ύπουλο εχθρό» την χαρακτήρισε θέλοντας προφανώς να εμφανίσει ότι η κυβέρνηση κηρύσσει τον πόλεμο στην ανεργία.
 Κυρίως όμως θέλοντας να αποπροσανατολίσει την εύλογη αγανάκτηση της κοινωνίας.
Διότι βεβαίως η ανεργία ούτε αυθύπαρκτη είναι, ούτε ουρανοκατέβατη.
Δεν είναι κάν αίτιο των δεινών της χώρας. Είναι και η ίδια δεινό, αιτιατό των ασκούμενων πολιτικών. 
Αυτές οι πολιτικές είναι στην πραγματικότητα η γενεσιουργός αιτία της ανεργίας. 
Η τρόικα, τα μνημόνια, οι εφαρμοστικοί νόμοι και η τυφλή εφαρμογή τους είναι ο εξόφθαλμος «εχθρός», που καταστρέφει γοργά και συστηματικά τις παραγωγικές δομές της χώρας.
Αυτή η βιβλική καταστροφή των παραγωγικών τομέων και εντεύθεν της εγχώριας αγοράς είναι η δηλητηριώδης μήτρα της θηριώδους ανεργίας, που μαστίζει τον τόπο.

Προσπαθεί λοιπόν ο Πρωθυπουργός να βγάλει τον εαυτό του και την κυβέρνηση από το κάδρο των υπαιτίων της συμφοράς, και με τον λογοτεχνικό οίστρο, που μονίμως τον διακρίνει προσωποποιεί την ανεργία. 
Την παρομοιάζει με ύπουλο εχθρό. Της κηρύσσει τον πόλεμο. Ανάγει τον εαυτό του σε στρατηλάτη, απελευθερωτή από τα δεινά της.

Και τι κάνει;
Απευθύνεται σε εκατομμύρια ανέργους και υπόσχεται αορίστως μόλις «770.000 θέσεις εργασίας στα επόμενα χρόνια», τουτέστιν σε βάθος χρόνου απροσδιόριστο. Σα να λέμε άντε και καλή ψυχή.
Προσθέτει τα γνωστά αφηγήματα του σταματήματος της πτώσης και ξεκινήματος της ανόδου.
Καλεί τους Υπουργούς να παρουσιάσουν προτάσεις για τη αντιμετώπιση της ανεργίας στο επόμενο Κυβερνητικό Συμβούλιο απασχόλησης. Ζήσε Μάη μου…
Και το πιο κουφό απ’ όλα είναι ότι «αποφασίστηκε να συσταθεί λευκό μητρώο επιχειρήσεων, δηλαδή όποια επιχείρηση δεν χρωστά εισφορές, δεν απολύει και σέβεται την εργατική νομοθεσία, θα απαλλάσσεται από ελέγχους ΣΕΠΕ και άλλες ταλαιπωρίες». 
Δεν ξέρω κατά πόσον οι άνεργοι θα πιστέψουν ότι αυτή η εξαγγελία θα οδηγήσει σε μείωση της ανεργίας.
Πάντως οι επιχειρηματίες γνωρίζουν μετά βεβαιότητας ότι τέτοιου είδους επιχείρηση, που να πληροί τις προϋποθέσεις ένταξης στο «λευκό μητρώο» ανήκει στο σύμπαν της επιστημονικής φαντασιώσεως. 
Και προφανώς ακόμη και ο πλέον ηλίθιος των επιχειρηματιών κρατάει την κοιλιά του από τα γέλια όταν ακούει τον αρμόδιο Υπουργό Εργασίας, εξερχόμενο της συσκέψεως να δηλώνει, ότι εγγραφόμενος στο λευκό βιβλίο  «πιθανόν ίσως αυτό συνδεθεί με μείωση εισφορών».

Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι η Κυβέρνηση βρίσκεται σε δεινή θέση.
Μπροστά σε μια βιβλική καταστροφή, χωρίς αποφασιστικές αρμοδιότητες και με άδεια χέρια, κάνει μια απέλπιδα προσπάθεια παρηγορίας του πλέον μεγάλου τμήματος των ψηφοφόρων. Των ανέργων.
Των πλέον καθημαγμένων. Αυτών που κατά τεκμήριο δεν έχουν κανένα λόγο να ξαναψηφίσουν τα κυβερνητικά κόμματα και όσα άλλα δημιουργούν υποψία φιλομνημονιακής τροχιάς.
Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι η παραπάνω ξαναζεσταμένη προπαγανδιστική σούπα θα καταναλωθεί από τους «κοψοχέρηδες» ανέργους.
Το κυβερνητικό δίδυμο οφείλει πάντως να κάνει την προσπάθειά του, πολλώ μάλλον καθ' όσον οι πρώτες φθινοπωρινές δημοσκοπήσεις παρουσιάζουν εικόνα εξαέρωσης των εκλογικών τους ποσοστών.

Το ζητούμενο όμως για την αντιπολίτευση είναι να μπορέσει να σώσει τους ψηφοφόρους και από τα κόμματα, που αποτελούν τον Δούρειο ίππο της συνέχισης εφαρμογής των μνημονίων.
Αυτά που συστάθηκαν εκ των ενόντων πριν  της ευρωεκλογές.
Αυτά που έδωσαν ήδη δείγματα γραφής στήριξης μνημονιακών κυβερνήσεων και πολιτικών. 
Αυτά που κρατώντας επαμφοτερίζουσα στάση προεκλογικά είναι ύποπτα στροφής μετεκλογικά 
Όλα αυτά τα «αμαρτωλά» κόμματα και πρόσωπα έχουν προφανή στόχο να ψαρέψουν ψήφους αφελών.
Να παρεισφρήσουν στην νέα βουλή και να συμπήξουν ανόσια κυβερνητική συμμαχία κατά το πρότυπο της σημερινής συγκυβέρνησης.
Η αποκάλυψη του ρόλου αυτών των μορφωμάτων είναι  στοίχημα των υγιών κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Κι αυτό ίσως αποδειχθεί η αχίλλειος πτέρνα του αντιμνημονιακού στρατοπέδου.


Η πηγή της εικόνας εδώ