Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

Ο λαός βαρέθηκε την αναλγησία της δεξιάς και την «συνέπεια» της αριστεράς.


Αντίθετα με τους εμφατικούς τίτλους των εφημερίδων ο κος Τσίπρας στη ΔΕΘ δεν έκλεψε την παράσταση.
Στην πραγματικότητα του την χάρισαν οι πολιτικοί του κυβερνητικοί αντίπαλοι.
Για δεύτερη χρονιά ο Πρωθυπουργός επεχείρησε με κάθε τρόπο να υποβαθμίσει το πολιτικό ενδιαφέρον ενός θεσμού εμπορικού μεν, αλλά που παραδοσιακά εγκαινιάζει την χειμερινή πολιτική περίοδο της χώρας.
Περνώντας και πάλι τρέχοντας από το Βελλίδειο. Εκφωνώντας ένα άχρωμο ανούσιο λόγο γεμάτο γενικολογίες κι αοριστίες. Αποφεύγοντας τη συνέντευξη τύπου. Το μόνο που μπορούσε να ελπίζει, ήταν να περάσει κατά το δυνατόν απαρατήρητος.

Ομοίως κι ο Αντιπρόεδρος, γεννημένος για τα «δύσκολα», δεν κατάφερε να σώσει την παρτίδα. 
Με την συνήθη εγωπάθειά του εξήντλησε την ευκαιρία, που του δόθηκε, στην προβολή του εαυτού του. Την διάσωση του κόμματός του. Την διαμάχη του με τους εσωκομματικούς του αντιπάλους.  Και προκειμένου να οριοθετήσει το στίγμα του έναντι της ΝΔ, δεν δίστασε να επικρίνει ακόμη και το κόμμα με το οποίο συγκυβερνά.
Με αυτή την αποκαρδιωτική παρουσία των κυβερνητικών συνεταίρων, ήταν βέβαιο πως οποιαδήποτε εμφάνιση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, θα απέβαινε επικοινωνιακός περίπατος.

Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράδοξο ότι  ο κος Τσίπρας κατάφερε να εντυπωσιάσει με το λόγο και την αδιαμφισβήτητη σκηνική του υπεροχή.
Πολλώ μάλλον αφού και η ομιλία του στο Βελλίδειο ήταν ιδιαίτερα προσεγμένη, με αξιόλογη εσωτερική δομή. 
Κυρίως σε άμεση διαλεκτική σχέση με τους προβληματισμούς, τους καημούς του εκλογικού σώματος.

Το πλήθος των δημοσιογράφων και ο καταιγισμός των ερωτήσεων στη συνέντευξη της επόμενης μέρας, αποτέλεσε την απόδειξη του τεράστιου ενδιαφέροντος, που προκάλεσε στην κοινή γνώμη αυτή η ομιλία.
 Μια ομιλία, που σημειωτέον, μικρόψυχα και μικρόνοα η συγκυβέρνηση είχε φροντίσει να αποκλείσει τη μετάδοσή της από τα ΜΜΕ.
Διαβασμένος όμως όσο ποτέ άλλοτε ο κος Τσίπρας κατάφερε με την συνέντευξη τύπου όχι απλώς να επικοινωνήσει στο ευρύτερο κοινό το πλαίσιο και τις λεπτομέρειες του κυβερνητικού του προγράμματος, αλλά να διεξέλθει και αβρόχοις ποσί τις δημοσιογραφικές κακοτοπιές.

Κατόπιν αυτού επήλθε επικοινωνιακός ορυμαγδός.
Ούτε η Αμφίπολη, ούτε τα βυζαντινά χειρόγραφα, ούτε η χρυσαυγιάδα, οι τζιχαντιστές, ή η επιδείνωση του καιρού ήταν ικανά να εκτρέψουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.
Αναγκαστικά εφημερίδες και τηλεοράσεις περιέστρεψαν τη θεματολογία τους γύρω από το πακέτο μέτρων που εξήγγειλε ο κος Τσίπρας,  δημιουργώντας de facto κλίμα έντονης προεκλογικής περιόδου.

Το αποτέλεσμα ήταν η κυβέρνηση να περιέλθει σε πανικό. Κι αντί να προσπαθήσει να απαντήσει με σοβαρότητα στα σοβαρά ζητήματα, που τέθηκαν από την αντιπολίτευση, επιδόθηκε σε επικοινωνιακές επιθέσεις υβριστικού χαρακτήρα.
Ψεύτη, Μαυρογυαλούρο, διχαστικό αποκάλεσε τον κο Τσίπρα ο κος Βενιζέλος. 
Λαϊκιστή, εξτρεμιστή και τρομοκράτη, που επιχειρεί να τρομοκρατήσει τους βουλευτές να μη ψηφίσουν για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον χαρακτήρισε ο κος Σαμαράς.
Ως πολιτικό απατεώνα τον περιέγραψε αλαφιασμένη η Κυβερνητική εκπρόσωπος.

Λάθος τακτική.
Όταν ο πολιτικός σου αντίπαλος αρθρώνει απλό, συγκροτημένο και σαφή πολιτικό λόγο δεν έχεις ελπίδα να τον αντιμετωπίσεις με εξυπνακισμούς, ύβρεις και ξαναζεσταμένη προπαγάνδα.
Τα κυβερνητικά στελέχη είτε γιατί είναι ξεκομμένα από το εκλογικό σώμα, είτε γιατί είναι εγκλωβισμένα σε μια έξωθεν επιβαλλόμενη οικονομικο-πολιτική πλατφόρμα, δεν φρόντισαν στον πανικό τους να κατανοήσουν την ουσία και τη βαρύτητα των εξαγγελιών του ΣΥΡΙΖΑ.

Γιατί στην πραγματικότητα αυτά που υποσχέθηκε να κάνει ο κος Τσίπρας δεν ήταν ούτε ουτοπικός σοσιαλισμός, ούτε «ακατάσχετη παροχολογία».
Τα ελάχιστα αυτονόητα υποσχέθηκε ο άνθρωπος.
Σε μια κοινωνία, που πεινάει, που συνθλίβεται από τα χρέη, που εξαθλιώνεται από την ανεργία και την ακατάσχετη φοροκαταιγίδα, που μαστίζεται από την έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, υποσχέθηκε να δώσει ένα πιάτο φαΐ, να προσφέρει στοιχειώδη πρωτοβάθμια ιατρική φροντίδα.
 Όχι να χαρίσει τα χρέη. Να διευκολύνει και έτσι να εξασφαλίσει την πληρωμή τους δεσμεύθηκε ο άνθρωπος.

Σαν ψιχάλα βροχής σε διψασμένο χώμα από την μακρόχρονη ξηρασία της λιτότητας έπεσαν τα λόγια του στις καρδιές των ταλαίπωρων ψηφοφόρων.
Σαν βάλσαμο παρηγορίας στις τσουρουφλισμένες από την μνημονιακή αναλγησία ψυχούλες τους.

Τόση ήταν η απήχηση ακόμη και στους παραδοσιακούς, πλην χαροκαμένους ψηφοφόρους του κυβερνητικού συνασπισμού, και τόσο θορυβήθηκε η κυβέρνηση, που η κα Βούλτεψη αλαφιασμένη επιδόθηκε σε απέλπιδα προσπάθεια να περισώσει τουλάχιστον όσους απέμειναν. Τους ένστολους. Τους αγρότες. Τους νοικοκυραίους ιδιοκτήτες ακινήτων, τους ΕΝΦΙόπληκτους.

Μάταιος κόπος. Λάθος τρόπος.
Όσο πιο πολύ κατηγορούν το ΣΥΡΙΖΑ για παροχολογία και Μαυρογιαλουρισμό οι καθηγητές του παλαιοκομματισμού, οι πρωταγωνιστές των Ζαππείων και οι εφευρέτες του πελατειακού κράτους, τόσο περισσότερο μοιάζουν να «μιλούν για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου».
Το χειρότερο είναι ότι χαρακτηρίζοντας σαν μεγάλες, «λαϊκιστικές» και αδύνατες τις στοιχειώδεις υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, τόσο πιο πολύ πείθουν τον κόσμο πως οι ίδιοι δεν έχουν σκοπό να τον ανακουφίσουν, παρά θα εμμείνουν στην εξαθλιωτική τους τακτική.
Χαρακτηρίζοντας τον Τσίπρα σπάταλο λαϊκιστή, επειδή υπόσχεται συσσίτια στους πεινασμένους και φάρμακα στους αρρώστους, το μόνο που καταφέρνουν είναι να πείσουν για τη δική τους απύθμενη κοινωνική αναλγησία.
Κατηγορώντας τον ως ουρανοβάμονα επειδή υπόσχεται να διευκολύνει τους οφειλέτες να μη χάσουν τα σπίτια και δεσμεύεται να διαπραγματευτεί σκληρά με τους δανειστές, το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να πείθουν τους έντρομους ψηφοφόρους, ότι η σούπερ-μνημονιακή συγκυβέρνηση, με το «ρεαλισμό» που τη διακρίνει, θα εφαρμόσει αναντίρρητα τα κελεύσματα της Γερμανικής Καγκελαρίας, απογυμνώνοντας τη χώρα και τους πολίτες της από κάθε ίχνος περιουσιακού στοιχείου.
Παρόλα αυτά οι σπασμωδικές κινήσεις μιας δεξιάς αυγκυβέρνησης, που βρίσκεται σε πλήρη δυσαρμονία με το προεκλογικό της πρόγραμμα και συνακόλουθα με την εκλογική της βάση, είναι αναμενόμενες και απολύτως κατανοητές.

Πιο παράδοξες προβάλλουν όμως οι αντιδράσεις της ευρύτερης αριστεράς, που σπεύδοντας και αυτή να επιτεθεί στις εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αποφύγει  in praxis την φρασεολογική συμπόρευση με τους δεξιούς επικριτές του.
Για δεξιά στροφή, ιδεολογική υποχώρηση και παραπλανητική τακτική του κου Τσίπρα γκρινιάζει η πέραν του ΣΥΡΙΖΑ αριστερά.
Πόσο δικαιολογημένες όμως είναι οι αιτιάσεις και πόσο καλόπιστες οι ανησυχίες της?

Ορθώς διακρίνει το ΚΚΕ ή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, πως τα όσα εξήγγειλε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Βελλίδειο πόρρω απέχουν από ένα πρόγραμμα σοσιαλιστικής διακυβέρνησης.
Ορθώς επισημαίνουν ότι στο πλαίσιο της ΕΕ ούτε η εθνική ανεξαρτησία είναι εφικτή, ούτε η λαϊκή κυριαρχία εξασφαλίζεται, ούτε ο παραγόμενος πλούτος μπορεί να διανεμηθεί ακριβοδικαίως.

Όμως αυτό τι σημαίνει άραγε? 
Μήπως ότι στο βωμό ενός μαξιμαλιστικού στόχου θα πρέπει να αφεθεί η χώρα να κυβερνάται από ανάλγητες νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις μέχρι «να βγάλει ο ήλιος κέρατα»?
Ότι οι προοδευτικές πατριωτικές δυνάμεις του τόπου, θα πρέπει να κάθονται να παρακολουθούν τους καλοθελητές να εξανεμίζουν την δημόσια περιουσία και να ξεπουλούν τον εθνικό πλούτο στο διηνεκές?
Ότι η αριστερά θα πρέπει να ομφαλοσκοπεί, να διαιρείται σαν την αμοιβάδα και να αυτοϊκανοποιείται σε παραγωγή ιδεών, κριτικών και αναλύσεων, παρακολουθώντας εκ του μακρόθεν την εξόντωση των εργαζομένων, των συνταξιούχων, των μικρομεσαίων, των αγροτών.
Να παρακολουθεί κατ’ ουσίαν απαθής την νεοφιλελεύθερη δεξιά να οργανώνει και να διαχειρίζεται το πάρτι των τραπεζιτών, των δανειστών και των ντόπιων διαπλεκόμενων ολιγαρχών στην καμπούρα των ραγδαίως εξαθλιούμενων λαϊκών στρωμάτων?

Προφανώς αυτή δεν μπορεί να είναι η λογική της αριστεράς.
Γιατί ο μαξιμαλισμός, ο σεχταρισμός και ο μηδενισμός υπήρξε διαχρονικά το δεκανίκι, «το βούτυρο στο ψωμί» των δεξιών κυβερνήσεων.

Αυτό που φαίνεται για άλλη μια φορά να μη κατανοεί η πέραν του ΣΥΡΙΖΑ αριστερά είναι ότι πέρα από την βασική αντίθεση της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, υπάρχει μια κυρίαρχη αντίθεση, που χαρακτηρίζει την ιστορική συγκυρία και είναι ικανή να κινητοποιήσει την κοινωνία σε μια προοδευτική κατεύθυνση.

Η κυρίαρχη λοιπόν αντίθεση στην παρούσα φάση είναι η αντίθεση μνημόνιο – αντιμνημόνιο.

Αυτήν ξορκίζουν σε κάθε ευκαιρία τα κυβερνητικά στελέχη, γιατί φαίνεται να έχουν αντιληφθεί καλλίτερα από την αριστερά, ότι αυτή η αντίθεση είναι ικανή να συσπειρώσει ευρύτερα στρώματα του πάσχοντος πληθυσμού και να δημιουργήσει μια υπερκομματική εκλογική χιονοστιβάδα, που θα ανατρέψει τις πολιτικές δυνάμεις της διαπλοκής και του σκοταδισμού.

Το σημαντικότερο λοιπόν από την παρουσία του κου Τσίπρα στην ΔΕΘ ήταν ακριβώς αυτό.
Ότι παρουσίασε ένα πακέτο εξαγγελιών που καλύπτουν τα ελάχιστα προαπαιτούμενα συγκρότησης ενός ευρέως αντιμνημονιακού μετώπου.
Πέρα από κομματικές αγκυλώσεις.
Πέρα από ιστορικές προκαταλήψεις.
Πέρα από  μεμψίμοιρες ιδεοληψίες.
Και για αυτό το λόγο δικαίως η δεξιά αναγνωρίζει στο λόγο του Τσίπρα τον μόνο «επικίνδυνο» αντίπαλό της.
Γιατί παρουσιάζει ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα σωτηρίας της χώρας που μπορεί να συσπειρώσει όλες τις προοδευτικές, αντιμνημονιακές, πατριωτικές δυνάμεις, που ονειρεύονται, ποθούν και ευαγγελίζονται ανιδιοτελώς την σωτηρία του λαού και του τόπου.

Και ως τέτοιο το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν είναι η πεμπτουσία του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.
Προβάλλει όμως αναμφίβολα ρεαλιστικό, στοιχειωδώς φιλολαϊκό, ανατρεπτικό μιας ανάλγητης νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης, πατριωτικό.
Αφουγκράζεται την αγωνία της κοινωνίας και απαντά θετικά στις άμεσες ανάγκες του κοσμάκη.
Αντιλαμβάνεται την αδήριτη διαλεκτική αναγκαιότητα και χρησιμοποιεί την κυρίαρχη αντιμνημονιακή αντίθεση ως εφαλτήριο για την απαλλαγή της χώρας από τα δεσμά και τον «θανατηφόρο» εναγκαλισμό των δανειστών της.

Έτσι αυτό το πρόγραμμα, το «μετριοπαθές» για την αριστερά, το υπερβολικά «απλόχερο» για την δεξιά, καθίσταται το μόνο πραγματικά αριστερό πλαίσιο δράσης.
Τόσο αφοπλιστικά αριστερό που ταυτοποιεί αυτόματα ως αντιδραστικούς όλους συλλήβδην τους επικριτές του από οποιοδήποτε πολιτικό χώρο κι αν προέρχονται. Από οποιαδήποτε οπτική γωνία και αν επιχειρούν να του ασκήσουν κριτική.

Ο λαός έχει κουραστεί τόσο από την αναλγησία της δεξιάς, όσο και από την αδιέξοδη «συνέπεια» της αριστεράς.
 Ως εκ τούτου η ιστορική συγκυρία θα επιβάλλει την λύση του δράματος στη βάση της αντίθεσης που κυριαρχεί.
Γιατί μπορεί οι δημοκρατίες να έχουν αδιέξοδα, κυρίως όταν παραβιάζεται η συνταγματική τους λειτουργία.
Όμως η ιστορία δεν έχει, γιατί ακριβώς αναπτύσσει δυναμικές στη βάση των συγκυριακών κοινωνικών αντιθέσεων. 
Δημιουργεί κοινωνικά ρεύματα και γεννά ηγετικές προσωπικότητες.
Σε μια τέτοια ιστορική στιγμή βρίσκεται πλέον η χώρα, αλλά και η Ευρώπη.

Ο νοών νοείτω…

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ορθώς διακρίνει το ΚΚΕ ή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, πως τα όσα εξήγγειλε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο Βελλίδειο πόρρω απέχουν από ένα πρόγραμμα σοσιαλιστικής διακυβέρνησης.
"Ορθώς επισημαίνουν ότι στο πλαίσιο της ΕΕ ούτε η εθνική ανεξαρτησία είναι εφικτή, ούτε η λαϊκή κυριαρχία εξασφαλίζεται, ούτε ο παραγόμενος πλούτος μπορεί να διανεμηθεί ακριβοδικαίως.
Όμως αυτό τι σημαίνει άραγε?
Μήπως ότι στο βωμό ενός μαξιμαλιστικού στόχου θα πρέπει να αφεθεί η χώρα να κυβερνάται από ανάλγητες νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις μέχρι «να βγάλει ο ήλιος κέρατα»?"

"Η συνεδρίαση του εκδοτικού ομίλου συνεχιζόταν. «Πόσα λένε ότι χρωστάμε στις τράπεζες και το κράτος;», ρώτησε το αφεντικό. «Κάπου στα 500 εκατομμύρια ευρώ και…». «Μη μου βάζετε τα "και" γ…ώ το ξεσταύρι σας. Στρογγυλά τα νούμερα. Πεντακόσια και μετά εξακόσια». «Πεντακόσια αφεντικό». «Και πόσο έχετε υπολογίσει ότι θα πηγαίνει το ευρώ σε δραχμές;». «Γύρω στα 70 εκατομμύρια δραχμές το ευρώ. Τον πρώτο μήνα όμως αφεντικό, γιατί μετά θα ανέβει ο πληθωρισμός και στον δεύτερο μπορεί να έχει πιάσει τα 200». «Ωραία, να θυμηθώ να κρατήσω ένα δεκάρικο σε ευρώ για να πληρώσω τα χρέη στο κράτος και παιδιά πάμε γερά. Ολοι μαζί με μια φωνή. Η Ελλάδα πρέπει να ξαναγυρίσει στη δραχμή».

Μην ξεχάσουμε, λοιπόν, να επιστρέψουμε στη δραχμή, ώστε και τα νέα παιδιά να ζήσουν τις μεγάλες στιγμές να...

...τους ψάχνουν στα ελληνικά αεροδρόμια για να μη βγάλουν συνάλλαγμα και να περιμένουν στις ουρές στα ευρωπαϊκά προξενεία μαζί με τα παιδιά της Υπατείας για να πάρουν τη βίζα τους. Να ζήσουν την εποχή που όταν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επέστρεφε στην Ελλάδα, αυτός και η συνοδεία του κουβάλαγαν air condition, όπως είχε κάνει ο Σαρτζετάκης στο ταξίδι του στην Κίνα. Μην τη χάσουμε την ευκαιρία. Στη δραχμή αδελφές, στη δραχμή, που θα έγραφε και ο Τσέχοφ."


choricos είπε...

Ενδιαφέρον σχόλιο και διασκεδαστική η παραβολή του εκδοτικού ομίλου.
Μόνο που η ανάρτησή μας δεν προτείνει επιστροφή στη δραχμή. Τουναντίον ασκεί κριτική σε πολιτικές απόψεις, που εν ονόματι της αριστερής συνέπειας απαξιώνουν κάθε προσπάθεια βελτίωσης του τρόπου διακυβέρνησης εντός του Ευρωπαϊκού πλαισίου. Προφανώς με το κοινό νόμισμα, που έχει για κάποιες χώρες αυτό το πλαίσιο.
Και μια λεπτομέρεια.
Αντίθετα με την χαριτωμένη εικόνα της διηγήσεώς σας, στην Ελληνική πραγματικότητα οι μεγάλοι, γνωστοί και μη εξαιρετέοι, εκδοτικοί όμιλοι δεν προπαγανδίζουν επιστροφή στη δραχμή. Την παραμονή στο ευρώ στηρίζουν με νύχια και με δόντια..
Νομίζω...?