Παρακολουθώ με προσοχή τις τελευταίες ημέρες τις θέσεις των κομμάτων και τις τοποθετήσεις των πάσης φύσεως και αποχρώσεως «παραθυριστών» επάνω στο θέμα της οικονομικής κρίσης και αισθάνομαι απέραντη πλήξη.
Είναι εκπληκτικό πως άνθρωποι που υποτίθεται ότι εκκινούν από διαφορετική ιδεολογική αφετηρία καταφέρνουν να ερίζουν αχαλίνωτα, προτείνοντας κατ’ ουσίαν παρεμφερή ημίμετρα, που απέχουν παρασάγγας από την φύση του πράγματος.
΄Εβλεπα για παράδειγμα προ ημερών την μια γνωστή για την μαχητικότητά της εκπρόσωπο αριστερού κόμματος, η οποία αφού έβγαλε τις παραδοσιακές ιαχές κατά του eυρώ, της ευρωπαϊκής ένωσης κ.λ.π και αφού μας πληροφόρησε ότι το κόμμα της έγινε πλέον κόμμα των μικρομεσαίων, αναφέρθηκε στα μέτρα «περαίωσης» και επέκρινε τον κ. Αλογοσκούφη προτείνοντας με ύφος σαράντα καρδιναλίων ότι το ποσό για κάθε παρελθούσα χρήση θα έπρεπε να είναι στο ήμισυ του ορισθέντος και η καταβολή του να επιτρέπεται με δόσεις.
Δηλαδή οι διαφορές μεταξύ ενός φιλελεύθερου κόμματος, που κυβερνά και ενός «κομμουνιστικού» κόμματος, που επαγγέλλεται να «συντρίψει» τον καπιταλισμό είναι απολύτως ποσοτικές.
Καμιά ουσιαστική ποιοτική διαφορά. Η διχογνωμία περιορίζεται όχι στο αν πρέπει να επιβληθεί το «χαράτσι», αλλά πόσο μεγάλο θα είναι και ποιες διευκολύνσεις χρειάζονται στον τρόπο της πληρωμής.
Παρομοίως οι συζητήσεις, που γίνονται σε σχέση με τα 28 δις περιστρέφονται γύρω από δευτερεύοντα διαδικαστικά ζητήματα για τους όρους και τις εξασφαλίσεις του δημοσίου έναντι των τραπεζών και ουδείς αρθρώνει σοβαρή ένσταση για την ταμπακέρα.
Για το αν δηλαδή θα πρέπει αυτά τα χρήματα να διοχετευθούν στην αγορά μέσω του «οχήματος» των τραπεζών, όπως ευγενικά ανέφερε ο κ. πρωθυπουργός κατά την τελευταία συνέντευξή του στις Βρυξέλλες, επιδιώκοντας να αποφύγει την μπανάλ αλλά εννοιολογικά προσφορότερη λέξη «μεσάζοντας».
Όταν το κεφαλαιουχικό (καπιταλιστικό) καθεστώς διαδέχθηκε την φεουδαρχία οι τράπεζες και τα χρηματιστήρια απετέλεσαν ένα σοβαρό μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας.
Δομήθηκαν και λειτούργησαν σαν εργαλεία ρύθμισης της διακίνησης του χρήματος και των τιμών των εμπορευμάτων. Σαν παράγοντας εξασφάλισης των συναλλακτικών κανόνων σε διεθνές επίπεδο. Σαν εγγυητές της ασφάλειας των συναλλαγών και των αξιών σε παγκόσμια κλίμακα.
Η τότε επαναστατική αλλαγή-απελευθέρωση των παραγωγικών σχέσεων είχε ανάγκη από την τότε ριζοσπαστική αντικατάσταση των παραδοσιακών τοκογλύφων από σύγχρονες κεφαλαιουχικές επιχειρήσεις, που θα εξασφάλιζαν την ρευστότητα επί τη βάσει σταθερών κανόνων και αναπτυξιακών κριτηρίων.
Το εμπόριο είχε ανάγκη επίσης, από χρηματιστήρια, που θα προσδιόριζαν αντικειμενικά τις εμπορευματικές αξίες των προϊόντων και τις αγοραίες αξίες των επιχειρήσεων και θα διευκόλυναν την σύναψη συμβάσεων αγοραπωλησίας των.
Στην αρχή λοιπόν οι τράπεζες και τα χρηματιστήρια λειτούργησαν εποικοδομητικά στην απελευθέρωση των παραγωγικών δυνάμεων, ως δορυφόροι υποστήριξης της πρωτογενούς παραγωγικής οικονομίας.
Στη συνέχεια οι δορυφόροι αυτονομήθηκαν.
Η υποστηρικτική λειτουργία μεταλλάχθηκε σε κερδοσκοπικό αυτοσκοπό.
Το διαθέσιμο πραγματικό προϊόν έπαψε να έχει σημασία.
Τα χρηματιστήρια πλέον έφθασαν να διαπραγματεύονται ποσότητες, υπερπολλαπλάσιες της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής (οι γνωστές ως φούσκες). Παράλληλα οι τράπεζες μετεξελίχθηκαν από αρωγούς των επιχειρήσεων στην παραγωγή πλούτου σε ανήμερα θηρία συγκέντρωσης του πλούτου, στραγγαλίζοντας έτσι αντί να ζωογονούν την παραγωγή.
Αυτή η στρεβλή εξέλιξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος, που ξέφυγε από τον αρχικό του προορισμό κατέστησε αρχικά τις τράπεζες τροχοπέδη της παραγωγής και της περαιτέρω οικονομικής ανάπτυξης και στη συνέχεια φορείς δηλητηριασμού της παγκόσμιας οικονομίας.
Σήμερα όλοι αποδέχονται ότι από τις τράπεζες ξεκίνησε το ντόμινο της κρίσης, όπως και όλοι συμφωνούν ότι για την καταπολέμηση της ύφεσης απαιτείται η στήριξη της πραγματικής οικονομίας.
Όπως όμως ήτανε δύσκολο στους φεουδάρχες να φαντασθούν ένα οικονομικό σύστημα χωρίς τσιφλίκια, έτσι μοιάζει να είναι δύσκολο στους σύγχρονους οικονομολόγους και πολιτικούς να φαντασθούν μια διακίνηση κεφαλαίων χωρίς τράπεζες.
Όλοι συμφωνούν ότι ο στόχος είναι να διοχετευθούν κρατικά χρήματα στον αγροτικό και βιομηχανικό τομέα, στον μικρομεσαίο επαγγελματία, στον μικρομεσαίο καταναλωτή.Όλοι διαισθάνονται ότι ο δημιουργός του προβλήματος, οι τράπεζες, δεν είναι ο καταλληλότερος φορέας για τη λύση του.Όλοι δυσπιστούν για την ικανότητα των τραπεζικών στελεχών να συστρατευθούν στη διαχείριση μιας κρίσης με λογική δημοσίου συμφέροντος και όχι βουλιμικής τοκογλυφίας.
Παρόλα αυτά οι συζητήσεις και αντιδικίες εξαντλούνται σε δευτερεύοντα ζητήματα αν και πόσες τράπεζες θα συμμετάσχουν στη διακίνηση του δημόσιου πακτωλού χρημάτων, πώς θα διασφαλισθεί η διαφάνεια της διαδικασίας ή πώς θα λειτουργήσει αξιόπιστα ο κρατικός έλεγχος.
Έτσι αντί να γίνουν γρήγορες κινήσεις, που να στοχεύουν άμεσα στην καρδιά του προβλήματος, ο τόπος πελαγοδρομεί σε άγονες συσκέψεις και ανούσιες διαπραγματεύσεις με τους τραπεζίτες, η αγορά πνέει τα λοίσθια και οι πολίτες ανεξαρτήτως εισοδηματικής κλίμακας ή επαγγελματικού κλάδου οδηγούνται σε απόγνωση.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι ευνόητο ότι μπορεί η δημοκρατία να μην έχει ποτέ αδιέξοδα, αλλά πάντα υπάρχουν αδιέξοδες πολιτικές.
Και οι αδιέξοδες πολιτικές αργά η γρήγορα βάζουν στο περιθώριο κόμματα και πολιτικούς που τις υποστηρίζουν.
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του φετινού εορτασμού της επετείου της 28ης Οκτωβρίου. Για πρώτη φορά αντί στρατιωτικών και μαθητικών σχηματισμών παρήλασαν από άκρου σ’ άκρο της χώρας άνεργοι και φτωχοί εργαζόμενοι.
Μπορεί να έφεραν μαύρες σημαίες, αλλά αυτή τη φορά δεν ήταν αναρχικοί ή ποδοσφαιρόφιλοι ταραξίες. Ήσαν απλοί απεγνωσμένοι πολίτες, που ένοιωσαν πρώτοι στο πετσί τους τα δόντια του θηρίου της «ελεύθερης αγοράς».
Μέχρι τώρα είχαμε συνηθίσει σε οργανωμένες διαδηλώσεις, συντονιζόμενες από πολιτικά κόμματα ή έστω συνδικαλιστικούς φορείς με συγκεκριμένη εκάστοτε κομματική ταυτότητα.Αυτή τη φορά οι πολίτες κινήθηκαν αυθόρμητα και φάνηκε ότι παρέκαμψαν το σύνολο των κομματικών σχηματισμών, αιφνιδιάζοντας τα πολιτικά στελέχη, που βρέθηκαν σε προφανή αμηχανία.
Στοιχειώδες λοιπόν πολιτικό αισθητήριο υπαγορεύει την αποκρυπτογράφηση του μηνύματος αυτού του πρωτοφανούς γεγονότος.
Οι πολίτες απαιτούν από τους πολιτικούς να ανατρέψουν τις κατεστημένες λογικές, να υπερβούν τις παραδοσιακές νοοτροπίες, να επιδείξουν σύνεση, φαντασία και τόλμη.
Να πείσουν για τις καλές τους προθέσεις, αλλά κυρίως να προβάλλουν συγκροτημένο σχέδιο εξόδου από την κρίση με ρεαλιστική μεθοδικότητα δράσης.
Όποιος πολιτικός ή κόμμα μπορέσει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων θα καταφέρει να κερδίσει ηγετικό ρόλο.
Πρόκειται για μια πρωτοφανή οικονομική κρίση.
Χρειάζονται επομένως πρωτότυπες ριζοσπαστικές κινήσεις.
Σε ότι αφορά την αναθέρμανση της πραγματικής οικονομίας, απαιτείται η άμεση ταχεία διοχέτευση χρήματος στην αγορά.
Οι τράπεζες με την σημερινή τους δομή, οργάνωση και φιλοσοφία δεν αποτελούν αξιόπιστο εργαλείο.
Αν είναι έτσι η επιλογή είναι μονόδρομος για τους πολιτικούς:
Παρακάμψτε τις τράπεζες.
Το δημοκρατικό κράτος δεν έχει αδιέξοδα.
Διαθέτει δίκτυα, στελεχιακό δυναμικό και ανάλογους μηχανισμούς.
Ας αξιοποιήσει τις ΔΟΥ, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, την Αγροτική Τράπεζα, το ταμιευτήριο, τα ΕΛΤΑ,τα ταμεία των νομαρχιών και των δήμων.
Ας εξαγοράσει τράπεζες, αλλά γιατί όχι ας επιτάξει καταστήματα και ας επιστρατεύσει υπαλληλικό προσωπικό τραπεζών.
Αν οι πολιτικοί δεν καταφέρουν να κάνουν την αναγκαία υπέρβαση εντός των ορίων του συστήματος παρακάμπτοντας τις τράπεζες, που όπως προεκτέθηκε έχουν ξεφύγει από τον αρχικό τους προορισμό, τότε κινδυνεύουν να παρακαμφθούν οι ίδιοι μαζί με το σύστημα από τους πολίτες.
Και τότε αντί να σφραγίσουν με την παρουσία τους την ιστορική εξέλιξη, όπως ενδεχομένως ονειρεύονται, θα απομείνουν να παρακολουθούν αμήχανοι την ιστορία, που θα τους προσπεράσει αδιάφορη.
Στην καλύτερη περίπτωση σαν ανεμοστρόβιλος και στην χειρότερη περίπτωση σαν οδοστρωτήρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου