Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011

ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ: Μια αθλιότητα, που στοιχίζει πανάκριβα.

Κάποιοι αντιλαμβάνονται το ποδόσφαιρο ως «θρησκεία», κάποιοι άλλοι το βλέπουν ως εργαλείο πολιτικής. Προφανώς και οι δύο αντιλήψεις ανάγονται στην παθολογία του αθλήματος. Και είναι χαρακτηριστικό ότι το ποδόσφαιρο από μεν την θρησκεία έχει πάρει τον φανατισμό, από δε την πολιτική τον επαγγελματισμό. Θανάσιμα ελαττώματα στα οποία εν πολλοίς οφείλει την διαχρονική του κακοδαιμονία.

Το δυστύχημα είναι ότι αυτοί που θεωρητικά αγαπούν το άθλημα, μοχθούν και κόπτονται περί της αναβαθμίσεως του, είναι εκείνοι που στην πράξη κάνουν ότι μπορούν για την φθορά και τον ευτελισμό του.

Αρμόδιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, παράγοντες όλων των βαθμίδων, διαιτησία, ποδοσφαιριστές, ομάδες, σύλλογοι οπαδών, αθλητικογράφοι, αθλητική δικαιοσύνη, όλοι μαζί και ο καθένας ξεχωριστά δεν παραλείπουν να κάνουν ότι περνάει από το χέρι τους για να ενθαρρύνουν αντιαθλητικές συμπεριφορές, να υπονομεύσουν την αξιοπιστία των αθλητικών διοργανώσεων και να ενισχύσουν τις διεργασίες σήψης και αποσύνθεσης του αθλήματος.

Το «ντέρμπυ των αιωνίων», που τάραξε την επικαιρότητα της εβδομάδας δεν είναι σίγουρα ότι χειρότερο έχει να επιδείξει ο χώρος του ποδοσφαίρου ή το εξελισσόμενο πρωτάθλημα. Είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου. Το κερασάκι στην τούρτα (για να ακριβολογήσουμε μια μικρή ακαθαρσία σε ένα απέραντο βόθρο).

Έχει όμως ακαδημαϊκή αξία γιατί αποτελεί ένα πλήρες υπόδειγμα της παθολογίας, επί το ορθότερο της αθλιότητας, του Ελληνικού ποδοσφαίρου.

Διαθέτει τα πάντα. Την βαρβαρότητα των οπαδών, τον βεντετισμό των παικτών, την στραβομάρα των διαιτητών, την αναίδεια των διοικήσεων, τον φαρισαϊσμό και την δειλία των κυβερνώντων και τέλος την κακώς εννοούμενη επιείκεια της αθλητικής δικαιοσύνης.

Ανήκω σ’ αυτούς, που δεν τρελαίνονται για το ποδόσφαιρο. Κατανοώ όμως πλήρως την ανάγκη όσων συμπολιτών μου αρέσκονται να ασχολούνται μ’ αυτό με οποιοδήποτε τρόπο και με οποιαδήποτε ιδιότητα.

Αυτό που δεν κατανοώ είναι γιατί ο Έλληνας φορολογούμενος υποχρεώνεται όλα αυτά τα χρόνια να πληρώνει τεράστια ποσά για την διατήρηση ιδιωτικών επιχειρήσεων, όπως είναι οι ΠΑΕ, οι οποίες εξυπηρετούν την κερδοσκοπία ή την ματαιοδοξία κάποιων επαγγελματιών του είδους (παικτών, επιχειρηματιών ή παρατρεχάμενων αδιάφορο), την ψηφοθηρία κάποιων συγκεκριμένων δήθεν φίλαθλων πολιτικάντηδων και κάθε τόσο καταφέρνουν να εξευτελίζουν την χώρα με τις ασχημίες τους.

Και ιδιαίτερα σήμερα στην εποχή των ισχνών αγελάδων, όπου περισσεύει η οικονομική δυσπραγία καθώς και ο ποικιλότροπος καθημερινός διεθνής μας εξευτελισμός.

Αυτή η κυβέρνηση που δεν διστάζει να περικόψει την πενιχρή σύνταξη της γιαγιάς, που θεσμοθετεί την ποινική καταδίκη του μεροκαματιάρη ο οποίος αδυνατεί να καταβάλει το αντίτιμο του εισιτηρίου και απειλεί με αυτόφωρο τον περιπτερά για καθυστέρηση μικροποσών στην εφορία, μήπως πρέπει επιτέλους να σταματήσει αμέσως κάθε μορφής χρηματοδότηση των ποδοσφαιρικών ομάδων να αναζητήσει τα αχρεωστήτως κατά το παρελθόν καταβληθέντα (και από τους εκάστοτε υπουργούς που τα κατέβαλαν) και να στείλει και κανένα κλιμάκιο του ΣΔΟΕ κατά Σούπερ Λίγκα μεριά;

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

ΛΙΒΥΗ ώρα μηδέν

Ο Μαουμάρ Καντάφι ξεκίνησε την πολιτική του σταδιοδρομία ως ιδεολογικός συγγενής και καλός φίλος του Ανδρέα Παπανδρέου και κατέληξε επιχειρηματικός συνεργάτης και «κολλητός» του κου Μπερλουσκόνι.
Στην πρώτη φάση υπήρξε ένας λαοφιλής ηγέτης, που στράφηκε κατά της βασιλείας και της αποικιοκρατίας, προσφέροντας στο λαό του μερίδιο από την εκμετάλλευση των πετρελαιοπηγών της Λιβύης και στην συνέχεια εξελίχθηκε σε ένα στυγνό δικτάτορα, που μέσω ενός ανελεύθερου και διεφθαρμένου καθεστώτος θησαύρισε εις βάρος του εθνικού πλούτου της πατρίδας του.
Στο πρώτο διάστημα για τη Δύση ήταν «ο Τρελός», που τολμούσε να τα βάζει με όλους, υποστήριζε τις φονταμενταλιστικές αραβικές οργανώσεις και προσπαθούσε να ενώσει και να ξεσηκώσει την Αφρικανική ήπειρο. Το τελευταίο διάστημα όμως είχε γίνει το χαϊδεμένο παιδί της Ευρώπης και της Αμερικής. Ο φιλόξενος κυβερνήτης, στο περιβάλλον του οποίου μπορούσε να βρει πεδίο κέρδους λαμπρό κάθε επιχειρηματίας. Σήμερα ξανάγινε «ο τρελός δολοφόνος», που δεν διστάζει να βομβαρδίζει την ίδια του τη χώρα και να σκοτώνει ανηλεώς και αδιακρίτως άμαχους πολίτες, που ζητούν ελευθερία, δημοκρατία και αξιοπρέπεια.

Συγκεκριμένοι κύκλοι στην Ελλάδα δεν έχασαν την ευκαιρία να επιτεθούν στην μνήμη του Ανδρέα Παπανδρέου με προφανή στόχο τη δυσφήμιση των φωτεινών στιγμών της Ελληνικής ιστορίας προκειμένου να επιτευχθούν ανιστόρητοι συμψηφισμοί και να προσφερθεί πολιτικό άλλοθι για αθλιότητες του σήμερα.
Την ίδια εποχή φίλοι του Ανδρέα Παπανδρέου ήταν και η Ιντιρα Γκάντι, ο Γιασέρ Αραφάτ, ο Φρανσουά Μιτεράν, ο Όλαφ Πάλμε και πολλοί άλλοι, γιατί υπήρξε μια εξέχουσα προσωπικότητα με τεράστια διεθνή ακτινοβολία, που επηρέαζε με τη σκέψη και τη δράση του το πολιτικό γίγνεσθαι του πλανήτη επί αρκετές δεκαετίες.
Είναι προφανές ότι για το κατάντημα του Καντάφι φταίει ο ίδιος και όσοι συνέβαλαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην διαφθορά του και όχι ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Είναι επίσης ευνόητο ότι, αν πρέπει κάποιοι να απολογηθούν, δεν είναι εκείνοι, που προσπάθησαν να τον υποστηρίξουν διπλωματικά στην πρώτη περίοδο, όπου εμφανιζόταν σαν ένας φιλόπατρις λαοπρόβλητος ηγέτης, αλλά μάλλον αυτοί, που τα τελευταία χρόνια εθελοτυφλώντας φρόντιζαν να τον στηρίζουν προκειμένου να συναλλάσσονται επιχειρηματικά με την οικογένειά του και το διεφθαρμένο περιβάλλον του, αδιαφορώντας για την δυστυχία του Λιβυκού λαού.
Και είναι βεβαίως αυτονόητο ότι οι πλείστοι απ’ αυτούς τους μικρόψυχους και μικρόνοες πολιτικούς αντιπάλους του Ανδρέα Παπανδρέου, δεν είχαν ποτέ σχέσεις με τον Μαουμάρ Καντάφι όχι γιατί δεν το επιθύμησαν, αλλά απλώς διότι το μικρό ειδικό βάρος τους ως πολιτικών τους κράτησε ανέκαθεν στο περιθώριο των διεθνών εξελίξεων.

Ανεξάρτητα όμως από όλα αυτά, εκείνο που έχει σήμερα περισσότερη σημασία είναι ότι στη Λιβύη ετούτες τις ώρες συντελείται ένα φρικαλέο έγκλημα εις βάρος του Λιβυκού λαού, στο οποίο κανένας πλέον δεν δικαιολογείται να κλείσει τα μάτια.
Η διεθνής κοινότητα και όλα τα πολιτισμένα κράτη ξεχωριστά υποχρεούνται να παρέμβουν και να χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα που διαθέτουν για την απομάκρυνση αυτού του αιμοσταγούς δικτάτορα και τη στήριξη των Λιβύων, που αγωνίζονται απεγνωσμένα για τα στοιχειώδη ανθρώπινα και δημοκρατικά δικαιώματά τους.
Ιδιαίτερα δε η Ελληνική Κυβέρνηση οφείλει να εξαντλήσει το διπλωματικό της οπλοστάσιο ώστε σ’ αυτή τη φάση να προστατεύσει τους Έλληνες που βρίσκονται εκεί, αλλά και όσους μπορεί από άλλες εθνικότητες και σε δεύτερη φάση να βοηθήσει στην ανασυγκρότηση αυτής της χειμαζόμενης χώρας.

Το δε αναγκαίο δίδαγμα που εξάγεται από τις εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων στον Αραβικό κόσμο, είναι ότι οι κάθε λογής επίδοξοι επιχειρηματίες, μηδέ του Ελληνικού Δημοσίου εξαιρουμένου, θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί τί και ιδίως με ποιούς διαπραγματεύονται, διότι είναι ηλίου φαεινότερο ότι τα περισσότερα από αυτά τα καθεστώτα δεν εκπροσωπούν το λαό τους και μάλλον έχει τελειώσει ο ιστορικός τους κύκλος.

Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2011

1821- Μια απαράγραπτη παρακαταθήκη που κάποιοι επενδύουν στην παραχάραξή της.


Η μέχρι χθες κρατούσα και διδασκόμενη άποψη για την περίοδο του 1821 παρουσίαζε μια soft και μάλλον ρομαντική εικόνα της ιστορικής πραγματικότητας, περιοριζόμενη κυρίως στην εξιστόρηση ηρωϊκών στιγμών με εξιδανικευμένους πρωταγωνιστές. Με τον κλήρο να πρωτοστατεί αρχικά στη διάσωση του γένους κατά τους χαλεπούς χρόνους της Τουρκοκρατίας και στη συνέχεια να ηγείται πνευματικά του παλλαϊκού ξεσηκωμού. Με τους πολιτικούς να συμβάλλουν με ασαφή τρόπο και τις ξένες δυνάμεις να στηρίζουν καθοριστικά τον αγώνα, ευαισθητοποιούμενες από τις θυσίες και τα ολοκαυτώματα.

Απέναντι σ’ αυτή την περιγραφή αντιπαρατίθεται τα τελευταία χρόνια μια άλλη υποτίθεται περισσότερο επιστημονική και ρεαλιστική εκδοχή, σύμφωνα με την οποία η εκκλησία (κυρίως η επίσημη) κράτησε αρνητική στάση, όπου οι οπλαρχηγοί επεδίωκαν ως επί το πλείστον την περιουσιακή τους επιτυχία, οι απλοί αγωνιστές προσέβλεπαν στην απόκτηση κλήρου (ιδιόκτητων χωραφιών), όπου οι πολιτικοί προσέφεραν ανιδιοτελώς ανεκτίμητες υπηρεσίες στην συγκρότηση του νεοσύστατου κράτους και όπου οι ξένες δυνάμεις ήσαν αυτές, που με την κρίσιμη ναυμαχία του Ναυαρίνου χάρισαν την ανεξαρτησία στους απέλπιδες εξεγερμένους.

Η πρώτη ομάδα ιστορικών εμφανίζει ένα υπόδουλο χριστιανικό έθνος, που επί 400 χρόνια «το σκιαζε η φοβέρα και το πλάκωνε η σκλαβιά», να εξεγείρεται ενάντια στο ξένο κατακτητή, ο οποίος του συμπεριφέρεται με απίστευτη βαρβαρότητα στερώντας του κάθε ατομική και θρησκευτική ελευθερία, επιβάλλοντάς του απόλυτη βιοτική εξαθλίωση και σφαγιάζοντάς το σε κάθε ευκαιρία.

Αντίθετα η ομάδα των «ρεαλιστών επιστημόνων» εμφανίζει την Υψηλή Πύλη ως ουδόλως απασχολούμενη με την γλώσσα ή την θρησκεία των κατοίκων της επικράτειάς της, αλλά ενδιαφερόμενη αποκλειστικά για την ομαλή λειτουργία του άρτια οργανωμένου κατ’ εκείνη την περίοδο Οθωμανικού κράτους και ιδιαίτερα για την απρόσκοπτη είσπραξη των φόρων και την εν γένει κοινωνική ηρεμία. Προβάλλουν υπερβολικά την αιματοχυσία, που επακολούθησε στην άλωση της Τριπολιτσάς για να συμψηφίσουν τις θηριωδίες των Τούρκων με τις «αγριότητες» των Ελλήνων και προκειμένου να καταδείξουν την αναξιοπιστία της άλλης πλευράς ανάγουν σε μείζον ζήτημα την ανυπαρξία κρυφού σχολειού και την ανακρίβεια της κηρύξεως της επαναστάσεως στην Αγία Λαύρα από των Παλαιών Πατρών Γερμανό.

Ο Μαυροκορδάτος και ο Κωλέττης υπήρξαν οι αθλιότερες μορφές εκείνης της περιόδου, Φαναριώτης ο πρώτος, γιατρός του Αλή Πασά ο δεύτερος, σπουδάσαντες αμφότεροι στην Εσπερία ενδιαφέρονταν αποκλειστικά για την προσωπική τους ανέλιξη. Χρησιμοποιώντας τα χρήματα από το πρώτο Αγγλικό δάνειο, έσπερναν την διχόνοια μοιράζοντας λουφέδες ώστε να στρέφουν τον ένα οπλαρχηγό εναντίον του άλλου και σπρώχνοντας τους Ρουμελιώτες να εισβάλλουν στην Πελοπόννησο την ώρα που ο Ιμπραήμ απειλούσε να καταπνίξει την επανάσταση. Χαρακτηριστική της εγκληματικής τους διαγωγής η φυλάκιση του Κολοκοτρώνη και η μεθόδευση της δολοφονίας του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Με το βίο και την πολιτεία τους έθεσαν τα θεμέλια της πολιτικής φαυλότητας, της ίντριγκας, της ιδιοτέλειας, της διαφθοράς και της διαπλοκής με τον ξένο παράγοντα, που έκτοτε στοιχειώνουν την πολιτική ιστορία της νεοτέρας Ελλάδος.

Αμφότερες όμως οι ιστορικές σχολές, «ρομαντικοί» και «ρεαλιστές», ενώ αναφέρονται ακροθιγώς στην περίοδο της διχόνοιας, αποφεύγουν επιμελώς να ξεσκεπάσουν τους πρωταιτίους. Ο λόγος απλός. Η ιστορία τους εξυπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες και έχει ούτως ή άλλως γραφεί υπό την καθοδήγηση, επίβλεψη και χρηματοδότηση πολιτικών κύκλων, οι οποίοι έχουν κάθε λόγο να συσκοτίσουν ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε συνειρμικούς συσχετισμούς.

Έτσι ούτε η μία ούτε η άλλη παραλλαγή είναι ιδιαίτερα αντικειμενική και όπως είναι φυσικό η ιστορική αλήθεια βρίσκεται περίπου στη μέση και πάντως πέραν των ένθεν κακείθεν σκοπιμοτήτων.

Η αντικειμενική βάση της επανάστασης του 1821 δεν απέχει ιδιαίτερα από εκείνη της Γαλλικής επανάστασης του 1789. Πρόκειται δηλαδή για μια αστική επανάσταση με τις ιδιομορφίες του οθωμανικού φεουδαλισμού και τις εθνοτικές ιδιαιτερότητες των λαών της Βαλκανικής. Η κύρια αντίθεση, που διήγειρε τους υποδούλους και τους οδήγησε στην ασυμβίβαστη πάλη και την τελική τους επικράτηση υπήρξε οικονομική, τουτέστιν η ανάγκη των ακτημόνων της περιφέρειας και των αστών, βιοτεχνών, εμπόρων και καραβοκυραίων να απαλλαγούν από τα εμπόδια ενός οργανωμένου, αλλά αναχρονιστικού πλέον φεουδαρχικού καθεστώτος. Δεν είναι τυχαίο ότι η ιδέα της επανάστασης ξεκίνησε από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες και ότι χρηματοδοτήθηκε στα πρώτα της βήματα από τις περιουσίες εμπόρων και εφοπλιστών της εποχής. Οι εθνικές και θρησκευτικές διαφορές συνέβαλλαν θετικά στην έξαρση της μαζικής επαναστατικότητας αλλά υπήρξαν δευτερεύουσες και όχι καθοριστικές αντιθέσεις. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι επαναστάσεις εθνικο-θρησκευτικού τύπου προηγήθηκαν αρκετές, αλλά καμιά δεν κατάφερε να ευδοκιμήσει όσο το φεουδαλικό σύστημα παρέμενε ικανοποιητικό και οι κατά τόπους προεστοί βολεύονταν μεταξύ κοτσαμπασισμού και αρματολικιών.

Οι παραδοσιακοί ιστορικοί είχαν ανάγκη να προσφέρουν στο νεοσύστατο κράτος εθνική ταυτότητα και στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα κοινή ιστορική συνείδηση, εθνικό όραμα και συνεκτικά εργαλεία, όπως η γλώσσα και η θρησκεία.

Οι νεότεροι που παριστάνουν τους «ρεαλιστές» έχουν απλώς αναλάβει εργολαβικά την αναδιασκευή της ιστορίας στα μέτρα της παγκοσμιοποίησης, που εξυπηρετείται από την αποδόμηση των εθνικών, θρησκευτικών και πολιτιστικών διαφορών και απεργάζεται την λήθη των ερίδων του παρελθόντος μεταξύ δύο λαών, Ελλήνων και Τούρκων, οι οποίοι προώρισται να προχωρήσουν οσονούπω σε συνεκμετάλλευση του Αιγαίου και όχι μόνο.

ΕΤΕ – ALPHA BANK: Διάθεση υπάρχει, χρήμα δεν υπάρχει…

Για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε ο γνωστός νόμος του Μέρφυ. «Όταν κάτι ξεκινάει άσχημα, θα καταλήξει χειρότερα».

Η γκίνια για την Κυβέρνηση άρχισε την προηγούμενη Παρασκευή με το φιάσκο της τροϊκανής συνέντευξης, συνέχισε με τις ανοησίες του Υπουργείου Εσωτερικών και τις παλινωδίες του Υπουργείου Οικονομικών κατά την ψήφιση του νόμου για το υποτιθέμενο άνοιγμα των υποτιθέμενων κλειστών επαγγελμάτων και κατέληξε με την οπερέτα του «big deal» της ΕΤΕ με την ALPHA BANK.

Υποτίθεται ότι οι επί ένα μήνα μυστικές συνεννοήσεις των δύο τραπεζών είχαν θετική κατάληξη και έτσι θα συνετελείτο μία λαμπρή συγχώνευση από την οποία θα προέκυπτε ένας νέος ισχυρός τραπεζικός κολοσσός. Υποτίθεται ότι η ALPHA BANK θα αποδεχόταν την «φιλική πρόταση» της ΕΤΕ και μέσα στο Σαββατοκύριακο θα είχαμε ολοκληρωμένο ένα σημαντικό επιχειρηματικό γεγονός, ικανό να αναστρέψει το βαρύ οικονομικό κλίμα στο εσωτερικό και να στείλει ένα θετικό μήνυμα στις περιβόητες διεθνείς αγορές.

Όλες αυτές οι υποθέσεις βεβαίως ήταν πολύ ωραίες για να είναι αληθινές και εξαιρετικά παιδαριώδεις για να γίνουν πιστευτές στον υπόλοιπο κόσμο αν εξαιρέσουμε τον κο Παπακωνσταντίνου και τους επαγγελματίες κερδοσκόπους, που παρεπιδημούν στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Πράγματι οι κερδοσκόποι συνεπικουρούμενοι από τα γνωστά «παπαγαλάκια» δεν έχασαν την ευκαιρία να κάνουν μια «αρπαχτή» σε μια περίοδο χρηματιστηριακής ξηρασίας, συμπεριφορά φυσιολογική και αναμενόμενη. Θα έλεγε κανείς ότι και η σπουδή του κου Υπουργού να υιοθετήσει τα επικοινωνιακά πυροτεχνήματα των κερδοσκόπων ήταν μια ανθρώπινη αντίδραση ενός τάλαινος πολιτικού, που είχε καραβοτσακιστεί επικοινωνιακά όλες τις προηγούμενες μέρες. Ανθρώπινη ναι, δικαιολογημένη όμως όχι για ένα Υπουργό Οικονομίας, ο οποίος αν μη τι άλλο οφείλει να διαθέτει και περισσότερη ενημέρωση και μεγαλύτερη ευθυκρισία από τον μέσο πολίτη.

Διότι ο μέσος πολίτης έστω και βομβαρδιζόμενος από τις ψευδολογίες και την παραπληροφόρηση των ΜΜΕ, ήταν σε θέση να διακρίνει από την πρώτη στιγμή ότι αν οι συνεννοήσεις είχαν αίσια κατάληξη, οι δύο διοικήσεις των τραπεζών θα ανακοίνωναν την συμφωνία τους σε κοινή συνέντευξη τύπου και δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να διατυπωθεί δημοσίως μια πρόταση από την Εθνική το πρωί για να περιμένει την αποδοχή της μέχρι το βράδυ.

Όπως εξ άλλου προκύπτει εναργέστατα από το περιεχόμενο της προτάσεως της Εθνικής ούτε περί εγχειρήματος ισότιμης «συγχωνεύσεως» των δύο τραπεζών πρόκειται, ούτε περί «φιλικής προτάσεως». Είναι ηλίου φαεινότερο ότι επιχειρείται η απορρόφηση της ALPHA BANK από την ΕΤΕ, κατά τα ειωθότα της ελεύθερης αγοράς, όπου πάντοτε το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρότερο και όσο για την «φιλική πρόταση» ας μας επιτραπεί να έχουμε πολλές επιφυλάξεις. Οι φιλικές προσφορές του είδους, όπως προαναφέραμε, είθισται να γίνονται στο στάδιο των μυστικών διαπραγματεύσεων, όπου εάν είναι πράγματι φιλικές, τουτέστι συμφέρουσες, γίνονται και αποδεκτές από την ενδιαφερόμενη πλευρά. Προσφορές απευθυνόμενες δημοσίως στο ευρύ κοινό υποκρύπτουν μάλλον σκοπιμότητα επιθετικής εξαγοράς, εκτίμηση υπέρ της οποίας συνηγορεί και η μεγάλη διασπορά μετοχών που χαρακτηρίζει την κατά τα φαινόμενα αμυνόμενη Τράπεζα.

Περιττό εξ άλλου είναι να επισημάνουμε ότι ούτε το παραμυθάκι περί ισχυρού τραπεζικού κολοσσού, που θα προκύψει δήθεν από την «συγχώνευση» είναι εύκολο να χωνέψει ο απλός πολίτης. Είναι κοινό μυστικό ότι τα πρόβλημα των Ελληνικών Τραπεζών είναι η «τοξικότητα» των κρατικών ομολόγων με τα οποία είναι βαρυφορτωμένα τα χαρτοφυλάκιά τους. Από εκεί κατά βάσιν προέρχεται η μιζέρια τους, η αδυναμία τους να αντλήσουν επαρκή χρηματοδότηση από την διατραπεζική αγορά και η έλλειψη εμπιστοσύνης των διεθνών κερδοσκόπων.

Επειδή λοιπόν δύο μπατίρηδες δεν ισοδυναμούν με ένα πλούσιο, γι αυτό και δεν φαίνεται καθόλου λογικό ότι η συγχώνευση των δύο τραπεζών θα γεννήσει ένα ισχυρότερο τραπεζικό οργανισμό, αν δεν αλλάξει τίποτε σε σχέση με την κεφαλαιακή τους σύνθεση και τον μονοσήμαντο τρόπο δανεισμού τους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με βάση την ασύδοτη εγγυοδοσία του οικονομικά παραπαίοντος Ελληνικού Δημοσίου.

Η μόνη ελπιζόμενη ωφέλεια του εν λόγω εγχειρήματος είναι βραχυπρόθεσμα η μείωση του λειτουργικού κόστους από την κατάργηση μιας σειράς υποκαταστημάτων στην Ελλάδα και το εξωτερικό και μεσοπρόθεσμα η δυνατότητα αύξησης της τιμής των τραπεζικών υπηρεσιών και προϊόντων εξ αίτιας του ολιγοπωλιακού καθεστώτος, που θα επιφέρει η μείωση του αριθμού των Τραπεζών. Αυτή είναι η μόνη αλήθεια, που δεν προβάλλεται καθόλου από τα κανάλια, αλλά είναι ευκόλως αντιληπτή από το ευρύ κοινό και είναι αρκετή για να προδιαθέσει αρνητικά στην ιδέα της συγχώνευσης τόσο τους εργαζόμενους, όσο και τους πελάτες των τραπεζών.

Τώρα σε ότι αφορά την στάση των μετόχων της ALPHA BANK είναι ευνόητο ότι όλα πουλιούνται σ’ αυτόν τον μάταιο κόσμο αρκεί να βρεθεί ο μουστερής, που θα πληρώσει την σωστή τιμή. Στην προκειμένη δε περίπτωση αρκεί οι μέτοχοι της ΕΤΕ να δεχθούν μικρότερο μερίδιο στα προϋπολογιζόμενα εκ της συγχωνεύσεως κέρδη.

Όμως όλα αυτά αφήνουν παγερά αδιάφορο τον μέσο Έλληνα πολίτη και σίγουρα δεν παρηγορούν τον μικρομεσαίο επιχειρηματία, που βρίσκεται αντιμέτωπος με το φάσμα της προσωπικής του χρεωκοπίας.

Και το παράδοξο είναι γιατί αυτή η Κυβέρνηση συνεχίζει να μην αντιλαμβάνεται αυτό που διαισθάνεται πια ο καθένας. Ότι δηλαδή η σωτηρία της οικονομίας και η οικονομική ανάπτυξη δεν βρίσκεται ούτε στην ασύστολη κρατική χρηματοδότηση των Τραπεζών, ούτε στις μεταξύ τους αναδιαρθρώσεις. Ο μόνος δρόμος για να βγούμε από την τανάλια του στασιμοπληθωρισμού είναι η δραστική ενίσχυση των παραγωγικών δυνάμεων αυτού του τόπου, η στήριξη της ελληνικής υγιούς επιχειρηματικότητας και κυρίως η ενθάρρυνση της νέας γενιάς να μείνει στην πατρίδα και να πάρει το μέλλον στα χέρια της.

Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

ΤΡΟΪΚΑΝΟΙ-ΥΠ.ΟΙ: Κοπελιές και παλληκάρια γίνανε μαλλιά κουβάρια…

«Ο ψεύτης και ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται» έλεγαν οι παλιοί αναφερόμενοι σε μια εποχή όπου τα νέα διαδίδονταν με αγγελιοφόρους, ταχυδρομικά περιστέρια και πραματευτάδες. Όταν αυτά τα μέσα μεταφοράς ειδήσεων αντικαταστάθηκαν από εφημερίδες, ραδιόφωνα και τηλεοράσεις η παροιμία αντικαταστάθηκε από την έκφραση «το ψέμα έχει κοντά ποδάρια». Σήμερα στην εποχή της πληροφορικής, όπου οι πληροφορίες μεταδίδονται εν ριπή οφθαλμού μέσω ιντερνέτ και κινητών τηλεφώνων το ψέμα δεν έχει καμία τύχη και οι ψεύτες είναι κυριολεκτικά για λύπηση.

Χαρακτηριστική περίπτωση η θλιβερή εικόνα, που παρουσιάζει το πολιτικό προσωπικό της χώρας, που φαίνεται ότι δεν έχει αντιληφθεί την νέα πραγματικότητα και επιμένει να κινείται ανάμεσα σε ψευδολογίες και μισές αλήθειες. Και επειδή βεβαίως κατά μια άλλη λαϊκή αντίληψη και οι μισές αλήθειες είναι ψέματα, έχει καταντήσει πλέον όσο υψηλότερα ιστάμενος είναι ο πολιτικός τόσο περισσότερο αναξιόπιστος να φαντάζει.

Δεν πρόλαβε να τελειώσει η συζήτηση του αρμόδιου Υπουργού με τους κομισάριους της ΕΕ και του ΔΝΤ και το πλήρες περιεχόμενο των συμφωνιών τους έγινε γνωστό και στον τελευταίο πολίτη.

Το δημοσιοποίησαν πρώτοι και καλύτεροι οι ίδιοι οι Τροϊκανοί, που μάλλον δεν είναι εξοικειωμένοι με τις Φαναριώτικου τύπου επικοινωνιακές «τσιριτσάντσουλες» των Ελλήνων συνομιλητών τους. Οι εκτελεστικοί βραχίονες των διεθνών κερδοσκόπων και των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων δεν διακατέχονται από συναισθηματικές αδυναμίες και δεν προτίθενται προφανώς να παρεκκλίνουν από τους στόχους και τα χρονοδιαγράμματα των εργοδοτών τους.

Οι δυσκολίες, οι φόβοι, οι αγωνίες και τα πολιτικά αδιέξοδα των κυβερνητικών αξιωματούχων τους αφήνουν παγερά αδιάφορους. Εξ άλλου όλοι αυτοί οι τοπικοί φύλαρχοι ανά την υφήλιο, που κατά καιρούς αναλαμβάνουν το «ηρωϊκό» έργο της «σωτηρίας» της χώρας τους συνεργαζόμενοι μαζί τους, είναι γι αυτούς θλιβερά αναλώσιμα στρατιωτάκια στη σκακέρα της παγκόσμιας κερδοσκοπίας.

« Το μοναστήρι να είναι καλά και από καλογέρους βρίσκουνε…» . Το σύστημα να λειτουργεί. Τα κέρδη να ρέουν άφθονα και απρόσκοπτα στα ταμεία των εκλεκτών, ο δημόσιος πλούτος των αφελών εθνών να περιέρχεται στην ιδιοκτησία των χαρισματικών, η παγκόσμια εξουσία να παραμένει στα χέρια των πεφωτισμένων και από κει και ύστερα ποιος ενδιαφέρεται για τις παράπλευρες απώλειες;

Φυσικό επόμενο κάποιες λαϊκές μάζες να μπούν «στη μηχανή του κιμά» (Περί της ιδιοσυγκρασίας του τοκογλύφου παράβαλε Σάίξπηρ, Έμπορος της Βενετίας, Σάϋλοκ). Αναμενόμενο και προϋπολογισμένο κάποιοι συνεργάσιμοι πολιτικοί να πεταχτούν στα σκουπίδια σαν στυμμένες λεμονόκουπες, όταν θα έχουν διαγράψει τον ιστορικό τους κύκλο, συναινετικά ή βίαια, αδιάφορο… Έτσι κι αλλιώς η χωματερή της ιστορίας είναι γεμάτη από «συνεργάσιμους» πολιτικούς, συμπαθείς ή αντιπαθητικούς, αδιάφορο…

Ευνόητο είναι ότι όλα αυτά αποτελούν θεωρία και πράξη εμπεδωμένη στους Τροϊκανούς από άλλους χρόνους και άλλους τόπους και δεν αφορούν τους ημέτερους Κυβερνήτες, που ως γνωστόν είναι θερμοί πατριώτες, πλην αγνοί ουτοπικοί σοσιαλιστές, που ανακάλυψαν τον τέταρτο δρόμο προς τον σοσιαλισμό, ο οποίος εγγυάται ένα μαγευτικό ταξίδι στη χώρα των θαυμάτων του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με ξενάγηση στα χρηματιστήρια Νέας Υόρκης, Λονδίνου και Φραγκφούρτης και στάση για καφέ στην Άγκυρα, στο Πεκίνο και το Κατάρ.

Βέβαια «εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε». Εδώ είναι «Μπάτε σκύλοι αλέστε κι αλεστικά μη δίνετε». (Δώστε μονάχα ότι έχετε ευχαρίστηση στον παραγιό του «μυλωνά»).

Με άλλα λόγια «μιζώστε» ελεύθερα κι άμα λάχει «καρπαζώστε» κιόλας, αλλά με τρόπο βρε αδερφέ. Όχι να γινόμαστε και βούκινο στη γειτονιά.

Ορθώς λοιπόν εξεμάνη ο πολιτικός κόσμος από την χοντροκοπιά των (Εισ)Πρακτόρων.

Όχι γιατί είπανε τίποτε ανακριβές. Όχι γιατί όλα αυτά δεν ήτανε μιλημένα και καρασυμφωνημένα. Αλλά διότι παραβιάσθηκε το Βαλκανικό πρωτόκολλο. Με άλλα λόγια οι εκτελεστικοί βραχίονες των κερδοσκόπων συνελέφθησαν αδιάβαστοι περί την Βαλκανική πολιτική ιστορία και πρακτική.

Η οποία πολιτική ιστορία από τον Μεσαίωνα μέχρι σήμερα επιφυλάσσει περίοπτη θέση στους κάθε λογής προύχοντες, προκρίτους, προεστούς και κοτζαμπάσηδες, που επιμελούνται την είσπραξη των φόρων, και την απρόσκοπτη διοχέτευσή τους στα ταμεία της Υψηλής Πύλης και εγγυώνται το ξεροκόμματο των ραγιάδων με την προϋπόθεση ότι θα είναι πειθήνιοι, παραγωγικοί και ολιγαρκείς.

Μια χρυσή πολιτική ιστορία θεμελιωμένη γερά στις λαμπρές παρακαταθήκες του Κωλέτη και του Μαυροκορδάτου που χρησιμοποιεί σαν αλάνθαστα εργαλεία το ψέμα, την διχόνοια, την διαπλοκή, τη μυστική διπλωματία και, όπου αυτό επιβάλλεται για λόγους υψηλού εθνικού συμφέροντος, την υπόθαλψη της διαφθοράς.

Με την αποκοτιά τους οι Τροϊκανοί γκρέμισαν το επικοινωνιακό μύθο και εξέθεσαν σε άμεσο κίνδυνο την επιτυχία του σχεδίου διάσωσης της Ελλάδας, δίνοντας στους ραγιάδες μεγαλύτερη ποσότητα γνώσης από αυτή που μπορούσαν να καταναλώσουν και δίνοντας στα βασανιστήριά τους χρονική προοπτική μεγαλύτερη από αυτήν που μπορούσαν να αντέξουν.

Πραγματικά ανιστόρητη, ανόητη και επικίνδυνη συμπεριφορά.

Μια συμπεριφορά, που αποδυναμώνει την Ελληνική Κυβέρνηση και θέτει σε κίνδυνο την εξέλιξη του σεναρίου διάσωσης.

Ή μήπως δεν είναι μόνο αυτό. Μήπως η συμπεριφορά αυτή δεν υπαγορεύθηκε μόνο από την ανυπομονησία της Τρόϊκας για επιτάχυνση της εφαρμογής του μνημονίου, αλλά σηματοδοτεί και την αντίληψη των εργοδοτών της ότι η παρούσα Κυβέρνηση εξήντλησε τον πολιτικό της κύκλο και ήρθε η ώρα να αντικατασταθεί;

Σατανική σκέψη; Θεωρία συνομωσιολογίας; Πιθανόν.

Όμως στην πολιτική ισχύει περίπου αυτό που συμβαίνει και στην φυσική. Περισσότερη αξία έχουν οι θεωρίες, που διαθέτουν μεγαλύτερη φαντασία και απαντούν σε περισσότερα ερωτηματικά. Για παράδειγμα η θεωρία αυτή απαντά καλύτερα στο ερώτημα γιατί τόσος καυγάς για κάτι που σε μερικές εβδομάδες θα έχει επισημοποιηθεί σε μια λίστα δημοσίων «φιλέτων», την οποία με την γνωστή διαβούλευση, συναίνεση και διαφάνεια θα την έχουν πάρει στην πλάτη οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες, οι επιφορτισμένοι με την δι’ εκποιήσεως αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας; Μήπως διότι υποπτεύονται ότι κάποιοι επιχειρούν να τους εμποδίσουν να είναι αυτοί που θα εκτελέσουν το εθνοσωτήριο και άμα θεάρεστον* τούτο εγχείρημα;

Άλλωστε κάτι τέτοιο θα πρέπει μάλλον να υποπτεύεται και ο εξοχότατος Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, που ονειρεύεται εκλογικές νίκες και δηλώνει έτοιμος να κυβερνήσει.

Το δυστύχημα με τον κο Σαμαρά είναι ότι στα μάτια της Ελληνικής κοινής γνώμης φαντάζει περισσότερο αναξιόπιστος από τον κο Παπανδρέου.

Και όσο αυτό δεν ανατρέπεται παραμένει άχρηστος για τους δανειστές μας.

* Υποπτεύομαι ότι πολλά από τα «φιλέτα» του δημοσίου που περιήλθαν στην κυριότητα της εκκλησίας διά του σκανδάλου του Βατοπεδίου, (και όχι μόνο), θα βρίσκονται σε περιοχές «εθνικώς αξιοποιήσιμες». Άρα τείνω να πεισθώ ότι πράγματι το έργο της δια ιδιωτικοποιήσεως αξιοποιήσεως της δημόσιας περιουσίας εκτός από πατριωτικό και εθνοπρεπές τυγχάνει και ιδιαίτερα θεάρεστο…