Τετάρτη 18 Ιουνίου 2008

Ο Βοσκός και οι Λύκοι

Υπάρχει μια λαϊκή παροιμία, που λέει ότι "ο Λύκος έχει τον σβέρκο του χοντρό γιατί κάνει τη δουλειά του μόνος του».
Δεν ξέρω τι ακριβώς είχε στο μυαλό του όταν διατύπωνε αυτή την ρήτρα ο λαϊκός θυμόσοφος, όμως είναι βέβαιο ότι ο λύκος δεν είναι τόσο μοναχικό ζώο.
Αντίθετα είναι ζώο, που συνηθίζει να ζει σε αγέλες.
Και όχι μόνο να ζεί αλλά και να επιδίδεται σε ομαδικό κυνήγι.
Επειδή δε είναι από τα ευφυέστερα ζώα που κυκλοφορούν (τουλάχιστον στην Ελλάδα) δεν κυνηγάει ποτέ στην τύχη, αλλά πάντα μελετημένα με συγκεκριμένη στόχευση και σχέδιο δράσης.
Πριν από κάμποσο καιρό (σε μια δεδομένη συγκυρία) είχαμε διηγηθεί σε διασκευή το γνωστό μύθο του Αισώπου για το βοσκό, που συνήθιζε να φωνάζει στα ψέματα «Λύκος στα πρόβατα» με αποτέλεσμα όταν πραγματικά φάνηκαν οι λύκοι να μη προστρέξει κανένας χωριανός σε βοήθειά του.
Σήμερα θα διηγηθούμε ένα άλλο μύθο με βοσκούς και λύκους, αλλά αυτή τη φορά δικής μας επινόησης.
«Μια φορά και ένα καιρό ήταν ένας βοσκός, που είχε ένα μεγάλο κοπάδι με γίδια και με πρόβατα, κριάρια και τραγιά.
Ήτανε καλόβουλος άνθρωπος. Φρόντιζε όσο μπορούσε το κοπάδι.
Προσπαθούσε να εφαρμόσει μοντέρνες συνταγές κτηνοτροφίας:
Μεγάλη ελευθερία στα γιδοπρόβατα, χαλαρή συμπεριφορά στα κοπρόσκυλα του, κατάργηση του φράκτη στο μαντρί και άλλα τοιαύτα.
Με τους άλλους τσοπαναραίους ήταν ιδιαίτερα ευγενικός. Για μερικούς μάλιστα έτρεφε ελπίδες στενότερης συνεργασίας, γιατί είχε στόχο να γίνει κάποτε ο αρχιτσέλιγγας της περιοχής, ώστε να κάνει πράξη τα όραμά του να βγάλει εκείνο το τόπο από τη μιζέρια, όπου τον είχε οδηγήσει ο εν ενεργεία τσέλιγγας.
Προϋπόθεση βέβαια ήταν να μεγαλώσει το κοπάδι του και να το κάνει πρότυπο σ’ εκείνα τα μέρη, γιατί ως γνωστό τσέλιγγας με αποδεκατισμένο κοπάδι δε γίνεται.
Πάλευε λοιπόν ο φουκαράς νύχτα μέρα. Έλιωνε με τις ντουζίνες τα γουρνοτσάρουχα οργώνοντας τα βουνά και τα λαγκάδια, αλλά προκοπή δε γινότανε.
Τα τραγιά και τα κριάρια κουντράγανε όλη μέρα μεταξύ τους και πρόγκαγαν τα γιδοπρόβατα, που δεν ήξεραν κατά πού να φύγουνε για να βρουν την ησυχία τους.
Συχνά απελπισμένα έριχναν μαύρη πέτρα πίσω τους και αναζητούσαν στέγη σε ξένο μαντρί.
Γίδια της προσκολήσεως από άλλα κοπάδια κουβαλούσαν διάφορες ασθένειες.
Τα μαντρόσκυλα χαλαρά, άπειρα, ανεκπαίδευτα και ράθυμα δεν μπορούσαν να οργανώσουν το κοπάδι.
Και το χειρότερο έτσι ανοργάνωτο και ξέφραγο, που ήταν το μαντρί κινδύνευε ανά πάσα στιγμή να δεχθεί επίθεση από τους λύκους, μερικοί από τους οποίους μάλιστα είχανε φορέσει προβιές και γιδοτόμαρα και μπαινόβγαιναν ανενόχλητοι.
Ο βοσκός μας βέβαια ήτανε καλόβολος άνθρωπος, αλλά κουτός δεν ήτανε.
Κάτι είχε μυριστεί, αλλά δεν ήθελε να ξεσηκώσει και τον κόσμο στο πόδι γιατί φοβότανε μήπως αυτό προγκίξει περισσότερο τα πρόβατα.
Σκεφτότανε λοιπόν να στήσει καρτέρι, να καταφέρει να ξεμοναχιάσει κάποια στιγμή ένα λύκο και να τον τιμωρήσει παραδειγματικά. Έτσι σκεφτότανε θα έδειχνε σ’ όλους πόσο επιδέξιος και αποφασιστικός τσοπάνος ήτανε και παράλληλα θα τρόμαζε τους υπόλοιπους λύκους και θα τους έκανε να απογοητευθούν ή να απομακρυνθούν οριστικά από το κοπάδι του. Και τότε το μαντρί του θα γινότανε πόλος έλξης για τα γιδοπρόβατα της περιοχής και οι άλλοι τσοπαναραίοι θα αναγκάζονταν να παραδεκτούν αργά ή γρήγορα την πρωτοκαθεδρία του.
Το σχέδιο καλό.
Έλα όμως , που οι λύκοι, πανέξυπνα αγρίμια, την ψυλλιάστηκαν τη δουλειά.
Διαλέξανε λοιπόν μεταξύ τους ένα γερόλυκο, που έτσι κι αλλιώς τούχανε πέσει τα δόντια και τον στείλανε ίσια καταπάνω στο τσοπάνο από τη δεξιά πλευρά του κοπαδιού. Ο τσοπάνος που θεώρησε την επίθεση καλή ευκαιρία να δείξει τη δύναμή του απέναντι σ’ ένα μοναχικό ξεδοντιασμένο λύκο, μάζεψε τα σκυλιά και τουφεκώντας κι αλαλάζοντας πήρε το λύκο στο κατόπι.
Κάποτε μετά από κάμποση καταδίωξη κατάφερε να ζυγώσει το λύκο. Καλόψυχος όμως όπως ήταν αρκέστηκε μόνο να του κόψει ένα αυτί για ενθύμιο.
Όσο όμως ο βοσκός μας κυνηγούσε τον άχρηστο λύκο, οι υπόλοιποι λύκοι έκαναν πάρτι στο μαντρί και όταν γύρισε ο τσοπάνος είχανε ξαναβάλει τις προβιές και λούφαξαν για να περιμένουν την κατάλληλη ευκαιρία, που θα κατασπάραζαν πλέον το ίδιο το τσοπάνο μαζί με τα άχρηστα τσοπανόσκυλά του.
Το αποτέλεσμα ήτανε ότι κάποια στιγμή οι πονηροί λύκοι αφού αποδεκάτισαν σιγά σιγά από τα μέσα το κοπάδι έγιναν απόλυτοι άρχοντες σ΄έκεινα τα βουνά.
Ακόμα και ο γερόλυκος κρατάει μέχρι σήμερα την κοιλιά του από τα γέλια γιατί ως γνωστό ούτε η γίδα αλλά πολλώ μάλλον ούτε ο λύκος κουτσαίνουνε από το αυτί.
Επιμύθιον:
Είναι ανώφελο να κυνηγάς μοναχικούς ξεδοντιασμένους γερόλυκους, που έχουν την αποκοτιά να βγουν στο ξέφωτο.
Αντίθετα σε τέτοιες περιπτώσεις η μαγκιά του τσοπάνου είναι να τα βάλει με τους νεαρούς λύκους και ιδιαίτερα με αυτούς, που ντυμένοι με προβιά λουφάζουν και καιροφυλακτούν μέσα στη στάνη

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Χωρικέ, στις 5 και 6 /7 έχουμε κανονίσει συνάντηση στον Βόλο, κάποιοι από το Διάλογος ΠΑΣΟΚ.
Πιστεύω ότι πρέπει να μετάσχεις, εάν μπορείς.

Για πληροφορίες http://dialogos.pasok.gr/forum/topic.php?id=541&page&replies=31