Τρίτη 28 Ιουλίου 2009

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Κάποιοι παίζουν εν ού παικτοίς… (συνέχεια)


Γράψαμε κι άλλες φορές ότι η παρούσα συγκυρία δεν είναι κατάλληλη για ταύτιση της εξωτερικής μας πολιτικής με τις Αμερικανικές οδηγίες, διότι απλούστατα τα Αμερικανικά γεωπολιτικά συμφέροντα δεν ταυτίζονται με τα δικά μας.

Την εποχή του ψυχρού πολέμου και μέχρι το διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας η Ελλάδα ως μόνη χώρα του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια είχε πολύ διαφορετική βαρύτητα για την εξασφάλιση των Αμερικανικών συμφερόντων στην ευρύτερη περιοχή. Μετά την διάλυση όμως του ανατολικού μπλόκ προέκυψαν μια σειρά από χώρες, οι οποίες προσφέρουν και σε αντικειμενικό, αλλά και σε υποκειμενικό επίπεδο πολύ μεγαλύτερες διευκολύνσεις στην εξυπηρέτηση της ατλαντικής στρατηγικής.
Με τα Σκόπια ως προτεκτοράτο, το Κόσσοβο ως στρατιωτική έδρα, την Αλβανία, την Πολωνία και την Βουλγαρία ως πιστούς υπηρέτες και όλες σχεδόν τις λοιπές βαλκανικές χώρες ως δορυφόρους η Αμερική ελάχιστη ανάγκη έχει πλέον των Ελληνικών υπηρεσιών.
Έτσι δεν είναι καθόλου συμπτωματικό ότι η Ελλάδα υποβιβάσθηκε από στρατηγικό εταίρο της κυβέρνησης Μπους σε σημαντικό σύμμαχο της κυβέρνησης Ομπάμα.
Από την άλλη η μετατόπιση του κέντρου βάρους από την Ευρώπη στην Ασία και η ανάγκη διαχείρισης μια σειράς διεθνών ζητημάτων σε χώρες με μουσουλμανικούς πληθυσμούς καθιστά ιδιαίτερα σημαντικό το ρόλο, που μπορεί να διαδραματίσει η Τουρκία, ως μια μεγάλη πληθυσμιακά μουσουλμανική δύναμη γεωγραφικά πλησίον στα θέατρα των διεθνών διαγκωνισμών.

Από την Τσαρική περίοδο ήδη η Τουρκία (τότε Οθωμανική αυτοκρατορία) παρουσίαζε σημαντικό ενδιαφέρον για τις χώρες της Δύσης, ως διαχρονικό αντίπαλο δέος της Ρωσίας «στο μαλακό της υπογάστριο» και ως γέφυρα της Ευρώπης με την Ασία.
Σήμερα το ενδιαφέρον της Ατλαντικής υπερδύναμης για την αναβάθμιση του ρόλου της Τουρκίας είναι ακόμα μεγαλύτερο για τους εξής προφανείς λόγους:
Μέχρι πρόσφατα το θέατρο διαπάλης για την εξασφάλιση οικονομικών συμφερόντων εντοπιζόταν γεωγραφικά στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, που αποτελούσε το νευραλγικό χώρο ελέγχου της παραγωγής και διακίνησης του πετρελαίου. Σ’ αυτό το διάστημα το Ισραήλ διαδραμάτιζε το ρόλο του τοπικού χωροφύλακα και ως εκ τούτου ήταν απαραίτητος ο υπερβολικός στρατιωτικός εξοπλισμός του και η ικανοποίηση των εδαφικών και λοιπών του απαιτήσεων, ως αντάλλαγμα των υπηρεσιών του.

Σήμερα τα δεδομένα αυτά έχουν αλλάξει.
Η απόλυτη δορυφοροποίηση της πλειοψηφίας των Αραβικών χωρών και η κατάληψη του Ιράκ και του Αφγανιστάν έχουν επιτύχει σε σημαντικό βαθμό την εξασφάλιση της ροής του πετρελαίου.
Από την άλλη η πρόσφατη ιστορία με την εισβολή του Ισραήλ στο Λίβανο και αργότερα στη Γάζα απέδειξε δύο πολύ σοβαρές αδυναμίες του Ισραηλοκεντρικού σχεδιασμού.
Η τρομερή Ισραηλινή στρατιωτική μηχανή απεδείχθη ανεπαρκής να αντιμετωπίσει τους οπλισμένους μαχητές μιας παραστρατιωτικής οργάνωσης, όπως η Χεζμπόλα και αναγκάσθηκε να αναδιπλωθεί με επικοινωνιακά υποτιμητικό τρόπο και χωρίς ουσιαστικά στρατιωτικά αποτελέσματα.
Εξ άλλου ο αποκλεισμός στη Γάζα απέδειξε ότι το Ισραήλ βρίσκεται πλέον ένα βήμα από την γενική καταδίκη της διεθνούς κοινής γνώμης, εξ αιτίας της υπερβολικής σκληρότητας, που επιδεικνύει εναντίον αμάχων σε επεμβάσεις, που ούτως ή άλλως αφορούν δικές του στενές εδαφικές διεκδικήσεις και δεν έχουν σχέση με τα ευρύτερα Αμερικανικά συμφέροντα.
Η αποτυχία της επέμβασης στο Λίβανο απέδειξε ακόμη ότι το Ισραήλ όχι μόνο δεν είναι ικανό να περιορίσει πολεμικά την ανερχόμενη στρατιωτική δύναμη του Ιράν, αλλά μπορεί να αποτελέσει στο μέλλον και βαρίδι για το Αμερικανικό πεντάγωνο διότι η αίσθηση απειλής από το Ιράν μπορεί να οδηγήσει το Ισραήλ σε ενέργειες πέραν των σχεδιασμών των Αμερικανών στρατηγών.
Επίσης η θρησκευτική αντίθεση και η ιστορική μετωπική αντιπαλότητα του Ισραήλ με το σύνολο του Αραβικού κόσμου αποκλείει τη χρησιμοποίησή του σε μια ευρύτερη διπλωματική διαχείριση των πολύμορφων θεμάτων και των πολυποίκιλων εθνοτήτων.

Είναι λοιπόν προφανές ότι στην περίπτωση της Τουρκίας αυτά τα μειονεκτήματα του Ισραήλ ελαχιστοποιούνται.
Η Τουρκία ως Μουσουλμανική χώρα μπορεί εύκολα να εξελιχθεί σε ένα αξιόπιστο συνομιλητή όλων των χωρών της μείζονος περιοχής και όχι μόνον.
Γεωγραφικά μπορεί να ελέγχει τους δρόμους του πετρελαίου, αλλά συγχρόνως και τους δρόμους του φυσικού αερίου, που πλέον έχει εισέλθει δυναμικά στο παγκόσμιο σύστημα ενεργειακών πόρων.
Εν αντιθέσει προς το Ισραήλ είναι μια πληθυσμιακά μεγάλη χώρα, που μπορεί να στηρίξει την στρατιωτική της ισχύ όχι μόνο στην τεχνολογική αλλά και στην αριθμητική της υπεροχή.

Φαίνεται λοιπόν ότι ο κύβος έχει ήδη ριφθεί. Η Τουρκία έχει επιλεγεί να αντικαταστήσει το Ισραήλ με ότι αυτό συνεπάγεται.
Η φραστική επίθεση του κ. Ερντογάν εναντίον του Ισραηλινού εκπροσώπου σε ένα διεθνές forum προ ολίγων μηνών δεν ήταν τυχαία, δεν μπορεί να οφειλόταν σε αιφνίδιο προσωπικό του εκνευρισμό αλλά μάλλον σηματοδοτούσε την αλλαγή σκυτάλης αποστέλλοντας το προσήκον μήνυμα προς πολλούς αναγκαίους αποδέκτες.
Ανάλογο μήνυμα του αναβαθμισμένου ελέω Αμερικής ρόλου της Τουρκίας εμπεριείχε και η φαινομενικά μικρομέγαλη παρέμβαση Ερντογάν στην «επανάσταση» των Κινέζων Ουϊγούρων (μουσουλμάνων κατά το θρήσκευμα).
Το μήνυμα, που εκπέμπεται προς τους απανταχού της γης Μουσουλμανικούς πληθυσμούς είναι ότι η Τουρκία είναι η μεγάλη μουσουλμανική δημοκρατία, που διαθέτει τεράστια στρατιωτική ισχύ για να τιμωρεί όποιους χρειάζεται, αλλά συγχρόνως και να διαμεσολαβεί προς επίλυση των όποιων προβλημάτων, διαθέτοντας εξαιρετική διπλωματική ευχέρεια για την άσκηση πιέσεων στις δυτικές χώρες, με τις οποίες συνεργάζεται σε σοβαρή και ισότιμη βάση.

Ο νέος αυτός ρόλος της Τουρκίας απαιτεί και την παραχώρηση ανάλογων ανταλλαγμάτων, τα οποία θα συμβάλλουν στην περαιτέρω ισχυροποίησή της, ισχυροποίηση, που συμβαδίζει απόλυτα με τους Αμερικανικούς σχεδιασμούς.
Εύκολα λοιπόν γίνεται κατανοητό γιατί ο Πρόεδρος των ΗΠΑ περιέλαβε την Τουρκία στο πρώτο ταξίδι του στην Ευρώπη, γιατί η κ. Κλίντον απέφυγε την συμμετοχή της στη διεθνή σύσκεψη της Κερκύρας, όπου σημειωτέον δεν προσήλθε ούτε ο δεύτερος τη τάξει κ. Μπερνς, γιατί ανατίθεται σε Τούρκο στρατηγό η Διοίκηση του στρατηγείου της Λάρισας, ενώ ουδεμία συζήτηση γίνεται για εναλλαγή διοικητού στο στρατηγείο της Σμύρνης.
Επίσης εύκολα γίνονται κατανοητές οι πιέσεις για διμερείς συζητήσεις με Αμερικανική επιδιαιτησία για όλα τα θέματα που διαχρονικά θέτει η Τουρκία και που αποτελούν στην ουσία τους υπερβολικές εδαφικές διεκδικήσεις με απώτερο στόχο τον συνολικό στρατιωτικό έλεγχο της Νοτιοαντολικής Μεσογείου, και την εκμετάλλευση των υποθαλασσίων πετρελαϊκών κοιτασμάτων παραβιάζοντας εξόφθαλμα όλους τους διεθνείς κανόνες και ανατρέποντας άρδην όλες τις μέχρι σήμερα ισχύουσες διεθνείς συμβάσεις.

Ανάλογα είναι τα συμφέροντα και οι σχεδιασμοί, που εξυπηρετούνται με την αναβάθμιση του απίθανου κρατιδίου των Σκοπίων, που ενώ θεωρητικά βρίσκεται υπό διάλυση και εξαρτάται οικονομικά σε μεγάλο βαθμό από την Ελληνική στήριξη, έχει καταφέρει να επιβάλλει διεθνώς τις αλυτρωτικές επιδιώξεις του ενάντια στην κοινή λογική και την διαχρονική ιστορική αλήθεια.

Και όλα αυτά τα σχέδια πρέπει να υλοποιηθούν γρήγορα διότι επείγει ο απεγκλωβισμός της Αμερικής από την Ευρώπη και την Μέση Ανατολή, ώστε να μετατοπίσει το κέντρο του ενδιαφέροντος και συνακόλουθα των δυνάμεών της στην Κεντρική Ασία και ανατολικότερα, όπου αναπτύσσονται ραγδαία οι νέες τεράστιες αγορές της Ινδίας, της Κίνας κ.λ.π, όπου ζωτικά είναι τα εμπορικά διακυβεύματα και όπου η διείσδυση των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών προϋποθέτει την ανάλογη κρατική οικονομική, διπλωματική και κατά περίπτωση στρατιωτική υποστήριξη (π.χ Β.Κορέα).
Έτσι εξηγείται η πρωτοφανής κινητικότητα και ένταση των πιέσεων για διευθέτηση των εκκρεμοτήτων στην Ευρώπη, στην Γεωργία, στη Μέση Ανατολή. Η απεμπλοκή από το Ιράκ, η περαιτέρω εμπλοκή των Ευρωπαίων στο Αφγανιστάν προς ελάφρυνση των Αμερικανικών δυνάμεων, το συγχωροχάρτι στη Συρία, η προσπάθεια διπλωματικής διευθέτησης των αντιθέσεων με την Τεχεράνη.

Ενώ λοιπόν αυτά συμβαίνουν στον πλανήτη έχουμε μία Ελληνική κυβέρνηση, που εθελοτυφλεί και προσπαθεί με κάθε τρόπο να «κρύψει τα προβλήματα κάτω από το χαλί».
Επί πέντε ολόκληρα χρόνια προσποιείται ότι δεν κατανοεί το διεθνές γίγνεσθαι.
Εξαντλεί τις διπλωματικές της πρωτοβουλίες σε ανούσιες «κουμπαριές» και ανώφελες δεξιώσεις.
Περιορίζεται σε ανόητες φαντασιώσεις περί δήθεν βαθέως κράτους στην Τουρκία, που δήθεν ενεργεί ερήμην της τουρκικής κυβέρνησης και περί δήθεν διπλωματικά ανάγωγης κυβέρνησης των Σκοπίων, που δήθεν διεθνώς θα ηττηθεί από την επίδειξη «μακεδονικής μεγαλοψυχίας» του Έλληνα Πρωθυπουργού.

Από την άλλη πλευρά η προϊούσα ηθική και πολιτική σήψη στο εσωτερικό της χώρας με την παράλληλη κατάρρευση της εθνικής μας οικονομίας, οδηγεί σε περαιτέρω αδυναμία υπεράσπισης των εθνικών μας δικαίων και ζωτικών συμφερόντων, απαξιώνοντας τη διεθνή εικόνα της Ελλάδος και το διαπραγματευτικό κύρος της Ελληνικής Κυβέρνησης.

Σε μια περίοδο λοιπόν, που συντελούνται κοσμοϊστορικές αλλαγές στον κόσμο, δεν νομιμοποιείται οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση να αδρανεί, να αφήνει τις αρνητικές εξελίξεις να δημιουργούν μη αναστρέψιμα τετελεσμένα και να επιδιώκει την εξεύρεση πολιτικού χρόνου διά της απόκρυψης των αρνητικών για τη χώρα διεθνών διεργασιών.
Δεν επιτρέπεται να προωθείται η σύνδεση των Σκοπίων με την ΕΕ και η Ελλάδα να σφυρίζει αδιάφορα εξακολουθώντας να συζητά την παραχώρηση ονομασίας, που να περιέχει τον όρο Μακεδονία ή παράγωγά του, αντίθετα με την βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας του Ελληνικού λαού.
Δεν επιτρέπεται να αποδέχεται Τούρκο στρατηγό Διοικητή στη Λάρισα, να συμμετέχει σε σκοτεινές συζητήσεις με την Τουρκία υπό το καθεστώς επιθετικών παραβιάσεων του εναερίου μας χώρου και πολλώ μάλλον να επιμένει να συναινεί στην είσοδο της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε αντίθεση και πάλι με την άποψη της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων πολιτών.

Τα εθνικά θέματα δεν επιτρέπουν την παραμικρή αβελτηρία και δυστυχώς η Κυβέρνηση επί πέντε ολόκληρα χρόνια επιμένει να αγνοεί στοιχειώδεις κανόνες διεθνούς κυριαρχικής συμπεριφοράς παίζοντας εν ού παικτοίς χωρίς εθνική στρατηγική, χωρίς συγκροτημένο σχέδιο εξωτερικής πολιτικής και χωρίς προδιαγεγραμμένους αταλάντευτους εθνικούς στόχους.

Είναι εθνική ανάγκη να αλλάξει ρότα ή να παραδώσει άμεσα την εξουσία διότι εθνικά τουλάχιστον οι καιροί ου μενετοί.

Δεν υπάρχουν σχόλια: