Λίγο η φτώχεια, λίγο η πολιτιστική ένδεια, λίγο η βρετανική εκκεντρικότητα, οδήγησαν σε μια τελετή έναρξης με ελάχιστο ενδιαφέρον για το διεθνές φιλοθεάμον κοινό, πιθανότατα δε και για τους ίδιους τους κατοίκους των Βρετανικών νήσων.
Οι Ολυμπιακοί αγώνες, ανεξάρτητα αν γίνονται κάθε φορά σε κάποια πόλη του πλανήτη, δεν παύει να είναι μια παγκόσμια υπόθεση, που αφορά όλους τους λαούς της γης και κατά συνέπεια η τελετή έναρξης θα πρέπει να έχει κάτι να προσφέρει στην πανσπερμία των λαών και εθνοτήτων, που κάθε τέσσερα χρόνια με ενδιαφέρον και πάντως όχι δωρεάν την παρακολουθεί.
Είθισται βεβαίως κάθε διοργανώτρια χώρα να αφιερώνει και ένα κομμάτι στην προβολή του τόπου και της ιστορίας της, όμως ακόμα και αυτό θα πρέπει να γίνεται με γνώμονα την παρουσίαση στοιχείων, που αναφέρονται σε πανανθρώπινες αξίες, προάγουν τον παγκόσμιο πολιτισμό και γενικά διευρύνουν τους ορίζοντες της παγκόσμιας σκέψης.
Δυστυχώς τίποτα από αυτά δεν διακρίναμε στο περιεχόμενο αυτής της τελετής έναρξης.
Τουναντίον θεωρούμε ότι οι φίλοι μας οι Βρετανοί αδίκησαν τον εαυτό τους δίνοντας τη αίσθηση ότι η ιστορία αυτού του εξαιρετικού έθνους άρχισε περίπου το 1800 με τις πρώτες τζιμινιέρες και ότι όλα του τα πολιτιστικά επιτεύγματα περιορίζονται σε μερικά «ελαφρολαϊκά» τραγουδάκια. Μπορεί η διαφήμιση των υπηρεσιών υγείας να έχει κάποιο οικονομικό ενδιαφέρον, μπορεί το σιντάκι με τα τραγούδια της τελετής έναρξης να πουλήσει κάτι παραπάνω, αλλά αυτά δεν μπορεί να αποτελούν τον κεντρικό στόχο μιας χώρας διοργανώτριας Ολυμπιακών αγώνων.
Ακόμη πιο ψυχοπλακωτικός όμως ήταν ο τρόπος της παρουσίασης.
Ιδιαίτερα οι χρωματικές επιλογές και ο (μισο)φωτισμός, όπου κυριάρχησε το γκρίζο , το μαύρο, το σκότος και η καταχνιά. The atmosphere was death, για να χρησιμοποιήσουμε μια κοινή αγγλική έκφραση.
Στα αρνητικά της φιέστας θα πρέπει να καταλογίσουμε την κακόγουστη εμπλοκή της ταλαίπωρης βασίλισσας στην κινηματογραφική κακογουστιά με τον πράκτορα του γλυκού νερού και στα αρνητικά της διοργάνωσης την εμπλοκή του στρατού στην περιφρούρηση των αγώνων.
Απαράδεκτη η προχειρότητα αντιμετώπισης του ζητήματος ασφαλείας που υποδηλώνει η εκ των ενόντων αξιοποίηση των φαντάρων στην ύστατη στιγμή. Ακόμη πιο απαράδεκτη η εικόνα των ένστολων στρατιωτών σε μια αθλητική διοργάνωση, το κεντρικό ιδεώδες της οποίας είναι η παγκόσμια ειρήνη. Πρόκειται για μια εικόνα, που θα φρόντιζαν να αποφύγουν ακόμη και τα πλέον μιλιταριστικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Εξ’ άλλου έχοντας μια εντελώς διαφορετική εκπαίδευση, είναι μάλλον απίθανο τα παιδιά των ενόπλων δυνάμεων να ανταποκριθούν στο εξειδικευμένο έργο της ασφάλειας-αστυνόμευσης μιας τέτοιας, τόσο μεγάλης και ιδιόρρυθμης, διοργάνωσης.
Το παρατράγουδο με την Ινδική αντιπροσωπεία είναι χαρακτηριστικό και ευχή όλων να είναι το μόνο.
Παρ’ όλα αυτά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε κάποια στοιχεία, τα οποία μας εντυπωσίασαν θετικά.
Ο τόπος φιλοξενίας των εθνικών σημαιών πάνω στον καταπράσινο λόφο υπό την κοινή σκέπη της βελανιδιάς, αποτελεί ένα εξαιρετικό εύρημα, που προφανώς συμβολίζει την παγκόσμια κοινή παγανιστική μήτρα, η οποία έχει σαν διεθνές σύμβολο την ελληνική δρυ, ιερό δένδρο των Δρυΐδων, οι οποίοι αποτελούν, ως γνωστόν, και το Βρετανικό Ιερατείο, που χάνεται στα βάθη των αιώνων και από όπου έλκει την καταγωγή του και ο δημοφιλής μάγος Μέρλυν, κομβικό πρόσωπο της Βρετανικής μυθολογίας.
Όπως εξαιρετικά ευρηματικός ήταν και ο βωμός της Ολυμπιακής φλόγας συντιθέμενος από τις δεκάδες δάδες των συμμετεχουσών χωρών.
Ιδιαίτερα δε ευχάριστη έκπληξη για την Ελλάδα θεωρώ το γεγονός ότι οι Βρετανοί Διοργανωτές για την αλφαβητική είσοδο των αθλητικών ομάδων στο στάδιο κατέταξαν την FYROM στις χώρες που το όνομά τους αρχίζει από “F” και όχι από “Μ”. Η επιλογή τους είναι αντικειμενικά παράδοξη αν σκεφθούμε ότι το ουσιαστικό είναι το Μακεδονία ενώ όλες οι άλλες λέξεις του σύνθετου ονόματος είναι απλώς προσδιορισμοί. (Με την λογική αυτή πληθώρα άλλων χωρών θα έπρεπε να καταταγούν στο “R” επειδή του ουσιαστικού ονόματός τους προηγείται ο πολιτειακός προσδιορισμός Republic). Όμως εν πάση περιπτώσει για μας υπήρξε πολύ παρήγορη επιβεβαίωση της φαιδρότητας των ανιστόρητων ψυχώσεων των Σκοπίων.
Ας έρθουμε όμως δι’ ολίγον και στα καθ’ ημάς.
Η ανεκδιήγητη δική μας Ολυμπιακή επιτροπή, που μέχρι την προτεραία κομπορρημονούσε περί της ολυμπιακής ιδέας και της αθλητικής δεοντολογίας, υπέπεσε σε δύο βαρύτατα κατά την άποψη μας αμαρτήματα κατά την τελετή έναρξης.
Το πρώτο, που προδίδει ακριβώς τα όσα της καταμαρτυρούσαμε προχθές περί υπερφίαλου εγωϊσμού των προεστών της, συνίσταται στην άθλια εικόνα της εισόδου της εθνικής μας ομάδας στο στάδιο.
Σε αντίθεση με την συντριπτική πλειοψηφία των πολιτισμένων χωρών, που συμμετείχαν στην τελετή, αντί αθλητικής αποστολής εισέβαλε στο στάδιο ένα τεράστιο πλήθος αχαρακτήριστων παραγόντων, οι οποίοι εξαφάνισαν στην κυριολεξία τους αθλητές.
Ντροπή. Ιδιαίτερα σε ένα δρώμενο , όπου προφανώς οι αθλητές έχουν την τιμητική τους και σε μια εποχή, που η Ελλάδα λοιδορείται διεθνώς για την διασπάθιση του δημόσιου χρήματος από "κολλητούς" και "χαραμοφάηδες".
Το χειρότερο όμως αμάρτημα της διοίκησης της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής είναι πως επέτρεψε στον ανιστόρητο εμποράκο, τον κο Ρογκ, να διατυπώσει ενώπιον εκατοντάδων εκατομμυρίων την απρόκλητη ύβρη του εναντίον της πατρίδας μας, αποκαλώντας το Λονδίνο «σπίτι» των Ολυμπιακών αγώνων.
Τα φληναφήματα περί εκ των υστέρων «διαμαρτυριών» του κου Καπράλου δεν πείθουν κανένα.
Όσοι είχαν τον μαζοχισμό να παρακολουθήσουν τις κουταμάρες του κου Ρογκ γνωρίζουν πολύ καλά ότι το κείμενο της ομιλίας του είχε κυκλοφορήσει αρκετές ώρες προτού την εκφωνήσει. Για τον απλούστατο λόγο ότι ο δημοσιογράφος, που σχολίαζε την τελετή, έκανε και την ταυτόχρονη μετάφραση κατά τη διάρκεια της ομιλίας, όπερ σημαίνει ότι διέθετε το κείμενο πολύ νωρίτερα, ώστε να το έχει μεταφρασμένο και μάλιστα σε αρκετά σημεία εκ παραδρομής διάβασε την μετάφραση, προτού ο ομιλητής να εκφωνήσει το ανάλογο χωρίο του πρωτοτύπου κειμένου…
Αφού λοιπόν την είχε ο δημοσιογράφος προφανώς θα την είχε (ή εν πάση περιπτώσει όφειλε να την έχει) και ο κος Καπράλος. Είχε λοιπόν καθήκον να παρέμβει εκ των προτέρων στον κο Ρογκ και να τον αποτρέψει από τις χαμερπείς κολακείες του προς τους διοργανωτές, οι οποίες συμβαίνει να είναι τόσο προσβλητικές για τη δική μας χώρα.
Καλούνται λοιπόν οι Υπουργοί Πολιτισμού και Αθλητισμού να ενεργήσουν τα δέοντα τόσο για την ασχημία της εισόδου της ολυμπιακής αποστολής στο στάδιο, όσο κυρίως για την ανεπάρκεια των στελεχών τη ΕΟΕ να προστατεύσουν την διεθνή εικόνα της χώρας και τα απαράγραπτα ιστορικά δικαιώματά της απέναντι σε μια ομάδα «Αθανάτων» παραδόπιστων σφετεριστών της Ολυμπιακής Ιδέας.
Και βεβαίως θα ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρον σε μια περίοδο, που ο Ελληνικός λαός λιμοκτονεί να μας ενημερώσει ο αρμόδιος Υπουργός αναλυτικά για το γενικό κόστος της Ελληνικής αποστολής και ιδιαιτέρως για τα χρήματα, που πέραν των αθλητών κοστίζει στο δημόσιο κορβανά ο κάθε μικρός και μεγάλος παράγοντας ξεχωριστά.