Σε κάποιο από τα πολυάριθμα προεκλογικά πάνελ όπου ως συνήθως οι συνδαιτυμόνες συναγωνίζονταν σε ανοησία, ένας συντηρητικός υποψήφιος, ο οποίος εκ συστήματος ρυπαίνει την τηλεοπτική εικόνα με την κομπορρημοσύνη και την αναίδεια του καταφέρθηκε εναντίον του αντιπάλου αριστερού κόμματος υποβάλλοντας το υποκριτικό ρητορικό ερώτημα: «Πώς είναι δυνατόν να ομιλεί η αριστερά για κρατικοποίηση των τραπεζών, όταν είναι γνωστό ότι τα δημόσια ταμεία είναι άδεια;»
Εκείνη την στιγμή όσοι είχαν την ατυχία να παρακολουθούν την εκπομπή δεν εκνευρίσθηκαν μόνο με τις ανοησίες του πολιτικού. Αηδίασαν περισσότερο με την συμπεριφορά του δημοσιογράφου, ο οποίος απέφυγε να του απαντήσει κάτι πάρα μα πάρα πολύ απλό: Ότι δηλαδή τα δισεκατομμύρια, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο είχε χρεωθεί το Ελληνικό Δημόσιο (τουτέστιν οι φορολογούμενοι) για τις έως τώρα συνεχείς ανακεφαλαιώσεις του τραπεζικού τομέα, ήταν πολλαπλάσια της αξίας των τραπεζών.
Και αυτή η απλοϊκή σκέψη δεν ήταν μόνο φαεινή ιδέα κάποιων ολίγων τηλεθεατών.
Ήδη την δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα απασχολούσε το θέμα αν οι μετοχές των τραπεζών, που ούτως ή άλλως θα έρχονταν στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου, θα έπρεπε να είναι με ή χωρίς δικαίωμα ψήφου. Αν δηλαδή το Δημόσιο θα έπρεπε να αναλάβει την διοίκηση τους ή αν θα έπρεπε αυτή να παραμείνει στους αποδεδειγμένα αποτυχημένους ιδιώτες τραπεζίτες.
Την ίδια στιγμή η συντηρητική κυβέρνηση της Ισπανίας ανακοίνωνε ότι όσες τράπεζες προσέτρεχαν στο Ισπανικό Δημόσιο για κεφαλαιακή υποστήριξη θα περνούσαν αυτομάτως στην ιδιοκτησία του.
Ήταν φανερό λοιπόν ότι στο επόμενο διάστημα με τις τράπεζες να συνεχίζουν να αντλούν αμύθητα ποσά από τα δημόσια ταμεία των ευρωπαϊκών χωρών καμία κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να πείσει τους φορολογουμένους ότι θα έπρεπε να υπομένουν όλο και μεγαλύτερη λιτότητα, ενόσω οι τραπεζίτες θα συνέχιζαν να διατηρούν ανέπαφη την ιδιοκτησία τους, γλεντώντας εις υγείαν των κορόιδων.
Αντελήφθησαν λοιπόν οι Ευρωπαίοι banksters ότι βρισκόντουσαν μπροστά σε ένα θανάσιμο κίνδυνο να χάσουν τις τράπεζές τους. Κατάλαβαν ότι οσονούπω θα βρίσκονταν μπροστά σε μια χιονοστιβάδα κρατικοποιήσεων, την οποία θα επέβαλαν με το ζόρι οι ευρωπαϊκοί λαοί και καμιά επί μέρους κυβέρνηση δεν θα είχε τη δύναμη να αντιδράσει.
Έπρεπε επομένως να βρούν τρόπο να ξεφύγουν.
Έπρεπε να σώσουν την ιδιοκτησία τους και έπρεπε να δράσουν εδώ και τώρα, γιατί ενδεχομένως την επόμενη βδομάδα με τις Ισπανικές και τις Κυπριακές Τράπεζες στο κόκκινο ήταν προβλέψιμο ότι το ντόμινο των κρατικοποιήσεων θα ξεκινούσε.
Επιστράτευσαν λοιπόν τον άνθρωπο τους το κο Μόντι να φέρει εις πέρας την αποστολή διάσωσή τους. Όταν αυτός ο περιβόητος αρχιbankster δήλωνε προ της συνόδου κορυφής ότι η Ευρωζώνη έχει μόλις μια εβδομάδα για να σωθεί, στην πραγματικότητα εννοούσε ότι ο ίδιος είχε μια εβδομάδα για να σώσει τα αφεντικά της Ευρωζώνης.
Το σχέδιο του κου Μόντι ήταν απλό.
Όσο οι τράπεζες αντλούσαν κεφάλαια ευθέως από τον κάθε κρατικό κορβανά θα ενομιμοποιείτο κάθε μυστήριος φορολογούμενος να απαιτεί μερίδιο στο μετοχικό τους κεφάλαιο και συμμετοχή στη διοίκησή τους.
Στην ελεύθερη οικονομία όμως ισχύει ο κανόνας ότι όποιος πληρώνει δικαιούται να αποκτά και να εξουσιάζει. (Αυτό είναι και το βασικό επιχείρημα της τρόϊκας).
Για να επιτύχει λοιπόν στην αποστολή του ο κος Μόντι έπρεπε να λύσει ένα σημαντικό γρίφο. Έπρεπε να βρει ένα τρόπο ώστε οι φορολογούμενοι να συνεχίσουν να επιβαρύνονται με τις «μαύρες τρύπες» των τραπεζών, αλλά οι τράπεζες να φαίνονται ότι παίρνουν χρήματα από αλλού, όχι από τα κρατικά ταμεία.
Η λύση λοιπόν του γρίφου ήταν να αλλάξει η διαδρομή του χρήματος.
Με το «μεγαλοφυές σχέδιο Μόντι» οι τράπεζες θα συνέχιζαν να απομυζούν τα χρήματα των μαρτυρικών ευρωπαίων φορολογουμένων.
Εισπράττοντάς τα όμως από ένα κεντρικό μηχανισμό «σταθερότητας» θα θόλωναν αρκούντως τα νερά ώστε να αφαιρέσουν από τα κατ’ ιδίαν κράτη το δικαίωμα-υποχρέωση να βάλλουν χέρι στις μετοχές και στη διοίκησή τους. Αυτό το δικαίωμα θα περιερχόταν με βάση τον κανόνα που προαναφέραμε στον νέο εμβόλιμο κεφαλαιούχο, τον «Οργανισμό Σταθερότητας».
Για να κοιμούνται όμως απολύτως ήσυχοι οι Τραπεζίτες, στον «Οργανισμό Στήριξης» θα συμμετέχει και η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα, δηλαδή οι ίδιοι. Έτσι θα έχουν δεμένο τον «γάϊδαρο» από όλες τις μεριές με τον τραπεζικό τομέα «απολύτως θωρακισμένο».
«Απολύτως θωρακισμένο»;
Ναι, αλλά όχι όπως θέλουν να το παρουσιάζουν στους κατά τόπους ιθαγενείς, ως δήθεν εξασφάλιση των καταθέσεων των μικροκαταθετών.
Απολύτως θωρακισμένο υπό την έννοια της εξασφάλισης των banksters από τον κίνδυνο να τους προκύψει κανένας «ακραίος» Ευρωπαίος πολιτικός, που να έχει την αποκοτιά να βάλει χέρι στις επιχειρήσεις και στην κερδοφορία τους, ή να τους προκύψει κανένας «δειλός» Ραχόι που να μην έχει το σθένος να αντιμετωπίσει την λαϊκή απαίτηση για κρατικοποίηση των χρεωκοπημένων επιχειρήσεών τους.
Αφού λοιπόν συνέλαβε το μεγαλοφυές σχέδιο ο κος Μόντι τα επόμενα βήματα ήταν απλός περίπατος.
Φώναξε τους υποτακτικούς του (Μέρκελ, Ολάντ, Ραχόϊ) και τους εξήγησε με ποιο τρόπο θα έπερεπε να το σερβίρουν στους υπόλοιπους και στα ΜΜΕ, ώστε να περάσει πιο μαλακά στην Ευρωπαϊκή κοινή γνώμη.
Συγχρόνως τους προσέφερε και ένα «σωσίβιο» για την διάσωση της προσωπικής τους εικόνας:
Ο κος Ραχόϊ θα «κέρδιζε» την ενίσχυση της Ισπανίας «ολίγον» μνημόνιο, χαλαρή επίβλεψη και δήθεν χωρίς τρόϊκα Ελληνικού τύπου.
Η κα Μέρκελ θα κέρδιζε την αυξημένη επιρροή της Γερμανίας στον υπό σύσταση «αποτελεσματικό εποπτικό μηχανισμό».
Ο κος Ολάντ θα παρηγοριόταν με τα 130 δις (στραγάλια) για το υπό σκέψιν σχέδιο επιστροφής στην ανάπτυξη.
Αφού λοιπόν ο Capo di Capi κος Μόντι μοίρασε τους ρόλους στα τσιράκια του, υπόλοιπα μέλη της Ευρωζωνικής φράξιας, δεν έμενε παρά να πάνε στη σύνοδο κορυφής και να πειθαναγκάσουν τους υπόλοιπους να αποδεχθούν τις προκατασκευασμένες αποφάσεις τους.
Εκεί τα πράγματα αποδείχθηκαν εξαιρετικά εύκολα, γιατί ενώ ο κο ς Μόντι προέβλεπε μαραθώνια πολυήμερη σύγκρουση, η Σύνοδος αποδείχθηκε ειδυλλιακός βραδινός καλοκαιρινός περίπατος.
Αν λοιπόν όλο αυτό το θέατρο σκιών δεν αποτελεί μια καραμπινάτη οικονομική συνομωσία υπέρ των τραπεζιτών και εις βάρος των Ευρωπαίων φορολογουμένων και των κατ’ ιδίαν εθνικών οικονομιών, τότε και ο αείμνηστος Αλ Καπόνε θα πρέπει να λογίζεται ως άγιος, προστάτης των ταπεινών και καταφρονεμένων.
Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες έκαναν δηλώσεις πανηγυρικές.
Τα διεθνή μέσα (παπαγαλάκια) έκαναν δοξολογίες για τον κο Μόντι.
Τα χρηματιστήρια βρήκαν μια καλή ευκαιρία να κάνουν στα γρήγορα μια «αρπαχτή» προτού ξαναγυρίσουν στην καθιερωμένη υφεσιακή μιζέρια τους.
Το ευρώ πήρε μια αγχωμένη ανάσα προτού ξαναγυρίσει στην κατρακύλα του, που προβλέπεται ακόμη πιο φαντασμαγορική αν η Κεντρική Ευρωπαϊκή Τράπεζα τολμήσει να κατεβάσει το επιτόκιο στο 0,75.
Οι ευρωπαίοι πολίτες παρακολουθούν απορημένοι και γυρνούν ανάποδα τις άδειες τσέπες τους προσπαθώντας να ανακαλύψουν τις πολυθρύλητες θετικές συνέπειες του σχεδίου στην δική τους καθημερινότητα.
Το πιο παράδοξο όμως από όλα είναι η ελληνική εκδοχή του μύθου της Συνόδου Κορυφής.
Τα ξεφτέρια της Ελληνικής πολιτικής ελίτ έσπευσαν να ζηλέψουν την «τύχη» των Ισπανών και των Ιταλών και να βάλουν στόχο και την ένταξη της Ελλάδος στα «ευνοϊκά μέτρα» της κομπίνας Μόντι.
Πρόκειται άραγε για αφέλεια ή μήπως για κουτοπονηριά της συγκυβέρνησης, που στο επόμενο διάστημα θα παρουσιάσει την αυστηρή λιτότητα σαν δήθεν αναγκαίο κακό προκειμένου να πεισθούν οι εταίροι να μας συμπεριλάβουν στο νέο καθεστώς δημιουργικής λογιστικής αποτύπωσης δημοσίων χρεών;
Τα κανάλια ξεκίνησαν ήδη την σχετική προπαγάνδα.
Τυχαίο;
Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε.
Πάντως ακόμη και ως τυχαίο παραμένει ιδιαίτερα ευνοϊκό προπαγανδιστικό αφήγημα για την εξυπηρέτηση της ευλαβικής εφαρμογής του μνημονίου από την φιλομνημονιακή κυβερνητική τριαρχία μας, η οποία στις επόμενες μέρες θα χρειασθεί ανανεωμένο άλλοθι για να προχωρήσει σε μια σειρά εξοντωτικών μέτρων και κυρίως στο αχαλίνωτο ξεπούλημα του εθνικού πλούτου και της κρατικής μας περιουσίας.
Εξαιρείται η Κύπρος
Είναι πάντως αξιοσημείωτο ότι ανάμεσα σε όλους αυτούς τους ανεκδιήγητους ηγέτες της Ευρωζώνης υπάρχει και ένας που φαίνεται να μην «τσίμπησε» στο «μεγαλοφυές» σχέδιο Μόντι.
Ο λόγος για τον κο Χριστόφια, ο οποίος καίτοι παρών και συναινετικός στη Σύνοδο κορυφής (όπως άλλωστε ταιριάζει στον αρχηγό μιας χώρας που ανέλαβε την προεδρία της Ευρώπης), δεν παρέλειψε να προχωρήσει σε κρατικοποίηση της Λαϊκής Τράπεζας.
Παρότι μάλιστα οι πρωταγωνιστές του φιάσκου της Συνόδου Κορυφής παρείχαν διαβεβαιώσεις πως η Κύπρος θα μπορούσε να κάνει χρήση των «ευνοϊκών» ρυθμίσεων του νέου συστήματος ανακεφαλαίωσης των τραπεζών.
Είναι μια κίνηση που κατά την ταπεινή μας γνώμη θα πρέπει ανεξάρτητα από όποιες γενικώτρες επιφυλάξεις αφ ενός να πιστωθεί στον Κύπριο Πρόεδρο, αφ’ ετέρου να αξιολογηθεί από την καθ’ ημάς κυβερνητική τριανδρία ως παράδειγμα πατριωτικής διαχείρισης των προβλημάτων της οικονομικής κρίσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου