Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

Εξωτικοί Γκαουλάιτερ ή «συνεργάσιμοι» ιθαγενείς ;

Ολόκληρη την δημόσια συζήτηση στα ΜΜΕ μονοπώλησε χθες και όπως φαίνεται θα συνεχίζει να δεσπόζει και τις επόμενες μέρες το θέμα του διορισμού επιτρόπου στην Ελλάδα με αποφασιστικές αρμοδιότητες στα δημοσιονομικά της.
Μια αξιοθρήνητη συζήτηση, που κινήθηκε όπως συνήθως μεταξύ πατριδοκαπηλίας και πολιτικού κουτσομπολιού.

Όχι ότι το ζήτημα δεν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον από την άποψη των εθνικών υποστάσεων των κατ’ ιδίαν χωρών, που συνθέτουν τον «ζωολογικό κήπο» της ΕΕ.
Βεβαίως είναι σημαντική η εναργής αποκάλυψη ότι τουλάχιστον στα ηγετικά κλιμάκια της Γερμανίας τα Χιτλερικά οράματα παραμένουν ζωντανά και ο αποικιοκρατισμός έχει υιοθετηθεί ως το πλέον πρόσφορο μοντέλο επιβολής της Γερμανικής επικυριαρχίας στην Ευρωπαϊκή ήπειρο.
Όπως ουδείς επίσης μπορεί να υποτιμήσει την δραστική καταρράκωση της εθνικής υπερηφάνειας οποιουδήποτε λαού, που ήθελε υποστεί αυτήν την πανηγυρική διεθνή ταπείνωση.
Όμως όλα αυτά, που τα ΜΜΕ παρουσίασαν ως κουτσομπολιό του τύπου, ποιος είπε τι, ποιος απάντησε τι σε ποιόν, από πού προήλθε η ιδέα και ποιοί ακριβώς κύκλοι την διέρρευσαν και αν την πίστευε η κα Μέρκελ ή ήταν προϊόν της υποβόσκουσας διαμάχης της με τον κο Σόιμπλε και άλλα τέτοια εμετικά. Όλα αυτά είναι δευτερεύοντα ζητήματα.
Όπως δευτερεύοντα ζητήματα ήταν οι μεγαλόστομες δηλώσεις πολιτικών τύπου Βενιζέλου και Μπακογιάννη περί «ιστορίας» και «αξιοπρέπειας». Όπως φαιδρότατη είναι η ιδέα Καρατζαφέρη να θέσει τα θέματα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Για άλλη μια φορά αυτοί που μονοπωλούν το δημόσιο λόγο πολιτικοί και δημοσιογράφοι φάνηκε να μεγαλοποιούν ταχυδακτυλουργικά τα ελάσσονα προκειμένου να συσκοτίσουν τα μείζονα.
Διότι το μείζον ζήτημα στο περιβόητο έγγραφο, που απεκάλυψαν οι «Φαϊνάνσιοναλ Τάιμς» δεν ήταν ο διορισμός επιτρόπου, αλλά «ο χρυσούς κανόνας», προς εξασφάλιση της εφαρμογής του οποίου γεννήθηκε η φαεινή ιδέα της επιβολής επιτρόπων σε χώρες με αδυναμία ικανοποιητικής εξυπηρέτησης των συμφερόντων των δανειστών.
Αντί λοιπόν να συζητηθεί το θέμα του χρυσού κανόνα, τον οποίο όλα τα κράτη της Ευρώπης πλην της Μεγάλης Βρετανίας φέρονται να εγκρίνουν, αναλώθηκε τεχνηέντως η συζήτηση στις σαχλαμάρες του διορισμού κοινοτικού επιτρόπου ή γερμανού γκαουλάϊτερ.

Ο χρυσούς κανόνας λοιπόν προβλέπει ότι όλα τα κράτη και η Ελλάδα οφείλουν να δίνουν απόλυτη προτεραιότητα στην εξυπηρέτηση του χρέους τους. Με απλά λόγια όπως διευκρινίζεται κυνικά στο επίμαχο έγγραφο πρώτα θα πρέπει να φροντίζουν για την πληρωμή των τοκοχρεωλυσίων και ότι περισσεύει (αν περισσεύει) θα μπορούν να το διαθέτουν σε χρηματοδότηση πρωτογενών δαπανών (μισθοί, συντάξεις, κ.λ.π).
Πρόκειται για την πλέον ανάλγητη κοινωνικά νεοφιλελεύθερη συμπεριφορά.

Δείτε όμως τι επιτάσσει ο χρυσούς κανόνας και θυμηθείτε τα τελευταία δύο χρόνια ποιο ήταν το βασικό επιχείρημα για την είσοδο στο ΔΝ, την επιβολή όλων των αντιλαϊκών μέτρων, την αναγκαιότητα είσπραξης των δόσεων. Τι μας έλεγαν συνεχώς οι κυβερνώντες και οι συνοδοιπόροι τους; Ότι «χωρίς την λήψη μέτρων δεν θα μπορούσαν να πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις».
Τι σήμαινε λοιπόν αυτό; Ότι απλά στην πραγματικότητα ο «χρυσός κανόνας» της απόλυτης προτεραιότητας των δανειστών έναντι των εσωτερικών αναγκών λειτουργίας της χώρας, ίσχυε στα μουλωχτά από την αρχή αυτού του Γολγοθά και εφαρμοζόταν κυρίως, με ή χωρίς γκαουλάϊτερ, από την ίδια την πολιτική ηγεσία της Ελλάδας.

Αυτή είναι η πικρή αλήθεια, για την οποία κανείς από τους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους δεν θέλησε να μιλήσει χθες και πιθανότατα θα προσπαθήσουν όλοι αυτοί να αποφύγουν να συζητήσουν και τις επόμενες μέρες.
Γιατί πίσω από ατή την ενδοτική επιβολή ενός δόγματος εξόντωσης των Ευρωπαϊκών λαών προς εξασφάλιση των συμφερόντων μιας ελάχιστης διεθνούς κερδοσκοπικής ολιγαρχίας κρύβεται μια άλλη ακόμη πικρότερη:
Για να μπορέσει ένας οποιοσδήποτε ξενόφερτος Γκαουλάϊτερ να εφαρμόσει οποιαδήποτε προγράμματα θα πρέπει να διαθέτει ή την λαϊκή ανοχή (πράγμα αδιανόητο) ή την δέουσα κρατική ισχύ (διοικητικούς μηχανισμούς, αστυνομία, στρατό).
Από μόνος του δεν μπορεί να κάνει τίποτε.
Άρα όρος εξ ων ουκ άνευ είναι η ενεργή σύμπραξη της εγχώριας πολιτικής ελίτ, η οποία να θέτει στη διάθεσή του τα μέσα κρατικής επιβολής.

Γι αυτό λοιπόν η θορυβώδης συζήτηση περί επιτρόπου ήταν εκ προοιμίου φαιδρή και αποσκοπούσε στην συγκάλυψη των πραγματικών σχεδίων, που προβλέπουν την συνέχιση εφαρμογής του « χρυσού κανόνος» από εγχώριες «συνεργάσιμες» κυβερνήσεις συνεπικουρούμενες από επιβλέποντες συμβούλους τεχνοκρατικής ( διάβαζε ελεεινής) μορφής. Όπως ακριβώς γίνεται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και όπως γίνεται ήδη στην Πορτογαλία, Ισπανία, Ιρλανδία, Ιταλία, Γαλλία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Βουλγαρία κ.λ.π και όπως σύντομα θα επεκταθεί τελικά σε όλες της χώρες της Ευρώπης.

Θα ήταν λοιπόν καλλίτερα για όλους όσους ασκούν δημόσια αξιώματα ή βιοπορίζονται από την ενημέρωση της κοινής γνώμης να λένε την αλήθεια ή να σιωπούν.
Γιατί εδώ που φθάσαμε κανένας δεν μπορεί να κρύβεται πίσω από το δάκτυλό του, ιδιαίτερα όταν είναι ευτραφής και καλοταϊσμένος.
Όπως ευστόχως συμβουλεύει και ο λαϊκός θυμόσοφος, που συνήθως όποιος τον υποτιμάει τρώει τα μούτρα του, «μεταξύ κατεργαραίων ειλικρίνεια»…

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

Η Τρόϊκα άλλα ζητάει και αλλού στοχεύει…

Το Δεκέμβριο του 2010, την εποχή που περίπου όλοι, πολιτικοί, επιχειρηματίες, ΜΜΕ προσπαθούσαν να πείσουν τον Ελληνικό λαό περί της ανάγκης «εσωτερικής υποτίμησης», προκειμένου να «βελτιώσει η χώρα την ανταγωνιστικότητά της» και όπου ακόμη και οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες καλοέβλεπαν την ιδέα της μείωσης των αποδοχών των εργαζομένων θεωρώντας ότι βοηθά στην απέλπιδα προσπάθεια επιβίωσης των επιχειρήσεών τους, είχαμε γράψει ένα άρθρο με το οποίο προσπαθούσαμε να βάλλουμε τα πράγματα στη θέση τους.
Σήμερα, ένα χρόνο μετά όλοι, εκτός από τους Γερμανούς αποικιοκράτες και τους ντόπιους τοποτηρητές των συμφερόντων τους, φαίνεται να έχουν προσχωρήσει σε εκείνες μας τις απόψεις.
Επειδή όμως το θέμα παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο και συζητιέται κατά κόρον εν όψει των διαπραγματεύσεων με την τρόϊκα, κρίνουμε σκόπιμο να το επαναφέρουμε. Προς γνώση και συμμόρφωση κυρίως αυτών, που ίσως με ανεπαρκή προσόντα, αλλά πάντως σίγουρα χωρίς την επιβεβλημένη διορατικότητα επιμένουν να κυβερνούν διαχρονικά τον πολύπαθο Ελληνικό λαό.
Γράφαμε λοιπόν στις 3/12/2010 με επικεφαλίδα «Βουλευτές αφυπνισθείτε, Κοινωνικοί Εταίροι μην αυτοκτονείτε»:

Οι Έλληνες βιομήχανοι με προεξάρχοντα τον ΣΕΒ αποτελούν χαρακτηριστική περίπτωση «ποντικού», που τυφλωμένος από την λαιμαργία του για το «τυρί» αδυνατεί να διακρίνει την «φάκα».
Όπου τυρί εννοούνται τα μέτρα περικοπής των μισθών και κατάλυσης των δικαιωμάτων των εργαζομένων και όπου φάκα οι κρυφές επιδιώξεις των εμπνευστών του μνημονίου.
Είναι απορίας άξιο πως αυτοί οι κακόμοιροι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται ότι η επιχειρηματική τους εξόντωση συγκαταλέγεται στους τρείς πρώτιστους στόχους της τρόϊκας.

Έχουμε επισημάνει αρκετές φορές ότι η σπουδή των δανειστών του Ελληνικού Δημοσίου να παρέμβουν σε θέματα που αφορούν στον ιδιωτικό τομέα δεν δικαιολογείται από τη φύση των οικονομικών προβλημάτων, που υποτίθεται ότι υπαγόρευσαν την ανάγκη προσχώρησης στον μηχανισμό στήριξης.
Υποτίθεται δηλαδή ότι το πρόβλημα της χώρας είναι το δημόσιο έλλειμμα και το δημόσιο χρέος, που δημιουργούν στους δανειστές μας και στην ΕΕ το φόβο για πιθανή αδυναμία πληρωμών.
Για την αντιμετώπιση του ελλείμματος υπάρχουν δύο τρόποι: η μείωση των δαπανών και η αύξηση των δημοσίων εσόδων.
Για την μείωση του χρέους απαραίτητη είναι η ελαχιστοποίηση των δανειακών αναγκών της χώρας και η δημιουργία πλεονάσματος ικανού να εξυπηρετεί απρόσκοπτα τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, αλλά συγχρόνως να επιτρέπει και την σταδιακή επιστροφή των δανεικών κεφαλαίων.
Τόσον η μείωση του ελλείμματος όσον και η μείωση του χρέους διευκολύνονται από την αύξηση του ΑΕΠ καθόσον έτσι αφ’ ενός διευρύνεται η φορολογητέα βάση, αφ ετέρου μειώνεται άμεσα το χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ, (δείκτης που ενδιαφέρει εξαιρετικά την ΕΕ).
Τόσο απλά είναι τα θέματα για το υποτιθέμενο οικονομικό πρόβλημα της χώρας.
Βλέπει κανείς σ’ αυτά τα απλά ζητήματα να εμπλέκεται πουθενά το θέμα των μισθών των εργαζομένων;
Υπάρχει κανείς εχέφρων άνθρωπος (όχι κατ’ ανάγκην οικονομολόγος), που να έχει ισχυρισθεί ποτέ ότι η μείωση των αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα μπορεί να μειώσει τα ελλείμματα της κεντρικής κυβέρνησης;
Όχι βέβαια. Αντίθετα και η κουτσή Μαρία αντιλαμβάνεται, ότι η μείωση των αποδοχών, οδηγεί σε μείωση της κατανάλωσης, η μείωση της κατανάλωσης σε κλείσιμο επιχειρήσεων , και τα δύο αυτά μαζί σε μείωση των φορολογικών εσόδων, άρα σε αύξηση του ελλείμματος και συνέχιση της διόγκωσης του δημοσίου χρέους. Τουτέστι φαύλος κύκλος ή σπειροειδής υφεσιακή τροχιά, όπως αλλιώς έχει επικρατήσει να αποκαλείται η δομική κρίση ενός συστήματος, που έχει αφεθεί απροστάτευτο στα χέρια των διεθνών αρχιτεκτόνων του παγκόσμιου οικονομικού χάους.

Συνεπώς η άγρια περικοπή των αποδοχών των εργαζομένων είναι απολύτως ασύμβατη με τους υποτιθέμενους στόχους της κυβέρνησης, της ΕΕ και των δανειστών μας. Η δε βάρβαρη κατεδάφιση του υφιστάμενου ιδιωτικού εργασιακού καθεστώτος ουδόλως μπορεί να βρεί οποιαδήποτε αιτιολογική βάση στην επιδίωξη εξυγίανσης του κράτους και των δημοσίων οικονομικών.

Γιατί λοιπόν συμβαίνουν όλα αυτά;

Ο λόγος είναι απλός και ευκόλως πλέον εννοούμενος.
Οι προαναφερθέντες στόχοι του μηδενισμού του ελλείμματος και της μειώσεως του χρέους, οι οποίοι προβάλλονται επισήμως δεν είναι οι μόνοι και μάλλον δεν είναι καν οι πρωτεύοντες.

Κυρίαρχος στόχος των διεθνών επιχειρηματικών αρπακτικών φαίνεται πλέον εναργώς ότι ήταν και παραμένει η οικειοποίηση του δημόσιου πλούτου της χώρας στην ευρύτερη έννοια του οποίου συμπεριλαμβάνονται (ατυχώς για τον ΣΕΒ) και το σύνολο των προσοδοφόρων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του ιδιωτικού τομέα.
Αυτό λοιπόν που επιχειρείται σήμερα είναι η κολιγοποίηση των Ελλήνων εργαζομένων, ώστε όταν οι νέοι ξένοι ιδιοκτήτες αναλάβουν τον επιχειρηματικό έλεγχο να έχουν εξασφαλισμένα φθηνά εργατικά χέρια απασχολούμενα σε συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα.
Παράλληλα, επειδή βεβαίως έχει σοβαρό ενδιαφέρον για τους επίδοξους αγοραστές η αγοραία τιμή των πωλουμένων επιχειρήσεων κατά τον χρόνο της εξαγοράς, εξελίσσεται ραγδαία ένα άλλο εθνοκτόνο σχέδιο καταστροφής των επιχειρήσεων και των Ελλήνων επιχειρηματιών. Το έργο αυτό το έχουν αναλάβει κυρίως οι ξενόδουλες Ελληνικές τράπεζες, οι οποίες επιδίδονται συστηματικά στην εξόντωση της υγιούς επιχειρηματικότητας.

Και ο τελευταίος μικροβιοτέχνης γνωρίζει ότι το θανάσιμο πρόβλημα επιβίωσης της επιχείρησης του είναι η στέρηση ρευστότητας και όχι το ούτως ή άλλως πενιχρό μεροκάματο του υπαλλήλου του.
Γι αυτή δε την έλλειψη ρευστότητας ευθύνονται πρωτίστως οι τράπεζες, οι οποίες προ πολλού έχουν απομακρυνθεί από τον υπαρξιακό τους προορισμό και από μοχλός ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας έχουν μεταβληθεί σε στυγνούς εκτελεστές υγειών (όχι προβληματικών) επιχειρήσεων. Και βεβαίως, θλιβερόν ειπείν, στο εγκληματικό αυτό έργο των Τραπεζών εξ αντικειμένου αναγκαίος συνεργός έχει αποδειχθεί το ίδιο το κράτος, το οποίο με πλείστα όσα μέτρα (υψηλή φορολογία, εισπρακτικής σκοπιμότητας πρόστιμα, κ.λ.π), αλλά και με το σύνολο της οικονομικής πολιτικής του συμβάλλει στην αποστράγγιση του χρήματος από την αγορά.

Αντίπαλος επομένως της Ελληνικής Βιομηχανίας δεν είναι σήμερα το εργατικό δυναμικό της χώρας. Οι αποδοχές των εργαζομένων δεν είναι απειλή για την ανταγωνιστικότητα, είναι ελπίδα για την συντήρηση της ζήτησης και εντεύθεν για την επιβίωση των επιχειρήσεων.
Πραγματικός εχθρός της επιχειρηματικότητας όλων των τομέων και όλων των βαθμίδων είναι η καταστροφική στάση των τραπεζών και η αδυναμία του υπάρχοντος πολιτικού προσωπικού να διακρίνει την πραγματικότητα και να επιβάλλει πλαίσια και κανόνες στην αγορά και στο τραπεζικό κατεστημένο.

Οι λαοί της Ευρώπης, κυρίως αυτοί που έρχονται πρώτοι σε επαφή με τις μυλόπετρες της οικονομικής κρίσης και βρίσκονται αντιμέτωποι με τους «ενιαίους κανόνες» και τα ενιαία προγράμματα «σωτηρίας και διάσωσης» αρχίζουν πλέον να συνειδητοποιούν την πραγματικότητα.

Καιρός είναι να συνειδητοποιήσουν και οι Έλληνες επιχειρηματίες ότι το ψευδεπίγραφο σχέδιο «μη χρεωκοπίας της χώρας» στοχεύει ευθέως και οδηγεί μαθηματικώς στην δική τους ατομική χρεωκοπία.
Χωρίς βεβαίως να αποκλείεται και η χρεωκοπία της Ελλάδας εάν, εφ’ όσον και όταν αυτό κριθεί ότι εξυπηρετεί τους παραπάνω αναλυθέντες στόχους του διεθνούς συνδικάτου κερδοσκοπίας.
Κατόπιν όλων αυτών οι κοινωνικοί εταίροι, οφείλουν να αντιληφθούν ότι η τύχη τους γαρ κοινή και το μέλλον τους ζοφερό μετά βεβαιότητας.
Όσο για τους βουλευτές, οφείλουν να συνειδητοποιήσουν την ιστορικότητα των στιγμών, όπου η χώρα καλείται να δώσει τον υπέρ πάντων αγώνα και αυτοί, που τάχθηκαν να φυλάσσουν Θερμοπύλες ήρθε η ώρα να επιλέξουν αν θα σταθούν στο πλευρό του χειμαζόμενου λαού ή θα συμπεριφερθούν ως κοτζαμπάσηδες και Φαναριώτες.

Υ.Γ Ένα χρόνο λοιπόν μετά οι κοινωνικοί εταίροι φαίνεται να έχουν κατανοήσει το πρόβλημα, από όσα τουλάχιστον ισχυρίζονται δημόσια οι συνδικαλιστικοί τους φορείς.
Οι ηγεσίες των κομμάτων, εμφανίζουν επίσης μια βραδυφλεγή προσχώρηση στην σχετική αντιμνημονιακή φρασεολογία, στην οποία οι μέχρι χθες υπέρμαχοι του μνημονίου δημοσιογράφοι σπεύδουν οψίμως να γίνουν σημαιοφόροι.
Η συμπεριφορά όμως των βουλευτών και του ευρύτερου κατεστημένου πολιτικού προσωπικού στις κρίσιμες επιλογές για τον τόπο, εξακολουθεί να παραμένει αμφίβολη και μυστηριώδης.

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012

Οι Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ καταψήφισαν τον «μακελάρη»…

Έπειτα από δύο χρόνια αχαλίνωτης οσφυοκαμψίας, οι κακομοίρηδες βουλευτές του ΠΑΣΟΚ συνέβαλαν καθοριστικά στην καταψήφιση ενός άρθρου, που αφορούσε στο ωράριο λειτουργίας των φαρμακείων.
Από εκείνη την ιστορική στιγμή και μετά, αντικείμενο διερεύνησης από χιλιάδες πολιτικούς αναλυτές, αλλά και έγκριτους ψυχολόγους ανά τον κόσμο, είναι η ανεύρεση των αιτίων, που οδήγησαν αυτούς τους μέχρι χθες πειθαρχημένους και απολύτως συνεργάσιμους επαγγελματίες στην εκδήλωση μιας τόσον απροσάρμοστης προς τα κοινοβουλευτικά ειωθότα συμπεριφοράς.

Δεν ήταν μόνον οι Ευρωπαίοι εταίροι, οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οίκοι, οι παγκοσμίου εμβέλειας οικονομικές και πολιτικές λέσχες, που ευλόγως ανησύχησαν από αυτή την εξέλιξη, υπό τον φόβο της διακύβευσης των οικονομικών συμφερόντων και του εξουσιαστικού τους κύρους. Το παράδοξο αυτό φαινόμενο, που διαδραματίσθηκε στο sui generis Ελληνικό Κοινοβούλιο και σε μερικά λεπτά η είδηση έκανε το γύρω του πλανήτη, φάνηκε να εγείρει τεράστιο επιστημονικό ενδιαφέρον στους τομείς της πολιτικής επιστήμη, αλλά και της ψυχιατρικής.
Γιατί άραγε αυτοί οι κακομοιριασμένοι άνθρωποι, αφού ψήφισαν ασμένως και με κλειστά μάτια σωρεία νομοθετικών ρυθμίσεων, που ρήμαξαν τη χώρα, υποδουλώνοντάς την σε ξένα οικονομικά συμφέροντα και καταστρέφοντας το μέλλον πολλών επερχόμενων γενεών, αποφάσισαν ξαφνικά να αντιδράσουν σε μια τριτεύουσας σημασίας ρύθμιση ενός δευτερεύοντος νομοσχεδίου;

Πρόκειται άραγε για μια πραγματική συνειδησιακή αφύπνιση;
Πρόκειται μήπως για μια ύστατη προσπάθεια να περισώσουν τα τελευταία ράκη της πολιτικής τους αξιοπρέπειας;
Ήταν ίσως υποκριτική αντίδραση προκειμένου να κατευνάσουν την μήνι των προσωπικών τους ψηφοφόρων εν όψει επικείμενων εκλογών;
Μήπως έστω, όπως έσπευσε να διαρρεύσει το «Μαξίμου», ήσαν ποταποί υπηρέτες συντεχνιακών συμφερόντων;

Καμία δυστυχώς από όλες αυτές τις εξηγήσεις δεν μπορεί να ερμηνεύσει πειστικά την συμπεριφορά των βουλευτών.

Διότι αν επρόκειτο πράγματι για αιφνίδιο ξύπνημα της βαθειά υπνώττουσας συνείδησής τους θα κατάφερναν να εμποδίσουν την ψήφιση του άρθρου 24, που επιτρέπει περικοπή των δώρων Χριστουγέννων και Πάσχα για συνταξιούχους κάτω των 60 ετών.
Αν επρόκειτο για σκίρτημα του εν ανεπαρκεία εθνικού τους φιλοτίμου, θα κατεψήφιζαν ομαδικά το άρθρο 7, που διευκολύνει το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας από το Ταμείο «Αξιοποίησης».
Αν καθοδηγούνταν από συντεχνιακά συμφέροντα θα προτιμούσαν μάλλον να παρεμποδίσουν την ψήφιση του άρθρου για τους δικηγόρους.
Και βέβαια είναι μάλλον αφελές να πιστεύει κανείς ότι το ωράριο των φαρμακείων μπορεί να επηρεάσει κατ’ ελάχιστον την απαξιοτική εικόνα, που έχει σχηματίσει ο μέσος πολίτης για τον Βουλευτή της περιφέρειάς του.

Η αιτία λοιπόν της αντίδρασης βρίσκεται αλλού και πράγματι μπορεί εύκολα να την αντιληφθεί κανείς αν ανατρέξει στα πρακτικά της συνεδρίασης της Βουλής.
Εκεί λοιπόν θα δει ότι ο μέγας και πολύς κος Λοβέρδος, ο οποίος έχει αναγάγει την υποκριτική τέχνη σε βασικό εργαλείο διαχείρισης της πολιτικής του εικόνας, επιδόθηκε για άλλη μια φορά σε ένα ρεσιτάλ αλαζονείας και αυταρχισμού, που προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια όλων των πτερύγων της Βουλής.
Επεχείρησε κατ’ ουσίαν στο πλαίσιο της συζήτησης του πολυνομοσχεδίου να περάσει εντελώς αιφνιδιαστικά μια τροπολογία περί του ωραρίου των φαρμακοποιών παραβιάζοντας την σχετική διαδικασία, που προβλέπεται από τον κανονισμό της Βουλής.
Και παρά το γεγονός ότι οι κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι όλων των κομμάτων, συνηγορούντος και του Προεδρείου της βουλής, τον παρεκάλεσαν να μην επιμείνει και να επανέλθει με τροπολογία σε επόμενη συνεδρίαση, εκείνος παρέμεινε ανυποχώρητος. Ούτε οι συμβουλές και οι παραινέσεις του κου Κακλαμάνη κατάφεραν να κάμψουν την ξεροκεφαλιά του Υπουργού, που προ ολίγων ωρών είχε κάνει επίδειξη κουτσαβακισμού, απειλώντας το πανελλήνιο με μακελειό σε περίπτωση, που «κάποιοι» επεδίωκαν την διερεύνηση ευθυνών του κου Γ. Παπανδρέου (!!!).
Φαίνεται λοιπόν ότι αυτή η άκρως υποτιμητική για το Κοινοβούλιο και τους Βουλευτές συμπεριφορά του Υπουργού σε συνδυασμό με την εν γένει πολιτεία του, εξόργισε τους συναδέλφους του και οι βετεράνοι απέφυγαν να ασκήσουν την επιρροή τους προς διάσωσή του.
Έτσι τα κόμματα της αριστεράς κατεψήφισαν, η δεξιά εδήλωσε παρούσα και μια κρίσιμη ομάδα βουλευτών του ΠΑΣΟΚ έγειρε την πλάστιγγα, προσφέροντας ένα μίνι κοινοβουλευτικό Βατερλώ στον επιπόλαιο Υπουργό.

Το ενδιαφέρον πάντως δεν βρίσκεται στο συγκεκριμένο συμβάν, που ούτως ή άλλως παρά τις ανησυχίες του «Μαξίμου», αφού δεν είχε σοβαρή αιτία δεν πρόκειται να έχει και αξιόλογη συνέχεια.

Το ενδιαφέρον βρίσκεται αλλού:

Για τους μνηστήρες της Πηνελόπης χρειάσθηκαν 20 ολόκληρα χρόνια μέχρι να αποδυναμωθούν βιολογικά ανταγωνιζόμενοι σε άκρατη οινοποσία και πάσης φύσεως κραιπάλη, ώστε με ευκολία να τους εξοντώσει ο πολυμήχανος Οδυσσέας. Για τους μνηστήρες όμως της αρχηγίας του ΠΑΣΟΚ φαίνεται ότι άρκεσαν είκοσι μέρες για να απαξιωθούν επικοινωνιακά ανταγωνιζόμενοι σε κάθε είδους ανοησία, ώστε με ευκολία να τους εξοντώσει πολιτικά ο πολυμήχανος Παπανδρέου.

Διότι τι μηχανεύθηκε ο κος Παπανδρέου;
Απλούστατα εφάρμοσε την γνωστή αγγλική παροιμία, αμόλησε τους λάσκα το σκοινί και άστους να πνιγούνε μόνοι τους.
Και πράγματι αποτραβήχτηκε, τους άφησε ελεύθερο το πεδίο και ιδού το αποτέλεσμα.
Ο κος Βενιζέλος βουτήχτηκε ως το λαιμό στο βούρκο της οικονομικής εξαθλίωσης της χώρας και ο κος Λοβέρδος με τον κο Χρυσοχοΐδη βάλθηκαν να αυτοκτονήσουν και μάλλον το έχουν ήδη καταφέρει, αν κρίνουμε και από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, που φέρνουν πέμπτο κόμμα το ΠΑΣΟΚ.



Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2012

Η Δικαιοσύνη πρέπει να είναι τυφλή, αλλά ο Υπουργός της …ανοικτομάτης.

Το ρήμα κελεύω στα αρχαία ελληνικά μπορεί να έχει τρεις διαφορετικές ερμηνείες ανάλογα με την ιδιότητα του υποκειμένου και του αντικειμένου του.
Έτσι όταν «κελεύει» υφιστάμενος τον προϊστάμενό του, σημαίνει παρακαλώ. Όταν «κελεύει» κάποιος ομοιόβαθμό του, σημαίνει συμβουλεύω, παροτρύνω. Όταν όμως «κελεύει» κάποιος προϊστάμενος τον υφιστάμενό του, τότε σημαίνει εντέλλομαι, διατάσσω.
Καθ’ όμοιο τρόπο στα νεοελληνικά, τα οποία οφείλει να γνωρίζει καλά ένας Υπουργός Δικαιοσύνης, οι «συστάσεις» μεταξύ φίλων ή ομοιοβάθμων μπορεί να εκληφθούν ως συμβουλές, οι παραινέσεις. Οι συστάσεις όμως προς ιεραρχικά κατωτέρους μόνο ως εντολές μπορούν να νοηθούν.


Έτσι τι χρείαν μαρτύρων έχομε ότι υπήρξαν παρεμβάσεις στο έργο των οικονομικών εισαγγελέων όταν ο ίδιος ο κος Παπαϊωάννου ομολογεί ότι και ο ίδιος, αλλά και ο Εισαγγελεύς και ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου (άπαντες ιεραρχικά προϊστάμενοι) των κ.κ Πεπόνη και Μουζακίτη προέβησαν σε «εξαιρετικής διακριτικότητας σύσταση προς αυτούς για την κατά προτεραιότητα εξέταση υπόθεσης εξαιρετικής φύσης»;
Και όταν ο προϊστάμενος πιέζει «διακριτικά» τον υφιστάμενο να τελειώνει άρον – άρον με μια «υπόθεση εξαιρετικής φύσης», την ώρα που όλοι γνωρίζουν ότι οι δύο εισαγγελείς έχουν επιφορτισθεί με υπέρογκο φόρτο εργασίας χωρίς να τους έχουν διατεθεί τα στοιχειώδη μέσα επιστημονικής, γραμματειακής και λοιπής υλικής υποστήριξης, τότε η εντολή επίσπευσης προσομοιάζει με υπόδειξη κουκουλώματος ή εν πάση περιπτώσει θα μπορούσε να εκληφθεί ως τέτοια από κάποιους καχύποπτους πολίτες στους πονηρούς καιρούς, που διανύουμε.

Όταν μάλιστα έχει προηγηθεί μια νομοθετική προσπάθεια αντικατάστασης των εισαγγελέων, η οποία παραδόξως ναυάγησε μετά από την διάθεση παραίτησής τους και το σάλο, που προκάλεσε στην κοινή γνώμη, τότε ο μέσος πολίτης δικαιούται να γίνεται εξαιρετικά καχύποπτος.
Καχυποψία που δεν διασκεδάζουν, αλλά μάλλον εντείνουν οι χειρισμοί της υποθέσεως όχι μόνο από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, αλλά και από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.
Διότι βεβαίως αν η κυβέρνηση κρίνει αναγκαία την αντικατάσταση των οικονομικών εισαγγελέων , οι προσωπικές τους επιθυμίες και αντιδράσεις δεν αποτελούν σοβαρό λόγο ανάσχεσης της νομοθετικής της πρωτοβουλίας. Πλανάται λοιπόν αναπάντητο το ερώτημα για ποιο λόγο ανέκρουσε πρύμναν η εκτελεστική εξουσία επί τη απειλή της παραιτήσεως, κατά την πρώτη προσπάθειά της να αντικαταστήσει τους δύο εισαγγελείς με άλλον ανωτέρας βαθμίδας;

Χειρότερη όμως και πλέον ασυμβίβαστη με την ποινική δικονομία είναι η σπουδή της αρχειοθέτησης της υποθέσεως από τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Ο κάθε εισαγγελικός λειτουργός σύμφωνα με το άρθρο 36 του Κ.Π.Δ (Κώδικας Ποινικής Δικονομίας) υποχρεούται να κινήσει αυτεπάγγελτα την ποινική δίωξη ακόμη και αν οι πληροφορίες για πιθανώς αξιόλογες ποινικές πράξεις περιέλθουν σε γνώση του προφορικά, όπως οι δύο αντεισαγγελείς είχαν κάνει αρχικά ενημερώνοντας τους ανωτέρους τους για παρεμβάσεις στο έργο τους. Ακόμη χειρότερα στη συνέχεια εγείρονται μεγάλα ερωτηματικά γιατί ο κος Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου έσπευσε δύο φορές να θέσει την υπόθεση στο αρχείο, ενώ κατά το άρθρο 43 του ΚΠΔ κάτι τέτοιο επιτρέπεται μόνο αν η αναφορά είναι νόμω αστήρικτη ή προφανώς αβάσιμη στην ουσία της ή ανεπίδεκτη δικαστικής εκτιμήσεως. Πού λοιπόν στηρίχθηκε η ενέργεια του κου Αντεισαγγελέως;
Διότι νόμω βάσιμη ήταν αναμφισβίτητα η περί παρεμβάσεων αναφορά.
Το κύρος δε των συντακτών της, Οικονομικών Εισαγγελέων, δεν αφήνει κανένα περιθώριο αξιολόγησης της ως προφανώς αβάσιμης, δηλαδή αναληθούς κατά την ουσία της.
Εάν δε για την δικαστική εκτίμησή της χρειαζόντουσαν περισσότερα στοιχεία, αυτά θα μπορούσαν να είχαν ζητηθεί ή εν πάση περιπτώσει η εξεύρεσή τους να είχε παραπεμφθεί στην μετέπειτα ανακριτική διαδικασία, όπως συνήθως συμβαίνει σε όλες τις φυσιολογικές περιπτώσεις.

Και ενώ επί εβδομάδες παρακολουθεί η κοινή γνώμη μία αήθη διελκυστίνδα μεταξύ υψηλόβαθμων δικαστικών λειτουργών, με δηλώσεις και αντιδηλώσεις, που επιχειρούν την αποφυγή ευθυνών για την ολιγωρία διερεύνησης σοβαρών υπονοιών παρεμβάσεων στο έργο των Οικονομικών Εισαγγελέων, μία απολύτως σύννομη ενέργειά τους (η παραπομπή μιας υποθέσεως στην Βουλή) αποκαλύπτει πλέον μια απείρου κάλλους καθεστωτική νοοτροπία, που διαπνέει το πολιτικό προσωπικό της χώρας.
Το σύνθημα για την απηνή πλέον καταδίωξη των Οικονομικών εισαγγελέων δίνει πρώτος ο θεσμικά αναρμόδιος κος Μπεγλίτης, ο οποίος με την ιδιότητα του κομματικού εκπροσώπου επιτίθεται με απίστευτη σφοδρότητα και απαράδεκτη φρασεολογία στον κο Πεπόνη , τον οποίο υβρίζει ως «επικίνδυνα αφελή» ή πολύ χειρότερα ως επικίνδυνο για τα εθνικά συμφέροντα της χώρας.
Στην συνέχεια εμφανίζεται ο μέγας και πολύς κος Λοβέρδος με υπερφίαλες αν όχι τραμπουκίζουσες απειλές περί «μακελειού». Την σκυτάλη αναλαμβάνει η κα Διαμαντοπούλου με δηλώσεις απολύτως εναρμονισμένες με αυτές του κου Μπεγλίτη, καθώς και πολλοί και διάφοροι πολιτικοί και δημοσιογραφικοί παράγοντες, που επιχειρούν εμφανώς να δημιουργήσουν ένα άσχημο κλίμα στην κοινή γνώμη εις βάρος των δύο Εισαγγελέων.

Και τελικά επανέρχεται, ως μη όφειλε, ο κος Υπουργός Δικαιοσύνης παραπέμποντας τους δύο Αντεισαγγελείς στην κρίση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου με το αίτημα της αντικατάστασης τους.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κος Παπαϊωάννου ενεργεί μέσα στα όρια της αρμοδιότητός του.
Γενική όμως αίσθηση της κοινής γνώμης είναι ότι οι ενέργειές του είναι προς λάθος κατεύθυνση.
Ίσως να μη το κατανοεί ο εξοχότατος κος Υπουργός, όμως οι πολίτες θα επικροτούσαν μια σύστασή του προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου προκείμενου να μη καθυστερήσει ούτε στιγμή η διαβίβαση της υποθέσεως στη Βουλή.

Όπως θα εκτιμούσαν ιδιαιτέρως μια αντίδραση ευθιξίας και πολιτικής ευαισθησίας από τους άμεσα εμπλεκόμενους νυν και πρώην κυβερνητικούς παράγοντες . Όχι αυτό το θλιβερό φαινόμενο απρόκλητων, απρεπών επιθέσεων αναρμόδιων υπουργών, κομματικών αξιωματούχων και συνοδοιπόρων δημοσιογράφων εναντίον δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι , επί του παρόντος τουλάχιστον και μέχρις αποδείξεως του εναντίου, το μόνο το οποίο έπραξαν ήταν αυστηρά το συνταγματικό τους καθήκον.
Διότι από την στιγμή, που κατά την έρευνά τους οι δύο εισαγγελείς ανακάλυψαν εμπλοκή ονομάτων κυβερνητικών προσώπων, ούτε υποχρέωση, αλλά ούτε δικαίωμα είχαν να καθυστερήσουν την αποστολή της δικογραφίας στη Βουλή είτε με εξέταση του κου Γεωργίου, (όπως κάποιοι καλοθελητές κρυπτόμενοι από την ταμπέλα «νομικοί κύκλοι» διαδίδουν), είτε πολύ χειρότερα με αξιολογήσεις περί «πλάνης των Υπουργών». Όπως στο παρελθόν ένας άλλος Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου είχε αποτολμήσει παραβιάζοντας κατάφορα το Σύνταγμα και συμβάλλοντας σημαντικά στην καθυστέρηση διερεύνησης του σκανδάλου του Βατοπεδίου και εντεύθεν στην παραγραφή των ποινικών ευθυνών των εμπλεκομένων πολιτικών προσώπων.

Όσο για τις μεγαλόστομες κινδυνολογίες περί εθνικών κινδύνων και εθνικών συμφορών, όσο περισσότερο αυτές εκστομίζονται από μεγαλόσχημους πολιτικούς παράγοντες, τόσο περισσότερη «αλλεργία» παθαίνουν οι πολίτες.
Γιατί οι εθνικές συμφορές έχουν ήδη επέλθει από την αβελτηρία, την ανεπάρκεια, την ελαστική συνείδηση αυτών, που κυβέρνησαν τον τόπο τα τελευταία δέκα χρόνια. Και οι εθνικοί κίνδυνοι κυοφορούνται από την ατιμωρησία των πολιτικών και των περί αυτούς διαπλεκομένων και όχι από τον υποτιθέμενο «υπερβάλλοντα ζήλο» της δικαστικής λειτουργίας.

Εξ άλλου ζητήματα δημοσίου συμφέροντος ή διεθνών σχέσεων της χώρας δεν ανήκουν στην αξιολογική αρμοδιότητα των εισαγγελικών λειτουργών. Αυτά, ως αμιγώς πολιτικά και όχι νομικά ζητήματα, ανάγονται στην σφαίρα αρμοδιοτήτων του Υπουργού Δικαιοσύνης, ο οποίος αν κρίνει ότι τίθενται σε διακινδύνευση τέτοιου τύπου αγαθά, έχει το δικαίωμα να αναβάλει ή να αναστείλει την ποινική δίωξη με προηγούμενη σύμφωνη απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Ιδού λοιπόν πεδίον δόξης λαμπρόν για τους εξοχότατους Υπουργούς. Αν θεωρούν βάσιμη την απερίγραπτη κινδυνολογία τους, ας εξουσιοδοτήσουν τον συνάδελφό τους Υπουργό Δικαιοσύνης να ασκήσει το εκ της Ποινικής Δικονομίας (αρθ. 30.2) δικαίωμά του.

Κάθε άλλη πρακτική θεωρείται εκ του πονηρού από την κοινή γνώμη, η οποία ευλόγως εκλαμβάνει όλα αυτή την συγχορδία επιθετικών δηλώσεων και πρωτοβουλιών, ως αποτέλεσμα της ενοχλήσεως κάποιων σκοτεινών συμφερόντων από την δράση των οικονομικών Εισαγγελέων.

Δυστυχώς η πολιτική ελίτ της χώρας με αποκλειστικά δική της υπαιτιότητα έχει περιέλθει σε βαθύτατη αναξιοπιστία και έχει πλέον παγιωθεί μια απέραντη καχυποψία στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα για το πολιτικό προσωπικό, όπου τέτοιου είδους αψυχολόγητες δηλώσεις και πανικόβλητες κινήσεις δεν συντείνουν στην αναστροφή, αλλά μάλλον στην επιδείνωσή της.

Στις δύσκολες λοιπόν στιγμές, που περνάει ο Ελληνικός λαός, ο οποίος καλείται να πληρώσει για σφάλματα, ανομίες και ανοησίες άλλων, καλό θα είναι οι πολιτικοί αστέρες, οι οποίοι ούτως ή άλλως με άλλο πρόγραμμα εξελέγησαν και άλλες πολιτικές (ούτε καν ελληνικές) εφαρμόζουν να είναι περισσότερο σεμνοί στα λόγια και περισσότερο συνετοί στις πράξεις, ώστε να μη δυναμιτίζουν ένα κλίμα, που δυστυχώς είναι ήδη επικίνδυνα εκρηκτικό…



Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2012

Θαύμα!!! Συμβιβάσθηκαν οι συμβιβασμένοι….

Αφού επί εβδομάδες οι αξιοθρήνητοι δελφίνοι του ΠΑΣΟΚ κτυπούσαν τα «τύμπανα του πολέμου» προβαλλόμενοι καθ’ υπερβολή από τα χαζοκάναλα και τους φίλα προσκείμενους στην πολιτική ανοησία αργυρώνητους κοντυλοφόρους, προσήλθαν εν χορδαίς και οργάνοις στο εθνικό συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ, που δεν είναι ούτε εθνικό (αφού συγκροτείται από αριστίδην πρωτοκλασάτους και «επίλεκτους» παρατρεχάμενούς τους) ούτε συμβούλιο, (αφού ως γνωστόν δεν συν-βουλεύονται, ούτε συναποφασίζουν, αλλά απλώς παρακολουθούν και χειροκροτούν μια διαχρονική πασαρέλα τυχοδιωκτών αενάως μεταλλασσόμενων και μονίμως ανακυκλούμενων στην ηγεσία ενός κόμματος χωρίς βάση).

Και ενώ όλα τα «διαφημιστικά τρέιλερ» προανήγγελλαν το μεγάλο χαλασμό, την μεγάλη σφαγή, την μεγάλη διάσπαση , ω! του θαύματος… προέκυψε ο μεγάλος συμβιβασμός!!!

Αυτοί οι μεγάλοι οραματιστές, οι ανυπέρβλητοι αγωνιστές, οι ακάματοι διεκδικητές, έκαναν αυτό που είχαν μάθει να κάνουν με επιτυχία τόσα χρόνια:
Αφού είχαν συμβιβαστεί, με το ΔΝΤ, είχαν συμβιβαστεί με την τρόϊκα, είχαν συμβιβαστεί με τους οίκους αξιολόγησης, είχαν συμβιβαστεί με τους δανειστές, τις τράπεζες και τους κάθε λογής κερδοσκόπους, είχαν συμβιβασθεί με τις πολυεθνικές και τα ξένα συμφέροντα, είχαν συμβιβασθεί με τους καναλάρχες , τους εργολάβους, τους μεσάζοντες, είχαν συμβιβασθεί με τους κλέφτες, τους απατεώνες και όλη την διαπλοκή, είχαν συμβιβασθεί με τον φιλελευθερισμό, τον αυταρχισμό και τον ολοκληρωτισμό, την αναλγησία, την αναισχυντία και την λαϊκή κατακραυγή….

Τελικά συμβιβάσθηκαν και μεταξύ τους….

Έτσι ο λαός μπορεί πλέον να κοιμάται ήσυχος…

Οι πολιτικοί αυτοί ογκόλιθοι θα συνεχίσουν ενωμένοι να τον εξουσιάζουν και να τον σώζουν μαζί με τους άλλους ήρωες της ΝΔ και του ΛΑΟΣ, που συγκροτούν αυτήν την αγία κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας.

Μετά από αυτή τη χαρμόσυνη είδηση που βγήκε από το εθνικό συμβούλιο του ΠΑΣΟΚ κάθε πικραμένος βρήκε ξανά το χαμόγελό του.

Κάθε ταπεινός και καταφρονεμένος ξαναβρήκε παρηγοριά.

Κάθε φτωχός και άμοιρος ξαναβρήκε την ελπίδα.

Ο τόπος ολόκληρος ξαναμπήκε σε τροχιά προσδοκίας και προοπτικής…


Υ.Γ Είχα κάποτε ένα εξαιρετικό φίλο, ο οποίος κάθε φορά που ξεκινούσε για νυκτερινή διασκέδαση συνήθιζε να λέει:
« Άντε πάμε. Έχουμε δικαίωμα να εκτεθούμε.» Και όταν είχε πιο πολύ κέφι έλεγε : «Έχουμε δικαίωμα απόψε να γίνουμε ρεζίλι…»

Ας είναι καλά ο κος Χρυσοχοΐδης, που μου τον θύμισε με την δήλωσή του ότι έχει δικαίωμα να είναι υποψήφιος…

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2012

Ανορθόδοξη, αμετροεπής και κακόηχη η ανακοίνωση της ΔΙΣ.

«Ουαί τω κόσμω από των σκανδάλων. Ανάγκη γαρ ελθείν τα σκάνδαλα, Πλήν ουαί τω ανθρώπω εκείνω δι΄ου το σκάνδαλον έρχεται.»
Ματθ. ιη΄ 7.


Από την πρώτη στιγμή είχαμε επισημάνει ότι το σκάνδαλο του Βατοπεδίου έμοιαζε περισσότερο με καρπό της θείας πρόνοιας, παρά με πλεκτάνη του «πονηρού».


Και τούτο διότι περίσσεψε στις μέρες μας η ηθική σήψη, αποθρασύνθηκαν οι δυνάμεις της διαπλοκής και προφανώς χρειαζόταν ένα εντυπωσιακό γεγονός για να αφυπνισθεί η Ελληνική κοινωνία και να αντιληφθεί το μέγεθος της διαπλοκής, που αποτελεί τον καθοριστικό καταλύτη της συνόλης εθνικής μας συμφοράς. Εξ άλλου πώς αλλιώς θα δινόταν μια ευκαιρία στους Αγιορίτες να καθαρίσουν το «περιβόλι της Παναγιάς» από τα «ζιζάνια» και τα «γαϊδουράγκαθα»;

Υπό αυτό το πρίσμα δεν μας εξένισε το γεγονός ότι το σκάνδαλο των σκανδάλων επανήλθε στο προσκήνιο ακριβώς μέσα στα Χριστούγεννα σκιάζοντας το εορταστικό περιβάλλον με την αποκρουστική αναμόχλευση των βδελυρών εκείνων μεθοδεύσεων και μολύνοντας την χαρμόσυνη ατμόσφαιρα της γεννήσεως του Θεανθρώπου με την καταθλιπτική εικόνα της πτώσης των μηδισάντων «δούλων» του, που αυτομόλησαν στο στρατόπεδο του Μαμωνά.
Με θλίψη λοιπόν αν όχι με αηδία, το χριστεπώνυμο πλήρωμα παρακολούθησε για άλλη μια φορά την αποθράσυνση συγκεκριμένων στελεχών της υπό την ευρεία έννοια πολιτειακής διαπλοκής, που δέσμιοι προφανών ανομολόγητων σκοπιμοτήτων έσπευδαν να επιτεθούν στους δικαστές, οι οποίοι διενεργούσαν την έρευνα και να ορθώσουν μια ασπίδα προστασίας, φαινομενικά στον Εφραίμ αλλά στην πραγματικότητα στο σύστημα εξουσίας και πλούτου, που συνέστησαν και συνυπηρετούν.
Η συμπαράσταση των «παπαροκάδων» απολύτως αρμόζουσα, αφού και η όλη πρακτική των Βατοπεδινών μάλλον με όρους «ροκ» και πάντως όχι ελληνορθόδοξους μπορεί να εννοηθεί.
Η συμπαράσταση ακροδεξιών πολιτικών επίσης κατανοητή ως αναίσχυντη αλιεία ψήφων στα θολά νερά του λούμπεν παραεκκλησιαστικού προλεταριάτου.
Η παρουσία μερικών δεκάδων παραληρούντων «οπαδών», συνήθης φολκλορική εικόνα φανατικών ή ίσως τρωκτικών των παγκαριών.
Οι χονδροειδείς αντιδράσεις της Ρωσίας, ευεξήγητες προσπάθειες εντασσόμενες στη διαχρονική στρατηγική της Μόσχας να αποσπάσει τα πρωτεία οικουμενικότητας από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Στο πλαίσιο αυτών της των επιδιώξεων η Ρωσική εκκλησία προσφέρει πάντοτε φιλοξενία σε όποιον από την Ελλάδα είναι πρόθυμος να συνεργασθεί μαζί της (εκεί είχε προστρέξει και ο μακαριστός Χριστόδουλος, όταν είχε πέσει στη δυσμένεια του Πατριάρχη).

Όλα λοιπόν αυτά κατανοητά και έχοντας αρκετά ασχοληθεί στο παρελθόν με την Βατοπεδινή ασχημία, κρίναμε περιττή την όποια αναφορά σε αυτό το άχαρο και ψυχοφθόρο θέμα στη διάρκεια των εορτών.

Μας εξέπληξε όμως δυσάρεστα η προκλητική πρωτοβουλία της ΔΙΣ, η οποία αποφάσισε να εγκαταλείψει τον διπλωματικό ρόλο του Ποντίου Πιλάτου και να συρθεί σε ρόλο συνηγόρου του προφυλακισμένου υποδίκου. Μέχρι χθες πέραν ορισμένων θλιβερών εξαιρέσεων η πλειοψηφία των επισκόπων και κυρίως ο Αρχιεπίσκοπος τηρούσαν αιδήμονα σιωπή, αποφεύγοντας να εμπλακούν στο όζον ανοσιούργημα.
Είναι λοιπόν απορίας άξιον τι οδήγησε σ’ αυτή την αιφνίδια αλλαγή στάσης;
Ποια αδιαφανή συμφέροντα, ποιες παρασκηνιακές μεθοδεύσεις, ποιες ανομολόγητες διασυνδέσεις, ανάγκασαν εν σώματι την Διαρκή Ιερά Σύνοδο να διατυπώνει λόγο θρασύ και υβριστικό εναντίον της Ελληνικής Πολιτείας και Δικαιοσύνης; Ποιό ανορθόδοξο και αντιορθόδοξο σκεπτικό την εξώθησε στην αποκοτιά της συμπαράστασης και ως εκ τούτου της συνευθύνης και συνενοχής σε ένα σκάνδαλο, που συγκλόνισε το πανελλήνιο;

Αποτολμούν οι Συνοδικοί Μητροπολίτες να μεμφθούν την κρατική εξουσία, ότι παρεβίασε το αυτοδιοίκητο του Αγίου Όρους κατά την διαδικασία σύλληψης του κατηγορουμένου.
Είναι θαυμαστό ότι δεν κατανοούν, πως πριν από τους όποιους περιορισμούς εισόδου των λαϊκών στο Άγιο Όρος, υπάρχουν οι κανονικοί περιορισμοί εξόδου των μοναχών από αυτό.
Τουτέστιν το άβατον του Όρους για τους κοσμικούς, προϋποθέτει το άβατον του κόσμου για τους μοναχούς.
Ο μοναχός λοιπόν που κατά προκλητική παραβίαση των ασκητικών κανόνων, και όχι μόνο, εγκαταλείπει το μοναστήρι και εμπλέκεται σε ανίερες κοσμικές δραστηριότητες είναι κατ’ ουσίαν ο «εφιάλτης», που ανοίγει την «κερκόπορτα» για την είσβολή της πολιτικής εξουσίας στην μοναστηριακή Κοινότητα.

Μέμφονται και ειρωνεύονται, ως μη όφειλαν, την Δικαιοσύνη οι Συνοδικοί ότι «κατά καιρούς υπήρξαν ρωγμές ως προς την ορθότητα αυτών» (εννοούν τις αποφάσεις, ενώ συντακτικώς αναφέρονται στις αρμοδιότητες – δείγμα της προχειρότητας του συντάκτη της ανακοίνωσης). Όμως ο λαός λέει «στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί». Λησμονούν αλήθεια οι ευλογημένοι Ιεράρχες ότι πριν από μερικά χρόνια στο σκάνδαλο της δικαιοσύνης πρωταγωνιστικό ρόλο βρέθηκε να διαδραματίζει ένας Αρχιμανδρίτης;

Κόπτονται για την λύπη του «χριστεπώνυμου ορθοδόξου πληρώματος» εν ονόματι του οποίου προφασίζονται ότι ενεργούν.
Σε ποίο πλήρωμα όμως ακριβώς αναφέρονται;
Μήπως στους ψευδονύμως χριστεπώνυμους, που υποκριτικά και φαρισαϊκά δηλώνουν ότι ζουν για την εκκλησία, ενώ στην πραγματικότητα ζουν από την εκκλησία;
Διότι είναι βέβαιο ότι το αληθώς ορθόδοξο πλήρωμα, αυτό που δεν είναι απλώς «χριστεπώνυμο», αλλά είναι συνάμα και χριστοφόρο και χριστόδουλο δεν λυπήθηκε τόσο από την δίωξη του θλιβερού καλογήρου, αλλά κατεθλίβη βαθύτατα από τα έργα αυτού και κυρίως από την ολιγωρία της Ιεραρχίας και της Αγιορείτικης κοινότητας να εφαρμόσει τους Ιερούς κανόνες και να κάνει την αυτοκάθαρση της.
Είναι ευτύχημα λοιπόν ότι κάποιοι Μητροπολίτες στηλίτευσαν αυτήν την ανακοίνωση και διεχώρισαν δημόσια την θέση τους από την ορθοδόξως εκτρωματική αυτή ανακοίνωση. Είναι απολύτως βέβαιο ότι και άλλοι νουνεχείς Μητροπολίτες διαφωνούν με του συνοδικούς, έστω και αν δεν διατυπώνουν δημόσια τη δυσφορία τους.

Όπως είναι βέβαιο ότι τελικώς η αλήθεια θα λάμψει, η εκκλησία θα εξυγιανθεί, το Όρος θα ξαναβρεί το δρόμο του και τότε θα ανακτήσει την αίγλη του.
Την αίγλη που απέκτησε από τους φωτεινούς πνευματικούς αγώνες των αθλουμένων γερόντων τύπου Παΐσιου και όχι από τα σκοτεινά έργα των κερδοσκοπούντων ηγουμένων τύπου Εφραίμ.

Σύμφωνα με την σχετική περικοπή το σκάνδαλο θα πρέπει να εννοηθεί ως το «εναρκτήριο λάκτισμα» ενός μακρού επίμοχθου αγώνος για την κάθαρση της εκκλησίας από τα ζιζάνια.

Σ’ αυτή τη διαδικασία ο δυστυχής Εφραίμ είναι προφανές ότι κατά θείαν οικονομία εκπλήρωσε το δικό του άχαρο ρόλο και τώρα θα πρέπει να αφεθεί στη θεία πρόνοια να φροντίσει για τη σωτηρία του.
Ο ρόλος όμως της Ιεραρχίας, μηδέ του Πατριαρχείου εξαιρουμένου, αρχίζει τώρα. Και συνίσταται στην βαρύτατη ευθύνη της να ηγηθεί αυτής της καθαρτήριας πανεκκλησιαστικής προσπάθειας.

Όσο ταχύτερα το εννοήσουν εκείνοι, που επιθυμούν να ομιλούν εξ ονόματος του χριστεπώνυμου πληρώματος, τόσο καλύτερα, γιατί φαίνεται ότι πολλά πράματα στην Ελλάδα «ο κόσμος τάχει τούμπανο και οι αρμόδιοι κρυφό καμάρι»…

Ο νοών λοιπόν νοείτω και ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω…

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2012

Τα θανάσιμα αμαρτήματα.

Η πολιτική κάστα, που ανακυκλώνει τη μικρότητά της ως γνήσια διάδοχος του κατά την Τουρκοκρατία «μεγαλουργήσαντος» κοτσαμπασισμού και κατά το πρότυπο των «μεγάλων διδασκάλων» της Κολέτη και Μαυροκορδάτου έκτοτε πολιτευομένη , αποκαλύπτεται πλέον στις μέρες μας σαν «η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα» και πεισματικά στην πτώση της εμμένουσα προθιέρεια της διαπλοκής.

Και είναι βεβαίως πολλά τα πάθη και τα ελαττώματα, που μπορεί να οδηγήσουν ένα πολιτικό στην αποτυχία και την απαξίωση. Αυτά όμως που παλαιόθεν αναγνωρίζονται ως απολύτως καταστροφικά για τον ίδιο τον πολιτικό και κατ’ επέκταση για το κόμμα του και για τη χώρα είναι δύο: Η φιλοχρηματία και η εξουσιομανία.

Δυστυχώς και τα δύο αυτά πάθη αποτελούν παραδοσιακά μόνιμες μολυσματικές νόσους του Ελληνικού πολιτικού πανθέου, καταδικάζοντας με ελάχιστα ιστορικά διαλείμματα αυτήν την πατρίδα σε διαρκή φτώχεια και σε διεθνείς εξευτελισμούς.

Αποτελεί συνεπώς βασική υποχρέωση για τον κάθε πολίτη, αλλά και στοιχειώδη πρακτική αυτοπροστασίας, να αξιολογεί κάθε πολιτικό εξετάζοντάς τον υπό το πρίσμα αυτών των ζωτικής σημασίας ιδιοτήτων, οι οποίες τον τυφλώνουν πνευματικά, τον ευνουχίζουν ιδεολογικά, τον νεκρώνουν συναισθηματικά και τον οδηγούν η μεν πρώτη στην ιδιοποίηση δημόσιου χρήματος, η δε δεύτερη στην αυθαιρεσία, ακόμη και στην κατάλυση της Δημοκρατίας.

Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια η πληροφόρηση γύρω από τον βίο και την πολιτεία αυτών των κυρίων, που μας κυβερνούν ή αξιώνουν να διαδεχθούν τους κυβερνώντες, είναι απολύτως επαρκής για μια τέτοια αξιολόγηση.

Συνεπώς οι «αυτοκριτικές», οι πατριωτικές ή αντιμνημονιακές κορώνες, οι ιδεολογικές ανακυβιστήσεις, οι όψιμοι παλληκαρισμοί, τα κροκοδείλια δάκρυα και εν πάση περιπτώσει η κάθε είδους θεατρινίστικη αρλουμπαρία είναι πολύ αργά πια για να σώσει οποιονδήποτε από αυτούς, που ρήμαξαν τα δημόσια ταμεία, αυτούς που συνέβαλλαν στην παραγραφή ή την συγκάλυψη οικονομικών εγκλημάτων, αυτούς που οδήγησαν την χώρα στο ΔΝΤ και τον λαό στην εξαθλίωση, αυτούς που επιμένουν να καταστρέφουν την εθνική οικονομία, να ξεπουλούν τον δημόσιο πλούτο, να σπείρουν τον όλεθρο και την απόγνωση στους πολίτες.

Και προφανώς ούτε η μιντιακή προπαγάνδα μπορεί να ωφελήσει κανένα, ούτε τα αμαρτωλά κανάλια να ρετουσάρουν την δημόσια εικόνα ξοφλημένων πολιτικών ζόμπι, αφού βεβαίως «ένοχος ένοχον ού ποιεί», πολλώ δε μάλλον ένοχος αθώον ού ποιεί…

Ονόματα δεν χρειάζεται να πούμε. Ο καθένας μπορεί να κρίνει αυτούς, που ενδεχομένως θρασύτατα χωρίς αιδώ ζητούν ακόμη την στήριξη, την εμπιστοσύνη ή την ανοχή μας, για να συνεχίσουν να πρωταγωνιστούν στην πολιτική σκηνή της χώρας, αντί να έχουν κάνει «χαρακίρι» ή τουλάχιστον να ψάχνουν για σκήτη μετανοίας (όχι στο βρίθων αδελφών τους ψυχών Άγιον Όρος, αλλά στην έρημο του Σινά κι’ ακόμη μακρύτερα…).