Κυριακή 6 Απριλίου 2008

ΤΟ ΒΕΤΟ - Αυτονόητα συμπεράσματα.

Σε μια Προεδρευομένη Δημοκρατία ο Πρωθυπουργός μιας χώρας είναι αυτός που χαράσσει την εξωτερική της πολιτική και την εκπροσωπεί διεθνώς στο ανώτατο δυνατό επίπεδο.
Ως εκ τούτου οι απίθανες υποχωρήσεις της Ελληνικής Διπλωματίας στο θέμα των Σκοπίων βαρύνουν πρωτίστως τον Έλληνα Πρωθυπουργό και δευτερευόντως την Υπουργό Εξωτερικών, που ούτως ή άλλως αποτελεί επιλογή του.
Το βέτο δεν είναι κολυμπήθρα του Σιλωάμ, η οποία μπορεί να γιατρέψει ως διά μαγείας την νοσηρότητα της εξωτερικής μας πολιτικής.
Το βέτο δεν επιτρέπεται να προβάλλεται ως εξαιρετική ανδραγαθία.
Αφ’ ενός διότι υπήρξε ένας αυτονόητος ελιγμός την στιγμή, που η αδράνεια και η αβελτηρία της Ελληνικής διπλωματίας οδήγησαν την χώρα σε έσχατο κίνδυνο και με την πλάτη στον τοίχο.
Αφ’ ετέρου διότι κοινή είναι ή αίσθηση ότι η κυβέρνηση εσύρθη κυριολεκτικά στην άσκησή του πιεζόμενη αφόρητα από τον λαό και την αντιπολίτευση.
Ο Πρωθυπουργός αποφάσισε να αφουγκραστεί την λαϊκή κραυγή, όταν τελικά αντελήφθη ότι σε αντίθετη περίπτωση θα είχε να αντιμετωπίσει την παλλαϊκή κατακραυγή.
Κυρίως όμως οι θριαμβολογίες και οι πανηγυρισμοί για το βέτο προδίδουν εξαιρετική ελαφρότητα διότι το πρόβλημα παραμένει ακέραιο.
Η Ελλάδα εξακολουθεί να κινδυνεύει να απολέσει ένα τοπωνύμιο επί του οποίου έχει απαράγραπτα ιστορικά δικαιώματα χιλιάδων ετών και κυρίως να απολέσει την εντοπιότητα του Μεγάλου Αλεξάνδρου με ότι αυτό συνεπάγεται για την πολιτιστική επικυριαρχία στο δυτικό κόσμο και όχι μόνον.
Επομένως το βέτο θα είναι μια κούφια ενέργεια αν η Ελλάδα δεν μπορέσει να διαπραγματευτεί και να επιτύχει ονομασία σύμφωνη με το αλάνθαστο λαϊκό αίσθημα, το οποίο απέχει πολλές παρασάγγες από τις προτάσεις Νίμιτς, που η Ελληνική Κυβέρνηση φαινόταν έτοιμη προ της ασκήσεως του βέτο να αποδεχθεί.
Ο δρόμος θα είναι τραχύς, αλλά αξίζει τον κόπο να τον πορευθούμε με ενότητα, σύνεση, αποφασιστικότητα και ενεργητικότητα.
Και κάτι ακόμα.
Ο αμερικανικός παράγοντας εξέφρασε μετ’ επιτάσεως την ενόχλησή του, διότι η Ελληνική διπλωματία δεν είχε καταστήσει επαρκώς σαφή στον Λευκό Οίκο την πρόθεση της Ελληνικής Κυβερνήσεως να εμποδίσει την είσοδο των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, με αποτέλεσμα ο Πρόεδρος των ΗΠΑ να αντιμετωπίσει προβλήματα αξιοπιστίας στις διεθνείς σχέσεις της χώρας του. Όμως είναι γνωστό σε όλους ότι με αρκετά ταξίδια και παντοειδείς επαφές το Υπουργείο Εξωτερικών αναλώθηκε σχεδόν αποκλειστικά σε ενημέρωση των Αμερικανών καθ’ όλο το προηγούμενο διάστημα, ενώ αμέλησε να ασχοληθεί σοβαρά με την ενημέρωση των υπολοίπων συμμαχικών δυνάμεων.
Από την άλλη μεριά μία απλή ολιγόλεπτη ανάπτυξη των Ελληνικών θέσεων σε ένα δείπνο εργασίας υπήρξε, όπως φάνηκε, αρκετή για να ανατρέψει το αρνητικό κλίμα και να κερδίσει την υποστήριξη αρκετών χωρών.
Τα γεγονότα αυτά θα πρέπει να αξιολογηθούν δεόντως από τον Πρωθυπουργό προκειμένου να εκτιμήσει την αποτελεσματικότητα και την επάρκεια του διπλωματικού επιτελείου σε όλα τα επίπεδα και κατά συνέπεια την ικανότητά του να χειρισθεί στο εξής αυτό το τεράστιας σημασίας εθνικό θέμα, και βέβαια όχι μόνον αυτό, σε μια περίοδο, που συντελούνται ιστορικές γαιωστρατηγικές διεργασίες στα Βαλκάνια.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ευχαριστώ για τα σχόλιά σας.
Καθ΄όσον αφορά στο Αγγλικό τηλεπαιγνίδι πιθανότατα να πρόκειται για παγίδα που στήθηκε από τον ίδιο τον παραγωγό του παιγνιδιού. Μπορεί δηλαδή να έστησε μια ερώτηση στην οποία ότι και να απαντούσαν οι παίκτες θα καταλογιζόταν ως λάθος. Έτσι αν απαντούσαν ότι η γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν η "Μακεδονία" και πάλι θα έχαναν διότι τότε η σωστή απάντηση θα ήταν η Ελλάδα. Νομίζω μάλιστα ότι και ο σχεδιαστής της ερώτησης αυτή είχε ως πρωτεύεουσα ορθή απάντηση γιαυτό και προετοίμασε για τον παρουσιαστή την φράση ότι γεννήθηκε στην Πέλλα. Προφανώς αυτό το επιχείρημα υδόλως βοηθά τον ισχυρισμό ότι ο Μ. Αλέξανδρος γεννήθηκε στα Σκόπια.
Το σποτ όμως της COSMOTE αν έγινε επί ελληνικής ιδιοκτησίας είναι εφιαλτικό. Αν έγινε μετά την πώληση στους Γερμανούς αποτελεί μια πολύ απλή επιβεβαίωση ότι ο ΟΤΕ είναι μια επιχείρηση στρατηγικής σημασίας και η πώλησή του, πέραν των άλλων, αποστερεί την Ελλάδα και από ένα εργαλείο ασκήσεως εξωτερικής πολιτικής.