Λαύρος τιμητής της κυβερνητικής πολιτικής εμφανίζεται το τελευταίο διάστημα ο αξιότιμος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο οποίος μετά από μια περίοδο πλήρους αφωνίας μεταπήδησε ξαφνικά στη φάση της παραληρηματικής φωνασκίας.
Ενώ επί της ουσίας ούτε κάποια πρωτότυπη ιδέα έχει να συνεισφέρει για την έξοδο από την κρίση και ενώ στο «διά ταύτα» αδυνατεί εκ των πραγμάτων να επιδείξει κάποια σοβαρή διαφοροποίηση, έχει εν τούτοις αποδυθεί σε ένα απέλπιδα αγώνα να κάνει αισθητή την ύπαρξή του στο πολιτικό σκηνικό, επιδιώκοντας όπως-όπως την ολιγόλεπτη εμφάνισή του στην καθημερινή δημοσιότητα και αδιαφορώντας για τα συναισθήματα, που προκαλούν οι άκριτες παρεμβάσεις του στις πλατιές λαϊκές μάζες.
Ενώ επί της ουσίας ούτε κάποια πρωτότυπη ιδέα έχει να συνεισφέρει για την έξοδο από την κρίση και ενώ στο «διά ταύτα» αδυνατεί εκ των πραγμάτων να επιδείξει κάποια σοβαρή διαφοροποίηση, έχει εν τούτοις αποδυθεί σε ένα απέλπιδα αγώνα να κάνει αισθητή την ύπαρξή του στο πολιτικό σκηνικό, επιδιώκοντας όπως-όπως την ολιγόλεπτη εμφάνισή του στην καθημερινή δημοσιότητα και αδιαφορώντας για τα συναισθήματα, που προκαλούν οι άκριτες παρεμβάσεις του στις πλατιές λαϊκές μάζες.
Έτσι την μιά στιγμή κατηγορεί την κυβέρνηση για αβουλία, αδράνεια και απραξία και την άλλη στιγμή της καταλογίζει άφρονα σπουδή και προχειρότητα στις κυβερνητικές της πρωτοβουλίες.
Το πρωΐ την λοιδορεί για αδικαιολόγητη ολιγωρία εκπόνησης και υποβολής σταθεροποιητικού προγράμματος στις Βρυξέλλες και το βράδυ κλαυθμυρίζει για τη βιασύνη του αρμόδιου Υπουργού να το στείλει στην ΕΕ μία μόνο μέρα μετά την γνωστοποίησή του στην αξιωματική αντιπολίτευση.
Τη μία μέρα επιπλήττει τον κ. Παπανδρέου για έλλειψη σχεδίου και εμμονή σε μακροχρόνιες διαδικασίες διαβούλευσης και την επομένη καταγγέλλει τους κατ’ ιδίαν υπουργούς για προσχηματικό διάλογο και κινήσεις προσχεδιασμένων βημάτων επί προειλημμένων αποφάσεων.
Είναι κατανοητός ο πανικός των υπαρξιακών αδιεξόδων του κυρίου Σαμαρά.
Ο μοιραίος προκάτοχός του δεν διέλυσε μόνο τη χώρα.
Σπατάλησε ασύστολα και τα όποια πολιτικά αποθέματα της παράταξής του και κατατρομαγμένος από την αθλιότητα στην οποία περιήγαγε τη χώρα και το κόμμα του, ετράπη σε άτακτη φυγή εγκαταλείποντας το οικονομικά και θεσμικά καθημαγμένο κράτος στον κ. Παπανδρέου και την πολιτικά ευτελισμένη παράταξη του στο κ. Σαμαρά.
Όπως λοιπόν ο κος Παπανδρέου από την επομένη των εκλογών έχει «τρελαθεί» να ανακαλύπτει «μαύρες τρύπες» στα δημόσια ταμεία και «σκελετούς» στα «ντουλάπια» των δημοσίων υπηρεσιών, έτσι και ο κος Σαμαράς έχει τρομάξει από το χάος της κομματικής του ασχημίας.
Και αντιλαμβάνεται βεβαίως ότι ο χρόνος δεν τρέχει μόνο για την κυβέρνηση, τρέχει εξ’ ίσου και για την αντιπολίτευση.
Αντιλαμβάνεται ότι οι πρώτες 100 μέρες δεν πέρασαν μόνο για τον κ. Παπανδρέου, εκμετρήθηκαν αισίως και για τον ίδιο.
Ενώ όμως ό Πρωθυπουργός παρουσίασε μια πρωτοφανή κινητικότητα και αν μη τι άλλο εξέπληξε τους πάντες με την ακαταπόνητη δράση του και την αήθη πολυπραγμοσύνη του, αντίθετα ο συμπαθής αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, περιπλανήθηκε στην απόλυτη κομματική εσωστρέφεια, χάθηκε στην νιρβάνα των εσωκομματικών εκλογικών του επινικίων και ξαφνικά αντελήφθη ότι η πολιτική ζωή της χώρας είχε ερήμην του προχωρήσει τόσο όσο δεν έβλεπε ούτε καν τη σκόνη της.
Αντί όμως να σπεύσει να κάνει τις ίσως κοπιώδεις, αλλά πάντως αναγκαίες κινήσεις για επαναφορά του κόμματος του στο κέντρο της πολιτικής σκηνής, αυτός προτίμησε τον εύκολο δρόμο του επικοινωνιακού αυτοσχεδιασμού.
Αντί ως όφειλε, ως υποσχέθηκε και ως προσδοκούσαν οι πολίτες να προχωρήσει, σε κάθαρση, ανασυγκρότηση και ιδεολογική θωράκιση του κόμματός του, αυτός δείλιασε, συμβιβάσθηκε, προσαρμόσθηκε και σύρθηκε στην ανέξοδη πλην αδιέξοδη επικοινωνιακή πεπατημένη.
Ενώ όμως ό Πρωθυπουργός παρουσίασε μια πρωτοφανή κινητικότητα και αν μη τι άλλο εξέπληξε τους πάντες με την ακαταπόνητη δράση του και την αήθη πολυπραγμοσύνη του, αντίθετα ο συμπαθής αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, περιπλανήθηκε στην απόλυτη κομματική εσωστρέφεια, χάθηκε στην νιρβάνα των εσωκομματικών εκλογικών του επινικίων και ξαφνικά αντελήφθη ότι η πολιτική ζωή της χώρας είχε ερήμην του προχωρήσει τόσο όσο δεν έβλεπε ούτε καν τη σκόνη της.
Αντί όμως να σπεύσει να κάνει τις ίσως κοπιώδεις, αλλά πάντως αναγκαίες κινήσεις για επαναφορά του κόμματος του στο κέντρο της πολιτικής σκηνής, αυτός προτίμησε τον εύκολο δρόμο του επικοινωνιακού αυτοσχεδιασμού.
Αντί ως όφειλε, ως υποσχέθηκε και ως προσδοκούσαν οι πολίτες να προχωρήσει, σε κάθαρση, ανασυγκρότηση και ιδεολογική θωράκιση του κόμματός του, αυτός δείλιασε, συμβιβάσθηκε, προσαρμόσθηκε και σύρθηκε στην ανέξοδη πλην αδιέξοδη επικοινωνιακή πεπατημένη.
Χωρίς εσωκομματικές αναταράξεις, χωρίς ιδεολογικές ανησυχίες, χωρίς ανατροπές και υπερβάσεις χωρίς διάλογο με τα 800.000 νέα μέλη, χωρίς αξιοποίηση νέου άφθαρτου δυναμικού, με σκυταλοδρομία κουκουλώματος της κληροδοτηθείσας παθογένειας, με τα παλιά φθαρμένα υλικά και τις γνωστές αποδοκιμασμένες πολιτικές καρικατούρες των καταστροφικών κυβερνήσεων Καραμανλή, αποπειράται ματαίως να σκεπάσει τη δυσωδία των σκανδάλων, να υπνωτίσει με ποιητικές ασημαντολογίες τους απογοητευμένους ψηφοφόρους, να αφιονίσει την βαθειά μαύρη και άραχλη κομματική καμαρίλα με ανέξοδους λεονταρισμούς και να κερδίσει πολιτικό χρόνο, ελπίζοντας όχι στις δική του δραστηριότητα όσο στην πιθανότητα να στραβοπατήσουν οι πολιτικοί του αντίπαλοι.
Βασίζει τουτέστιν τις φρούδες ελπίδες του στον πανδαμάτορα χρόνο και στην παραδοσιακή δεξιά αντίληψη ότι ο έλληνας ψηφοφόρος είναι και ηλίθιος και λωτοφάγος.
Γι' αυτό έχει ανεβάσει τους τόνους. Γι' αυτό οι πρόωρες κραυγές του για ευθύνες της νεοεκλεγείσας κυβέρνησης κινούνται μεταξύ υπερβολής και υστερίας, γι αυτό όπως θα έλεγε και ο Όμηρος τις τελευταίες είκοσι μέρες με αιχμή το Σαββατοκύριακο ο ατυχής αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης «αμετροεπώς εκολώα» (Ιλ. Β΄, 212).
Πλανάται όμως πλάνην οικτράν.
Διότι η φαυλότητα του βίου και της πολιτείας των πρόσφατων κυβερνήσεων, στις οποίες ο ίδιος ασμένως συμμετέσχε, υπήρξε τόσο καταστροφική για την πατρίδα και τόσο αποκρουστική για τον μέσο Έλληνα πολίτη, όπου οι γνωστές τετριμμένες προπαγανδιστικές συνταγές του κου Σαμαρά δεν μπορούν να έχουν καμία τύχη.
Η βρώμα και η δυσωδία των σκανδάλων των προκατόχων του, τους οποίους αντί να απομακρύνει αντιθέτως θωπεύει και αξιοποιεί για την προσωπική του κομματική σταθεροποίηση θα τον συνοδεύουν σε όλη την αρχηγική του σταδιοδρομία και θα τον συμπαρασύρουν μαζί τους όχι απλώς στον μέλλοντα σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας, αλλά στο παρόν περιθώριο της πολιτικής απαξίωσης.
Δεν είναι τυχαίο, που σημαντικά στελέχη της παράταξής του αρχίζουν ευσχήμως να αποστασιοποιούνται από τις πρόχειρες και ιδεολογικά ανερμάτιστες τοποθετήσεις του και από την προπετή και αμετροεπή κριτική του.
Πολιτικοί με προσωπικό ειδικό βάρος και καθαρή πολιτική διαδρομή (προφανώς υπάρχουν αρκετοί τέτοιοι και στην ΝΔ), σπεύδουν να διαφοροποιηθούν ή εν πάση περιπτώσει να αποφύγουν την οποιαδήποτε ενεργή στήριξή του. Πολιτικοί, που δεν ανεμείχθησαν δραστήρια στο «μεγάλο φαγοπότι» και απλώς δεν είχαν το κουράγιο να ανατρέψουν τις διεφθαρμένες κυβερνήσεις του κόμματός τους, είναι φυσικό να μη συναινούν στην επιχείρηση «κουκούλωμα των σκανδάλων», η οποία φαίνεται να έχει γίνει ο κεντρικός άξονας πολιτικής δυστυχώς και της νέας ηγεσίας.
Είναι βεβαίως κατανοητά τα υπαρξιακά αδιέξοδα ενός αρχηγού, που έχει την ατυχία να διαδέχεται ένα τέτοιο προκάτοχο.
Όμως σ’ αυτές τις περιπτώσεις η πολιτική διέξοδος στη Δημοκρατία είναι μία. Ίσως τραχεία, αλλά εξαιρετικά απλή.
Μα αφουγκρασθεί το σφυγμό των πολιτών και να απαντήσει θετικά στις προσδοκίες και τα μηνύματα τους.
Το μήνυμα της κάλπης και κυρίως οι προσδοκίες των 800.000 ενεργών πολιτών, που συμμετείχαν στην εσωκομματική νίκη του κου Σαμαρά δεν ήταν να αναλάβει ο νέος αρχηγός ένα αγώνα συγκάλυψης των σκανδάλων, υπεράσπισης της παρελθούσης κυβερνητικής φαυλότητας και αμετροεπούς καταδίκης της νεόδμητης κυβέρνησης για ευθύνες, που λογικά δεν της αναλογούν και για δήθεν ακυβερνησία, επειδή σε τρείς μήνες δεν διόρθωσε όλα τα κακώς κείμενα και δεν επέτυχε όλα όσα δεν κατάφεραν οι ελληνικές κυβερνήσεις από συστάσεως του Ελληνικού κράτους.
Αντίθετα οι προσδοκίες τους ήταν να εξυγιάνει και να εκσυγχρονίσει το κόμμα του. Να το αποκαθάρει από τρωκτικά, που καταλήστεψαν τα δημόσια ταμεία και κατασπατάλησαν το δημόσιο πλούτο. Να το εκσυγχρονίσει οργανωτικά και να το θωρακίσει ιδεολογικά. Και βεβαίως να συμβάλλει θετικά στην προσπάθεια της νέας Κυβέρνησης για διάσωση και ανασυγκρότηση της χώρας.
Όσο ο νέος αρχηγός δεν καταφέρνει να αφουγκρασθεί την αγωνία της λαϊκής βάσης, όσο επιμένει να πολιτεύεται παράταιρα από το λαϊκό αίσθημα, όσο δεν βρίσκει το θάρρος να ανατρέψει κατεστημένες εσωκομματικές ισορροπίες, τόσο δυστυχώς για τον ίδιο θα παραμένει άχρηστος για το κόμμα του και επιζήμιος για τον τόπο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου