Αν επιχειρούσαμε να περιγράψουμε με όρους παιχνιδιού την κατά βάση παρασκηνιακή κινητικότητα των τελευταίων εβδομάδων γύρω από το ζήτημα «διάσωσης της Ελληνικής οικονομίας», θα μπορούσαμε να το διατυπώσουμε κάπως έτσι:
Το πολιτικό παιχνίδι, που παίζει το Ελληνικό επιτελείο με τους Ευρωπαίους εταίρους (κυρίως με την Γερμανία και την υποτελή της Κομισιόν) μοιάζει με ένα σκληρό διαπραγματευτικό μπραντεφέρ, που παίζεται με κανόνες άγριου Αμερικάνικου πόκερ και απαιτεί παίκτες με πνευματική οξυδέρκεια παγκοσμίου πρωταθλητή στο σκάκι.
Σε κάθε περίπτωση είναι ένα παιχνίδι στο οποίο είναι μεγάλο λάθος να ανακατεύονται παίκτες με προσόντα ταβλαδόρου διαπρέποντος σε «καφενεία» της Ανατολικής Αττικής...
Γράφαμε λοιπόν προχθές για το σταυροδρόμι μπροστά στο οποίο αργά ή γρήγορα θα αναγκασθούν να παραδεχθούν ότι βρίσκονται όλα ανεξαιρέτως τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Να τοποθετηθούν δηλαδή ξεκάθαρα στο δίλημμα αν επιθυμούν την συντήρηση ή τη διάλυση της Κοινότητας και ανάλογα, είτε να αναδιαμορφώσουν από κοινού τους κανόνες τους εσωκοινοτικού παιγνιδιού, είτε να επαναπροσδιορίσει η κάθε χώρα την νέα μοναχική της πορεία.
Διότι ο μύθος της καλής, εργατικής και παραγωγικής Γερμανίας, που δήθεν όλα αυτά τα χρόνια υποστηρίζει τους λοιπούς «ακαμάτηδες φτωχοσυγγενείς» έχει οριστικά καταρρεύσει. Όσο κι αν προσπαθούν οι γερμανικές φυλλάδες να τον συντηρήσουν, ελπίζοντας στο προπέτασμα καπνού, που δημιουργούν με τα άθλια δημοσιεύματα κατά της Ελλάδος, είναι εμφανές ότι ο μέσος Ευρωπαίος πολίτης έχει αντιληφθεί πλήρως την λεόντεια υπέρ της Γερμανίας εταιρία, που έχει στηθεί με το νομικό, θεσμικό, επιχειρηματικό και εν γένει οικονομικό-πολιτικό σύμπλεγμα, που διέπει την δομή και την λειτουργία της κοινότητας.
Το σπουδαιότερο δε είναι ότι αρχίζουν, με ταχύτητα επικίνδυνη πλέον για το μέλλον της Γερμανίας, να το αντιλαμβάνονται και οι μικρόνοες πολιτικές ηγεσίες των επί μέρους Ευρωπαϊκών κρατών, ιδιαίτερα αυτές του λεγόμενου Ευρωπαϊκού νότου.
Καταλαβαίνουν δηλαδή ότι κατά την τελευταία τριακονταετία στήθηκε ένα σύστημα από τους πολιτικούς και τους οικονομολόγους, που υποτίθεται ότι θα εξαπατούσε τις πλατιές λαϊκές μάζες και θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των δημιουργών του.
Τώρα λοιπόν ανακαλύπτουν ότι σ’ αυτή την ληστρική εταιρεία των πολιτικών και οικονομολόγων «χούλιγκανς» με λευκό περιλαίμιο, οι άφρονες πολιτικοί είναι οι μεγάλοι «ριγμένοι». Υπό την έννοια ότι οι οικονομικοί παράγοντες (banksters κ.λ.π) πήραν το φιλέτο και τους άφησαν τα κόκκαλα. Ή ακριβέστερα οι χρηματιστές και οι τραπεζίτες «ρούφηξαν» τα λεφτά του κοσμάκη , ενώ οι συνεταίροι τους πολιτικοί καλούνται τώρα «να φάνε το ξύλο».
Όσο δε για τους πολιτικούς της κοινοτικής περιφέρειας, αυτοί πιάστηκαν διπλά «κορόϊδο». Διότι αφ’ ενός αποδείχθηκαν αφελείς έναντι των τραπεζιτών και των χρηματιστών, αφ’ ετέρου δε φέρθηκαν εντελώς ηλίθια έναντι της Γερμανίας, την οποία άφησαν να αλωνίζει όλα αυτά τα χρόνια, με αποτέλεσμα να ξεπεράσει τα τεράστια κοινωνικά και οικονομικά της προβλήματα, (ιδιαίτερα μετά την πτώση του τείχους), απομυζώντας τεχνηέντως τον εθνικό πλούτο και το μόχθο των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών.
Αφυπνίζονται λοιπόν όλοι αυτοί και αυτό το χρωστούν σε σημαντικό βαθμό και στον Έλληνα πρωθυπουργό, ο οποίος μίλησε πρώτος από όλους για παιχνίδι των κερδοσκόπων έναντι του Ευρώ και για ανάγκη στήριξης όχι της Ελλάδος αλλά της ίδιας της ΟΝΕ.
Ακόμα πιο σημαντικό όμως παραμένει το «σταυροδρόμι» της Ελλάδας, της οποίας η εθνική επιλογή εξαρτάται από την στάση των υπολοίπων εταίρων.
Είναι εξαιρετικά ευνόητο ότι με τα σπρεντ στις 400 μονάδες κανένα μέτρο λιτότητας δεν μπορεί να διασώσει την ελληνική οικονομία, η οποία χρειάζεται άμεση διοχέτευση ρευστότητας στον παραγωγικό τομέα.
Με τα σπρεντ όμως στα ύψη το υστέρημα του ελληνικού λαού θα πηγαίνει στις τσέπες των διεθνών τοκογλύφων και δεν θα περισσεύει ούτε ένα ευρώ για αναπτυξιακή πολιτική.
Υπό τέτοιους όρους δυσθεώρητων επιτοκίων είναι μαθηματικώς βέβαιο ότι όσο περισσότερα δανειζόμεθα, τόσο γρηγορότερα θα οδηγούμεθα στην οικονομική καταστροφή.
Επομένως εάν οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν μας εξασφαλίσουν χαμηλότοκο δανεισμό με επιτόκια ίσα ή και μικρότερα της Γερμανίας, η Ελλάδα δεν έχει κανένα λόγο να θέσει σε εφαρμογή οποιοδήποτε μέτρο, που να αποσκοπεί απλώς στην μείωση του ελλείμματος ή στην εξυπηρέτηση του χρέους.
Αντίθετα θα έχει κάθε λόγο για να παγώσει τις πληρωμές, που αφορούν προγενέστερους δανεισμούς, να προχωρήσει σε πρωτοβουλίες συγκέντρωσης χρημάτων από τους έλληνες πολίτες, αλλά και τους πατριώτες της διασποράς, να επιδιώξει δανεισμό με υγιείς όρους και με ειδικές εξασφαλίσεις από χώρες του νότου και της ανατολής και να διοχετεύσει τα όποια χρήματα μπορέσει να συγκεντρώσει αποκλειστικά σε δημόσια έργα, στη γεωργία, την βιομηχανία, τον τουρισμό και δευτερευόντως στην οικοδομή.
Οι τοκογλύφοι παραδοσιακοί πιστωτές και οι εταίροι της στην ΟΝΕ σε μια τέτοια περίπτωση μπορούν να περιμένουν και να προσεύχονται υπέρ μακροημερεύσεως του Ελληνικού έθνους και ανανήψεως της Ελληνικής οικονομίας, ώστε να ελπίζουν σε μελλοντική αποπληρωμή των οφειλών μας, όπως αυτές θα προσδιορισθούν μετά από σχετικές διαπραγματεύσεις, οι οποίες όμως θα έχουν άλλη βάση εκκίνησης και άλλο διαπραγματευτικό κλίμα.
Αν, όπερ συνετότερο, οι ευρωπαίοι εταίροι αποφασίσουν να μας εξασφαλίσουν προϋποθέσεις υγιούς χαμηλότοκου δανεισμού τότε και μόνον τότε αξίζει τον κόπο να εφαρμοσθούν τα όποια μέτρα διόρθωσης. Με αφετηρία όμως πάντοτε υπολογισμού την εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων για την τόνωση του παραγωγικού τομέα και την ταχεία ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας.
Με δυό λόγια το σταυροδρόμι της Ελλάδας είναι:
Ή μέτρα μείωσης του χρέους και του ελλείμματος σε συνδυασμό με χαμηλότοκο δανεισμό, επαρκούς για την εξυπηρέτηση των αναπτυξιακών αναγκών.
Ή «πάγωμα» του χρέους και της διαδικασίας ταχύρρυθμης μείωσης του ελλείμματος και αποκλειστική ενασχόληση με την σχεδίαση και επίτευξη συγκεκριμένων αναπτυξιακών στόχων.
Αυτά όλα λοιπόν φαίνεται να είναι «ψιλά γράμματα» για πολλούς ανεγκέφαλους δημοσιογράφους και δοκησίσοφους «αναλυτές», όπως δυστυχώς και για μεγάλη μερίδα της αντιπολίτευσης, οι οποίοι επιδίδονται σε ακατάσχετη φλυαρία κατηγορώντας την κυβέρνηση, ανάλογα με το «καφενείο» στο οποίο απευθύνονται, πότε ότι «καθυστερεί αδικαιολόγητα να πάρει τα αναγκαία μέτρα για να καθησυχάσει τις αγορές» και πότε ότι «σπεύδει να πάρει μέτρα που κινούνται σε αντιαναπτυξιακή κατεύθυνση».
Το παρήγορο είναι όμως ότι όλα αυτά φαίνεται να τα συνειδητοποιεί πολύ καλά η Κυβέρνηση, αν προσέξουμε ότι ανακοινώνει τα μέτρα σταδιακά και προφανώς σύμφωνα με την πρόοδο των διαπραγματεύσεων και σε κάθε περίπτωση δεν βιάζεται να τα εφαρμόσει, προτού εξασφαλίσει συγκεκριμένες χειροπιαστές εξασφαλίσεις προσπορισμού επαρκούς και χαμηλότοκης δανειοδότησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου