Ο Ανδρέας Παπανδρέου υπήρξε αναμφίβολα επαναστατική προσωπικότητα.
Μια από τις εκφράσεις-προτροπές, που συνήθιζε να χρησιμοποιεί ήταν «ας αλλάξαμε σελίδα».
Αντίθετα από ότι ίσως φαίνεται με την πρώτη ματιά , αυτή η παραίνεση δεν ήταν ένα απλό ρητορικό σχήμα λόγου.
Με τις ριζοσπαστικές πολιτικές, που εφήρμοσε προχώρησε πολλές σελίδες μπροστά την Ελληνική ιστορία.
Στα χρόνια που ακολούθησαν με επίμοχθη προσπάθεια εχθροί και «φίλοι» κατάφεραν να ξεθωριάσουν όσες από αυτές δεν πέτυχαν να κάψουν ή να ξεσκίσουν.
Δεν τόλμησαν όμως ποτέ να ακουμπήσουν τα αποτυπώματα, που άφησε ο Α. Παπανδρέου στη ψυχή των λαϊκών μαζών με την παρουσία, τις σκέψεις και τα οράματά του.
Μέχρι τον Α. Παπανδρέου παραδοσιακά οι πολιτικοί έπρεπε να είναι νομικοί και δικηγόροι. Πράγμα λογικό αφού η Βουλή είναι νομοθετικό σώμα.
Πρώτος ο Α. Παπανδρέου άλλαξε αυτή τη «σελίδα» όντας ο ίδιος διαπρεπής διεθνούς αναγνώρισης οικονομολόγος, και επιλέγοντας συνεργάτες με βάση τα ουσιαστικά και όχι τα τυπικά τους προσόντα.
Έκτοτε όσοι πολιτικοί δεν ευτύχησαν να κάνουν οικονομικές σπουδές, φροντίζουν να αποκτήσουν μια στοιχειώδη τουλάχιστον κατάρτιση.
Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του κ. Τσίπρα, που μας έφτιαξε τη διάθεση με τις αναφορές του στον Γκαλμπρέϊθ και τον Κέυνς κατά την συνέντευξή του στο κ. Χατζηνικολάου. (Αναλυτική αναφορά σε σχετική ανάρτησή μας εδώ. Και επι τη ευκαιρία μια διευκρίνηση σε εκείνη την ανάρτηση: Η αναφορά μου στον Κευνσογκαλμπρευθμό δεν αποτελεί διάθεση απαξίωσης των δύο μεγάλων αλλά αντίθετων σχολών οικονομολογων, των οποίων τη συμβολή στην οικονομική θεωρία τιμώ απεριόριστα. Απλώς εκφράζει την απέχθειά μου στην ρώσικη σαλάτα.)
Σημαντικότερη όμως περίπτωση η πρόσφατη παρουσία του κ. Πρωθυπουργού στη Βουλή κατά τη συζήτηση της επερώτησης του ΠΑΣΟΚ σχετικά με τον υπερδανεισμό των Ελληνικών νοικοκυριών και την κερδοσκοπική δράση των τραπεζών.
Γνωστός θαυμαστής και μιμητής του Α. Παπανδρέου ο κ. Κ. Καραμανλής, δεν έχασε την ευκαιρία να διδάξει μια πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα οικονομική θεωρία.
Ιδιαίτερα εντυπωσίασε με μια μοντέρνα προσέγγιση της φτώχιας σύμφωνα με την οποία η αύξηση του δανεισμού των νοικοκυριών δεν είναι αρνητική εξέλιξη, αφού συντελεί στην απόκτηση περιουσιακών στοιχείων.
Είναι γνωστό βέβαια ότι η συζήτηση στη Βουλή αφορούσε στην τραγική κατάσταση του μέσου Έλληνα, που καταληστεύεται από το τραπεζικό τοκογλυφικό σύστημα.
Για δανειολήπτες, που έπεσαν θύματα της ανέχειας και της τραπεζικής επιθετικής εμπορικής πολιτικής και τώρα χάνουν ότι έχουν και δεν έχουν από τα κυκλώματα μιας ανάλγητης βιομηχανίας πλειστηριασμών.
Πλειστηριασμών, που αφορούν οφειλές από διάφορες αιτίες, πιστωτικές κάρτες, καταναλωτικά δάνεια, φόρους κ.λ.π, και μέσω των οποίων πετιούνται έντιμες οικογένειες στο δρόμο, συχνότατα για μερικές χιλιάδες ή και εκατοντάδες ευρώ.
Αν μπορούμε λοιπόν να εισχωρήσουμε σωστά στο βάθος αυτής της Πρωθυπουργικής οικονομικής θεώρησης, θα πρέπει να εννοήσουμε ότι αυτοί που δανείζονται από την Τράπεζα δεν είναι φουκαράδες, αλλά επενδυτές.
Αν είναι έτσι δεν πρέπει να τους λυπόμαστε, αλλά να τους ζηλεύουμε.
Και επομένως οι πλειστηριασμοί δεν πρέπει να αποφεύγονται, αφού είναι μια αξιοπρεπής μέθοδος ρευστοποίησης παγίων περιουσιακών στοιχείων κάποιων επενδυτών, οι οποίοι απλώς αυξάνουν με αυτό τον τρόπο το κεφάλαιο κίνησης της οικογένειάς τους.
Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι ο υπερδανεισμός όπως είπε και ο κ. Πρωθυπουργός δεν είναι «κατ’ ανάγκη αρνητική εξέλιξη» ιδίως όταν αφορά απόκτηση περιουσιακών στοιχείων.
Όπως μάλιστα φαίνεται αυτό είναι μάλλον μια φυσική εξέλιξη κυρίως για περιουσιακά στοιχεία, που αποκτήθηκαν επί των ημερών του ΠΑΣΟΚ να εκπλειστηριάζονται επί των ημερών της νέας διακυβέρνησης.
Όσοι κακόπιστοι διαφωνούν με την οικονομική αντίληψη του κ. Πρωθυπουργού δεν μπορούν να μη συμφωνήσουν τουλάχιστον, ότι αποτελεί υψηλή διδασκαλία politically correct θεώρησης της οικονομικής πραγματικότητας.
Και υπό το πρίσμα αυτής της οπτικής θα μπορούσαμε να δούμε και μερικά άλλα παρεξηγημένα φαινόμενα.
Οι ηλικιωμένοι για παράδειγμα, που σκαλίζουν τα σκουπίδια στις λαϊκές αγορές δεν είναι «κατ’ ανάγκην» πεινασμένοι, αλλά τους αρέσει το παιχνίδι του κρυμμένου θησαυρού.
Θέλετε κι άλλο παράδειγμα;
Τρία είναι τα μέσα μεταφοράς στο σύγχρονο κόσμο. Τα αεροπλάνα, τα πλοία και τα φορτηγά.
Σε ότι αφορά τις αεροπορικές πτήσεις ο εθνικός αερομεταφορέας είναι στη φάση, που μαζί με τα εισιτήρια πρέπει να προσφέρει και μια μαργαρίτα. Διότι μόνο με το μάδημα της μαργαρίτας μπορεί να πληροφορηθεί ο επιβάτης αν θα πετάξει-δεν θα πετάξει.
Σε ότι αφορά τις θαλάσσιες μεταφορές έχουν από καιρό αποδιοργανωθεί με την απειλή «μεταρρυθμίσεων» στα λιμάνια.
Πρόσφατα με την απεργία των φορτηγών και των βυτιοφόρων μας τελείωσαν και οι χερσαίες μεταφορές.
Τι σημαίνουν αυτά; Μήπως ότι οι αρμόδιοι υπουργοί πέτυχαν το απόλυτο μπάχαλο;
Όχι βέβαια. Politically correct είναι να πούμε ότι πέτυχαν τρίλιζα.
Τι σχέση έχει με την πολιτική, ένα παιχνίδι που παίζαμε στα παιδικά μας χρόνια θα αναρωτηθείτε.
Μα μη ξεχνάτε ότι ο κ. Πρωθυπουργός εκτός από οικονομολόγος και μεταρρυθμιστής είναι και παιχνιδιάρης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου