Παπαρολογίες χαρακτήρισε ο κ. Σουφλιάς την κριτική, που του ασκήθηκε για την περιβαντολογική πολιτική του και έκανε όλους τους αιδήμονες δημοσιογράφους να επαναστατήσουν.
Υπερέβη βεβαίως τα εσκαμμένα ο χαρακτηρισμός, που χρησιμοποίησε ο Υπουργός, αλλά ούτε αήθης ούτε ιδιαίτερα οξύς μπορεί να θεωρηθεί για μια χώρα, όπου από πρωθυπουργικά χείλη έχουμε «απολαύσει» πολύ υβριστικότερες και «πεζοδρομιακότερες» κουβέντες, χωρίς να υπάρξει τόσο μεγάλη δημοσιογραφική κατακραυγή.
Η αλήθεια είναι ότι η γενική εικόνα του ανθρώπου δεν προδιαθέτει για τέτοιου είδους λεκτικές εξάρσεις.
Ο κ. Σουφλιάς είναι ένας χιουμορίστας, αλλά λιγομίλητος πολιτικός. Συνηθίζει να κάνει αστεία, να πετάει διάφορα υπονοούμενα, εμμένει στις πολιτικές του απόψεις, αλλά πάντοτε εντός του πλαισίου της πολιτικής κοσμιότητας.
Τι ήταν λοιπόν αυτό, που τον οδήγησε να ανατρέψει ένα προφίλ, που επί δεκαετίες είχε επιμελώς φροντίσει να οικοδομήσει;
Ο λόγος είναι ένας και μάλλον εξαιρετικά απλός.
Η έκρηξη οργής του κ. Σουφλιά ήταν αποτέλεσμα μιας τετραετούς ψυχολογικής καταπίεσης, την οποία υπέστη τα τελευταία τέσσερα χρόνια, καταπίεσης, που προσέλαβε συντριπτικές διαστάσεις το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Είναι γνωστός ο Αισώπιος μύθος για την καρακάξα, που πήγε να ζήσει με τα παγώνια και στο τέλος βρήκε το μπελά της.
Στην περίπτωση του κ. Σουφλιά συνέβη μάλλον το αντίθετο. Με πολιτικές αναλογίες στον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο ο κ. Σουφλιάς υπήρξε το παγώνι, που ξελογιάστηκε από τις καρακάξες.
Στο εσπευσμένο επικοινωνιακό λίφτινγκ της Νέας Δημοκρατίας προκειμένου να γοητεύσει τον πολύφερνο μεσαίο χώρο, ο συμπαθής πολιτικός υπήρξε το αναγκαίο φτιασίδι.
Τοποθετήθηκε λοιπόν σε περίοπτη θέση κατά την προεκλογική κούρσα του 2004 με αποτέλεσμα όχι απλώς να παρακαμφθούν οι όποιες τυχόν επιφυλάξεις του, αλλά να του καλλιεργηθούν και υψηλές προσδοκίες για το πολιτικό του μέλλον.
Την επομένη όμως της ανάληψης της εξουσίας από την ΝΔ τα πράγματα άρχισαν να πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο για τον κ. Σουφλιά.
Τα πλουμιστά φτερά του παγωνιού, που στην περίπτωσή μας ήταν το πρόγραμμα διακυβέρνησης, αρχίσανε να τα μαδάνε ένα προς ένα οι καρακάξες.
Η επαγγελία πάταξης των «πράσινων» μεγαλοεργολάβων («νταβατζήδων») αποδείχθηκε παιδικό καλαμπουράκι. Η κατάργηση του μαθηματικού τύπου οδήγησε σε στενότερη συνεργασία μαζί τους. Τα δημόσια έργα βάλτωσαν ελλείψει εθνικής χρηματοδότησης. Το χωροταξικό σκόνταψε. Το οικιστικό κουτσαίνει. Το περιβάλλον σε αρνητική πορεία.
Για κάποια από αυτά ο Υπουργός έχει βέβαια τις προσωπικές του ευθύνες. Για τα περισσότερα όμως ευθύνεται το συνολικό χάλι της κυβέρνησης.
Πώς να διαχειρισθεί επικοινωνιακά ο άνθρωπος τις «κολοτούμπες» του συντάκτη ενός μεσαιοχωρίτικου προγράμματος, που όμως πρέπει να υπερψηφίζει στη βουλή νόμους και μέτρα μιας εν πολλοίς αντίθετης πολιτικής?
Και αντί να του συμπαρασταθούν οι κύριοι υπεύθυνοι, που τον υποβάλλουν σ’ αυτό το καθημερινό μαρτύριο, φάνηκαν να αξιοποιούν την παραμικρή ευκαιρία να τον «ξεπουπουλιάσουν» επικοινωνιακά.
Ανακάλυψαν ξαφνικά ότι ο Υπουργός χωροταξίας κτίζει αυθαίρετο… Σιγά ορέ!!! Τώρα το θυμηθήκανε, που έχει τελειώσει το κτίριο; Και μήπως ο πρώτος είναι ή ο τελευταίος, που σκούζουνε και διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους;
Δεν εκπληρώθηκε δήθεν μια γραφειοκρατική υποχρέωση της σύμβασης του Κιότο και ξεσηκώθηκαν εχθροί και «φίλοι», αλαλάζοντας «Σταύρωσον , σταύρωσον αυτόν».
Γιατί κ. Σταύρο εδώ πριν λίγους μήνες φωτοκάηκε η μισή Ελλάδα και δεν ακούσαμε ούτε μισή κουβεντούλα από σένα. Και τώρα για τις τυπικούρες να το κρεμάσουμε το παληκάρι;
Εντάξει θα μου πείτε άλλο ο πάσα ένας αυθαίρετος και άλλο οΥΠΕΧΩΔΕ.
Το πράγμα έχει την ιδιαίτερη σημειολογία του. Εκεί προφανώς ποντάρουν και όσοι έχουν αναλάβει την πολιτική του καταδίωξη.
Εντάξει γραφειοκρατική τυπικούρα, αλλά ψιλογίναμε ρόμπα διεθνώς με τα περιβαλλοντικά μας θα ισχυρισθείτε. Ναι μεν αλλά αυτό είναι πράγματι που τους κόφτει τους οχλοβοούντες, όταν πρόκειται σε λίγο καιρό να καεί η υπόλοιπη Ελλάδα και ουδείς φαίνεται να ενδιαφέρεται;
Απελπιστικά μόνος εναντίον όλων ο δύσμοιρος πολιτικός προσπάθησε να αμυνθεί με την κλασική μέθοδο της επιθέσεως.
Βγήκε στο προσκήνιο. Δίδαξε περιβαντολογία. Παρουσίασε μέτρα για το περιβάλλον. Εδωσε υποσχέσεις από την αρχή.
Όμως κανένα αποτέλεσμα απέναντι στην συγχορδία των επικρίσεων.
Και το χειρότερο; Ουδείς βεβαίως αμφιβάλλει ότι εξ οικείων προέρχονται τα πλέον δηλητηριώδη βέλη.
Ε τελικά έσκασε ο χριστιανός.
Πώς να μη τους πει ότι παπαρολογούν όταν αυτός τους αναπτύσσει την θεωρία περί της πρασινάδας της πυρηνικής ενέργειας και αυτοί αβασάνιστα την απορρίπτουν.
Πόσο μπορεί να αντέξει ένας άνθρωπος όταν από παντού τον υπονομεύουν και τον λοιδορούν;
Έστω και αν δεν συμφωνούμε με την πολιτική ορθότητα της συγκεκριμένης αντίδρασης του κ. Σουφλιά, θα πρέπει να του αναγνωρίσουμε το ελαφρυντικό του βρασμού ψυχής.
Και σε κάθε περίπτωση όσο πολιτικά αδόκιμη και να είναι η συγκεκριμένη έκφραση δεν μπορούμε να μην αποδεχθούμε την επιστημονική αρτιότητα της προταθείσας από τον συμπαθέστατο πολιτικό ετυμολογίας.
Η λέξη προέρχεται από την παπάρα (τοπικό Θεσσαλικό έδεσμα λαϊκής κατανάλωσης) και ο όρος παπαρολογία χαρακτηρίζει εννοιολογικά την προχειρότητα του λόγου, έλκοντας την σημειολογία της από την γνωστή προχειρότητα που διέκρινε την διαδικασία παρασκευής του εν λόγω εδέσματος, όπως περιγράφεται στους τοπικούς παραδοσιακούς «τσελεμεντέδες».
Και οφείλουμε να πιστέψουμε τον κ. Σουφλιά, διότι αν ήθελε να πει αυτό που σκέφθηκαν οι πονηροί δημοσιογράφοι, δεν θα χρησιμοποιούσε τον ευγενή όρο «παπαρολογίες» άλλά τον πρόστυχο όρο «παπαριές».
Αποδεικνύεται λοιπόν για άλλη μια φορά ότι μεγάλο μέρος της κακοδαιμονίας της πολιτικής ζωής του τόπου οφείλεται στην γνωστική ανεπάρκεια των δημοσιογράφων γύρω από τον ετυμολογικό πλούτο της Ελληνικής γλώσσας.
(*) Επειδή οφείλουμε δεοντολογικά να αναφέρουμε τις πηγές μας.
Ο στίχος του τίτλου προέρχεται από τον Ομηρο, πολεμικό ανταποκρτή, λαογράφο και πολιτικό σχολιαστή του 8ου π.Χ αι.
Σε ελεύθερη μετάφραση : Τι λόγια (Γιώργο) ξέφυγαν απ' των δοντιών το φράκτη;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου