Το 2000, μετά από εξαιρετικά αμφίρροπη εκλογική μάχη και εξαιρετικά αμφιλεγόμενα αποτελέσματα, ο κ. Τζωρτζ Μπους ο νεότερος κατάφερε να εκλεγεί 43ος Πρόεδρος των ΗΠΑ.
Διαδεχόμενος ένα πρόεδρο με πολύ υψηλό δείκτη νοημοσύνης και κατά την άποψη πολλών ιδιαίτερα χαρισματικό ηγέτη, όπως ο Μπιλ Κλίντον, δημιούργησε μεγάλες απορίες γύρω από τα κριτήρια επιλογής του μέσου Αμερικανού ψηφοφόρου.
Κοινό συμπέρασμα της συντριπτικής πλειοψηφίας των δημοσκοπήσεων που προσπαθούσαν να διερευνήσουν γιατί οι ψηφοφόροι προτίμησαν αυτόν έναντι ενός σαφώς πιο αξιόλογου Δημοκρατικού υποψηφίου, ήταν ότι ο μέσος Αμερικανός πολίτης διέκρινε στο πρόσωπο του κ.. Μπους τον εαυτό του.
Δηλαδή ένα μετρίων ικανοτήτων και γνώσεων πολιτικό, άνθρωπο ας πούμε της διπλανής πόρτας, που είναι καλός οικογενειάρχης, αρκετά θρησκευόμενος και δυσκολεύεται να κάνει δυο δουλειές συγχρόνως (όπως να βλέπει τηλεόραση και να τρώει μπισκότα χωρίς να πνίγεται).
Ένα χαλαρό τυπάκο, που γινόταν συμπαθητικός γιατί δεν ντρεπόταν για τις συχνές γκάφες του, αντίθετα τις παραδεχόταν με χιούμορ και αυτοσαρκασμό.
Με αυτή την τακτική ο κ. Μπούς κατάφερε να επανεκλεγεί για δεύτερη θητεία με αξιοζήλευτο πλέον ποσοστό για να οδηγήσει την Αμερική στην χειρότερη στιγμή της ιστορίας της και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα σε ένα τέλμα από το οποίο δύσκολα θα μπορέσει να βγει τα επόμενα χρόνια, αν ο Μπάρακ Ομπάμα κάνει το ένα εκατοστό από αυτά, που έχει υποσχεθεί.
Την επικοινωνιακή τακτική του Τζωρτζ Μπούς σε ελληνική βερσιόν φαίνεται ότι παρακολουθούμε τις τελευταίες ημέρες από την Νέα Δημοκρατία.
Έχοντας καλλιεργήσει επί πέντε χρόνια ο κ. Καραμανλής την εικόνα του «άντρα του πολλά βαρύ» με αποκορύφωμα την απερίγραπτη συνέντευξη τύπου στην έκθεση Θεσσαλονίκης το 2008, έχει κάνει μια απίθανη κολοτούμπα την τελευταία περίοδο, προσπαθώντας να πλησιάσει συναισθηματικά τον δυστυχισμένο ψηφοφόρο του μεσαίου χώρου.
Πρόκειται για μια επικοινωνιακή ισορροπία στην κόψη του ξυραφιού, γιατί επιχειρείται σε μια περίοδο όπου οι δημοσκοπήσεις παρουσιάζουν εξαιρετικά μειωμένη τη συσπείρωση του κυβερνώντος κόμματος. Στην πραγματικότητα όταν έχουμε ποσοστά γύρω στο 55% μάλλον είναι ορθότερο να μιλάμε για αποσυσπείρωση.
Ο καημένος λοιπόν ο Πρωθυπουργός βρίσκεται στη δεινή θέση να προσπαθεί να βάλλει δυο καρπούζια στην ίδια μασχάλη. Από τη μια πρέπει να συνεχίσει να δείχνει ισχυρός και αταλάντευτος ηγέτης για να προσελκύσει τον δεξιό ψηφοφόρο, που είναι φυσιολογικό να νοιώθει απογοητευμένος και από την άλλη πρέπει να κάνει τον τρομοκρατημένο πολίτη του μεσαίου χώρου να τον λυπηθεί για να του επιτρέψει μια διαχειρήσιμη ήττα στις ευρωεκλογές.
Το εγχείρημα είναι προφανώς πολύ δύσκολο διότι αυτό, που μπορεί να είναι ελκυστικό για τον μεσαίο χώρο είναι άκρος αποτροπιαστικό για τον καθαρόαιμο δεξιό και τούμπαλιν.
Έτσι οι επικοινωνιολόγοι του Μαξίμου έχουν οδηγηθεί στην πρωτότυπη τακτική όλη τη μέρα στις κατά τόπους ομιλίες, όπου το κοινό είναι αμιγώς κομματικό να παρουσιάζουν ένα ημίθεο αρχηγό με σκληροτράχηλα χαρακτηριστικά, που προπαγανδίζει ένα μυθικό έργο σε μια εικονική πραγματικότητα και δεν μασάει με τίποτα. Ενώ το βράδυ σε τηλεοπτικές συνεντεύξεις, που προφανώς έχουν θεατές όλου του πολιτικού φάσματος, πλασάρουν τον "κλώνο"του Τζωρτζ Μπούς, που ζητάει επιείκεια διότι ως κοινός θνητός δεν διεκδικεί το αλάθητο.
Με πολλές γκριμάτσες και ακόμη περισσότερες χειρονομίες παραδέχεται γκάφες, αναγνωρίζει λάθη, αυτομαστιγώνεται, αναλαμβάνει λεκτικά ευθύνες όλων των ειδών και εκλιπαρεί τους ψηφοφόρους να δείξουν μεγαλοψυχία διότι δήθεν έχει διδαχθεί από τα λάθη του και θα κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια να τα αποφύγει στο μέλλον.
Το σχέδιο είναι πολύ φιλόδοξο και η τακτική πολύ ριψοκίνδυνη.
Διότι όπως όλες οι απομιμήσεις, έτσι και αυτή δεν μπορεί να φθάσει το μεγαλείο του πρωτοτύπου.
Πρώτον ο ρόλος του χαζούλη δεν ταιριάζει στον κ. Καραμανλή, πολλώ μάλλον καθ’ όσον έχει πάρει εντελώς το παιχνίδι απάνω του και όλα ανεξαιρέτως τα υπόλοιπα στελέχη δηλώνουν συνεχώς ανεπιφύλακτα ότι υποκλίνονται ενώπιον της ανεπανάληπτης ευφυΐας του.
Δεύτερον ο χρόνος είναι πολύ λίγος και οι αντίθεση στις καθημερινές κολοτούμπες πολύ μεγάλη για να χωνευθεί εγκαίρως από τον μέσο ψηφοφόρο.
Τρίτον δεν βοηθάνε οι υπόλοιποι παίκτες της ομάδας, που εξακολουθούν να επιδίδονται σε αυτογκόλ.
Όπως ας πούμε ο κ. Σουφλιάς, που πλέκει το εγκώμιο όλων εκείνων, που ο κ. Καραμανλής από το φόρουμ ενός πολυτελούς ψητοπωλείου απεκάλεσε κάποτε πορνοβοσκούς της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ή η κ. Μπακογιάννη, που της αξίζει να συμπεριληφθεί στο βιβλίο Γκίνες καθόσον χρειάσθηκε πέντε μέρες για να καλύψει την απόσταση από το Υπουργείο της μέχρι το Υπουργείο Δικαιοσύνης, με αποτέλεσμα να δείξουμε διεθνώς πόσο πίσω βρισκόμαστε τεχνολογικά από την Ουραγουάη, που κάλυψε μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα την απόσταση των χιλιάδων χιλιομέτρων, που χωρίζει το Μοντεβιδέο από την Αθήνα.
Το σημαντικότερο πρόβλημα όμως από όλα είναι ότι οι Έλληνες ψηφοφόροι δεν ψηφίζουν αναγκαία ως «αμερικανάκια»…
Παράγοντας που ως φαίνεται συνεχώς και κατ’ εξακολούθησιν αγνοείται από τους επικοινωνιολόγους του κ. Πρωθυπουργού….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου